From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Κορράδος Ε΄ ο λεγόμενος Κορραδίνος (γερμ.: Κonradin, 25 Μαρτίου 1252 - 29 Οκτωβρίου 1268) από τον Οίκο των Χοενστάουφεν ήταν ως Β΄ Βασιλιάς της Σικελίας (1254 - 1258), ως Γ΄ Βασιλιάς της Ιερουσαλήμ (1254 - 1268), ως Δ΄ Δούκας της Σουαβίας (1254 - 1268) και ως Ε΄ διεκδικητής βασιλιάς της Γερμανίας.
Κορραδίνος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 25 Μαρτίου 1252[1] Βόλσφσταϊν |
Θάνατος | 29 Οκτωβρίου 1268[1] Νάπολη[2] |
Αιτία θανάτου | αποκεφαλισμός |
Συνθήκες θανάτου | θανατική ποινή |
Τόπος ταφής | Σάντα Μαρία ντελ Κάρμινε |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο της Ιερουσαλήμ |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γερμανικά |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | Minnesänger συνθέτης συγγραφέας |
Οικογένεια | |
Γονείς | Κορράδος Δ΄ της Γερμανίας[3] και Ελισάβετ της Βαυαρίας[3] |
Αδέλφια | Ερρίκος της Βοημίας Όθων Γ΄ της Καρινθίας Agnes von Görz und Tirol Ελισάβετ της Καρινθίας, βασίλισσα της Γερμανίας Λουδοβίκος της Γκορίτσια-Τυρόλου Αλβέρτος Β΄ της Γκορίτσια-Τυρόλου |
Οικογένεια | Οίκος των Χοενστάουφεν |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | δούκας της Σουαβίας (1254–1268) Βασιλέας της Ιερουσαλήμ (1254–1268) |
Θυρεός | |
Σχετικά πολυμέσα | |
Γεννήθηκε στο Βόλφσταϊν της Βαυαρίας και ήταν ο μόνος γιος του Κορράδου Δ΄ της Γερμανίας και της Ελισάβετ των Βίττελσμπαχ, κόρης του Όθωνα Β΄ δούκα της Βαυαρίας.
Δεν εκλέχθηκε ποτέ βασιλιάς της Γερμανίας, αλλά οι υποστηρικτές των Χοενστάουφεν τον αναγνώριζαν ως τέτοιον. Έχασε τον πατέρα του το 1254 σε ηλικία 2 ετών και μεγάλωσε στην Αυλή τού θείου του Λουδοβίκου Β΄, που ανέλαβε κηδεμόνας του[4] και κράτησε το δουκάτο της Σουαβίας γι' αυτόν. Η Ιερουσαλήμ κρατήθηκε από έναν συγγενή του της Κύπρου, που ανέλαβε αντιβασιλιάς. Επίσης στη Σικελία ο θείος του Μαμφρέδος, νόθος αδελφός του Κορράδου Δ΄ ήταν αντιβασιλιάς, αλλά σχεδίαζε την ανατροπή του Κορραδίνου.
Μιλούσε καλά Λατινικά και ήταν όμορφος ως ο Αβεσσαλώμ[4]. Ο πατέρας του τον εμπιστεύτηκε στην κηδεμονία της Εκκλησίας, αλλά ο Ιννοκέντιος Δ΄ τον δίωκε με το ίδιο μίσος που είχε εναντίον του πάππου του Φρειδερίκου Β΄. Ο πάπας προσπάθησε να δώσει τη Σικελία σε ξένο πρίγκιπα, μάλιστα ο διάδοχός του πάπας Αλέξανδρος Δ΄ απαγόρευσε την εκλογή του ως βασιλιά της Γερμανίας και πρόσφερε τα εδάφη των Χοενστάουφεν της Γερμανίας στον Αλφόνσο Ι΄ της Καστίλλης[4].
Έχοντας τους τίτλους του βασιλιά της Ιερουσαλήμ και της Σικελίας, ανέλαβε το δουκάτο της Σουαβίας, πηγαίνοντας εκεί το 1262[4]. Από μία φήμη θανάτου του Κορραδίνου, ο Μαμφρέδος στέφθηκε βασιλιάς της Σικελίας (1258). Ο πάπας κάλεσε τον Κάρολο Α΄ των Καπετιδών κόμη του Ανζού να νικήσει τον Μαμφρέδο· πράγματι στη μάχη του Μπενεβέντο (1266) τον σκότωσε και κατέλαβε το βασίλειό του, τη Νότιο Ιταλία. Τότε Γιβελλίνοι (οπαδοί του Γερμανού βασιλιά) μετάβησαν στη Βαυαρία και τον κάλεσαν να τους ελευθερώσει. Ο Κορραδίνος δέσμευσε τη Σουαβία και παρά την αντίρρηση του θείου του, διέσχισε τις Άλπεις[4]. Ενάντια στις απειλές του πάπα Κλήμη Δ΄ και την έλλειψη πόρων, η Βόρεια και η Νότια Ιταλία ξεσηκώθηκαν[4]. Η Ρώμη ενθουσιάστηκε και η Καστίλη έστειλε στόλο στη Σικελία, όπου το νησί εξεγέρθηκε (εκτός του Παλέρμο και της Μεσσίνας) εναντίον των Γάλλων. Ο πάπας του επέβαλε ακοινωνησία, αλλά ο στόλος νίκησε αυτόν του Καρόλου Α΄ και ο Κορραδίνος εισήλθε με ενθουσιασμό στη Ρώμη.
Συγκέντρωσε στρατό από Λομβαρδούς (Ιταλούς), Καστιλιανούς, Ρωμαίους (Βυζαντινούς), Άραβες (Σαρακηνούς) και Γερμανούς[4]. Συνάντησε τον Κάρολο Α΄ στο Ταλιακότσο (κοντά στη Ρώμη) το 1268. Η Καστιλιανοί νίκησαν στιγμιαία και άρχισαν τη λεηλασία του εχθρικού στρατοπέδου, αλλά οι Γάλλοι επέφεραν την τελική νίκη. Ο Κορραδίνος διέφυγε στη Ρώμη, αλλά πριν πλεύσει για τη Σικελία συνελήφθη και φυλακίστηκε στο καστέλ ντελ' Όβο στη Νάπολη. Δικάστηκε ως προδότης και αποκεφαλίστηκε.
Ήταν 16 ετών, ο τελευταίος άρρην των Χοενστάουφεν. Η μητέρα του ίδρυσε τη μονή της Παναγίας του όρους Κάρμηλος στη Νάπολη για την ψυχή του. Σε αυτό το 1847 ο Μαξιμιλιανός Β΄ της Βαυαρίας έστησε έναν ανδριάντα του Κορραδίνου, έργο του γλύπτη Μπ. Θόρβαλντσεν. Ο Κορραδίνος είχε γράψει δύο ποιήματα (περιέχονται στον κώδικα του Μανασσή στη Χαιδελβέργη). Η μοίρα του έγινε θέμα σε θεατρικά δράματα[4] και μυθιστορήματα[5].
Για το βασίλειο της Ιερουσαλήμ ξέσπασε διαφωνία για τη διαδοχή: πρεσβύτερος ήταν ο 2ος εξάδελφος τού πατέρα του, ο Ούγος του Μπριέν, αλλά το κατείχε ο Ούγος Γ΄ της Κύπρου ως αντιβασιλιάς, επίσης 2ος εξάδελφος τού πατέρα τού Κορραδίνου. Η Μαρία των Πουατιέ της Αντιόχειας διεκδίκησε το βασίλειο καθώς ήταν -ως εξαδέλφη της μάμμης του- η πλησιέστερη εξ αίματος συγγενής· μετά πώλησε το δικαίωμά της στον Κάρολο Α΄ της Νάπολης.
Στο βασίλειο της Σικελίας διάδοχος ήταν η θεία του Μαργαρίτα Χοενστάουφεν, ετεροθαλής αδελφή του πατέρα του και μητέρα τού Φρειδερίκου Α΄ Βέττιν μαργράβου του Μάισσεν, ο οποίος συνέχισε τη διεκδίκηση.
Το δουκάτο της Σουαβίας κατατμήθηκε και εκφυλίστηκε. Ο Κάρολος Α΄ ισχυροποιήθηκε ως βασιλιάς της Σικελίας(-Νάπολης), αλλά το 1282 οι Σικελοί εξεγέρθηκαν και έδιωξαν τους Γάλλους από το νησί (Σικελικοί Εσπερινοί). Ο Κάρολος Α΄ και οι απόγονοί του περιορίστηκαν στη ηπειρωτική Νότιο Ιταλία , στο λεγόμενο βασίλειο της Νάπολης.
Νυμφεύτηκε δι' αντιπροσώπου τη Σοφία των Βέττιν, κόρη του Θεοδωρίχου μαργράβου του Λάντσμπερκ. Η νομιμότητα του γάμου αμφισβητείται.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.