Εκκλησία του Δήμου
η κύρια δημοκρατική συνέλευση της αρχαίας Αθήνας / From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Εκκλησία του Δήμου ήταν η κύρια δημοκρατική συνέλευση στην αρχαία Αθήνα, και πραγματοποιούνταν στον λόφο της Πνύκας, στην Αρχαία Αγορά ή στο Θέατρο του Διονύσου. Δικαίωμα συμμετοχής σε αυτή είχαν όλοι οι ενήλικες Αθηναίοι άνω των 20 ετών ανεξαρτήτως οικονομικής κατάστασης που είχαν πλήρη πολιτικά δικαιώματα, τα οποία αποκτούσαν εφόσον και οι δύο γονείς τους ήταν Αθηναίοι πολίτες και αφού είχαν εκπληρώσει τις διετείς στρατιωτικές τους υποχρεώσεις. Οι γυναίκες οι μέτοικοι και οι δούλοι που δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα αποκλείονταν, καθώς και όσοι είχαν διαπράξει αδικήματα (άτιμοι). Οι πολίτες που στέλνονταν σε εκστρατείες και οι κάτοικοι της υπαίθρου δεν μπορούσαν πρακτικά να συμμετέχουν συστηματικά σε όλες τις συνεδριάσεις εξαιτίας της απόστασης (Θουκυδίδης, Iστοριών). Από γεωγραφική άποψη, η απόσταση των απώτατων ορίων της Αττικής ήταν σαράντα πέντε χιλιόμετρα και, για τον λόγο αυτόν, οι περισσότεροι ψηφοφόροι έπαιρναν μέρος στις συνεδριάσεις μόνον όταν επρόκειτο να συζητηθούν σοβαρά ή δυσεπίλυτα προβλήματα. Μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 400 π.Χ. προβλέφθηκε μισθός για τους περισσότερους πολίτες που συμμετείχαν στις συνελεύσεις της Εκκλησίας (εκκλησιαστικός μισθός),[1] ώστε να συμπληρωθεί ευκολότερα το όριο των 6.000 συμμετεχόντων που ήταν απαραίτητο για τη λήψη των αποφάσεων.
Εκκλησία του Δήμου | |
---|---|
Είδος | |
Τύπος | Συνέλευση |
Τόπος συνεδριάσεων | |
Πνύκα, Αρχαία Αθήνα |
Κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. έως και 43.000 Αθηναίοι πολίτες συμμετείχαν στη διαδικασία των αποφάσεων της Αθηναϊκής δημοκρατίας, ενώ το 1/5 περίπου των πολιτών, 6.000 Αθηναίοι, χρειαζόταν για την εκλογή των ετήσιων δικαστών καθώς και για την πραγματοποίηση ενός οστρακισμού. Έπειτα από τον Πελοποννησιακό Πόλεμο η Αθηναϊκή δημοκρατία έχασε παροδικά τη δύναμή της. Τη μετέπειτα περίοδο, για να διευκολύνονται όσοι δεν ήταν αρκετά εύποροι ώστε να μπορούν να ξοδέψουν ένα μέρος του χρόνου τους μακριά από το σπίτι και τη δουλειά τους, θεσπίστηκαν μισθοφορικοί για τις συνελεύσεις της Εκκλησίας του Δήμου (1 οβολός περί τα 400 π.Χ. από τον Αγύρριο, και 3 οβολοί το 359 π.Χ.).
Η Εκκλησία του Δήμου αποτελούσε το κυρίαρχο όργανο της αθηναϊκής δημοκρατίας, από την οποία εκπορεύονταν όλες οι εξουσίες. Συζητούσε σημαντικά θέματα που αφορούσαν το πολίτευμα, ψήφιζε τους νόμους, εξέλεγε τους στρατιωτικούς και οικονομικούς άρχοντες (Αριστοτέλης, Αθηναίων πολιτεία και), αποφάσιζε για τον αριθμό των πολιτών, των μετοίκων και των δούλων που θα επιστρατεύονταν, επέβαλλε την ποινή του θανάτου ή της εξορίας καθώς και τη δήμευση της περιουσίας. Ακόμη, καθόριζε την εξωτερική πολιτική της Αθήνας, έπαιρνε τις αποφάσεις για τη σύναψη ειρήνης ή πολέμου και συμμαχίας με άλλες πόλεις και κράτη, δεχόταν τους ξένους πρέσβεις και εξέλεγε τους πρέσβεις της Αθήνας.[2]