Γκοφραίντ μακ Σιθριούκ
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Γκοφραίντ μακ Σιθριούκ (Gofraid mac Sitriuc, ... - 951), βασιλιάς του Δουβλίνου ήταν γιος του Σιθρίκ Κες, αδελφός του Αμλάιμπ Κουαράν και δισέγγονος του Αιμάρ η δυναστεία του οποίου κυβέρνησε μεγάλα τμήματα της Βρετανίας και της Ιρλανδίας τον 10ο αιώνα.[1] Ο Γκοφραίντ έγινε βασιλιάς του Δουβλίνου μετά τον θάνατο του ξαδέλφου του Μπλακέρ μακ Γκοφρίθ που έπεσε σε μάχη εναντίον του Κονγκαλάχ μακ Μαε Μίθιγκ του Υψηλού βασιλιά της Ιρλανδίας (948), ο στρατός του Δουβλίνου υπέστη σοβαρά πλήγματα στην μάχη, χιλιάδες σκοτώθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν.[2]
Γκοφραίντ μακ Σιθριούκ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Θάνατος | 951 Δουβλίνο |
Αιτία θανάτου | λέπρα |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μονάρχης |
Οικογένεια | |
Γονείς | Σιθρίκ Κες |
Αδέλφια | Αμλάιμπ Κουαράν Aralt mac Sitric |
Οικογένεια | Ουί Αιμάρ |
δεδομένα |
Μια αιματηρή ήττα ακολούθησε (950) μετά την συμμαχία του Γκοφραίντ με τον Κονγκαλάχ εναντίον του υψηλού βασιλιά Ρουαντρι ουα Κανναναίν, ο Γκοφραίντ επιτέθηκε στον Ρουαντρι στις 30 Νοεμβρίου 950 σε μια απροδιόριστη θέση ανάμεσα στους ποταμούς Μπόιν και Λίφφει. Ο Ρουαντρι και ένας από τους γιους του σκοτώθηκαν στην μάχη αλλά παρ'όλα αυτά η ήττα κατέληξε σε βαρύτατη συντριβή για τον Γκοφραίντ με τον στρατό του Δουβλίνου, ο ίδιος σώθηκε και κατόρθωσε να δραπετεύσει. Τα Χρονικά του Ούλστερ αναφέρουν ότι οι νεκροί από τον στρατό του Δουβλίνου ήταν 2.000 ενώ άλλες Ιρλανδικές πηγές ανεβάζουν τον αριθμό στις 6.000, πιθανότατα ο Γκοφραίντ να προδόθηκε από τον Κονγκαλάχ επειδή μερικές πηγές τον παρουσιάζουν σαν θύμα.[3] Οι τύχες του Γκοφραίντ είχαν βελτιωθεί το 951 από τις επιδρομές και τις λεηλασίες σε διάφορα μοναστήρια της Ιρλανδικής ενδοχώρας όπως το αβαείο του Κελλς, τα Χρονικά του Ούλστερ αναφέρουν ότι από το Κελλς μονάχα είχε κατάσχει "τρεις χιλιάδες άνδρες αιχμαλώτους, μεγάλο αριθμό από βοοειδή, άλογα, και λάφυρα από χρυσό και ασήμι". Οι αιχμάλωτοι ελευθερώθηκαν με λύτρα ή πουλήθηκαν σαν δούλοι, τα βοοειδή χρησιμοποιήθηκαν σαν τροφή για τον πληθυσμό του Δουβλίνου και τα υπόλοιπα λάφυρα χρησιμοποιήθηκαν για την χρηματοδότηση οχυρώσεων στην άμυνα της πόλης.[4] Τα χρονικά καταγράφουν αμέσως μετά θανατηφόρα επιδημία στον πληθυσμό της πόλης του Δουβλίνου ή οποία περιγράφεται με τις περισσότερες πηγές σαν λέπρα ή δυσεντερία, από την επιδημία βρήκε τον θάνατο και ο ίδιος ο Γκοφραίντ, οι πηγές το περιγράφουν σαν θεία δίκη για την λεηλασία του αβαείου του Κελλς.[5] Ο αδελφός του Γκοφραίντ Αμλάιμπ Κουαράν τον διαδέχθηκε στον θρόνο του Δουβλίνου το 952.