From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Βλαντίμιρ Βλαντίμιροβιτς Ναμπόκοφ (ρωσικά: Владимир Владимирович Набоков , 22 Απριλίου 1899 – 2 Ιουλίου 1977) ήταν Ρώσος συγγραφέας, γνωστότερος για το μυθιστόρημά του Λολίτα, ένα από τα μυθιστορήματα με τις μεγαλύτερες πωλήσεις του 20ου αιώνα.
Το μυθιστόρημα του, Λολίτα, μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο υπό τον ίδιο τίτλο.
Ο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ γεννήθηκε στις 22 Απριλίου του 1899 στο σπίτι της αριστοκρατικής οικογένειας των Ναμπόκοφ στην Πετρούπολη.
Η οικογένεια Ναμπόκοφ, που οι ρίζες της πάνε πίσω μέχρι τον 14ο αιώνα, με πρώτο πρόγονο έναν Τάταρο πρίγκηπα, τον Ναμπόκ Μούρζα, υπήρξαν, ισχυροί γαιοκτήμονες, και μέλη της Αυλής των Τσάρων.
Ο πατέρας του, Βλαντιμίρ Ντμίτριεβιτς Ναμπόκοφ, γαιοκτήμονας, υπήρξε δικηγόρος, φιλελεύθερος πολιτικός την ταραγμένη εποχή που προηγήθηκε της Οκτωβριανής Επανάστασης, εκδότης και δημοσιογράφος.
Η μητέρα του Ελένα Ιβάνοβνα (Ρουκαβισνίκοβα) ήταν και αυτή μέλος παλιάς και πλουσιότατης οικογένειας γαιοκτημόνων, και ιδιοκτητών ορυχείων στα Ουράλια.[20]
Ο Βλαντιμίρ ήταν το πρώτο παιδί του ζευγαριού. Ακολούθησαν ο αδερφός του Σεργκέι (1900–1945), οι αδερφές του Όλγα (1903–1978) και Ελένα (1906–2000) και τέλος, ο μικρότερος αδερφός Κίριλ (1912–1964).
Ο Ναμπόκοφ πέρασε όμορφα παιδικά και νεανικά χρόνια, τα οποία εξιστορεί στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του Μίλησε, Μνήμη. Τα περισσότερα καλοκαίρια τα πέρασε στο αχανές κτήμα της οικογένειας στην Βύρα, 50 μίλια νότια της Πετρούπολης. Το φθινόπωρο συνήθως η οικογένεια ταξίδευε στο εξωτερικό, όπου παραθέριζε σε γνωστά ευρωπαϊκά θέρετρα, όπως το Μπίαριτς, τη Νίκαια, το Νταβός και άλλα. Η οικογένεια μιλούσε με ευχέρεια τα γαλλικά -όπως όλοι οι Ρώσοι αριστοκράτες εκείνη την εποχή-, γλώσσα που ο συγγραφέας έμαθε πριν από τη ρωσική. Εκπαιδεύτηκε από Ρώσους παιδαγωγούς και απασχολούνταν εκτός των μαθημάτων του, με την συλλογή πεταλούδων, ένα χόμπυ που αργότερα θα γινόταν επάγγελμα. Επίσης του άρεσε η ποδηλασία, το τένις, και το σκάκι. Στην εφηβεία εντάχθηκε στο εγκύκλιο πρόγραμμα σπουδών, πηγαίνοντας Γυμνάσιο στην Αγία Πετρούπολη. Κατά τη διάρκεια της εφηβείας επίσης ασχολήθηκε με την ποίηση, γράφοντας στίχους τους οποίους εξέδωσε το 1916 στο βιβλίο με τίτλο Ποιήματα (Stikhi).
Με την επικράτηση των μπολσεβίκων το 1917 η οικογένεια ακολούθησε την μοίρα πολλών Ρώσων αριστοκρατών εκείνης της περιόδου. Στην αρχή (Νοέμβριος 1917) αποσύρθηκε στην Κριμαία, μέχρι το 1919 και μετά την ήττα του Λευκού Στρατού έναντι των Κόκκινων, έχοντας χάσει κάθε ελπίδα επιστροφής στην παλαιά τάξη πραγμάτων, έφυγε για το εξωτερικό.
Με ενδιάμεσο σταθμό την Ελλάδα, οι Ναμπόκοφ έφτασαν στην Αγγλία με το πλοίο που έκανε την διαδρομή Πειραιάς–Νέα Υόρκη. Οι δυο μεγαλύτεροι γιοι είχαν εξασφαλίσει, μέσω των γνωριμιών του πατέρα τους, υποτροφία για το Κέιμπριτζ, ενώ η υπόλοιπη οικογένεια έφυγε ύστερα από λίγους μήνες πανάκριβης διαμονής στο Λονδίνο για το Βερολίνο, όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα ανάμεσα στα μέλη της, ανθούσας τότε, ρωσικής παροικίας της Γερμανίας.[21]
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην αγγλική πρωτεύουσα σπούδασε στο Τρίνιτι Κόλετζ του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ μεσαιωνικές και σύγχρονες γλώσσες (αγγλική και γαλλική φιλολογία).[22]
Το 1920 η οικογένεια Ναμπόκοφ εγκαταστάθηκε στο Βερολίνο, όπου ο πατέρας του εξέδιδε την εφημερίδα των Ρώσων εμιγκρέδων Rul.
Στις 28 Μαρτίου του 1922 ο πατέρας του δολοφονείται στο Βερολίνο, θύμα κατά λάθος του Piotr Shabelsky-Bork, ακραίου μοναρχικού,[23] ο οποίος σκόπευε να δολοφονήσει τον ομιλητή του Συνταγματικού Δημοκρατικού κόμματος της Ρωσίας (Καντέτ) στην εξορία, τον Παβέλ Μιλιούκοφ. Μετά το θάνατο του πατέρα, η υπόλοιπη οικογένεια μετακόμισε στην Πράγα, ενω ο Βλαντιμίρ από το 1923 μέχρι και το 1939 ζούσε μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας, στον πυρήνα των λόγιων Ρώσων εμιγκρέδων των παροικιών αυτών. Τότε βιοποριζόταν γράφοντας κείμενα για σκετς σε ρωσικά καμπαρέ του Βερολίνου, σε συνεργασία με τον επίσης Ρώσο λογοτέχνη Lukash, στίχους για τραγούδια των καμπαρέ και λιμπρέτα για μουσικές συνθέσεις. Επίσης, πληρωνόταν και για τις ανταποκρίσεις του από το Βερολίνο στις αγγλικές εφημερίδες The Times και Westminster Gazette.[24]
Το 1924, έγραψε ένα πεντάπρακτο θεατρικό έργο, το Tragediya gospodina Morna (The Tragedy of Mr. Morn), το οποίο εκδώθηκε ως βιβλίο μετά το θάνατό του, ενώ τότε, το 1924 εξέδωσε στο Βερολίνο και την πρώτο του διήγημα, ενώ το πρώτο του μυθιστόρημα Mashenka (Mary), εκδόθηκε το 1926.
Στις 15 Απριλίου του 1925 παντρεύτηκε στο δημαρχείο του Βερολίνου την εβραϊκής καταγωγής Ρωσίδα, Βέρα Σλόνιμ Véra Evseyevna Slonim(D/R) και το 1937 απέκτησαν το μοναδικό παιδί τους, τον Ντμίτρι Ναμπόκοφ.
Με το δεύτερο του μυθιστόρημα, το King, Queen, Knave, που εξέδωσε το 1928 καθιέρωσε το δικό του προσωπικό λογοτεχνικό στυλ. Με το μυθιστόρημα Η άμυνα του Λούζιν (The Defense), που εκδόθηκε το 1930 καθιερώθηκε σαν ένας πολλά υποσχόμενος νεαρός συγγραφέας, στην απαιτητική ρωσική λογοτεχνική παροικία. Τα επόμενα χρόνια έγραψε 4 μυθιστορήματα και ένα διήγημα, ανάμεσα στα οποία ξεχώρισε το Priglasheniye na kazn (Invitation to a Beheading). Όλα αυτά τα βιβλία, πρωτοεκδόθηκαν στα ρωσικά, με αποτέλεσμα να έχουν μικρή απήχηση στο ευρύτερο κοινό. Κέρδισε λιγοστά χρήματα από την διακίνησή τους, τα οποία ωστόσο διέθεσε για την εντομολογία (και ιδιαίτερα τη συλλογή πεταλούδων), ενώ έβγαζε τα προς το ζην παραδίδοντας μαθήματα τένις και γαλλικής και αγγλικής γλώσσας.
Το 1937 με τον Αδόλφο Χίτλερ στην εξουσία, εγκατέλειψε το Βερολίνο για το Παρίσι ενώ τον Μάιο του 1940 εγκατέλειψε την Ευρώπη για τις Ηνωμένες Πολιτείες, για να αποφύγει τα γερμανικά στρατεύματα που προέλαυναν.
Φτάνοντας στην Αμερική, παράλληλα με τη δημοσίευση διηγημάτων στο περιοδικό The Atlantic Monthly, το 1941 κατέλαβε την θέση διδάκτορα συγκριτικής λογοτεχνίας στο Wellesley College(D/R) στη Βοστόνη. Πήρε την αμερικανική υπηκοότητα το 1945. Ήταν ένας από τους πρωτεργάτες της ίδρυσης τμήματος μελέτης του Ρωσικού πολιτισμού του Wellesley's Russian Department, θέση που διατήρησε μέχρι το 1947. Το 1948 κατέλαβε θέση διδάκτορα ρωσικής και ευρωπαϊκής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ, θέση που διατήρησε μέχρι το 1959.
Ταυτόχρονα από το 1941 έως το 1948 δούλευε εθελοντικά σαν βοηθός στο τμήμα Λεπιδόπτερων στο Harvard University's Museum of Comparative Zoology(D/R) και δημοσίευσε πολλές εκθέσεις ταξινόμησης ειδών (πεταλούδες). Ανακάλυψε ένα νέο είδος πεταλούδας, στο Γκραν Κάνιον το οποίο ονόμασε "Neonympha dorothea".[25]
Στην συνέντευξή που έδωσε στο γαλλικό περιοδικό στο Paris Review το 1967 είπε χαρακτηριστικά: Οι απολαύσεις και οι ανταμοιβές της λογοτεχνικής έμπνευσης δεν συγκρίνονται με την έκσταση που νιώθεις ανακαλύπτοντας ένα καινούριο όργανο στο μικροσκόπιο ή ένα άγνωστο μέχρι τότε είδος στα βουνά του Ιράν ή του Περού. Είναι για μένα πασιφανές ότι αν δεν είχε γίνει η επανάσταση στη Ρωσία θα είχα αφιερωθεί αποκλειστικά στην εντομολογία και δεν θα είχα γράψει ούτε ένα από τα μυθιστορήματά μου.[26]
Στην Αμερική έγραψε, εκτός των άλλων και το έργο που όχι μόνο τον έκανε διάσημο αλλά του έδωσε και την οικονομική ανεξαρτησία, τη Λολίτα.
Οι Ναμπόκοφ, χωρίς την ανάγκη πλέον της καθημερινής εργασίας μετά την επιτυχία της Λολίτα, αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την Αμερική.
Η Ελβετία ήταν η ιδανική επιλογή, αφού το Μοντρέ (μικρή αλλά ταυτόχρονη κοσμοπολίτικη πόλη) απείχε μερικές ώρες οδικώς από το Μιλάνο, όπου σπούδαζε ο γιος τους.
Το ξενοδοχείο The Montraeux Palace Hotel έγινε το σπίτι τους από το 1961 μέχρι και το θάνατο του Ναμπόκοφ. Οι Ναμπόκοφ ποτέ δεν έζησαν σε ιδιόκτητο σπίτι, αφού ο συγγραφέας μετά την απώλεια του πατρικού του, δεν θέλησε να ξανακάνει κανέναν τόπο δικό του.
Απεβίωσε στις 2 Ιουλίου του 1977 σε μια κλινική της Λωζάνης όπου νοσηλευόταν λόγω βρογχίτιδας. Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει το μυθιστόρημα που έργαφε, The Original of Laura, για το οποίο άφησε ρητή εντολή να καταστραφεί μετά τον θάνατό του -εντολή που ο γιος του, Ντμίτρι, δεν υπάκουσε, δημοσιεύοντας το έργο το 1999.
Ο Ναμπόκοφ έχει χαρακτηριστεί ως ένας Από τους ευφυέστερους λογοτέχνες που γνώρισε ο κόσμος. Η αγάπη του για τον πολύχρωμο μικρόκοσμο των λεπιδόπτερων, η συνήθειά του να επινοεί σκακιστικά προβλήματα και η λατρεία του για τη μουσικότητα των λέξεων τον έκαναν να αντιμετωπίζει τη γραφή μυθιστορημάτων ως διανοητική άσκηση, ως τέχνη της εξαπάτησης, ως γοητευτικό παίγνιο.[27]
Έκδοση μετά θάνατον
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.