From Wikipedia, the free encyclopedia
Ως αντισυνταγματικός νόμος, ή απλούστερα αντισυνταγματικός, όπως προσδιορίζει και η ονομασία του, χαρακτηρίζεται ο νόμος εκείνος που αντιβαίνει στις διατάξεις του Συντάγματος.
Ένας νόμος μπορεί να είναι "ουσιαστικά (ή κατ' ουσίαν) αντισυνταγματικός" ή "τυπικά αντισυνταγματικός".
Αντιστοίχως, διαμορφώνονται οι όροι "ουσιαστική αντισυνταγματικότητα" και "τυπική αντισυνταγματικότητα".
Επιπλέον, η τυπική αντισυνταγματικότητα νόμου διακρίνεται σε "εσωτερική τυπική αντισυνταγματικότητα" και σε "εξωτερική τυπική αντισυνταγματικότητα".
Αποτελεί θεμελιώδη αρχή της έννομης τάξης, ότι νόμος αντισυνταγματικός δεν έχει νομική ισχύ και δεν πρέπει να εφαρμόζεται από τα διοικητικά όργανα.
Προτού εκδοθεί και δημοσιευθεί ένας νόμος, το νομοσχέδιο ελέγχεται διαδοχικά τόσο από ειδικές νομικές υπηρεσίες της Βουλής, όσο και από τα καθ' ύλην αρμόδια, συντεταγμένα όργανα του κράτους: το Κοινοβούλιο και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τα οποία υποχρεούνται να μην εγκρίνουν νομοθετικές διατάξεις, που αντίκεινται στο Σύνταγμα, το οποίο ορκίστηκαν να τηρούν. Ο σχετικός έλεγχος καλείται κοινοβουλευτικός έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων.
Έτσι, σύμφωνα με το άρθρο 100 του Κανονισμού της Βουλής, κατά το στάδιο της καταρχήν ψηφίσεως ενός σχεδίου ή μιας πρότασης νόμου, προβλέπεται η υποβολή ένστασης αντισυνταγματικότητας συγκεκριμένων υπό ψήφιση διατάξεων από οποιοδήποτε μέλος του κοινοβουλίου ή της κυβέρνησης. Η αυτή πρόβλεψη ισχύει μέχρι την έναρξη της ψηφοφορίας και για κάθε τροπολογία, που κατατέθηκε. Σε αυτό το στάδιο, ελέγχεται τόσο η ουσιαστική, όσο και εσωτερική τυπική αντισυνταγματικότητα του σχεδίου ή της πρότασης νόμου. Η απόφαση επί της ενστάσεως λαμβάνεται από την ίδια τη βουλή.
Έπειτα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας οφείλει, σύμφωνα με το άρθρο 42 παρ.1 του Συντάγματος, αφού προβεί σε νέο έλεγχο συνταγματικότητας, μέσα σε ένα μήνα από τη ψήφιση ενός σχεδίου ή πρότασης νόμου, είτε να το εκδώσει και να το δημοσιεύσει ως τυπικό νόμο στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είτε να τον αναπέμψει στη Βουλή (ασκώντας το δικαίωμα της αναβλητικής αρνησικυρίας), εκθέτοντας τους λόγους, οι οποίοι (κατά την κρατούσα άποψη) περιορίζονται στην εσωτερική τυπική αντισυνταγματικότητα. Πριν τη συνταγματική αναθεώρηση του 1986, όταν ο Πρόεδρος είχε επιπλέον την αρμοδιότητα να κυρώνει, πέρα από το να εκδίδει και να δημοσιεύει τους νόμους, θεωρούταν ανεκτή και η αναπομπή για λόγους ουσιαστικής αντισυνταγματικότητας. Ωστόσο, αυτή η αρμοδιότητα δεν έχει ασκηθεί από κανέναν αρχηγό του Ελληνικού Κράτους μέχρι και σήμερα. Σε κάθε περίπτωση, αρμόδιο όργανο, για να κρίνει τους λόγους της αναπομπής είναι η Ολομέλεια της Βουλής, η οποία αποφασίζει με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών της και, εφόσον αυτή επιτευχθεί, τότε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υποχρεούται να δημοσιεύσει το νόμο εντός δέκα ημερών από την επιψήφισή του.
Με βάση τη θεμελιώδη διάταξη του άρθρου 93§4 του Συντάγματος, ο έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων (δηλαδή το αν ένας ψηφισμένος και επίσημα δημοσιευμένος νόμος είναι αντισυνταγματικός ή όχι) ενεργούν τα δικαστήρια, κατά την εξέταση των υποθέσεων που αρμοδίως φέρονται ενώπιόν τους για επίλυση. Ο σχετικός έλεγχος καλείται δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων.
Με βάση τα μέχρι σήμερα κρατούντα, τα δικαστήρια ελέγχουν παρεμπιπτόντως την ουσιαστική αντισυνταγματικότητα του νόμου καθώς και την εξωτερική τυπική αντισυνταγματικότητα του νόμου, αλλά όχι την εσωτερική τυπική αντισυνταγματικότητα του νόμου.
Βεβαίως, τα δικαστήρια δεν είναι τα αποκλειστικώς αρμόδια όργανα για να κρίνουν αν ένας νόμος είναι αντισυνταγματικός ή όχι. Άπαντα τα κρατικά όργανα είναι υποχρεωμένα να μην εφαρμόσουν νόμο αντισυνταγματικό και σχετικώς είναι αρμόδια να ελέγξουν αν είναι αντισυνταγματικός ή όχι. Για τη Νομική Επιστήμη, όμως, ιδιαίτερη σημασία έχει η κρίση δικαστηρίων και μάλιστα των ανώτατων δικαστηρίων της χώρας (Αρείου Πάγου, Συμβουλίου της Επικρατείας, Ελεγκτικού Συνεδρίου) περί του αν κάποιος νόμος είναι αντισυνταγματικός, διότι η σχετική κρίση τους καταγράφεται με επιχειρήματα στο κείμενο της αποφάσεώς τους.
Πάντως, μπορεί το δικαστήριο να μην εφαρμόσει ένα νόμο ως αντισυνταγματικό στα πλαίσια εκδικάσεως μιας συγκεκριμένης υποθέσεως, αλλά αυτή η κρίση του δικαστηρίου περί αντισυνταγματικότητάς του δεν έχει ως συνέπεια την κατάργηση του (κριθέντος ως αντισυνταγματικού) νόμου. Ο νόμος εξακολουθεί να ισχύει και μπορεί να εφαρμοστεί από άλλο δικαστήριο, εφόσον αυτό κρίνει, ότι ο νόμος δεν είναι αντισυνταγματικός.
Στην περίπτωση, όμως, που δύο ανώτατα δικαστήρια της χώρας διαφωνήσουν με αποφάσεις τους ως προς το αν ένας τυπικός νόμος είναι αντισυνταγματικός ή όχι, τη διαφωνία επιλύει με απόφασή του το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο της χώρας. Εφόσον ένας νόμος κριθεί αντισυνταγματικός με απόφαση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, ο νόμος αυτός παύει πλέον να έχει οποιαδήποτε ισχύ. Είναι η μοναδική περίπτωση, σύμφωνα με το ισχύον Σύνταγμα, που η δικαστική κρίση περί ουσιαστικής αντισυνταγματικότητας ενός νόμου έχει ως αυτόματη συνέπεια την κατάργηση του τυπικού νόμου[1].
Βεβαίως, το ζήτημα της αντισυνταγματικότητας ενός νόμου στη δημοκρατική κοινωνία αποτελεί αντικείμενο λαϊκού διαλόγου και ελέγχου. Η κρίση της κοινής γνώμης για την αντισυνταγματικότητα ενός νόμου, όπως αυτή διαμορφώνεται μέσω του τύπου, μέσω των προτάσεων και των θέσεων οργανώσεων, πολιτικών κομμάτων, συλλογικών φορέων, αποτελεί επιχείρημα εξοβελισμού του νόμου αυτού από την έννομη τάξη. Σχετικώς, μάλιστα το ισχύον Σύνταγμα στο τελευταίο άρθρο του (άρθρο 120) ορίζει :"§2. Ο σεβασμός στο Σύνταγμα και τους νόμους που συμφωνούν με αυτό και η αφοσίωση στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία αποτελούν θεμελιώδη υποχρέωση όλων των Ελλήνων. (...)§4. Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία".
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.