Ανθρώπινα δικαιώματα στην Κίνα
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η υπόθεση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας ήρθε για πρώτη φορά στο προσκήνιο με τις διαδηλώσεις της πλατείας Τιεν Αν Μεν το 1989. Πολλές πηγές, συμπεριλαμβανομένης της ετήσιας έκθεσης του Αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα, καθώς και έρευνες άλλων οργανισμών, όπως η Διεθνής Αμνηστεία και το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, έχουν τεκμηριώσει τις καταχρήσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε παραβίαση των διεθνώς αναγνωρισμένων κανονισμών.
Η κυβέρνηση της Κίνας υποστηρίζει ότι στην αντίληψη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πρέπει να περιλαμβάνεται το οικονομικό επίπεδο διαβίωσης καθώς και μέτρα για την υγεία και την οικονομική ευημερία,[1] και σημειώνει πως παρατηρείται πρόοδος σε αυτόν τον τομέα.[2]
Τα αμφιλεγόμενα θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα περιλαμβάνουν τη θανατική ποινή, την «πολιτική του ενός παιδιού», και την πολιτική τακτική προς τις εθνικές μειονότητες στο Θιβέτ και στο Σιντζιάνγκ.
Κανένα πρόβλημα στις σχέσεις μεταξύ Κίνας και Δύσης τις τελευταίες δεκαετίες δεν έχει προκαλέσει τόσο πολύ πάθος όσο τα ανθρώπινα δικαιώματα. Στην πραγματικότητα, διακυβέβονται πολλά περισσότερα από τις ηθικές αξίες και το εθνικό αίσθημα. Για πολλούς Δυτικούς, η Κινεζική κυβέρνηση είναι τελείως αναξιόπιστη σε όλα τα θέματα επειδή είναι αντιδημοκρατική. Για το Πεκίνο, η πίεση των Δυτικών σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα φαίνεται σχεδιασμένη για να νομιμοποιήσει τις επιδιώξεις τους, και η απειλή αυτή κρέμεται πάνω από θέματα που μπορούν να θεωρηθούν ως "φυσιολογικές" διαμάχες όπως το εμπόριο και οι πωλήσεις όπλων.[3]