From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Σίνζο Άμπε (ακριβέστερα: Σίνζοου Άμπε, ιαπωνικά: 安倍晋三, Τόκιο, 21 Σεπτεμβρίου 1954 - Νάρα, 8 Ιουλίου 2022) ήταν Ιάπωνας πολιτικός, πρόεδρος του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος και δύο φορές πρωθυπουργός της Ιαπωνίας από τις 26 Δεκεμβρίου 2012 ως τον Σεπτέμβριο του 2020 και νωρίτερα από το 2006 μέχρι το 2007. Δολοφονήθηκε τον Ιούλιο του 2022.
Έχει θεωρηθεί ως ένας μεταρρυθμιστής που έχει συνδεθεί με σοβαρές αποφάσεις, μεγάλα σχέδια και τομές σε πολλούς τομείς (π.χ. οικονομία, γεωπολιτική).[16]
Γεννήθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου του 1954 στην πόλη Ναγκάτο της περιφέρειας Γιαμαγκούτσι, αλλά σύντομα η οικογένειά του μετακόμισε στο Τόκιο. Η οικογένεια του Σίνζο Άμπε είχε σημαντική παρουσία στην πολιτική σκηνή της Ιαπωνίας. Ο παππούς του Καν Άμπε (安倍 寛 Abe Kan) και ο πατέρας του Σίνταροου Άμπε (安倍 晋太郎 - Abe Shintarō) υπήρξαν βουλευτές, ενώ η μητέρα του, Γιόκο Κίσι, ήταν κόρη του Πρωθυπουργού της Ιαπωνία Νομπουσούκε Κίσι (岸 信介 - Kishi Nobusuke), αν και ο Κίσι φυλακίστηκε σαν εγκληματίας πολέμου. Ο Κίσι έχει αποτελέσει επίσης διοικητής της Μαντσουρίας, του ιαπωνικού κράτους-μαριονέτα στην Κίνα, η οποία χαρακτηρίστηκε από ένα από τα μεγαλύτερα συστήματα εκμετάλλευσης σκλάβων μεταξύ των κρατών της εποχής, θεωρούμενος ακόμη και σαν μεσολαβητής μεταξύ της γιακούζας (μαφία) και των βιομηχάνων, που αναζητούσαν τρόπους αποτροπής της συνδικαλιστοποίησης των εργαζομένων.[17] Έχει επίσης συγγένεια με τον Χιρονόμπου Άμπε, διευθύνοντα σύμβουλο της Μιτσουμπίσι, αλλά και το Νόμπουο Κίσι, υπουργό αμύνης της Ιαπωνίας. Ο Οσίμα Γιοσιμάσα, τέλος, ήταν προπάππους του. Θείος του ήταν ο Εϊσάκου Σάτο, πρωθυπουργός της Ιαπωνίας (1964-1972).
Μάλιστα, και μετά το τέλος της πρωθυπουργίας του το 2020, συνέχισε να ασκεί μεγάλη επιρροή στο κόμμα του.[18] Συχνά έκανε ομιλίες και παρεμβάσεις υπέρ του κόμματος του δημοσίως, ενώ όταν ξεκίνησε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, δήλωσε ότι πρέπει να αυξηθούν οι στρατιωτικές δαπάνες της Ιαπωνίας.[19]
Σπούδασε Πολιτική Επιστήμη στο ιδιωτικό Πανεπιστήμιο Σεϊκέι (成蹊大学 - Σεϊκέι νταγκάκου), απ' όπου αποφοίτησε το 1977. Αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αμερική όπου συνέχισε τις σπουδές του στις Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καλιφόρνιας (University of Southern California).
Τον Απρίλιο του 1979 ξεκίνησε να δουλεύει για λογαριασμό της βιομηχανίας παραγωγής χάλυβα Kobe Steel (株式会社神戸製鋼所 - Καμπουσίκι-γκαΐσα Κόουμπε Σεϊκόου-σο). Το 1982 παραιτήθηκε και ακολούθησε μια καριέρα σε κυβερνητικές και κομματικές θέσεις, όπως εκτελεστικός γραμματέας του Υπουργού Εξωτερικών, ιδιαίτερος γραμματέας του προέδρου του Γενικού Συμβουλίου του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος, και ιδιαίτερος του γενικού γραμματέα του Κόμματος. Το 1993, μετά τον θάνατο του πατέρα του 2 χρόνια πριν, εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής, στην περιφέρεια Γιαμαγκούτσι.
Από το 1987, ήταν παντρεμένος με την Άκιε Ματσουζάκι (松崎 昭恵 - Ματσουζάκι Ακιέ).
Στις 20 Σεπτεμβρίου 2006, ο Άμπε εξελέγη Πρόεδρος του κυβερνώντος Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος (LDP). Ως αποτέλεσμα, διαδέχθηκε τον Γιουνισίρο Κοϊζούμι στην πρωθυπουργία στις 26 Σεπτεμβρίου 2006 και έγινε ο νεότερος Πρωθυπουργός της χώρας και ο πρώτος που γεννήθηκε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Κοϊζούμι τον είχε διορίσει σαν γενικό γραμματέα του υπουργικού συμβουλίου. Με 339 ψήφους επί συνόλου 475 στην Κάτω Βουλή και 136 επί συνόλου 240 στην Άνω Βουλή, ο συντηρητικός Άμπε εξελέγη πανηγυρικά πρωθυπουργός της Ιαπωνίας, διαδεχόμενος τον Κοϊζούμι.
Ο νέος Ιάπωνας πρωθυπουργός προχώρησε στη θεσμοθέτηση ενός νέου υπουργείου, με αρμοδιότητα τις διαπραγματεύσεις με τη Βόρειο Κορέα σχετικά με τις απαγωγές Ιαπώνων πολιτών στις δεκαετίες του 1970 και του 1980. Τον Ιανουάριο του 2007 όρκισε τον πρώτο μεταπολεμικό Υπουργό Άμυνας. Θεωρείται ότι σημαντικό ρόλο στην άνοδο της δημοτικότητας του έπαιξε και η σκληρή στάση που τήρησε στην κρίση με τη Βόρεια Κορέα, λόγω των απαγωγών Ιαπώνων πολιτών.[20] Ήταν ο νεότερος σε ηλικία πρωθυπουργός της Ιαπωνίας, μετά τον Φουμιμάρο Κινόε που ανέλαβε σε ηλικία 49 ετών την πρωθυπουργία τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Υπέβαλε ξαφνικά την παραίτησή του στις 12 Σεπτεμβρίου 2007 έπειτα από τη συνεχιζόμενη πολιτική κρίση[21] Διάδοχός του στην πρωθυπουργία εξελέγη στις 23 Σεπτεμβρίου 2007 ο Γιασούο Φουκούντα. Παράλληλα, σκάνδαλα όπως η απώλεια των συνταξιοδοτικών αρχείων της Ιαπωνίας οδήγησαν στην εξαφάνισή του.[22] Η πρώτη του θητεία πάντως, έχει θεωρηθεί αρκετά εθνικιστική.[23]
Μετά τη συντριπτική νίκη του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος στις εκλογές της 16ης Δεκεμβρίου 2012, έγινε εκ νέου πρωθυπουργός στις 26 Δεκεμβρίου. Ο κυβερνών συνασπισμός κατήγαγε νίκη και στις εκλογές για την ανάδειξη των μελών της Γερουσίας, οι οποίες διεξήχθησαν στις 21 Ιουλίου 2013.[24] Έκανε έτσι μια επιστροφή στην πρωθυπουργία, κάτι σπάνιο για την ιαπωνική πολιτική, ενώ κύρια μέρη του προγράμματός του ήταν η επιστροφή στις παραδοσιακές αξίες, η οικονομική ανόρθωση και η αλλαγή της εξωτερικής πολιτικής.[25]
Ο Άμπε κέρδισε και τις πρόωρες γενικές εκλογές του 2014 και εξελέγη ξανά πρωθυπουργός το Δεκέμβριο του 2014. Το κόμμα του διατήρησε την πλειοψηφία των δύο τρίτων στην Κάτω Βουλή, μαζί με τον εταίρο του, το Νέο Κόμμα Κομέιτο.[26]
Στις 24 Δεκεμβρίου 2014 ο Άμπε επανεξελέγη πρωθυπουργός για 3η φορά από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, με 328 ψήφος επί συνόλου 470 ψηφισάντων.[27]
Τον Σεπτέμβριο του 2015 επανεξελέγη στην ηγεσία του κόμματός του χωρίς αντίπαλο. Τον Σεπτέμβριο του 2015 επανεξελέγη στην ηγεσία του κόμματός του χωρίς αντίπαλο. Έπαιξε επίσης καθοριστικό ρόλο στην ανάληψη της φιλοξενίας των Ολυμπιακών Αγώνων στην Ιαπωνία το 2020, διοργάνωση που μεταφέρθηκε το 2021, αν και δεν προήδρευσε των αγώνων αυτών.
Έπειτα από τις πρόωρες γενικές εκλογές του 2017 στις 22 Οκτωβρίου, εν μέσω της κρίσης στη Βόρεια Κορέα[28], ο Σίνζο Άμπε διατήρησε τον αριθμό των εδρών για το κόμμα του στο κοινοβούλιο.[29] Εξελέγη ξανά πρωθυπουργός (για 4η φορά) την 1η Νοεμβρίου 2017.
Στις 20 Σεπτεμβρίου 2018 ο Άμπε επανεξελέγη αρχηγός του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος, προαλείφοντας τη μακροβιότερη πρωθυπουργία στην ιαπωνική ιστορία.[30]
Τον Ιούλιο του 2019 το Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα του Άμπε κέρδισε την πλειοψηφία στις εκλογές για τη Βουλή των Συμβούλων.
Στις 28 Αυγούστου του 2020 ανακοίνωσε πως αποφάσισε να παραιτηθεί από τη θέση του πρωθυπουργού για λόγους υγείας. Ο Άμπε έπασχε από ελκώδη κολίτιδα από τη νεαρή του ηλικία[31], ενώ λίγες ημέρες πριν την ανακοίνωση του είχε επισκεφθεί το νοσοκομείο, δύο φορές σε διάστημα μιας εβδομάδας. Παράλληλα, και στην παραίτηση του το 2007 υπήρξε ένας από τους λόγους. Ήδη, είχε επικριθεί για τη διαχείριση της πανδημίας του κορονοϊού, αλλά και τη στήριξη σε ένα συλληφθέν μέλος του κόμματος του. Ο Άμπε παρέμεινε στη θέση μέχρι την εκλογή του αντικαταστάτη του από το κόμμα. Θεωρείται ότι η θητεία του χαρακτηρίστηκε από ανάμεικτες αποδόσεις, έχοντας ως κέντρο ένα πρόγραμμα για την αποκατάσταση της οικονομίας, η οποία είναι κολλημένη γύρω στα 5 τρισεκατομμύρια δολάρια εδώ και 30 χρόνια, αλλά και του μόνιμου στρατού της. Πάντως, η διαχείριση του κορονοϊού από τον Άμπε βοήθησε στο να παραμείνουν τα ποσοστά θνησιμότητας σε πολύ χαμηλά επίπεδα, και ως τις 8 Ιουλίου 2022 είχαν καταγραφεί μόλις 31.375 θάνατοι από κορονοϊό στην Ιαπωνία.
Το άρθρο 9 πάντως, το οποίο προσπάθησε να μεταρρυθμίσει και να κάνει έτσι τις Δυνάμεις Αυτοάμυνας της Ιαπωνίας κανονικό στρατό, ήταν ένα θέμα που είχε διχάσει το κόμμα του, ενώ η ιαπωνική κοινή γνώμη στήριζε κατά πλειοψηφία να παραμείνει ως έχει. Παράλληλα, ακολούθησε μια αυστηρή στάση σε ορισμένα θέματα μετανάστευσης και οι αποδοχές αιτημάτων ασύλου ήταν ισχνότατες.
Ο Σίνζο Άμπε υπήρξε ρεβιζιονιστής εθνοκεντρικός πολιτικός και πραγματιστής. Ο Άμπε αύξησε τις αμυντικές δαπάνες της Ιαπωνίας, ενώ ήταν εθνικιστής σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Το 2014 η κυβέρνησή του ενέκρινε μια τροποποίηση του μεταπολεμικού Συντάγματος για να επιτρέψει στα στρατεύματα να πολεμήσουν σε επικράτεια εκτός Ιαπωνίας για πρώτη φορά μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Έχοντας υποστηρίξει αυτό που θεωρείται «θεσμική ομαλοποίηση» της Ιαπωνίας, ο Άμπε έχει ασχοληθεί κατά τη διακυβέρνηση του με την ενίσχυση του ιαπωνικού στρατού.[18] Επίσης, έχει αρνηθεί ότι η Ιαπωνία χρησιμοποιούσε σκλάβες του σεξ στην κατεχόμενη Κορέα (γυναίκες άνεσης, όπως λέγονται), θεωρώντας μάλιστα ότι εκδίδονταν με τη θέληση τους. Πολλαπλασίασε τους πόρους για την άμυνα, με αίτιο τις πολεμικές απειλές της Βόρειας Κορέας, ενώ αφαίρεσε τη σεξουαλική αγωγή σαν μάθημα και ενίσχυσε αντιθέτως την πατριωτική εκπαίδευση στα σχολεία.[23] Οι επισκέψεις στο ιερό Γιασουκούνι, μνημείο των ιαπωνικών εγκλημάτων πολέμου στον Β΄ ΠΠ, έχουν επικριθεί όχι μόνο από την Κίνα και την Κορέα, αλλά και την ιαπωνική αριστερά.[22]
Ο Άμπε επίσης προσπάθησε, κατά τη διάρκεια της θητείας του, να βελτιώσει τις σχέσεις με τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία. Λόγω της ιαπωνοκρατίας στην Κορέα (1910-1945) αλλά και λόγω του Μαντσουκούο και της Ιαπωνικής κατοχής στην Κίνα (1937-1945) οι διμερείς σχέσεις παραμένουν τεταμένες. Το 2015 κατήργησε τη δυνατότητα που είχε ο στρατός στο δικαίωμα υπεράσπισης μιας γειτονικής χώρας που δεχόταν επίθεση. Πάντως, δεν κατάφερε να αναθεωρήσει το άρθρο 9, στο σύνταγμα που συνέταξαν οι Αμερικάνοι κατά την επταετή κατοχή της Ιαπωνίας, όπου θεσπίστηκαν οι Ιαπωνικές Δυνάμεις Αυτοάμυνας, αν και ο ιαπωνικός στρατός λαμβάνει 60 δισ. δολάρια χρηματοδότηση από την Ιαπωνική κυβέρνηση ετησίως.[32] Είναι θέμα που διχάζει την ιαπωνική κοινωνία.[22] Πάντως, οι Ιάπωνες εθνικιστές είναι υπέρ του σχεδίου.
Η Ιαπωνία δεν έχει υπογράψει συνθήκη ειρήνης με τη Ρωσία ούτε έχει έρθει σε μια συμφωνία για τις Κουρίλες (Τσισίμα) με τη Ρωσία, με στόχο την επιστροφή τους. Οι Κουρίλες είναι υπό ρωσικό έλεγχο και τις διεκδικεί η Ιαπωνία. Πάντως, κατάφερε να διατηρήσει ανοικτό δίαυλο επαφής με τη Ρωσία. Πάντως, οι εθνικιστικές του πολιτικές έχουν φέρει εντάσεις με την Κίνα και την Κορέα, ενώ η εξομάλυνση των σχέσεων με τη Βόρεια Κορέα τελικά δεν προχώρησε.
Ο Στιβ Μπάνον, πρώην σύμβουλος του Ντόναλντ Τραμπ, τον αποκάλεσε "Τραμπ πριν από τον Τραμπ".[33]
Επίσης, του έχει πιστωθεί η συνέχιση της εμπορικής συμφωνίας 11 χωρών του Ειρηνικού μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ επί Τραμπ, ενώ διατηρούσε στενή επαφή με τον ίδιο τον Τραμπ.[25]
Ακόμη, στην εξωτερική του πολιτική συγκαταλέγεται και η προσπάθεια προσέγγισης των άλλων ασιατικών κρατών, με στόχο να δημιουργηθεί μέτωπο εναντίον της Κίνας. Θεωρούσε επίσης ότι η ιαπωνική πολιτική πρέπει να ξεφύγει από το μεταπολεμικό καθεστώς που έφερε στην Ιαπωνία η αμερικανική κατοχή. Η μεταρρύθμιση της παιδείας για την επαναφορά των παραδοσιακών ηθών ήταν στόχος του Άμπε, ενώ θεωρεί ότι οι μελλοντικές γενιές δεν πρέπει να απολογούνται για τα λάθη του παρελθόντος, όπως π.χ. τα πολεμικά εγκλήματα που διέπραξε η Ιαπωνία.
Κατά την Washington Post, ο Άμπε προσπάθησε να μετασχηματίσει την Ιαπωνία από μια μεγάλη οικονομία υπό αμερικανική προστασία σε μια πιο φιλόδοξη, διεκδικητική δύναμη με περισσότερη εμπλοκή στα διεθνή δρώμενα. Πέρα από την ισχυροποίηση της συμμαχίας με τις ΗΠΑ και την αύξηση των δαπανών για την άμυνα, η κυβέρνηση εντάχθηκε στη λεγόμενη "Τετράδα", η οποία είναι μια συνεργασία των ΗΠΑ με χώρες της Ασίας ενάντια στη Κίνα.[16] Ακόμη, κέντρο της εξωτερικής πολιτικής του ήταν και η προσπάθεια δημιουργίας μιας συμμαχίας δημοκρατιών στη περιοχή, προσπάθεια που στήριξαν αρχικά οι ΗΠΑ και έπειτα και άλλα κράτη.
Απετέλεσε μέλος της ιαπωνικής εθνικιστικής οργάνωσης Νιπόν Καϊγκί, η οποία έχει εκφράσει την υποστήριξη της στην αναβίωση της Ιαπωνικής αυτοκρατορίας και την αλλαγή του συντάγματος, και προώθησε τον ιαπωνικό εθνικισμό.
Για πολλούς θεωρείται οραματιστής και αποτελεσματικός πολιτικός.[34] Γνωστό χαρακτηριστικό της πολιτικής του θητείας είναι τα λεγόμενα "αμπενομικά", οικονομική πολιτική για τη βελτίωση των οικονομικών της Ιαπωνίας με άξονες τη νομισματική χαλάρωση (το γεν είχε υποχωρήσει στα περίπου 80 γεν ανά δολάριο, το 2022 είχε αυξηθεί στα 125 γεν ανά δολάριο) και τις δημοσιονομικές δαπάνες. Αυτές αποτελούν και τρόπο με τον οποίο επιχειρείται η απόσβεση της δημογραφικής πτώσης της Ιαπωνίας, μιας εκ των ταχύτερων παγκοσμίως, πρόβλημα το οποίο θα επιχειρούσε να λύσει με διαρθρωτικές αλλαγές.
Τα αμπενομικά, ως οικονομική πολιτική, επένδυσαν στα αρνητικά βραχυπρόθεσμα επιτόκια που καθιστούσαν φθηνότερο τον δανεισμό και τις δαπάνες για τους καταναλωτές και τις εταιρείες το να δανείζονται χρήματα και να ξοδεύουν. Η χαλάρωση των νομισματικών αυστηροτήτων είχε στόχο την αύξηση του χρήματος στην αγορά.
Παράλληλα η κυβέρνηση Άμπε εφάρμοσε αλλεπάλληλα πακέτα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων με δημόσιο χρήμα. Οι δανεισμοί του κράτους έγιναν κυρίως από εσωτερικούς πιστωτές.[16]
Αύξησε επίσης τις κρατικές δαπάνες για υποδομές. Παράλληλα επί Άμπε δόθηκαν περισσότερα οικονομικά κίνητρα, όπως φοροαπαλλαγές και μεταρρυθμίσεις, που στόχο είχαν την αύξηση του ποσοστού των γυναικών στο εργατικό δυναμικό, αλλά και την αύξηση της μετανάστευσης. Πάντως, η καταπολέμηση της υπερεργασίας, που έχει οδηγήσει ακόμη και σε θανάτους (βλέπε καρόσι), του ανθυγιεινού τρόπου εργασίας και του νεποτισμού και η ενδυνάμωση της παρουσίας των γυναικών στην εργασία δεν ευοδώθηκαν σαν πτυχές της πολιτικής του. Τέλος, η πολιτική οικονομικής αναδιάρθρωσης του πιέστηκε σημαντικά προς το 2020, με την πανδημία του κορονοϊού, όταν και η δημοτικότητά του μειώθηκε, για πολλούς λόγους. Έχει επικριθεί για τη διανομή μασκών στους κατοίκους, χαμηλής ποιότητας μασκών μάλιστα, αλλά και για τις εκστρατείες τόνωσης του εσωτερικού τουρισμού που οδήγησαν σε άνοδο των κρουσμάτων. Επίσης έκλεισε τα σύνορα της Ιαπωνίας για τους ξένους. Κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην Ιαπωνία καλώντας τους πολίτες να μείνουν στα σπίτια τους, κλείνοντας τα εμπορικά καταστήματα.
Η οικονομική πολιτική του Σίνζο Άμπε, επίσης, στόχευε στη μείωση της γραφειοκρατίας στην Ιαπωνική οικονομία. Στόχος ήταν επίσης η αύξηση των μισθών, με στόχο την αναζωογόνηση της στάσιμης ιαπωνικής οικονομίας. Επί Άμπε, η Ιαπωνία διέγραψε οχτώ συνεχή τρίμηνα με οικονομική ανάπτυξη, η καλύτερη επίδοση εδώ και αρκετά χρόνια. Οι εξαγωγές αυξήθηκαν και η ανεργία μειώθηκε στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων χρόνων, ενώ η ανάπτυξη του πραγματικού ΑΕΠ ανά έτος ήταν μόλις 0.9% τον χρόνο, κατά την πολυετή του θητεία. Ο πληθωρισμός και η αύξηση των μισθών πάντως δεν είχαν τις προσδοκώμενες μεταβολές.[35] Πάντως, επίσης, ο αποπληθωρισμός επέμεινε, ενώ η προσθήκη ενός φόρου κατανάλωσης και έπειτα ο σινοαμερικανικός εμπορικός πόλεμος προκάλεσε πλήγμα στην πολιτική του.
Σύμφωνα με τον Αντώνη Καραΐσκο, αναπληρωτή καθηγητή νομικής στο Κιότο στην Ιαπωνία, ένας λόγος που ο Άμπε ήταν δημοφιλής ήταν το ότι μιλούσε για μια όμορφη και ισχυρή Ιαπωνία, σε εσωτερικό και εξωτερικό επίπεδο.[36]
Πάντως, οι πολιτικές του στην οικονομία έχουν χαρακτηριστεί σαν νεοφιλελεύθερες.[37] Έχει περιγραφή σαν μια ιαπωνική εκδοχή του νεοφιλελευθερισμού, η οποία έχει προσφέρει τεράστια κέρδη για τις τράπεζες και τις μεγάλες εταιρείες της Ιαπωνίας, ενώ αυξήθηκαν οι φόροι κατανάλωσης και έχουν μειωθεί τα έξοδα για τα κοινωνικά προγράμματα.[38] Το ποσοστό φτώχειας αυξήθηκε από 14.% το 2004, σύμφωνα με το ΟΟΣΑ, σε 15.7% το 2007. Περίπου είκοσι εκατομμύρια Ιάπωνες ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Η παιδική φτώχεια στην Ιαπωνία είναι σχετικά υψηλή. Παράλληλα η προώθηση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών έχει οδηγήσει την ανάπτυξη ολιγοπωλίων μεγάλης κλίμακας και συγκεντρώσεων ισχύος σε χρηματοοικονομικές και βιομηχανικές δραστηριότητες, αγορές ενέργειας και επικοινωνίες, αλλά και του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος. Έχει ενισχυθεί παράλληλα η συνεργασία με τις ΗΠΑ.
Γύρω στις 11:30 π.μ. (τοπική ώρα Ιαπωνίας) στις 8 Ιουλίου 2022, ο Άμπε κατέρρευσε αφού πυροβολήθηκε δύο φορές στην πλάτη και στον λαιμό ενώ παρουσίαζε μια προεκλογική ομιλία κοντά στο σιδηροδρομικό σταθμό Γιαμάτο-Σαϊντάι-τζι στην πόλη Νάρα. Μεταφέρθηκε σε τοπικό νοσοκομείο, το οποίο συνδέεται με το Ιατρικό Πανεπιστήμιο της Nάρα, μέσω ελικοπτέρου.[39] Έξι ώρες αργότερα[40], το Ιατρικό Πανεπιστήμιο της Νάρα ανακοίνωσε ότι ο Άμπε υπέκυψε στα τραύματά του γύρω στις 5:03 μ.μ.[41][42] Πάντως, δεν εμφάνιζε σημεία ζωής κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του.[43] Ήλπιζε, ότι η νίκη του κόμματος του στις εκλογές της 10ης Ιουλίου θα ολοκλήρωναν τη φιλοδοξία του να δημιουργηθεί ένας μόνιμος στρατός για την Ιαπωνία.[20] Τα κόμματα της αντιπολίτευσης ανέστειλαν την εκστρατεία τους μετά τη δολοφονία του.
Πάντως, η δολοφονία του Άμπε προκάλεσε μεγάλη έκπληξη στην Ιαπωνία και σε όλο το κόσμο, καθώς οι επιθέσεις με όπλα είναι σπανιότατες, διότι η νομοθεσία για την οπλοφορία είναι πάρα πολύ αυστηρή. Ακόμη και το οργανωμένο έγκλημα χρησιμοποιεί κυρίως αυτοκίνητα, παράνομα όπλα ή μαχαίρια για τις δολοφονικές επιθέσεις.[36] Η δολοφονία του καταδικάστηκε από όλο τον κόσμο και πολλές χώρες έστειλαν συλλυπητήρια μηνύματα.[44]
Η δολοφονία του Άμπε πάντως έχει προκαλέσει ανησυχία στο Πεκίνο, καθώς είναι υπαρκτές οι ανησυχίες για την άνοδο της προσπάθειας επαναστρατιωτικοποίησης της Ιαπωνίας σαν αποτέλεσμα των πολιτικών σχεδιασμών που μπορεί να φέρουν τα επακόλουθα της δολοφονίας του Άμπε.
Όπως έχει δηλωθεί, ο Άμπε έχει θεωρηθεί οραματιστής, ρεβιζιονιστής και πραγματιστής πολιτικός σε θέματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής. Ο Σίνζο Άμπε υποστηρίχθηκε από τους συντηρητικούς και εθνικιστές Ιάπωνες, όπου απέκτησε μεγάλη δημοτικότητα, ενώ απέκτησε εχθρούς στο φιλελεύθερο κομμάτι της ιαπωνικής πολιτικής. Η διχαστικότερη πολιτική του, μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι η προσπάθεια αναθεώρησης του Άρθρου 9 του συντάγματος.[23] Κατά τον Ντέιβ Λέχενι, πολιτικό επιστήμονα στο πανεπιστήμιο Ουασέντα της Ιαπωνίας, «πρόκειται για την πιο ισχυρή πολιτική προσωπικότητα στην Ιαπωνία τις τελευταίες δύο δεκαετίες». Θεωρούσε ότι η Ιαπωνία έπρεπε να αποτελέσει σεβαστή χώρα στη διεθνή χώρα με το τρόπο που της αξίζει.
Έμεινε γνωστός επίσης για τα αμπενομικά. Όντας μέλος μιας πολιτικής δυναστείας, ο Άμπε προσπάθησε να διατηρήσει την Ιαπωνία σαν μια ισχυρή πολιτική δύναμη.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.