From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Βέρνερ Γιαίγκερ (Werner Jaeger), (1888-1961), ήταν κλασσικός φιλόλογος, φιλόσοφος της ιστορίας και της παιδείας, αρχηγός της κίνησης του τρίτου ανθρωπισμού.[7]
Βέρνερ Γαίγκερ | |
---|---|
![]() | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Werner Jaeger (Γερμανικά) |
Γέννηση | 30 Ιουλίου 1888[1][2][3] Lobberich[4][5] |
Θάνατος | 19 Οκτωβρίου 1961[1][2][3] Κέιμπριτζ[6][5] |
Υπηκοότητα | Γερμανία και Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ, Πανεπιστήμιο Φρίντριχ Βίλχελμ και Πανεπιστήμιο Χούμπολτ |
Βραβεύσεις | Τάγμα της Αξίας για τις Τέχνες και Επιστήμες (1955), Preis der Charlotten-Stiftung für Philologie (1914), honorary doctor of the University of Manchester (1926), επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ (1931), επίτιμος διδάκτωρ του πανεπιστημίου Χάρβαρντ (1936), Ταξιάρχης του Σωτήρος (1929) και επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Τυβίγγης |
Επιστημονική σταδιοδρομία | |
Ερευνητικός τομέας | κλασική φιλολογία, Αρχαία ελληνική λογοτεχνία και φιλοσοφία |
Ιδιότητα | κλασικός φιλόλογος, διδάσκων πανεπιστημίου, ελληνιστής και φιλόσοφος |
Φοιτητές του | Wolfgang Schadewaldt |
δεδομένα ( ) |
Ο Βέρνερ Γιαίγκερ γεννήθηκε τον Ιούλιο του 1888[8] στο Λόμπεριχ της Ρηνανίας. Ο πατέρας του ήταν διευθυντής σε ένα εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας. Μετά την ολοκλήρωση των εγκύκλιων σπουδών στην γεννέτηρά του, σπούδασε κλασσική φιλολογία στο πανεπιστήμιο του Μαρβούργου κι έπειτα του Βερολίνου. Υπήρξε μαθητής δύο σημαντικών εκπροσώπων της κλασσικής αρχαιογνωσίας της εποχής εκείνης, του Ούλριχ Βιλάμοβιτζ-Μέλεντορφ και του Χέρμαν Ντιλς.[7] Το 1911 ανακηρύχθηκε διδάκτωρ του πανεπιστημίου του Βερολίνου. Θέμα της διατριβής (΄΄Δείγμα αριστοτελικών διορθώσεων΄΄), του ήταν δυσερμήνευτα χωρία έργων του Αριστοτέλη. Το 1912 θα ασχοληθεί με το αν το αριστοτελικό ΄΄Μετά τα φυσικά΄΄ είναι ενιαία συγγραφή από τον ίδιο τον Αριστοτέλη ή συνενώθηκαν μεταγενέστερα. Σ΄αυτό το ερώτημα απαντούσε πως επρόκειτο για ξεχωριστές πραγματείες που συγγράφηκαν από τον Αριστοτέλη για να είναι η βάση των παραδόσεών του. Αυτές αντιγράφονταν από τους μαθητές του με σκοπό να διαδωθούν ανάμεσα τους κι όχι σε ευρύτερο κοινό. Δύο χρόνια μετά έγινε υφηγητής στο ίδιο πανεπιστήμιο. Το 1913 επίσης θα πραγματοποίσει την πρώτη του εκδοτική εργασία με το έργο του Σταγειρίτη φιλόσοφου, ΄΄Περί ζώων κινήσεως, περί πορείας ζώων και περί πνεύματος΄΄ από τις εκδόσεις Τeubner. Το 1914 δίδαξε ως έκτακτος καθηγητής κλασσική φιλολογία στο πανεπιτήμιο της Βασιλείας. Θα ξεκινήσει τις παραδόσεις του ερμηνεύοντας τους λόγους του Δημοσθένη. Το επόμενο έτος δίδαξε στο πανεπιστήμιο του Κιέλου και το 1921 διαδέχθηκε στην έδρα του πανεπιστημίου του Βερολίνου τον αποχωρήσαντα δάσκαλό του Ούλριχ Βιλάμοβιτζ-Μέλεντορφ. Το 1925 εξέδωσε το περιοδικό ΄΄Antike΄΄(Αρχαιότητα), με σκοπό την υψηλή εκλαΐκευση φιλολογικών θεμάτων σε ένα πιο ευρή φιλομαθές αναγνωστικό κοινό. Το 1936 θα εγκαταλείψει τη Γερμανία διαμαρτυρόμενος για την επικράτηση του εθνικοσοσιαλισμού στην πατρίδα του[9] αλλά και λόγω της εβραϊκής καταγωγής της δεύτερης συζύγου του, της φοιτήτριας Ruth Heinitz, την οποία είχε νυμφευθεί το 1931, και θα πάει στις Η.Π.Α.[10] Θα εγκατασταθεί στο Σικάγο και από το 1939 θα οργανώσει το ΄΄Institute for Classical Studies΄΄, με σκοπό τη διεξαγωγή ερευνών πάνω στη Χριστιανική πατερική φιλολογία.
Η ενασχόλησή του με την πατερική φιλολογία έχει ξεκινήσει ήδη από το 1914 με το έργο του Νεμέσιου Εμμέσης ΄΄Περί φύσεως ανθρώπου΄΄ και το ΄΄Περί κατασκευής ανθρώπου΄΄ του Γρηγορίου Νύσσης. Το 1921 θα ακολουθήσει η κριτική έκδοση του ΄΄Κατά Ευνομίου αντιρρητικών λόγων΄΄. Δεν παύει να ασχολείται και στην Αμερική όπου βρίσκεται με τους αρχαίους και ιδιαίτερα με τον Δημοσθένη: Το 1939 θα εκδόσει μία μελέτη του για τον Αθηναίο ρήτορα και πολιτικό εφαρμόζοντας την ιστορικοεξελικτική μέθοδο και περιγράφει την ιστορική σταδιοδρομία του και τα κριτήρια της πολιτικής σκέψεώς και δράσης του.
Δεν τον αφήνουν αδιάφορο και οι περί Θεού αντιλήψεις των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων [11]
Ως αντίδραση στον θετικισμό και τον ιστορισμό που κυριαρχούσε στην εποχή του στο χώρο των κλασικών σπουδών, ο Γιαίγκερ αντιπαραθέτει μια μπολιασμένη με τον ανθρωπισμό των ποιητών και φιλοσόφων φιλολογία. Ταυτόχρονα τηρεί αποστάσεις από την νιτσεϊκή επιστήμη την στερημένη κριτικής. Η απλή αρχαιογνωσία πρέπει να αντικατασταθεί από σύλληψη του κλασικού ως καλλιτεχνικού αλλά και ηθικού προτύπου. Διακρίνοντας τον φιλόλογο από τον ιστορικό, ο πρώτος εξηγεί τις συνθήκες όπου παρήχθησαν τα έργα της κλασικής γραμματείας, ενώ ο δεύτερος κατανοεί τις ιστορικές συνάφειες αυτών.[7]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.