De lege lata
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο όρος De lege lata, ή lex lata, είναι λατινικοί συνώνυμοι όροι που χρησιμοποιούνται κυρίως στη νομική, όπου και χαρακτηρίζουν ένα νόμο όπως έχει, ή όπως υφίσταται, χωρίς καμία μεταβολή, κατ΄ επέκταση, σημαίνει η «ισχύουσα νομοθεσία».
- Αντίθετος όρος είναι de lege ferenda ή lex ferenda, αντίστοιχα.
![]() |
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται επίσης και σε ακαδημαϊκή φιλολογία, την κριτική κειμένων, στην έρευνα του ορθού λόγου, ορθή χρήση των λέξεων, τη δημιουργία σύνθετων κ.λπ.
Δείτε επίσης
Wikiwand - on
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.