Γάλλος στρατηγός και πολίτικος From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Ζαν Αντρέ Τιμπύρς Σεμπαστιανί (γαλλικά: Jean André Tiburce, vicomte Sébastiani de la Porta) ήταν Γάλλος Στρατηγός και πολιτικός. Γεννήθηκε στις 21 Μαρτίου 1786 στην Λα Πόρτα (Άνω Κορσική) και πέθανε στις 16 Σεπτεμβρίου 1871 στην Μπαστιά (Άνω Κορσική). Αντιπρόεδρος της Κορσικής από το 1828 έως το 1837, και Ομότιμος της Γαλλίας, ήταν ο αδελφός του Στρατάρχη και πολιτικός Οράς Σεμπαστιανί.[1][2][3]
Υποκόμης Ζαν Αντρέ Τιμπύρς Σεμπαστιανί | |
---|---|
Γέννηση | 21 Μαρτίου 1786 La Porta |
Θάνατος | 16 Σεπτεμβρίου 1871 Μπαστιά |
Χώρα | Γαλλία |
Βαθμός | Στρατηγός |
Μάχες/πόλεμοι | Ναπολεόντειοι Πόλεμοι Εκστρατεία του Μοριά (1828) |
Τιμές | Μεγαλόσταυρος της Λεγεώνας της Τιμής, Ταξιάρχης του Βασιλικού και Στρατιωτικού Τάγματος του Αγίου Λουδοβίκου, Ανώτερος Ταξιάρχης του Σωτήρος και Ανώτερος Ταξιάρχης του Τάγματος του Λεοπόλδου |
Ιδιότητα | Βουλευτής του Κορσικής (1828-1835) Ομότιμος της Γαλλίας (1837-1848) |
δεδομένα ( ) |
Ο Τιμπύρς Σεμπαστιανί γεννήθηκε στην Λα Πόρτα (Άνω Κορσική) στις 21 Μαρτίου 1786. Ήταν ο γιος του Ιωσήφ-Μαρί Σεμπαστιανί, ενός πλούσιου ράφους και τεχνίτη, και της σινιόρα Μαρίας Πιέτρα Φρανσέσκα Αλτερίτσε Φρανσέσκι. Ο μεγαλύτερος αδελφός του ήταν ο μελλοντικός Στρατάρχης και πολιτικός Οράς Σεμπαστιανί. Ο Τιμπύρς θα παντρευτεί αργότερα Μαρία Λετίσια Παραβιτσίνι στις 19 Νοεμβρίου 1817. Το 1789, κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, η οικογένεια Σεμπαστιανί αναγκάστηκε να μετακομίσει στη Γαλλία, προκειμένου να φύγει από τις επαναστατικές αναταραχές στην Κορσική. Ο Τιμπύρς ήταν τότε μαθητής του Πρυτανείου του Παρισιού, και στη συνέχεια της Στρατιωτικής Σχολής του Φονταινεμπλώ (Saint-Cyr), από όπου έφυγε τον Οκτώβριο του 1806 με τον βαθμό του Ανθυπολοχαγός στο 1ο σύνταγμα ιππικού των Δραγώνων.[2]
Συμμετείχε πρώτα στην εκστρατεία στην Πορτογαλία με επικεφαλής τον Στρατηγό Ζυνό, όπου συμμετείχε στη μάχη του Βιμέιρο, και μετά στην Ισπανία, υπό τις εντολές του αδελφού του, του Στρατηγού Οράς Σεμπαστιανί (1809 - 1811), όπου διακρίθηκε στις μάχες του Ciudad Real, της Santa-Cruz, της Ταλαβέρα, του Almonacid, στο πέρασμα της Sierra Morena (όπου διορίστηκε Ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής στις 23 Ιουνίου 1810)[4] και στη σύλληψη της Μάλαγα. Έλαβε τη διοίκηση των κινητών στηλών, με τις οποίες πολέμησε εναλλάξ τους Ισπανούς και τους Άγγλους, κυρίως στο Μοτρίλ, το οποίο κατέλαβε, και κάτω από τα τείχη του Γιβραλτάρ.[2]
Απεστάλη, το 1812, στη "Μεγάλη Στρατιά" (Grande Armée) του Ναπολέοντα, διορίστηκε Υπασπιστής του κόμη της Ναρμπόν. Συμμετείχε στην εκστρατεία της Ρωσίας, έδειχνε γενναιότητα στη μάχη του Μποροντίνο και, ως αρχηγός μοίρας του 11ου Συντάγματος Έφιππων Κυνηγών, ήταν μέρος της εμπροσθοφυλακής που εισήλθε πρώτη στη Μόσχα. Έγινε Συνταγματάρχης το 1813 στη μάχη της Δρέσδης και πολέμησε στη Λειψία και στο Χανάου. Έδειξε πραγματικό θάρρος κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του 1814 και κατά τη μάχη της Ligny. Πολύ αδύναμος μετά τη μάχη, δεν μπορούσε να συμμετάσχει στη μάχη του Βατερλού. Μετά από έναν τελευταίο αγώνα που διεξήχθη στο Patte-d'Oie για να προστατεύσει την υποχώρηση του γαλλικού στρατού, αποχώρησε με τα ερείπια του στρατού πίσω από το Λίγηρα.[2]
Με την επιστροφή των Βουρβόνων, πήγε στην πατρίδα του, και τρία χρόνια αργότερα, το 1818, του δόθηκε η διοίκηση της Κορσικής λεγεώνας. Διορισμένος Αντιστράτηγος (Maréchal de camp) το 1823, τοποθετήθηκε σε "αδράνειας" εξαιτίας των πολιτικών του ιδεών και κυρίως λόγω της πολιτικής στάσης του αδελφού του.[2]
Στις 28 Απριλίου 1828, το Μεγάλο Κολλέγιο της Κορσικής, με 20 ψήφους από 35 ψηφοφόρους, τον έστειλε να καθίσει στην Βουλή των Αντιπροσώπων.[3] Ψήφισε συνεχεία με το συνταγματικό κόμμα της αντιπολίτευσης.
Με διάταξη της 24ης Ιουλίου 1828, είχε σταλεί στη συνέχεια στην Ελλάδα, ως Αντιστράτηγος να συμμετάσχει στην Εκστρατεία του Μοριά (1828), υπό την αρχηγία του Στρατάρχη Μαιζώνος, κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Επικεφαλής της Α΄ Ταξιαρχίας του εκστρατευτικού σώματος, απελευθέρωσε από τις τουρκικές-αιγυπτιακές κατοχικές δυνάμεις του Ιμπραήμ Πασά η πόλη της Κορώνης (7 Οκτωβρίου 1828).[5] Τελικά έφυγε από το ελληνικό έδαφος μετά από τέσσερις μήνες αποστολής στην Πελοπόννησο, το 1829, μετά την πλήρη απελευθέρωση της Ελλάδας από τον αιγυπτιακό κατακτητή. Μέτα την επιστροφή του από αυτή την εκστρατεία, προήχθη από τον βασιλιά Κάρολος Ι΄, Ταξιάρχης του Τάγματος του Αγίου Λουίς, και στην συνεχεία Ανώτερος Ταξιάρχης του Τάγματος του Σωτήρα από το νέο ανεξάρτητο Ελληνικό Κράτος.
Μετά την Ιουλιανή Επανάσταση τον Ιούλιο του 1830, ο Σεβαστιανός επανεξελέγη (17 Νοεμβρίου 1830) με 22 ψήφους (37 ψηφοφόροι)[3] και έλαβε από την Ιουλιανή Μοναρχία τον βαθμό του Στρατηγού στις 27 Φεβρουαρίου 1831.
Το 1832, έλαβε την διοίκηση του πρώτου τμήματος του στρατού του Βορρά και αγωνίστηκε στο Βέλγιο, όπου παρακολούθησε την πολιορκία της Αμβέρσας .
Επανεκλεγμένος βουλευτής στις 5 Ιουλίου 1831, στο πρώτο κολλέγιο της Κορσικής (Αιάκειο), συνέχισε να υποστηρίζει με τις ψήφους του την κυβέρνηση του βασιλιά των Γάλλων Λουδοβίκος Φίλιππος.[3]
Ο Βασιλιάς Λουδοβίκος Φίλιππος τον ορίστηκε Ομότιμος της Γαλλίας (Pair de France) στις 3 Οκτωβρίου 1837 και κάθισε επίσης στη Βουλή των Ομότιμων μεταξύ 1837 και 1848. Έγινε διοικητής του στρατιωτικού τμήματος της Μασσαλίας και, το 1842, εκείνο του Παρισιού, το οποίο κράτησε μέχρι την παραμονή της Γαλλικής Επανάστασης του Φεβρουάριου 1848.
Ο Τιμπύρς Σεμπαστιανί αποσύρθηκε στην Κορσική μετά την Επανάσταση και έμεινε μακριά από την πολιτική. Ορίστηκε Μεγαλόσταυρος του Εθνικού Τάγματος της Λεγεώνας της Τιμής στις 5 Ιανουαρίου 1845.[4] Πέθανε στην Μπαστιά (Άνω Κορσική) στις 16 Σεπτεμβρίου 1871.
Λεπτομέρειες έκδοσης Βικηθήκη ;
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.