Ταγκανρόγκ
From Wikipedia, the free encyclopedia
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Ταγκανρόγκ (ρωσικά: Таганрог ), παλαιότερα γνωστό στην ελληνόγλωσση βιβλιογραφία ως Ταϊγάνιο, είναι πόλη της νότιας Ρωσίας, επίνειο του Ροστόφ στη βόρεια ακτή του κόλπου Ταγκανρόγκ (στην Αζοφική θάλασσα), αρκετά χιλιόμετρα δυτικά από τις εκβολές του ποταμού Ντον[2] με πληθυσμό 257.681 σύμφωνα με την απογραφή του 2010.
Ταγκανρόγκ | |||
---|---|---|---|
| |||
Χώρα | Ρωσία | ||
Διοικητική υπαγωγή | Όμπλαστ του Ροστόφ | ||
Ίδρυση | 1698 | ||
Διοίκηση | |||
• Δήμαρχος | d:Q28498870 (από 2016) | ||
Έκταση | 95 km² | ||
Υψόμετρο | 30 μέτρα | ||
Πληθυσμός | 245.120 (2021)[1] | ||
Ταχ. κωδ. | 347900–347960 | ||
Τηλ. κωδ. | 8634 | ||
Ζώνη ώρας | UTC+03:00 | ||
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | ||
Σχετικά πολυμέσα | |||
Υποστηρίζεται ότι ο εμπορικός σταθμός (εμπόριον) που αναφέρεται από τον ιστορικό Ηρόδοτο[3] ως Κρημνοί, αλλά και από τον Ξενοφώντα και τον Στράβωνα ως ελληνική αποικία του 7ου-5ου αιώνα π.Χ. των Μιλησίων, πρέπει να ταυτιστεί με το μεταγενέστερο Ταϊγάνιον.
Η πόλη είναι γνωστή και ως γενέτειρα του μεγάλου Ρώσου συγγραφέα Άντον Τσέχοφ, αλλά και ως ο τελικός προορισμός του Έλληνα ευεργέτη Ιωάννη Βαρβάκη, που στην ακμή της επιχειρηματικής του δραστηριότητας μεταγκαταστάθηκε το 1812 από το Αστραχάν, μεταφέροντας εκεί όλη την κινητή του περιουσία και εγκαθιστώντας εκεί την οικογένεια του το 1815.
Η πρώτη ρωσική ναυτική βάση ιδρύθηκε επίσημα από τον Πέτρο τον Μέγα στις 12 Σεπτεμβρίου 1698, και το Ταγκανρόγκ φιλοξένησε τον Αζοφικό Στολίσκο της Αικατερίνης της Μεγάλης (1770-1783) που στη συνέχεια έγινε ο ρωσικός στόλος της Μαύρης Θάλασσας.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.