πολεμικό ναυτικό From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Πολεμικό Ναυτικών των Συνομόσπονδων Πολιτειών (αγγλικά: Navy of the Confederate States, CSN) ήταν ο ναυτικός κλάδος των Ενόπλων Δυνάμεων των Συνομόσπονδων Πολιτειών. Ιδρύθηκε μετά από νόμο του Κογκρέσου των Συνομόσπονδων Πολιτειών στις 21 Φεβρουαρίου 1861. Ήταν υπεύθυνο για τις ναυτικές επιχειρήσεις των Συνομόσπονδων κατά τον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο (1861-1865), πολεμώντας κατά του Ναυτικού της Ένωσης / Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ.
Πολεμικό Ναυτικών των Συνομόσπονδων Πολιτειών | |
---|---|
Ο θυρεός του Υπουργείου Ναυτικού των Συνομόσπονδων Πολιτειών | |
Ενεργό | 21 Φεβρουαρίου 1861–6 Νοεμβρίου 1865 |
Χώρα | Συνομόσπονδες Πολιτείες της Αμερικής |
Τύπος | πολεμικό ναυτικό |
Υπαγωγή | Υπουργείο Ναυτικού των Συνομόσπονδων Πολιτειών |
Αρχηγείο | Ρίτσμοντ (Βιρτζίνια) |
Συμπλοκές | Αμερικανικός Εμφύλιος Πόλεμος |
Διοίκηση | |
Αξιοσημείωτοι διοικητές |
|
Διακριτικά | |
Επίσημο της Συνομοσπονδίας την περίοδο 1863–1865 | |
Η ναυτική σημαία την περίοδο 1863–1865 |
Τα τρία κύρια καθήκοντα για το Πολεμικό Ναυτικό των Συνομόσπονδων Πολιτειών καθ' όλη την διάρκεια της ύπαρξής του ήταν η προστασία των Συνομοσπονδιακών λιμένων και ακτών από εξωτερικές επιθέσεις, οι επιθέσεις κατά εμπορικών πλοίων των Βορείων σε όλο τον κόσμο αυξάνοντας το πολεμικό κόστος για τις ΗΠΑ και ο αποκλεισμός των ΗΠΑ απομακρύνοντας τα πλοία των Αμερικανών από τις ακτές με δικά τους πλοία.
Το ναυτικό της Συνομοσπονδίας δεν θα μπορούσε ποτέ να επιτύχει αριθμητική ισότητα με το Ναυτικό των Ηνωμένων Πολιτειών (τότε Ναυτικό της Ένωσης), που είχε σχεδόν 70 χρόνια παράδοσης και εμπειρίας, και έτσι χρησιμοποίησε τεχνολογικές καινοτομίες, όπως θωρακοβάριδες, υποβρύχια, τορπιλοβόλα και νάρκες θαλάσσης, ώστε να αποκτήσει πλεονέκτημα. Τον Φεβρουάριο του 1861, το Ναυτικό των Συνομόσπονδων Πολιτειών είχε 30 σκάφη, εκ των οποίων μόνο 14 ήταν αξιόπλοα. Το αντίπαλο Ναυτικό της Ένωσης διέθετε 90 σκάφη. Τελικά το Ναυτικό των Συνομόσπονδων Πολιτειών απέκτησε 101 πλοία ώστε να αντιμετωπίσει τις ναυμαχίες και τις απειλές στις ακτές και τους ποταμούς της Νότιας Συνομοσπονδίας.[1]
Στις 20 Απριλίου 1861, οι ΗΠΑ αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το Ναυπηγείο Γκόσπορτ στο Πόρτσμουθ της Βιρτζίνια. Πάνω στη βιασύνη τους δεν κατάφεραν να κάψουν αποτελεσματικά την εγκατάσταση με τις μεγάλες αποθήκες όπλων και άλλων προμηθειών και μερικά μικρά σκάφη. Ως εκ τούτου, η Συνομοσπονδία κατέλαβε πολλά αναγκαία πολεμικά υλικά, συμπεριλαμβανομένων βαρέων κανονιών, πυρίτιδας, σφαιρών και κελυφών. Εξίσου σημαντικές για τη Συνομοσπονδία ήταν οι δεξαμενές των ναυπηγείων, οι οποίες δεν υπέστησαν ζημιές από τις αποχωρούσες δυνάμεις της Ένωσης. Το μόνο σημαντικό ναυπηγείο της Συνομοσπονδίας την εποχή εκείνη ήταν στην Πενσακόλα της Φλόριντα, οπότε το Ναυπηγείο Γκόσπορτ ήταν αναγκαίο για την κατασκευή νέων πολεμικών πλοίων. Το σημαντικότερο πλοίο που κατασκευάστηκε στο Ναυπηγείο ήταν η ατμοφρεγάτα USS Merrimack.[2]
Το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ είχε κατακάψει την υπερκατασκευή και το άνω κατάστρωμα του Merrimack, και στη συνέχεια τράπηκε σε φυγή μιας και θα αποτελούσε χρήσιμο πλοίο για τον εχθρό τους. Μικρό μέρος της δομής του πλοίου παρέμεινε άθικτο εκτός από το κύτος του, το οποίο είχε υποστεί φθορές από βολές του στόλου καθώς αυτός αποχωρούσε. Ο Υπουργός Ναυτικού των Συνομόσπονδων Στίβεν Μάλορι είχε την ιδέα να ανακατασκευάσει το Merrimack. Όταν το κύτος αποκαταστάθηκε, δεν είχε βυθιστεί τόσο ώστε να είναι άχρηστο. Οι ατμομηχανές και τα βασικά μηχανήματα μπορούσαν να διασωθούν. Τα καταστρώματα ανακατασκευάστηκαν με την χρήση χοντρού ξύλου δρυός και πεύκου, ενώ το άνω κατάστρωμα επικαλύφθηκε με δύο στρώματα βαρέων πλακών από σίδηρο. Η πρόσφατα ανακατασκευασμένη υπερκατασκευή είχε ασυνήθιστη μορφή: πάνω από την ίσαλο γραμμή οι πλευρές έκλιναν προς τα μέσα και καλυπτόταν από δύο στρώματα βαρέως τύπου μεταλλικής πανοπλίας.[3]
Το σκάφος ήταν ένα νέο είδος πολεμικού πλοίου, μία ατμοκίνητη «θωρακοβαρίδα». Σύμφωνα με τη μακροχρόνια παράδοση επανάχρησης κατειλημμένων σκαφών, το νέο πλοίο έλαβε το όνομα CSS Virginia. Στη συνέχεια ναυμάχησε με τη νέα θωρακοβαρίδα της Ένωσης USS Monitor. Κατά την δεύτερη μέρα της Ναυμαχίας του Χάμπτον Ρόουντς, τα δύο σκάφη κοντραρίστηκαν και προξένησαν αρκετές φθορές το ένα στο άλλο. Κατά την πρώτη μέρα της ναυμαχίας το Virginia, και η Μοίρα του Ποταμού Τζέιμς, επιτέθηκαν και σχεδόν έσπασαν τον θαλάσσιο αποκλεισμό των ΗΠΑ, που αποτελούνταν από ξύλινα πλοία, αποδεικνύοντας έτσι την αποτελεσματικότητα των θωρακισμένων πλοίων. Τα δύο πλοία κινήθηκαν το ένα κατά του άλλου, προσπάθησαν να υπερφαλαγγίσουν ή να εμβολίσουν το ένα το άλλο, το περικύκλωσαν, υποχώρησαν και επέστρεψαν αρκετές φορές, αλλά κανένα δεν μπόρεσε να βυθίσει το άλλο ή να το υποχρεώσει σε υποχώρηση. Μετά από τέσσερις ώρες και τα δύο πλοία έπαιρναν νερό λόγω ατελειών στις κατασκευές τους ή εχθρικών πυρών. Οι μηχανές και των δύο είχαν υπερθερμανθεί και τα πληρώματά τους ήταν σχεδόν εξαντλημένα. Τα δύο πλοία, απομακρύνθηκαν και δεν συναντήθηκαν ποτέ ξανά. Το τμήμα αυτό της Ναυμαχίας του Χάμπτον Ρόουντς μεταξύ του Monitor και του Virginia υποσκίασαν σε μεγάλο βαθμό τα αιματώδη γεγονότα στις ακτές.[4]
Η τελευταία υποχώρηση των Συνομόσπονδων έλαβε χώρα στο Λίβερπουλ του Ηνωμένου Βασιλείου στις 6 Νοεμβρίου 1865, εν πλω στο καταδρομικό CSS Shenandoah όταν η σημαία του κατεβάστηκε από τον ιστό για πρώτη φορά. Η υποχώρηση αυτή είχε ως αποτέλεσμα και το τέλος στο Πολεμικό Ναυτικό των Συνομόσπονδων. Το Shenandoah ήταν το μοναδικό πλοίο των Συνομόσπονδων που πραγματοποίησε γύρο του κόσμου.[5]
Το νομοσχέδιο του Συνομοσπονδιακού Κογκρέσου που δημιούργησε το Συνομοσπονδιακό Πολεμικό Ναυτικό στις 21 Φεβρουαρίου 1861, όρισε επίσης υπουργό Ναυτικών τον Στίβεν Μάλορυ. Ο Μάλορυ ήταν έμπειρος ως νομικός στο ναυαρχείο και είχε υπηρετήσει για κάποιο διάστημα ως πρόεδρος της επιτροπής ναυτικών υποθέσεων της Γερουσίας των Ηνωμένων Πολιτειών. Η Συνομοσπονδία διέθετε ελάχιστα διάσπαρτα ναυτικά περιουσιακά στοιχεία και ο Μάλορυ μετέβη στο Λίβερπουλ της Αγγλίας για να αγοράσει καταδρομικά ώστε να επιτεθεί στον αμερικανικό εμπορικό στόλο. Τον Απρίλιο του 1861, ο Μάλορυ όρισε τον Υποπλοίαρχο Τζέιμς Ντανγούντι Μπούλοχ να μεταβεί στο Λίβερπουλ εκπροσωπώντας το Συνομοσπονδιακό Πολεμικό Ναυτικό. Χρησιμοποιώντας τον εισαγωγέα και εξαγωγέα Φρέιζερ Τρέντχολμ από το Τσάρλεστον, ο οποίος είχε γραφεία στο Λίβερπουλ, ο Διοικητής Μπούλοχ παρήγγειλε αμέσως έξι ατμόπλοια.[6]
Καθώς ο Μάλορυ άρχισε να δημιουργεί τη ναυτική δύναμη, μια επιτροπή του Κογκρέσου των Συνομόσπονδων, στις 27 Αυγούστου 1862, ανέφερε:
Πριν από τον πόλεμο, δεκαεννέα ατμόπλοια είχαν κατασκευαστεί στις πολιτείες που συγκρότησαν τη Συνομοσπονδία και οι απαιτούμενες μηχανές για όλα αυτά είχαν κατασκευαστεί εντός των πολιτειών αυτών. Όλη η εργασία ή τα υλικά που απαιτούνται για την ολοκλήρωση και τον εξοπλισμό ενός πολεμικού πλοίου δεν μπορούσαν να βρίσκονται σε κανένα σημείο της Συνομοσπονδίας. [Το Υπουργείο Ναυτικού] είχε κατασκευάσει ένα μύλο πυρίτιδας ο οποίος παρέχει όλη την πυρίτιδα που απαιτείται από το ναυτικό μας· δύο εργαστήρια μηχανών, λεβήτων και μηχανών και πέντε εργαστήρια πυρομαχικών. Έχει ιδρύσει δεκαοκτώ ναυπηγεία για την κατασκευή πολεμικών πλοίων και ένα εργαστήριο κατασκευής σχοινιών, με δυνατότητα παραγωγής σχοινιών μήκους έως 8.000 γιάρδες τον μήνα … Από πλευράς μη θωρακισμένων πλοίων τα οποία μετατράπηκαν σε πολεμικά έχουμε 44. Το υπουργείο κατασκεύασε και ολοκλήρωσε 12 πολεμικά πλοία· κατασκεύασε εν μέρει και κατέστρεψε για να διασώσει από εχθρικά χέρια 10 πλοία· υπό κατασκευή βρίσκονται 9 πλοία· θωρακισμένα πλοία εν δράσει, 12· ολοκληρωμένα και κατεστραμμένα ή αιχμαλωτισμένα, 4· σε διαδικασία κατασκευής σε διάφορα στάδια προόδου, 23.
Επιπροσθέτως στα πλοία που περιλαμβάνονται στην αναφορά της επιτροπής, το Ναυτικό των Συνομόσπονδων Πολιτειών, διέθετε μια πλωτή συστοιχία θωρακισμένων πλοίων η οποία παραδόθηκε στην Συνομοσπονδία από την πολιτεία της Τζόρτζια, ένα θωρακισμένο έμβολο από την πολιτεία της Αλαμπάμα, και πολυάριθμα καταδρομικά πλοία που παρεμπόδιζαν τα εμπορικά πλοία της Ένωσης. Όταν η Βιρτζίνια αποσχίστηκε, το Ναυτικό της απορροφήθηκε από το Συνομοσπονδιακό Ναυτικό.
Η πρακτική της χρήσης πρωτογενών και δευτερογενών ναυτικών σημαιών κατά τη βρετανική παράδοση ήταν συνήθης πρακτική για τη Συνομοσπονδία· το νεοσυσταθέν πολεμικό ναυτικό των Συνομόσπονδων υιοθέτησε λεπτομερείς απαιτήσεις και κανονισμούς για την χρήση ναυτικών σημαιών και λαβάρων στα πολεμικά του πλοία. Το 1863 έγιναν αλλαγές στους κανονισμούς αυτούς με την εισαγωγή και παρουσίαση νέων σημαιών σε όλα τα πολεμικά πλοία της Συνομοσπονδίας παράλληλα με την αλλαγή της σημαίας του κράτους. Παρά τους λεπτομερείς κανονισμούς υπήρχαν ακόμη μικρές διαφορές στις σημαίες, λόγω διαφορετικών τεχνικών, προμηθευτών και παραδόσεων σε κάθε Συνομόσπονδη πολιτεία.[7]
Στις 17 Απριλίου 1861 ο Πρόεδρος της Συνομοσπονδίας Τζέφερσον Ντέηβις ζήτησε για αντίποινα κατά των πλοίων και των περιουσιών των Ηνωμένων Πολιτειών και των πολιτών τους:
Τώρα, λοιπόν, εγώ ο Τζέφερσον Ντέηβις, Πρόεδρος των Συνομοσπονδιακών Πολιτειών της Αμερικής, εκδίδω τη διακήρυξή μου, καλώντας όσους επιθυμούν, με προϋπηρεσία σε ιδιωτικά ένοπλα πλοία στην ανοιχτή θάλασσα, να βοηθήσουν την κυβέρνηση στην αντίσταση στην επιθετικότητα των εχθρών, να υποβάλουν αίτηση για προμήθειες και αντίποινα, η οποία θα εκδίδεται υπό τη σφραγίδα αυτών των Συνομόσπονδων Πολιτειών…
Ο Πρόεδρος Ντέηβις δεν ήταν βέβαιος πως η εκτελεστική του εξουσία θα εξέδιδε επιστολές κατασχέσεων και κάλεσε μια ειδική σύνοδο του Κογκρέσου στις 29 Απριλίου για να επιτρέψει επίσημα την πρόσληψη κουρσάρων στο όνομα των Συνομοσπονδιακών Πολιτειών. Στις 6 Μαΐου, το Κογκρέσο της Συνομοσπονδίας ενέκρινε ένα «Νομοσχέδιο που αναγνώριζε τον πόλεμο μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και των Συνομοσπονδιακών Πολιτειών και σχετικά με επιστολές κατασχέσεων, και λάφυρα». Στη συνέχεια, στις 14 Μαΐου 1861, ψηφίστηκε επίσης «Νομοσχέδιο που διέπει την πώληση των λαφύρων και τη διανομή τους». Και τα δύο νομοσχέδια παρείχαν στον πρόεδρο την εξουσία να εκδίδει επιστολές κατάσχεσης και λεπτομερείς κανονισμούς σχετικά με τους όρους υπό τους οποίους έπρεπε να χορηγούνται επιστολές στα ιδιωτικά σκάφη, τις οδηγίες και τη συμπεριφορά των αξιωματικών και των πληρωμάτων των εν λόγω πλοίων και τη διάθεση τέτοιων λαφύρων από ιδιωτικά πληρώματα. Ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούσαν οι συνομοσπονδιακοί κουρσάροι ήταν γενικά παρόμοιος με εκείνους των κουρσάρων των Ηνωμένων Πολιτειών ή των ευρωπαϊκών εθνών.[8]
Η Διακήρυξη των Παρισίων του 1856 επέβαλε την διακοπή χρήσης κουρσάρων σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία, αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είχαν υπογράψει ούτε επικύρωσαν τη διακήρυξη. Ως εκ τούτου, η χρήση τους ήταν συνταγματικά νόμιμη τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Συνομοσπονδία, όσο και στην Πορτογαλία, τη Ρωσία, την Οθωμανική Αυτοκρατορία και τη Γερμανία. Ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν αναγνώρισαν τη Συνομοσπονδία ως χώρα και αρνήθηκαν τη νομιμότητα οποιωνδήποτε επιστολών κατασχέσεων που εξέδωσε η κυβέρνησή της. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Αβραάμ Λίνκολν, δήλωσε ότι όλα τα φάρμακα στην Ομοσπονδία είναι λαθραία και οι τυχόν συλληφθέντες κουρσάροι θα έπρεπε να θεωρηθούν πειρατές. Τελικά, κανείς δεν εκτελέστηκε επειδή η κυβέρνηση των Συνομόσπονδων Πολιτειών απείλησε να αντιδράσει εναντίον Αμερικανών αιχμαλώτων πολέμου.[9]
Αρχικά, οι Συνομοσπονδιακοί κουρσάροι επιχειρούσαν κυρίως από τη Νέα Ορλεάνη, αλλά η δραστηριότητα σύντομα επικεντρώθηκε στον Ατλαντικό, καθώς το Αμερικανικό Πολεμικό Ναυτικό άρχισε να επεκτείνει τις επιχειρήσεις του. Οι κουρσάροι των Συνομόσπονδων παρενόχλησαν τα εμπορικά πλοία της Ένωσης και βύθισαν διάφορα πολεμικά πλοία, αν και δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν τον αποκλεισμό των νότιων λιμένων και τις επιζήμιες συνέπειες για την οικονομία της Συνομοσπονδίας.[10]
Το CSS Sumter ήταν το πρώτο πλοίο που χρησιμοποίησαν οι Συνομόσπονδοι, ενώ ένα από τα πιο γνωστά πλοία ήταν το CSS Virginia, πρώην USS Merrimack (1855). Το 1862, αφού μετατράπηκε σε θωρακισμένο, πολέμησε με το USS Monitor στη Ναυμαχία του Χάμπτον Ρόουντς, ένα συμβάν που σήμανε το τέλος της κυριαρχίας των μεγάλων ξύλινων πολεμικών πλοίων και την έναρξη της εποχής των μεταλλικών και των θωρακισμένων πλοίων.[11]
Οι Συνομόσπονδοι κατασκεύασαν επίσης υποβρύχια, μερικά από τα λίγα που υπήρξαν μετά το πρώιμο Turtle της Αμερικανικής Επανάστασης. Από αυτά, τα Pioneer και Bayou St. John δεν χρησιμοποιήθηκαν ποτέ. Ωστόσο, το Hunley, που κατασκευάστηκε στη Νέα Ορλεάνη ως κουρσάρος από τον Οράς Χάνλεϊ, τέθηκε στη συνέχεια υπό τον έλεγχο του Συνομοσπονδιακού Στρατού στο Τσάρλεστον, και έγινε το πρώτο υποβρύχιο που βύθισε πλοίο σε θαλάσσια πολεμική εμπλοκή. Το Hunley βυθίστηκε για άγνωστους λόγους μετά την επιτυχημένη του επίθεση κατά του USS Housatonic.[12][13]
Τα εμπορικά καταδρομικά του Συνομοσπονδιακού Ναυτικού χρησιμοποιήθηκαν επίσης με μεγάλη επιτυχία για να διασπάσουν την εμπορική ναυσιπλοΐα των ΗΠΑ. Το πιο γνωστό εξ αυτών ήταν το CSS Alabama, πολεμικό πλοίο που κατασκευάστηκε με μυστικότητα για την Συνομοσπονδία στο Μπίρκενχεντ κοντά στο Λίβερπουλ του Ηνωμένου Βασιλείου. Καθελκύστηκε ως Enrica αλλά μετονομάστηκε σε CSS Alabama στα ανοιχτά των Αζορών από τον πλοίαρχο του, Ράφαελ Σεμς, όπου ξεκίνησε τις παγκοσμίου φήμης καταδρομές του με απολογισμό 65 πλοία των ΗΠΑ, ρεκόρ που παραμένει για οποιοδήποτε πλοίο στον κόσμο. Το CSS Alabama κατασκευάστηκε στο Λίβερπουλ, μεγάλο μέρος του πληρώματός του ήταν από το Λίβερπουλ, και δεν αγκυροβόλησε ποτέ σε Συνομοσπονδιακό λιμάνι. Ένα παρόμοιο καταδρομικό, το CSS Shenandoah έριξε τα τελικά πυρά του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου στα τέλη Ιουνίου του 1865, ωστόσο δεν παραδόθηκε μέχρι το Νοέμβριο του 1865, πέντε μήνες μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου στο Λίβερπουλ.[14]
Μεταξύ της έναρξης του πολέμου και του τέλους του 1861, 373 αξιωματικοί, και δόκιμοι είχαν παραιτήθηκαν ή απολύθηκαν από το Ναυτικό των Ηνωμένων Πολιτειών και πήγαν στην Συνομοσπονδία.[15] Η συνεδρίαση του Προσωρινού Συνεδρίου στο Μοντγκόμερι αποδέχτηκε αυτούς τους άνδρες στο Ναυτικό της Συνομοσπονδίας με τον παλιό τους βαθμό. Προκειμένου να τους χρησιμοποιηθούν όλοι, αρχικά προβλέφθηκε ένα σώμα αξιωματικών να αποτελείται από τέσσερις πλοιάρχους, τέσσερις διοικητές, 30 υπολοχαγούς και διάφορους άλλους αξιωματικούς.[16] Στις 21 Απριλίου 1862, το Πρώτο Κογκρέσο επέκτεινε τον αριθμό αυτό σε τέσσερις ναυάρχους, δέκα πλοιάρχους, 31 διοικητές, 100 υποπλοιάρχους, 25 βοηθούς και 20 επικεφαλής· επιπλέον, επρόκειτο να υπάρχουν 12 ταμίες, 40 βοηθοί ταμίες, 22 χειρουργοί, 15 αναπληρωτές χειρούργοι, 30 βοηθοί χειρούργοι, ένας επικεφαλής μηχανικός και 12 μηχανικοί. Το νομοσχέδιο προέβλεπε επίσης τον προβιβασμό με βάση την αξία: «Όλοι οι Ναύαρχοι, τέσσερις Πλοίαρχοι, πέντε Διοικητές, είκοσι δύο Υποναύαρχοι και πέντε Ανθυποναύαρχοι θα διοριστούν αποκλειστικά για χαρισματική ή αξιοπρεπή συμπεριφορά κατά τη διάρκεια του πολέμου.»[17]
Μέχρι το 1862 καθορίστηκαν οι κανονισμοί για τις στολές και τα διακριτικά των αξιωματικών. Οι χαμηλόβαθμοι αξιωματικοί φορούσαν διάφορες στολές ή ακόμη και μη στρατιωτική ενδυμασία.[18] Επιπροσθέτως ιδρύθηκε Ναυτική Ακαδημία σε ατμόπλοιο κοντά στο Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια.[19]
Το Υπουργείο Ναυτικού ήταν υπεύθυνο για την διευθέτηση θεμάτων σχετικά με το Ναυτικό και το Σώμα Πεζοναυτών των Συνομόσπονδων. Περιλάμβανε και διάφορα γραφεία και ναυτικούς πράκτορες στην Ευρώπη.
Μέχρι την 20η Ιουλίου 1861, η Συνομοσπονδιακή κυβέρνηση οργάνωσε τις διοικητικές θέσεις του πολεμικού ναυτικού των Συνομόσπονδων ως εξής[20]:
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.