From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Περί ἱππικῆς[2] (σε λατ. απόδοση De Equis ή De Re Equestri Libellus) είναι μονογραφικού χαρακτήρα έργο του Ξενοφώντα.
Ο Σόλων θα κοινωνικοποιήσει τον ίππο με την έννοια ότι θα είναι το στοιχείο που θα προσδιορίσει την ιδιαίτερη κοινωνική τάξη των ιππέων, των πολιτών δηλαδή που έχουν στην κατοχή τους έναν τουλάχιστον ίππο, ενώ ο Περικλής θα συστήσει ένα σώμα ιππικού, αποτελούμενο από 200 τοξότες και στη συνέχεια ένα σώμα ιππικού από χίλιους οπλίτες.[3]Στην Αθήνα, όσοι ανήκαν στις δύο ανώτερες εισοδηματικές τάξεις (πεντακοσιομέδιμνοι και ιππείς) όφειλαν να διαθέτουν έναν πολεμικό ίππο και να υπηρετούν στο ιππικό. Κάθε χρόνο συντασσόταν για αυτόν τον σκοπό από εκλεγμένους άρχοντες (καταλογείς) ένας κατάλογος εκείνων οι οποίοι φαίνονταν κατάλληλοι για την υπηρεσία στο ιππικό.
Οι σχέσεις του με τον ίππο χρονολογούνται από την παιδική του ηλικία. Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας με τον πατέρα του να υπηρετεί στο ιππικό και να έχει στην κατοχή του πολλούς ίππους, σε μιά εποχή, όπου η ιππασία, εκτός από τη σημασία της για τον στρατό, προσδίδει γενικά, μέσα από τους ιππικούς αγώνες και τις διαφορές, θρησκευτικές ή άλλες, παρελάσεις και τις λοιπές ιππικές δραστηριότητες, ξεχωριστή αίγλη, ο Ξενοφών μεγάλωσε σε άμεση επαφή με τον ίππο και δέθηκε μαζί του μ΄ ένα αίσθημα αγάπης που κράτησε σε όλη του τη ζωή. Εκφράζει ρητά ο ίδιος την αγάπη του, όταν διηγείται,[4] ότι αποφασισμένος να επιστρέψει στην Αθήνα μετά την καταστροφική εκστρατεία στην Ασία υπέρ του Κύρου, και καθώς δεν είχε καθόλου χρήματα, αναγκάστηκε με πόνο στην ψυχή να πουλήσει το άλογό του που το «αγαπούσε πολύ». Δεν υπάρχει κείμενό του, με μοναδική εξαίρεση την Απολογία του Σωκράτους, που να μη γίνεται αναφορά στον ίππο, έτσι που φαίνεται να αποδύεται σε μια συνεχή και συστηματική υπέρ του συνηγορία όσο και υμνολογία. Στην ιστορία που συνεχίζει με τα Ελληνικά από εκεί που την άφησε ο Θουκυδίδης, «αυξάνει» το αθηναϊκό ιππικό και του αποδίδει μεγαλύτερη αξία.[5]
Και πρώτα θα γράψουμε για το πως θα μπορούσε κανείς να εξαπατηθεί ελάχιστα κατά την αγορά ενός ίππου· προκειμένου, λοιπόν, για ένα αδάμαστο πουλάρι είναι ολοφάνερο ότι πρέπει κανείς να δοκιμάζει το σώμα του, διότι ο ίππος που δεν έχει ακόμα γνωρίσει αναβάτες δεν προσφέρει σαφή σημάδια του καλού του χαρακτήρα. Μετά το πρώτο που πρέπει να κοιτάξουμε είναι τα πόδια. Διότι, όπως ακριβώς μια οικία δεν θα ωφελούσε σε τίποτε, εάν είχε τα επάνω μέρη καλά, όταν δεν είναι όπως πρέπει τα θεμέλια, έτσι και προκειμένου για έναν πολεμικό ίππο σε τίποτα δεν θα ωφελούσε, ακόμη κι αν είχε όλα τα άλλα καλά, τη στιγμή που ήταν τα πόδια του κακά· διότι στην περίπτωση αυτή δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα προτερήματά του. Και όταν κάποιος θα δοκιμάζει τα πόδια θα πρέπει πρώτα να εξετάζει τις οπλές[6] διότι τα παχιά νύχια υπερέχουν κατά πολύ σε σύγκριση με τα λεπτά για την ευπλασία των ποδιών.
Το να μη μεταχειρίζεται κανείς τον ίππο με οργή αποτελεί ένα άριστο μάθημα και μια άριστη συνήθεια για τον ίππο. Η οργή, πράγματι, είναι κάτι το απρομελέτητο με αποτέλεσμα συχνά να δημιουργεί καταστάσεις για τις οποίες είναι κανείς αναγκασμένος εκ των υστέρων να μετανοιώσει. Και πρέπει μάλιστα να τον αγγίζει κανείς σ΄ εκείνα τα σημεία τα οποία όταν ψηλαφίζονται ο ίππος ευχαριστείται περισσότερο από κάθε τι άλλο· αυτά (τα σημεία) είναι τόσο τα μέρη με το περισσότερο τρίχωμα όσο και εκείνα στα οποία ο ίππος θα μπορούσε να προστατευθεί, αν κάτι τον ενοχλεί. Θα πρέπει να δοθεί επίσης ακόμη η εντολή στον ιπποκόμο να μάθει στο πουλάρι να περνάει μέσα από κόσμο και να τον εξοικειώνει με κάθε είδους εικόνες και θορύβους. Και όταν πάλι, επειδή φοβήθηκε κάποιο αντικείμενο δεν θέλει να προχωρήσει προς αυτό πρέπει να του μαθαίνει κανείς με τη βοήθεια ενός άλλου τολμηρού ίππου (σύν ἵππῳ εὐυκαρδίῳ), [7] ότι δεν είναι τίποτε το φοβερό αυτό, και αν όχι, θα πρέπει να ακουμπήσει ο ίδιος (ο αναβάτης) το αντικείμενο που φάνηκε ότι είναι φοβερό και να οδηγήσει εκεί τον ίππο ήσυχα. Εκείνοι, αντίθετα, που τον αναγκάζουν με κτυπήματα, του μεταδίδουν μεγαλύτερο ακόμη φόβο γιατί έτσι αισθάνονται την αιτία κοινή.
Προκειμένου, για έναν ολότελα άπειρο ίππο στο να διασκελίζει, πρέπει ο ιππέας, αφού θα έχει ξεπεζέψει, πιάνοντας το σχοινί του χαλινού, να διαβεί πρώτος την τάφρο αυτός ο ίδιος και έπειτα πρέπει να τον τραβήξει έντονα με το χαλινάρι για να πηδήξει. Αν όμως τυχόν δεν θέλει, κάποιος που κρατάει ένα μαστίγιο ή ένα ραβδί θα πρέπει να τον κτυπήσει όσο πιο δυνατά μπορεί· και έτσι υπερπηδάει όχι μόνο στο απαιτούμενο διάστημα, αλλά πολύ περισσότερο απ΄ ότι χρειάζεται· και στο μέλλον δεν θα υπάρχει καμία απολύτως ανάγκη να τον κτυπήσει κανείς, αλλά, αν μόνο δει κάποιον να εμφανίζεται ξαφνικά πίσω του, πηδάει (VII Ζ 3)
Και για τη σύγχρονη ιππολογία η ακριβής προσαρμογή του χαλινού έχει εξαιρετικά μεγάλη σημασία. Ο Ξενοφών συνιστά τον εύκαμπτο χαλινό, και υπάρχουν σήμερα ειδικοί χαλινοί, που φαίνεται ότι ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές του Ξενοφώντα. Όποιος και αν είναι ο αριθμός των χαλινών, αυτό που ενδιαφέρει, είναι να είναι εύκαμπτοι και ο αναβάτης να τον χρησιμοποιεί πάντα με τον ίδιο τρόπο. Διότι όποτε συμβαίνει να πιάνει ο ίππος τον σκληρό χαλινό, τον κρατάει ολόκληρο σφικτά στις γνάθους του - όπως ακριβώς και με μια μικρή σούβλα, την οποία απ΄ όπου κι αν τυχόν κανείς την πιάσει, την σηκώνει ολόκληρη. Πρέπει να τραβάει κανείς προς τα πίσω με τον χαλινό το στόμα του ίππου ούτε υπερβολικά έντονα, σε σημείο που να δυσανασχετεί, ούτε υπερβολικά απαλά, έτσι που να μην καταλαβαίνει τίποτε· από τη στιγμή ωστόσο που, όταν τραβιέται προς τα πίσω, σηκώνει τον αυχένα, πρέπει ευθύς αμέσως να του αφήνεται χαλαρός ο χαλινός. Θα πρέπει ακόμη να μάθει και αυτά εδώ ο ιπποκόμος, πρώτον, ότι δεν πρέπει ποτέ να οδηγεί με το ένα μόνο ηνίο τον ίππο διότι αυτό διαφοροποιεί τις γνάθους· έπειτα πρέπει όσο είναι δυνατό να υπάρχει ορισμένη απόσταση ανάμεσα στο χαλινό και στις γνάθους. Διότι ο χαλινός που είναι κοντά σ΄ αυτές θα σκληρύνει το στόμα σε σημείο να μην είναι πλέον ευαίσθητο, ενώ εκείνος, αντίθετα, που είναι υπερβολικά κρεμασμένος στο κάτω μέρος του στόματος δίνει τη δυνατότητα στον ίππο με το να δαγκώνει σφιχτά τον χαλινό να μην υπακούει. Και κατά τα άλλα, όπως ακριβώς δεν παύουμε να το λέμε, καθόσον ο ίππος μας υπηρετεί σωστά, πρέπει να τον ανταμείβουμε. Και όταν τυχόν γίνεται αντιληπτό ότι ο ίππος ευχαριστείται από το σήκωμα του αυχένα και από τη χαλαρότητα, στην περίπτωση αυτή δεν πρέπει να του δημιουργήσει κανείς καμιά δυσκολία, σαν να επρόκειτο να τον αναγκάσει να υποβληθεί σε κόπους, αλλά αντίθετα, να τον χαϊδεύει, σαν να επρόκειτο να θέλει να σταματήσει (να ιππεύει)· διότι έτσι θα περάσει, έχοντας απόλυτη εμπιστοσύνη, στη γρήγορη ιππασία.[8]
Όταν θα δώσει κάποιος το σήμα στον ίππο να προχωρήσει θα πρέπει να πηγαίνει στην αρχή σε ρυθμό βάδην· διότι αυτό κάνει τον ίππο να είναι εντελώς ήρεμος. Οτιδήποτε τυχόν το ξαφνικό παρουσιαστεί, ταράζει τον οξύθυμο ίππο, όπως ακριβώς ταράζουν έναν άνθρωπο τα απρόσμενα θεάματα, ακούσματα και συμβάντα. Πρέπει, εξάλλου, να γνωρίσει καλά κανείς ότι και στον ίππο τα ξαφνικά ερεθίσματα προξενούν ταραχή. Η άσκηση βίας θα ήταν εδώ αναποτελεσματική, καθότι ο ίππος είναι πιο δυνατός από τον άνθρωπο, αν τυχόν το αφήνιασμα τον κάνει να μένει αδιάφορος στις εντολές που του δίνει ο αναβάτης μέσω του επιστομίου. Στην περίπτωση αυτή μπορεί κανείς να επιχειρεί να επαναφέρει σ΄ένα ρυθμό πιο ήρεμο τον ίππο που παραφέρεται ή που, τρόπον τινά, αφηνίασε, με το να προσπαθεί να τον βάλει σ΄ ένα κύκλο ή να τον κάνει να στρίβει διαδοχικά πότε δεξιά και πότε αριστερά, κάτι που είναι, άλλωστε, αναγκασμένος να κάνει ο ιππέας, αν έχει λίγο χώρο μπροστά του. Διαφορετικά, αυτό που ενδείκνυται είναι ένας παρατεταμένος καλπασμός, ολοένα και πιο ήρεμος, διότι αυτό εκτονώνει και ησυχάζει τον ίππο.(ΙΧ 9.1 κ.εξ.)
Ο Αριστοτέλης αναφέρει στα Οικονομικά[9] την περίπτωση ενός Πέρση δούλου, ο οποίος στη ερώτηση τι μάλιστα ίππου πιαίνει (τι κυρίως παχαίνει τον ίππον) απάντησε ο του δεσπότου οφθαλμός. Ο ίππος που είναι αδιάθετος λόγω δυσπεψίας ή υπερκόπωσης δεν έχει όρεξη και εκνευρίζεται όταν βρίσκεται μπροστά στην τροφή του, την οποία και σκορπίζει με τη μουσούδα ή τη γλώσσα του. Όταν κάποιος αντιλαμβάνεται ότι συμβαίνει αυτό θα είναι σε θέση να γνωρίζει ή οτι το σώμα του ίππου παρουσιάζει υπεραιμία[10] και χρειάζεται θεραπεία ή λόγω υπερκόπώσεως ότι ο ίππος έχει ανάγκη από ξεκούραση ή οτι υποβόσκει στον οργανισμό του κριθίαση[11][12] ή κάποια άλλη ασθένεια (ΙV 4.2).
Καθώς όμως υποθέσουμε ότι αγοράζουμε ένα πολεμικό ίππο, πρέπει αυτός να αποκτήσει πείρα σε όλα εκείνα τα οποία και ο πόλεμος θέτει υπό δοκιμασία. Αυτά είναι το να διασχίζει τάφρους, να υπερπηδάει τειχία, να εκτινάσσεται πάνω από εμπόδια και να πηδάει χαμηλότερα και επιπλέον να μαθαίνει να τρέχει γρήγορα σε ανηφοριές, σε κατηφοριές και σε πλαγιές. Διότι όλα αυτά δοκιμάζουν και αν η ψυχή του είναι δυνατή και αν το σώμα του είναι υγιές. Πρέπει και ο ίδιος ο ιππέας και ο ίππος να τα μαθαίνουν και να εξασκούνται σ΄αυτά. Διότι έτσι θα μπορούσαν να είναι σωτήριοι ο ένας για τον άλλον και συνεπώς θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι είναι χρησιμότεροι (VIII 8.1). Για να τρέχει κατηφόρες πρέπει πρώτα να τον μάθει (να τρέχει) σε μαλακό έδαφος, και στο τέλος, όταν θα το έχει αυτό συνηθίσει, θα τρέχει πολύ πιο ευχάριστα στον κατήφορο παρά στον ανήφορο. Αυτό που φοβούνται μερικοί μήπως δηλαδή βγάλουν τους ώμους τους οι ίπποι που τους βάζουν να τρέχουν σε κατήφορο θα πρέπει να μάθουν ότι οι Πέρσες και οι Οδρύσες όλοι, όταν συναγωνίζονται στην κατάβαση δεν διατηρούν καθόλου λιγότερο από τους Έλληνες υγιείς τους ίππους τους.
Πρέπει επίσης να γνωρίζει κανείς ότι μια διδαχή είναι το να καθησυχάζει ο ίππος με ποππυσμό[13] και να ξεκινάει με κλωγμό·[14] κατ΄ αυτόν τον τρόπο, λοιπόν, πρέπει και σε περίπτωση πολεμικής κραυγής και ήχου σάλπιγγας ούτε ο ίδιος (ιππέας) να φαίνεται στον ίππο ότι έχει θορυβηθεί ούτε σ΄ εκείνον βεβαίως να προκαλεί φόβο.
Αν, πάλι, θελήσει κάποιος να έχει στην υπηρεσία του ένα ίππο κατάλληλο για παρέλαση, που ορθώνεται και φανταχτερό, αυτές οι ιδιότητες δεν απαντώνται σε κάθε ίππο, αλλά θα πρέπει να υπάρχει σ΄αυτόν και γενναία ψυχή και γερό σώμα. Πάνω σε τέτοιους ίππους παρουσιάζονται από τους ζωγράφους να ιππεύουν θεοί και ήρωες, και οι άνθρωποι οι οποίοι μεταχειρίζονται αυτούς τους ίππους ωραία, φαίνονται μεγαλοπρεπείς.
Πόσο πολύτιμα ήταν τα άλογα στην κλασική εποχή αντιλαμβανόμαστε από τον Σωκράτη, ο οποίος συχνά χρησιμοποιούσε στις παραβολές του τον ιπποκόμο, για να δηλώσει πόσο σημαντική ήταν η συμβολή του στην εκπαίδευση των αλόγων, συγκρίσιμη με την συμβολή των ενάρετων φιλοσόφων στην αγωγή των νέων.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.