From Wikipedia, the free encyclopedia
Η «Νομισματική Ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, 1867-1960» είναι βιβλίο που γράφτηκε το 1963 από τον νομπελίστα οικονομολόγο Μίλτον Φρίντμαν και την Άννα Σβαρτς. Χρησιμοποιεί ιστορικές χρονικές σειρές και οικονομική ανάλυση για να υποστηρίξει την νέα για εκείνη την εποχή πρόταση ότι αλλαγές στη νομισματική πολιτική (μεταβολές στο ρυθμό αύξησης της προσφοράς χρήματος), επηρέασαν βαθιά την αμερικανική οικονομία, ιδίως τη συμπεριφορά των οικονομικών διακυμάνσεων. Οι οικονομικοί ιστορικοί το θεωρούν ως ένα από τα πιο σημαντικά οικονομικά βιβλία του αιώνα[1].
Συγγραφέας | Μίλτον Φρίντμαν, Άννα Σβαρτς |
---|---|
Τίτλος | A Monetary History of the United States, 1867–1960 |
Γλώσσα | αγγλικά |
Ημερομηνία δημοσίευσης | 1963 |
Μορφή | Οικονομία |
Θέμα | Οικονομική ιστορία |
Πρώτη έκδοση | Princeton University Press |
δεδομένα ( ) |
Ο Μίλτον Φρίντμαν και η Άννα Σβαρτς εργάζονταν στο Εθνικό Γραφείο Οικονομικής Έρευνας (NBER), όταν ο μελλοντικός πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Federal Reserve), Άρθουρ Μπερνς, πρότεινε να συνεργαστούν σε ένα έργο για να αναλύσουν την επίδραση της προσφοράς χρήματος στον επιχειρηματικό κύκλο. Η Σβαρτς ήδη συγκέντρωνε τότε πολλά από τα σχετικά ιστορικά δεδομένα, ενώ ο Φρίντμαν ήταν ήδη καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο και επίσης στο NBER. Άρχισαν την συγγραφή στα τέλη της δεκαετίας του 1940 και τελικά δημοσίευσαν την Νομισματική Ιστορία από τις Εκδόσεις του Πανεπιστημίου Πρίνστον το 1963. Το κεφάλαιο σχετικά με την Μεγάλη Ύφεση, «Η Μεγάλη Συστολή» αναδημοσιεύθηκε ξεχωριστά το 1965[2].
Το βιβλίο πραγματεύεται το ρόλο της νομισματικής πολιτικής στην οικονομία των ΗΠΑ από την Εποχή της Ανασυγκρότησης που ακολούθησε τον Εμφύλιο Πόλεμο μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα. Παρουσιάζει μια διαφορετική, από την ισχύουσα εκείνη την εποχή, άποψη σχετικά με τον ρόλο της νομισματικής πολιτικής στη Μεγάλη Ύφεση. Η επικρατούσα άποψη στις αρχές της δεκαετίας του 1960 ήταν ότι οι νομισματικές δυνάμεις είχαν παθητικό ρόλο στην οικονομική ύφεση της δεκαετίας του 1930. Η Νομισματική Ιστορία υποστηρίζει ότι οι πτωχεύσεις τραπεζών και οι ακόλουθες μαζικές αναλήψεις κεφαλαίων από το χρηματοπιστωτικό σύστημα συρρίκνωσαν σημαντικά την προσφορά χρήματος (το συνολικό ποσό συναλλάγματος και των τραπεζικών καταθέσεων), η οποία επιδείνωσε σημαντικά την οικονομική συρρίκνωση. Το βιβλίο επικρίνει την Ομοσπονδιακή Τράπεζα γιατί δεν διατήρησε σταθερή την προσφορά χρήματος και δεν ενέργησε ως δανειστής έσχατης ανάγκης, αντί να επιτρέπει στις εμπορικές τράπεζες να χρεοκοπήσουν και στην οικονομική ύφεση να βαθύνει[3].
Ο Φρίντμαν και η Σβαρτς προσδιόρισαν τέσσερα βασικά λάθη στις πολιτικές της Ομοσπονδιακής Τράπεζας, που οδήγησαν σε μια απότομη και ανεπιθύμητη μείωση της προσφοράς χρήματος[3]:
Το βιβλίο ήταν το πρώτο που παρουσίαζε το νέο τότε επιχείρημα ότι η υπερβολικά σφιχτή νομισματική πολιτική εκ μέρους της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ μετά το κραχ της δεκαετίας του 1920 μετέτρεψε μια κατά τα άλλα φυσιολογική ύφεση στη γνωστή Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930. Νωρίτερα, οι οικονομολόγοι συμφωνούσαν στο ότι η απώλεια της επενδυτικής και καταναλωτικής πίστης μετά το Κραχ της Γουόλ Στριτ το 1929 ήταν η κύρια αιτία της Μεγάλης Ύφεσης.
Το κεφάλαιο για την Μεγάλη Ύφεση, με τίτλο «Η Μεγάλη Συστολή του 1929-33», εκδόθηκε ως αυτόνομο χαρτόδετο βιβλίο το 1965[4].
Η Νομισματική Ιστορία έχει επαινεθεί ως ένα από τα πιο σημαντικά οικονομικά βιβλία του 20ου αιώνα από το φόρουμ βιβλίων του Ινστιτούτου Cato το 2003[5]. Επίσης παρατέθηκε στην ομιλία του τότε μέλους του διοικητικού συμβουλίου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας, Μπεν Μπερνάνκε το 2002, ο οποίος δήλωσε ότι «οι άμεσες και έμμεσες επιδράσεις της "Νομισματικής Ιστορίας" στη σύγχρονη νομισματική οικονομία θα ήταν δύσκολο να μεγαλοποιηθούν»[6], και άλλη μια φορά σε μια ομιλία του το 2004 όπου αναφέρθηκε ως το βιβλίο που «άλλαξε ριζικά τη συζήτηση σχετικά με την Μεγάλη Ύφεση»[3].
Οι μονεταριστές οικονομολόγοι χρησιμοποίησαν το έργο του Φρίντμαν και της Σβαρτς για να δικαιολογήσουν τις θέσεις τους για τη χρήση της νομισματικής πολιτικής ως κρίσιμου οικονομικού σταθεροποιητή. Η άποψη αυτή έγινε πιο δημοφιλής όταν οι κεϋνσιανοί σταθεροποιητές απέτυχαν να βελτιώσουν το στασιμοπληθωρισμό της δεκαετίας του 1970 και η πολιτική τάση μετατοπίστηκε από την κρατική παρέμβαση προς την αγορά στις δεκαετίες του 1980 και του 1990. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα αναγνωρίστηκε ως κρίσιμος παίκτης στον καθορισμό των επιτοκίων για την αντιμετώπιση του υπερβολικού πληθωρισμού, αλλά και για την αποφυγή του αποπληθωρισμού, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πραγματική οικονομική αστάθεια.
Το βιβλίο αποδίδει το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για τη Μεγάλη Ύφεση στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα, υποστηρίζοντας ότι δεν έκανε αρκετά με σκοπό την πρόληψη της. Οικονομολόγοι όπως ο Πήτερ Τέμιν έχουν θέσει ερωτήματα σχετικά με το αν τα περισσότερα ποσοτικά νομισματικά επίπεδα ήταν ενδογενώς και όχι εξωγενώς καθορισμένα, όπως υποστηρίζεται στο έργο Νομισματική Ιστορία, ειδικά κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης[7]. Ο Πωλ Κρούγκμαν υποστήριξε ότι η οικονομική κρίση του 2008 έδειξε ότι κατά τη διάρκεια μιας οικονομικής κρίσης, οι κεντρικές τράπεζες δεν μπορούν να ελέγξουν το χρήμα και ότι η παροχή χρήματος ελάχιστη σχέση έχει με το ΑΕΠ. Σύμφωνα με τον Κρούγκμαν, το ίδιο ίσχυε και στη δεκαετία του 1930, και ο ισχυρισμός ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα θα μπορούσε να είχε αποτρέψει τη Μεγάλη Ύφεση είναι εξαιρετικά αμφίβολος[8][9].
Ο ιστορικός της οικονομίας Μπάρι Άιχενγκρην, στο έργο του «Τα Χρυσά Δεσμά», υποστήριξε ότι, λόγω της τότε διεθνώς επικρατούσας σταθερής ισοτιμίας του χρυσού («Κανόνας του Χρυσού»), τα χέρια της Ομοσπονδιακής Τράπεζας ήταν δεμένα. Σύμφωνα με τον Άιχενγκρην, προκειμένου να διατηρηθεί η αξιοπιστία του Κανόνα του Χρυσού, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα δεν θα μπορούσε να προβεί σε ενέργειες όπως η δραστική αύξηση της προσφοράς χρήματος με τον τρόπο που υποστηρίζεται από τους Φρίντμαν και Σβαρτς[10].
Ο Τζέιμς Τόμπιν, αν και εκτιμά την αυστηρότητα με την οποία οι Φρίντμαν και Σβαρτς κατέδειξαν τη σημασία της προσφοράς χρήματος, αμφισβητεί τις μετρήσεις τους για την ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος και το κατά πόσο στ’ αλήθεια ενημερωτική είναι η μέτρηση αυτή της συχνότητας των νομισματικών συναλλαγών για την κατανόηση των μακροοικονομικών διακυμάνσεων του πρώτου μισού του 20ού αιώνα[11].
A Monetary History of the United States, 1867-1960 στα Google Books
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.