Remove ads
Έλληνας τραγουδιστής From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Νίκος Ξυλούρης (γνωστός επίσης και με το παρατσούκλι Ψαρονίκος ή τον τιμητικό χαρακτηρισμό Αρχάγγελος της Κρήτης) (Ανώγεια Ρεθύμνης, 7 Ιουλίου 1936 - Πειραιάς, 8 Φεβρουαρίου 1980) ήταν Έλληνας μουσικός και τραγουδιστής του λαϊκού, του δημοτικού και του εντέχνου τραγουδιού. Θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες μουσικούς, ενώ συνέβαλε αποφασιστικά στη διάσωση της κρητικής παραδοσιακής μουσικής.
Νίκος Ξυλούρης | |
---|---|
Ψευδώνυμο | Το αηδόνι της Κρήτης |
Γέννηση | 7 Ιουλίου 1936 Δήμος Ανωγείων |
Θάνατος | 8 Φεβρουαρίου 1980 (43 ετών) Νοσοκομείο Μεταξά |
Αιτία θανάτου | καρκίνος του πνεύμονα |
Συνθήκες θανάτου | φυσικά αίτια |
Τόπος ταφής | Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών |
Εθνικότητα | Έλληνας |
Χώρα πολιτογράφησης | Ελλάδα |
Ιδιότητα | τραγουδιστής, συνθέτης και τραγουδοποιός |
Τέκνα | 2 |
Αδέλφια | Ψαραντώνης |
Συγγενείς | Γιώργης Ξυλούρης (ανιψιός) |
Όργανα | φωνή και κρητική λύρα |
Σχετικά πολυμέσα | |
Γεννήθηκε το 1936, στο ορεινό χωριό Ανώγεια Μυλοποτάμου Ρεθύμνης της Κρήτης, από οικογένεια με μουσική παράδοση και πολλούς λυράρηδες. Στα πέντε του χρόνια, όταν στρατεύματα γερμανικής κατοχής έκαψαν το χωριό του, ξεριζώθηκε από τον τόπο του μαζί με τους υπόλοιπους κατοίκους, οι οποίοι μεταφέρθηκαν σε χωριό της επαρχίας, όπου παρέμειναν μέχρι και την απελευθέρωση της Κρήτης. Αδέλφια του είναι οι επίσης γνωστοί μουσικοί της κρητικής μουσικής, Αντώνης Ξυλούρης (Ψαραντώνης) και Γιάννης Ξυλούρης (Ψαρογιάννης).
Σε νεαρή ακόμα ηλικία, με τη βοήθεια του δασκάλου του, Μενέλαου Δραμουντάνη, κατάφερε να πείσει τον πατέρα του να του αγοράσει την πρώτη του λύρα και πολύ γρήγορα άρχισε να παίζει σε γάμους και πανηγύρια. Σταματά το σχολείο, μαθαίνει μόνος του τις πρώτες νότες, γράφει μαντινάδες και αρχίζει να παίζει σε γάμους και πανηγύρια σε όλη την Κρήτη, δίπλα στον λυράρη Λεωνίδα Κλάδο. Στα 17 του αποφάσισε να μετακομίσει στο Ηράκλειο και έπιασε δουλειά στο νυχτερινό κέντρο "Κάστρο". Τα πράγματα, όμως, δεν ήταν όπως τα περίμενε, γιατί βρέθηκε αντιμέτωπος με τη "μόδα" της ευρωπαϊκής μουσικής, κάτι τελείως ξένο για αυτόν. Τα έσοδά του μόλις και μετά βίας έφταναν να τον συντηρήσουν και πέρασε δύσκολες εποχές.[1][2]
Η γνωριμία του με την Ουρανία Μελαμπιανάκη οδήγησε στον γάμο τους, στις 21 Μαΐου του 1958[3], και τον ίδιο Σεπτέμβριο μετακόμισαν στο Ηράκλειο Κρήτης.
Σιγά σιγά οι Κρητικοί άρχισαν να τον στηρίζουν και να οργανώνουν γλέντια για να τον ακούν να παίζει. Έτσι άρχισε να γίνεται γνωστός και τον Νοέμβριο του 1958 ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο με τίτλο Μια μαυροφόρα που περνά. Ο δίσκος αγαπήθηκε από το κοινό κι έτσι ο Ξυλούρης ηχογράφησε κι άλλα τραγούδια σε δίσκους των 45 στροφών. Το 1960 γεννήθηκε ο γιος του, Γιώργος (ο οποίος σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό το 2015),[4] και το 1966 η κόρη του, Ρηνιώ. Τη χρονιά της γέννησης της κόρης του κέρδισε και το πρώτο βραβείο σε ένα φεστιβάλ μουσικής στο Σαν Ρέμο παίζοντας με τη λύρα του ένα συρτάκι. Την επόμενη χρονιά άνοιξε στο Ηράκλειο το μουσικό κέντρο "Ερωτόκριτος" και πλέον δεν ανησυχούσε για την επιβίωση του.
Το 1969 ηχογράφησε με μεγάλη επιτυχία τον δίσκο Ανυφαντού και λίγους μήνες αργότερα εμφανίστηκε και πάλι σε αθηναϊκό μουσικό κέντρο. Οι καταστάσεις είχαν ωριμάσει πλέον και ο κόσμος τον υποστήριζε περισσότερο. Μετακόμισε και πάλι στην Αθήνα. Γνώρισε τον ποιητή και σκηνοθέτη Ερρίκο Θαλασσινό, ο οποίος αποφάσισε να τον συστήσει στον Γιάννη Μαρκόπουλο, και έτσι ξεκίνησε μια λαμπρή συνεργασία, με τον δίσκο Χρονικό και τα Ριζίτικα. Παράλληλα, γνωρίστηκε με τον διευθυντή της δισκογραφικής εταιρίας COLUMBIA και έγιναν κουμπάροι.
Για το ποιος «ανακάλυψε» τον Νίκο Ξυλούρη, τα λεγόμενα της συζύγου του Ουρανίας Ξυλούρη –όπως δημοσιεύτηκαν σε σχετικά αφιερώματα των περιοδικών «Δίφωνο» και «Μονογραφίες»– διαφέρουν από την εκδοχή που συνήθως επικρατεί σε αρκετές βιογραφίες του Νίκου Ξυλούρη: ότι δηλαδή τον ανακάλυψε ο Ερρίκος Θαλασσινός και τον ανέδειξε ο Γιάννης Μαρκόπουλος. Η ανάδειξη του Ξυλούρη οφείλεται στο τραγούδι του «Ανυφαντού» και το πρόσωπο που τον ανακάλυψε και τον ανέδειξε ήταν ο διευθυντής της δισκογραφικής εταιρείας «Κολούμπια» Τάκης Λαμπρόπουλος, ο οποίος τον ηχογράφησε σε ένα γαμήλιο γλέντι στα Ανώγεια κι έστειλε την κασέτα στον συνθέτη Σταύρο Ξαρχάκο που βρισκόταν τότε στο Παρίσι, προκειμένου να ακούσει τη φωνή του Ανωγειανού λυράρη. Οι εφημερίδες της εποχής έγραψαν ότι ο Λαμπρόπουλος πήγε στην Κρήτη όπου ανακάλυψε μια σπουδαία και σημαντική φωνή. Από εκεί πληροφορήθηκε ο Γιάννης Μαρκόπουλος για τον Νίκο Ξυλούρη και του πρότεινε τα τραγούδια του Χρονικού.[5] Προηγουμένως, ο Μαρκόπουλος είχε δοκιμάσει τις φωνές του Γρηγόρη Μπιθικώτση και της Μαρίας Φαραντούρη, που όπως φαίνεται δεν τον ικανοποίησαν, μέχρι που γνώρισε τον Ξυλούρη και του εμπιστεύτηκε μερικά από τα τραγούδια του Χρονικού.
Το 1971 ξεκίνησε κοινές εμφανίσεις με τον Γιάννη Μαρκόπουλο στην μπουάτ "Λήδρα" και η φωνή του έγινε σύμβολο της αντίστασης. Εκείνα τα χρόνια συνεργάστηκε στενά με τον Θρακιώτη τραγουδοποιό Θανάση Γκαϊφύλλια στις μπουάτ της Πλάκας και σε συναυλίες σε όλη την Ελλάδα.
Το καλοκαίρι του 1973 τραγούδησε στο θεατρικό έργο «Το μεγάλο μας τσίρκο» με πρωταγωνιστές τον Κώστα Καζάκο και τη Τζένη Καρέζη στο θέατρο "Αθήναιον".[1] Η μουσική ήταν του Σταύρου Ξαρχάκου.
Ο Νίκος Ξυλούρης είχε τον ρόλο του ντελάλη και με τη φωνή του ξεσήκωνε τον κόσμο, που έκανε ουρές για ένα εισιτήριο. Το προσωνύμιο «Αρχάγγελος» του το είχε δώσει η Τζένη Καρέζη, αφού κάθε φορά που ανέβαινε στη σκηνή να τραγουδήσει έλεγε: «Αυτός ο άνθρωπος είναι μαγικός… Έχει μια αρχαγγελική μορφή…»
Τον Νοέμβριο του 1973, τις μέρες της εξέγερσης, είναι μέσα στο Πολυτεχνείο και τραγουδά πίσω από τα κάγκελα μαζί με τους φοιτητές, «Πότε θα κάνει ξαστεριά» και «Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί». Ο φωτογραφικός φακός καταγράφει τα στιγμιότυπα τα οποία γίνονται πρωτοσέλιδα και αποτελεί «κόκκινο πανί» για τη χούντα, που λογοκρίνει τα τραγούδια του, απαγορεύει τις συναυλίες του και κλείνει το μαγαζί που τραγουδάει. Η φωνή του είχε γίνει σύμβολο αντίστασης τα χρόνια της χούντας.
Στη βασισμένη στο έργο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη τηλεοπτική σειρά Έμποροι των εθνών, σε σκηνοθεσία Κώστα Φέρρη, ο Ξυλούρης ερμηνεύει για τους τίτλους το τραγούδι «Ήτανε μια φορά μάτια μου» σε στίχους του σκηνοθέτη και μουσική Σταύρου Ξαρχάκου. Το δικτατορικό καθεστώς επιβάλλει να αφαιρεθεί η φωνή του και να παίζεται μόνο η μουσική. Πολύ αργότερα και μετά από επίμονη παρέμβαση του Φέρρη, θα ακουστεί και η φωνή του στη σειρά.[2]
Το 1976, η Γαλλική Μουσική Ακαδημία Charles Cross θα του απονείμει το 1ο βραβείο στην κατηγορία της Διεθνούς Λαϊκής Μουσικής, για την ερμηνεία του στα Ριζίτικα. Μάλιστα, η βράβευση έγινε δύο φορές, καθώς στην πρώτη δεν αναφέρθηκε καν το όνομά του παρά μόνο του Μαρκόπουλου που τα έγραψε.[2]
Ο Νίκος Ξυλούρης τραγουδά κάποια ακόμα τραγούδια του Χρήστου Λεοντή, του Σταύρου Ξαρχάκου και του Γιάννη Μαρκόπουλου. Παράλληλα, ηχογραφεί τα Αντιπολεμικά τραγούδια του Λίνου Κόκοτου και του Δημήτρη Χριστοδούλου και κάποια μελοποιημένα από τον Ηλία Ανδριόπουλο ποιήματα του Γιώργου Σεφέρη. Επανέρχεται όμως και στα παραδοσιακά τραγούδια της Κρήτης, ενώ λέει και κάποια λαϊκά τραγούδια του Στέλιου Βαμβακάρη. Με τον «Αργαλειό», το «Φιλεντέμ», τον «Πραματευτή», αλλά και το «Μεσοπέλαγα αρμενίζω», η φωνή του ακούγεται και πάλι έντονα. Τώρα λέει και πάλι «τραγούδια ζωής».[6]
Στην ακμή της καριέρας του, τον Μάιο του 1979, ο Νίκος Ξυλούρης αντιλήφθηκε ότι έχει καρκίνο και πιο συγκεκριμένα όγκο στους πνεύμονες με μετάσταση στον εγκέφαλο. Μεταβαίνει στο «Μεμόριαλ» της Νέας Υόρκης για να χειρουργηθεί και επιστρέφει στην Αθήνα, μετά από αλλεπάλληλες επεμβάσεις, στις αρχές Αυγούστου. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου, σε «συναυλία αγάπης», που διοργανώνει για εκείνον ο Σταύρος Ξαρχάκος στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, με στόχο την κάλυψη των εξόδων της νοσηλείας του, 25.000 άνθρωποι τραγουδούν και προσεύχονται για να γίνει καλά. Τον Δεκέμβριο πηγαίνει για μία εβδομάδα στο «Μεμόριαλ», ωστόσο έχει εξανεμιστεί κάθε ελπίδα.[2] Τελικά έχασε τη μάχη στο αντικαρκινικό νοσοκομείο Πειραιώς στις 8 Φεβρουαρίου 1980, σε ηλικία μόλις 43 χρονών.
Με τη φωνή και το ήθος του σημάδεψε τα χρόνια της χούντας, την αντίσταση σε αυτήν, αλλά και τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Όπως ο ίδιος έλεγε μετά τη μεταπολίτευση, αναφερόμενος στους ανθρώπους της μουσικής βιομηχανίας, "εγώ τους ίδιους ανθρώπους έβλεπα να κανονίζουν επί χούντας, τους ίδιους βλέπω και τώρα".[7]
Είναι ενταφιασμένος στο πρώτο νεκροταφείο Αθηνών.
Για τον Νίκο Ξυλούρη, είναι ευρέως γνωστό ότι η απεριόριστη αγάπη που έτρεφε για τον τόπο του φαινόταν σε όλες τις πτυχές της ζωής του. Μάλιστα έπαιρνε μέρος και σε αρκετές εκδηλώσεις του Συνδέσμου Φίλων ΟΦΗ Αθηνών Νίκος Ξυλούρης, του οποίου ήταν και ιδρυτικό μέλος το 1980. Επέλεξε να βοηθήσει αυτή τη προσπάθεια για να συσπειρώσει τους Κρητικούς φίλαθλους του ΟΦΗ στην Αθήνα.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.