γένος αγγειόσπερμων φυτών From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Μαγνόλια (Magnolia) είναι ένα μεγάλο γένος από, περίπου, 210[Σημ. 1] είδη αγγειόσπερμων φυτών στην υποοικογένεια Μαγνολιοειδή (Magnolioideae), της οικογένειας Μαγνολιοειδή (Magnoliaceae).
Μαγνόλια (Magnolia) | ||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Άνθος της Μαγνόλιας της βιργινιανής (Magnolia virginiana). | ||||||||||||
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||||||
| ||||||||||||
Τυπικό είδος | ||||||||||||
Μαγνόλια η βιργινιανή (Magnolia virginiana) L. | ||||||||||||
Υπογένη | ||||||||||||
| ||||||||||||
Η Μαγνόλια είναι ένα αρχαίο γένος, εμφανίστηκε πριν από τις μέλισσες, τα δε άνθη της θεωρείται να έχουν εξελιχθεί, ώστε να ενθαρρύνουν την επικονίαση από τα σκαθάρια. Για να αποφύγουν τις ζημιές από τα σκαθάρια επικονίασης, τα καρπόφυλλα των ανθέων της Μαγνόλιας είναι εξαιρετικά σκληρά.[1] Απολιθωμένα δείγματα της M. acuminata χρονολογούνται πριν από 20 εκατομμύρια έτη και άλλων φυτών που ανήκουν στα Magnoliaceae έχουν ηλικία 95 εκατομμύρια χρόνια.[2] Μια άλλη πτυχή της Μαγνόλιας, η οποία θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει μια αρχέγονη κατάσταση, είναι ότι ο ανθοφόρος οφθαλμός της (το μπουμπούκι), είναι κλεισμένος εντός ενός βρακτίου[Σημ. 2] παρά σε σέπαλα·[Σημ. 3][3][4][5] τα τμήματα του περιανθίου[Σημ. 4] είναι μη διαφοροποιημένα και ονομάζονται τέπαλα (tepals)[Σημ. 5][6][7] παρά τα διακριτά σέπαλα και πέταλα.[Σημ. 6] Η Μαγνόλια μοιράζεται το χαρακτηριστικό των πετάλων, με πολλά άλλα ανθοφόρα φυτά πλησίον στην βάση της σειράς των ανθοφόρων φυτών,[Σημ. 7][8][9] όπως τα Amborella και τα Nymphaea (καθώς και με πολλά άλλα, προσφάτως προερχόμενα φυτά, όπως το Λείριον (Lilium)).
Η φυσική εξάπλωση των ειδών "Μαγνόλια" είναι διακεκομμένης διανομής (disjunct distribution), με κύριο κέντρο στην Ανατολική και Νοτιοανατολική Ασία και ένα δευτερεύον κέντρο στην ανατολική Βόρεια Αμερική, την Κεντρική Αμερική, τις Δυτικές Ινδίες και ορισμένα είδη στη Νότιο Αμερική.
Ο Κάρολος Πλουμιέρ (Charles Plumier) (1646-1704) περιέγραψε ένα ανθοφόρο δέντρο από το νησί της Μαρτινίκας στο έργο του «Genera» («Γένη»)[10]. Την ονομασία «Magnolia», την έλαβε προς τιμήν του Γάλλου βοτανικού Πιέρ Μανιόλ (γαλ. Pierre Magnol, ΔΦΑ: [maˈɲɔl]).
Στην Ελλάδα εκτός από «Μαγνόλια», απαντούν επίσης οι τύποι «Μανώλια» ή «Μανόλια». Όμως, οι γραπτές πηγές και μάλιστα οι εξειδικευμένες, το αποδίδουν ως «Μαγνόλια», βασιζόμενες στη λατινική ονομασία «Μagnolia». Ως εκ τούτου, οι ονομασίες «Μανώλια» ή «Μανόλια», θα πρέπει μάλλον να θεωρηθούν ως μη σωστές, παρόλο που στον προφορικό λόγο εμφανίζονται συχνότερα.
Όπως συμβαίνει με όλα τα Μαγνολιοειδή (Magnoliaceae), το περιάνθιο είναι αδιαφοροποίητο, με 9-15 τέπαλα (tepals) σε 3 ή περισσότερα σπονδυλώματα. Τα άνθη είναι ερμαφρόδιτα (bisexual) με πολυάριθμες ενώσεις στην βάση τους (adnates)[Σημ. 8][11][12][13] καρπόφυλλα[Σημ. 9] και τους στήμονες να διατάσσονται σε μία σπειροειδή θέση επί της επιμήκους ανθοδόχης. Οι καρποί διανοίγονται κατά μήκος των ραχιαίων ραφών τους. Η γυρεόκοκκοι είναι μονοκολπικοί (monocolpate)[Σημ. 10] και η ανάπτυξη του εμβρύου είναι πολυγωνικού τύπου (polygonium type). (Kapil 1964) (Xu και Rudall 2006))
Η ονομασία 'Μαγνόλια', εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1703, στο «Genera» («Γένη»)[10] του Καρόλου Πλουμιέρ (Charles Plumier 1646 - 1704), για ένα ανθοφόρο δέντρο από το νησί της Μαρτινίκας (talauma). Ο Άγγλος βοτανικός William Sherard, ο οποίος σπούδασε βοτανική στο Παρίσι, υπό τον Ζοζέφ Πιτόν ντε Τουρνεφόρ (Joseph Pitton de Tournefort), μαθητής του Magnol, ήταν πιθανότατα ο πρώτος μετά τον Plumier, που υιοθέτησε το όνομα του γένους 'Μαγνόλια' (Magnolia). Τουλάχιστον ήταν υπεύθυνος για το ταξινομικό τμήμα του Johann Jacob Dillenius «Hortus Elthamensis»[14] και του «Natural History of Carolina, Florida and the Bahama Islands» («Φυσική Ιστορία της Καρολίνα, Φλόριντα και των νήσων Μπαχάμες») του Mark Catesby.[15] Αυτές ήταν οι πρώτες εργασίες μετά το «Genera» («Γένη») του Plumier, που χρησιμοποίησαν την ονομασία 'Μαγνόλια', αυτή τη φορά για ορισμένα είδη ανθοφόρων δέντρων από την εύκρατη Βόρεια Αμερική. Το είδος το οποίο ο Plumier αρχικά ονόμασε 'Μαγνόλια', αργότερα περιγράφηκε από τον Λαμάρκ (Lamarck), ως 'Αννώνη η δωδεκαπέταλος' (Annona dodecapetala)[16] και έκτοτε ονομάζεται Magnolia plumieri και Talauma plumieri (καθώς και μια σειρά από άλλες ονομασίες), αλλά τώρα είναι γνωστή ως 'Μαγνόλια η δωδεκαπέταλος' (Magnolia dodecapetala).[Σημ. 11]
Ο Κάρολος Λινναίος (Carolus Linnaeus), ο οποίος ήταν εξοικειωμένος με το «Genera» του Plumier, το 1735, υιοθέτησε την ονομασία του γένους 'Μαγνόλια' στην πρώτη έκδοση του «Systema Naturae «Genera», χωρίς περιγραφή, αλλά με αναφορά στο έργο του Plumier. Το 1753, στην πρώτη έκδοση του «Species Plantarum «Genera», περιέλαβε την Μαγνόλια του Plumier. Εκεί περιγράφει ένα μονοτυπικό γένος, με το αποκλειστικό είδος να είναι η Μαγνόλια η βιργινιανή (Magnolia virginiana). Καθότι ο Λινναίος (Linnaeus), ποτέ του δεν είδε ένα δείγμα του ερμπαρίου (αν ποτέ υπήρχε ένα) από την Μαγνόλια του Plumier και είχε μόνο την περιγραφή του και μια μάλλον κακή εικόνα της ανά χείρας του, θα πρέπει να το εξέλαβε για το ίδιο φυτό το οποίο χαρακτηρίστηκε από τον Catesby το 1730, στο «Natural History of Carolina» («Φυσική Ιστορία της Καρολίνα»). Την τοποθέτησε ως συνώνυμο της Magnolia virginiana ποικ. foetida, το taxon που τώρα είναι γνωστό ως Magnolia grandiflora (Μαγνόλια η μεγανθής). Κάτω από την Magnolia virginiana ο Λινναίος, περιέγραψε πέντε ποικιλίες (τις glauca (γλαυκή), foetida (δυσώδης), grisea, tripetala (τριπέταλος) και acuminata (ακιδωτή)). Στη δέκατη έκδοση του «Systema Naturae» (1759), συγχώνευσε την grisea με την glauca και έθεσε τις υπόλοιπες τέσσερις ποικιλίες, στην κατάσταση των ειδών (to species status).[Σημ. 12]
Μέχρι το τέλος του 18ου αιώνα, οι βοτανικοί και κυνηγοί φυτών που εξερευνούσαν στην Ασία, άρχισαν να ονοματίζουν και να περιγράφουν τα είδη Μαγνόλιας από την Κίνα και την Ιαπωνία. Τα πρώτα Ασιατικά είδη που περιγράφηκαν από τους δυτικούς βοτανικούς ήταν οι Magnolia denudata (γυμνή), Magnolia liliiflora (λειριανθής),[Σημ. 13] Magnolia coco και Magnolia Figo.[Σημ. 14] Σύντομα μετά από αυτά, το 1794, ο Carl Peter Thunberg, συνέλεξε και περιέγραψε την Magnolia obovata (αντωοειδής) από την Ιαπωνία και περίπου κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, η Magnolia Kobus επίσης ήταν η πρώτη που συλλέχθηκε.[17]
Με τον αριθμό των ειδών να αυξάνεται, το γένος χωρίστηκε σε δύο υπο-γένη Magnolia και Yulania. Η Magnolia περιέχει τα Αμερικανικά αειθαλή είδη M. grandiflora, η οποία είναι φυτοκομικής σημασίας,[Σημ. 15] ιδιαίτερα στις νοτιοανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες και M. virginiana, τα είδη του τύπου. Η Yulania περιέχει διάφορα φυλλοβόλα είδη Ασιατικής προέλευσης, όπως τα Μ. denudata και M. Kobus, τα οποία έχουν γίνει σημαντικά κηπευτικά στο δικό τους δικαίωμα και ως γονείς σε υβρίδια. Κατατάσσονται στην Yulania, είναι επίσης το Αμερικανικό φυλλοβόλο Μ. acuminata (δέντρο αγγούρι), το οποίο έχει πρόσφατα κατορθώσει μεγαλύτερη θέση από τον υπεύθυνο γονέα για το κίτρινου χρώματος λουλούδι σε πολλά νέα υβρίδια.
Οι σχέσεις εντός της οικογένειας Magnoliaceae έχουν μπερδέψει τους ταξινομιστές (taxonomists) για μεγάλο χρονικό διάστημα. Επειδή η οικογένεια είναι πολύ παλαιά και έχει επιζήσει πολλά γεωλογικά γεγονότα (όπως εποχές παγετώνων, σχηματισμούς ορέων και ηπείρων), η διανομή της έχει διασπαρθεί. Μερικά είδη ή ομάδες ειδών έχουν απομονωθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ άλλες θα μπορούσαν να παραμείνουν σε στενή επαφή. Για να δημιουργηθούν διαιρέσεις στην οικογένεια (ή ακόμα και εντός του γένους Magnolia), που βασίζονται αποκλειστικά σε μορφολογικά χαρακτηριστικά, έχει αποδειχθεί ότι είναι ένα σχεδόν ακατόρθωτο έργο.[Σημ. 16]
Μέχρι το τέλος του 20ού αιώνα, η αλληλουχία του DNA είχε γίνει διαθέσιμη, ως μέθοδος μεγάλης κλίμακας έρευνα στις φυλογενετικές σχέσεις. Αρκετές μελέτες, συμπεριλαμβανομένων των μελετών σε πολλά είδη εντός της οικογένειας Magnoliaceae, διεξήχθησαν για την διερεύνηση των σχέσεων.[18][19][20] Αυτό που όλες οι μελέτες αποκάλυψαν, ήταν ότι τα γένη Michelia και Magnolia στο υπογένος Yulania, ήταν πολύ πιο στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους, απ'ότι ήταν το κάθε ένα από αυτά για την Magnolia στο υπογένος Magnolia. Αυτές οι φυλογενετικές μελέτες, υποστηρίχθηκαν από μορφολογικά δεδομένα.[21]
Όπως η ονοματολογία υποτίθεται ότι αντικατοπτρίζει τις συγγένειες, η κατάσταση με τα ονόματα των ειδών στη Michelia και τη Magnolia στο υπογένος Yulania ήταν ανεπιθύμητη. Ταξινομικά, τρεις επιλογές είναι διαθέσιμες:
Η Magnolia υπογένος Magnolia δεν μπορεί να μετονομαστεί, γιατί περιέχει την Μ. virginiana, τα είδη του τύπου του γένους και της οικογένειας.
Δεν υπάρχουν πολλά είδη Michelia που να έχουν γίνει μέχρι στιγμής φυτοκομικά ή οικονομικά σημαντικά, πέραν της ξυλείας τους. Και τα δύο υπογένη Magnolia και το υπογένος Yulania, περιλαμβάνουν είδη μείζονος φυτοκομικής σημασίας και μια αλλαγή στην ονομασία θα ήταν αρκετά ανεπιθύμητη για πολύ κόσμο, ειδικά στον τομέα του κλάδου της φυτοκομικής. Στην Ευρώπη, η Magnolia είναι ακόμη περισσότερο ή λιγότερο ένα συνώνυμο με την Yulania, δεδομένου ότι τα περισσότερα από τα καλλιεργούμενα είδη σε αυτήν την ήπειρο έχουν την Magnolia (Yulania) denudata ως έναν από τους γονείς τους. Ως εκ τούτου, οι περισσότεροι ταξινομητές οι οποίοι αναγνωρίζουν στενές σχέσεις μεταξύ των Yulania και των Michelia, υποστηρίζουν την τρίτη επιλογή και εντάσσουν τις Michelia με τις Magnolia.
Το ίδιο ισχύει, τηρουμένων των αναλογιών (mutatis mutandis),[Σημ. 17][22][23][24] για τα (πρώην) γένηTalauma και Dugandiodendron, τα οποία στη συνέχεια τοποθετήθηκαν στο υπογένος Magnolia και γένος (Manglietia), τα οποία θα μπορούσαν να ενωθούν με την υποκατηγορία Magnolia ή ακόμη θα μπορούσαν και να κερδίσουν το καθεστώς ενός επιπλέον υπογένους. Η Elmerrillia φαίνεται να συνδέεται στενά με τις Michelia και Yulania, οπότε πιθανότατα θα αντιμετωπίζονταν με τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίζεται τώρα και η Michelia. Η ακριβής κατάσταση της ονοματολογίας των μικρών ή μονοειδικών γενών όπως: Kmeria, Parakmeria, Pachylarnax, Manglietiastrum, Aromadendron, Woonyoungia, Alcimandra, Paramichelia και Tsoongiodendron παραμένει αβέβαιη. Οι ταξινόμοι που συγχωνεύουν τη Michelia στη Magnolia, τείνουν επίσης να συγχωνευθούν αυτά τα μικρά γένη στη Magnolia s.l.. Οι βοτανικοί ακόμη δεν συμφωνούν για το αν θα αναγνωρίσουν ένα μεγάλο γένος Magnolia ή διαφορετικά μικρά γένη. Για παράδειγμα, η Χλωρίδα της Κίνας προσφέρει δύο επιλογές: μια μεγάλη Magnolia η οποία περιλαμβάνει περίπου 300 είδη, τα πάντα στη Magnoliaceae εκτός του Liriodendron (δέντρο τουλίπα) ή 16 διαφορετικά γένη, μερικά απ'αυτά πρόσφατα χωρισμένα ή αναγνωρισμένα ξανά, με το καθε ένα από τα οποία να περιέχει έως και 50 είδη.[25] Ο δυτικός συν-συγγραφέας ευνοεί το μεγάλο γένος Magnolia, ενώ οι Κινέζοι συγγραφείς αναγνωρίζουν τα διαφορετικά μικρό γένη.
Τα είδη των Magnolia πιο συχνά ταξινομούνται σε τρια υπογένη, 12 τμήματα και 13 υποενότητες. Όπως αυτά που χρησιμοποιούνται εδώ, μετά την κατάταξη της Κοινωνίας των Magnolia.[26] Αυτό δεν αποτελεί την τελευταία λέξη για την υποδιαίρεση του γένους Magnolia (βλέπε παραπάνω), καθώς δεν έχει ακόμη επιτευχθεί σαφής συναίνεση. Κάθε καταχώρηση είδους ακολουθεί το πρότυπο: Βοτανική ονομασία Ονοματούσα αρχή - κοινή (-ές) ονομασία (-ες), εάν υπάρχει (-ουν) (ΠΕΡΙΟΧΗ ΟΠΟΥ ΑΠΑΝΤΑΤΑΙ).
Η δομή της υποδιαίρεσης έχει ως εξής:
Οι ανθήρες ανοίγουν διασπώμενοι έμπροσθεν και στρεφόμενοι προς το κέντρο του άνθους, φυλλοβόλα ή αειθαλή, λουλούδια παράγονται μετά τα φύλλα.
Οι ανθήρες ανοίγουν από τη διάσπασή τους στις πλευρές, φυλλοβόλο, τα άνθη ως επί το πλείστον παράγονται πριν από τα φύλλα (πλην της M. acuminata)
Στη Ν. Αφρική, τρία είναι τα εισηγμένα είδη που βρίσκονται να καλλιεργούνται:
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Σε γενικές γραμμές, το γένος Magnolia έχει προσελκύσει το φυτοκομικό ενδιαφέρον. Μερικές, όπως η μαγνόλια αστέρας (Μ. stellata) και η μαγνόλια πιατάκι (Magnolia × soulangeana), ανθίζουν από πολύ νωρίς την άνοιξη, πριν ανοίξουν τα φύλλα. Άλλες, ανθίζουν στα τέλη της άνοιξης ή στις αρχές του καλοκαιριού, συμπεριλαμβανομένης της μαγνόλιας sweetbay (Μ. virginiana) και της μαγνόλιας του Νότου (Μ. grandiflora).
Ο υβριδισμός υπήρξε εξαιρετικά επιτυχής όσον αφορά στον συνδυασμό των καλύτερων στοιχείων από διαφορετικά είδη, για να δώσει στα φυτά που ανθίζουν σε νεότερη ηλικία από ό,τι το γονεϊκό είδος, καθώς επίσης και έχοντας πιο εντυπωσιακά άνθη. Μια από τις πιο δημοφιλής μαγνόλιες κήπου, η μαγνόλια πιατάκι (Magnolia × soulangeana), είναι ένα υβρίδιο της Μ. liliiflora και M. denudata.
Στις ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες, πέντε ενδημικά είδη βρίσκονται συχνά στην καλλιέργεια: η M. acuminata (ως ένα δέντρο σκίασης), η M. grandiflora, η M. virginiana, η M. tripetala και η M. macrophylla. Τα δύο τελευταία είδη θα πρέπει να φυτευτούν εκεί όπου οι ισχυροί άνεμοι δεν είναι ένα συχνό πρόβλημα, λόγω του μεγέθους των φύλλων τους.
Σε ορισμένους δρόμους των Τιράνων, Αλβανίας, η μαγνόλια χρησιμεύει ως διακοσμητικό δέντρο πεζοδρομίου.
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Ο φλοιός και οι ανθοφόροι οφθαλμοί (μπουμπούκια), της Μ. officinalis, εδώ και καιρό χρησιμοποιούνται στην παραδοσιακή Κινεζική ιατρική, όπου είναι γνωστοί ως «Χου πο» (厚朴). Στην Ιαπωνία, η Μ. obovata (kōboku), χρησιμοποιείται κατά παρόμοιο τρόπο.
Το δέντρο αγγουριά (cucumbertree), (M. acuminata), αναπτύσσεται σε μεγάλο μέγεθος και συγκομιδείται στα δάση των βορειοανατολικών ΗΠΑ, ως δέντρο ξυλείας. Το ξύλο της πωλείται ως «κίτρινη λεύκα», μαζί με εκείνο του δέντρου τουλίπα (tuliptree), (Liriodendron tulipifera). Η μαγνόλια Fraser, M. fraseri, επίσης επιτυγχάνει αρκετό μέγεθος και μερικές φορές συγκομιδείται παρομοίως.
Σε ορισμένα μέρη της Ιαπωνίας, τα φύλλα της Μ. obovata (αντωοειδής) χρησιμοποιούνται για την περιτύλιξη των τροφίμων και ως μαγειρικά πιάτα.
Οι Μαγνόλιες χρησιμοποιούνται ως φυτά τροφής από την προνύμφες κάποιων ειδών Λεπιδοπτέρων, συμπεριλαμβανομένου του γιγαντιαίου σκόρου λεοπάρδαλη (Giant Leopard Moth).
Το έλαιό της χρησιμοποιείται για τον αρωματισμό του μοσχολίβανου.
Ο αρωματικός φλοιός, περιέχει magnolol, honokiol, 4-O-methylhonokiol και obovatol.[39][40][41][42][43][44] Οι Magnolol[45] και honokiol,[46] ενεργοποιούν τον πυρηνικό υποδοχέα (nuclear receptor) πολλαπλασιαστή υπεροξεισωμάτων-ενεργοποιούμενο από τον γάμμα υποδοχέα (peroxisome proliferator-activated receptor gamma).
Η Καναδή καλλιτέχνιδα, Sarah Maloney,[48] δημιούργησε μια σειρά γλυπτών ανθέων, σε μπρούντζο, χάλυβα και που τιτλοφορήθηκε «Πρώτα Άνθη»,[49] στην οποία εφιστά την προσοχή μας στα διπλά σύμβολα του ξεκινήματος του άνθους, τόσο ως εξελικτικό αρχέτυπο, αλλά όσο και ως ένα από τα πρώτα δέντρα που ανθίζουν την άνοιξη.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.