γένος αγγειόσπερμων φυτών From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Μαγνόλια(Magnolia) είναι ένα μεγάλο γένος από, περίπου, 210[Σημ. 1] είδη αγγειόσπερμων φυτών στην υποοικογένεια Μαγνολιοειδή(Magnolioideae), της οικογένειαςΜαγνολιοειδή(Magnoliaceae).
Η Μαγνόλια είναι ένα αρχαίο γένος, εμφανίστηκε πριν από τις μέλισσες, τα δε άνθη της θεωρείται να έχουν εξελιχθεί, ώστε να ενθαρρύνουν την επικονίαση από τα σκαθάρια. Για να αποφύγουν τις ζημιές από τα σκαθάρια επικονίασης, τα καρπόφυλλα των ανθέων της Μαγνόλιας είναι εξαιρετικά σκληρά.[1]Απολιθωμένα δείγματα της M. acuminata χρονολογούνται πριν από 20 εκατομμύρια έτη και άλλων φυτών που ανήκουν στα Magnoliaceae έχουν ηλικία 95 εκατομμύρια χρόνια.[2] Μια άλλη πτυχή της Μαγνόλιας, η οποία θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει μια αρχέγονη κατάσταση, είναι ότι ο ανθοφόρος οφθαλμός της (το μπουμπούκι), είναι κλεισμένος εντός ενός βρακτίου[Σημ. 2] παρά σε σέπαλα·[Σημ. 3][3][4][5] τα τμήματα του περιανθίου[Σημ. 4] είναι μη διαφοροποιημένα και ονομάζονται τέπαλα(tepals)[Σημ. 5][6][7] παρά τα διακριτά σέπαλα και πέταλα.[Σημ. 6] Η Μαγνόλια μοιράζεται το χαρακτηριστικό των πετάλων, με πολλά άλλα ανθοφόρα φυτά πλησίον στην βάση της σειράς των ανθοφόρων φυτών,[Σημ. 7][8][9] όπως τα Amborella και τα Nymphaea (καθώς και με πολλά άλλα, προσφάτως προερχόμενα φυτά, όπως το Λείριον(Lilium)).
Η φυσική εξάπλωση των ειδών "Μαγνόλια" είναι διακεκομμένης διανομής(disjunct distribution), με κύριο κέντρο στην Ανατολική και Νοτιοανατολική Ασία και ένα δευτερεύον κέντρο στην ανατολική Βόρεια Αμερική, την Κεντρική Αμερική, τις Δυτικές Ινδίες και ορισμένα είδη στη Νότιο Αμερική.
Ο Κάρολος Πλουμιέρ(Charles Plumier) (1646-1704) περιέγραψε ένα ανθοφόρο δέντρο από το νησί της Μαρτινίκας στο έργο του «Genera» («Γένη»)[10]. Την ονομασία «Magnolia», την έλαβε προς τιμήν του Γάλλου βοτανικού Πιέρ Μανιόλ (γαλ.Pierre Magnol, ΔΦΑ: [maˈɲɔl]).
Στην Ελλάδα εκτός από «Μαγνόλια», απαντούν επίσης οι τύποι «Μανώλια» ή «Μανόλια». Όμως, οι γραπτές πηγές και μάλιστα οι εξειδικευμένες, το αποδίδουν ως «Μαγνόλια», βασιζόμενες στη λατινική ονομασία «Μagnolia». Ως εκ τούτου, οι ονομασίες «Μανώλια» ή «Μανόλια», θα πρέπει μάλλον να θεωρηθούν ως μη σωστές, παρόλο που στον προφορικό λόγο εμφανίζονται συχνότερα.
Τετραμερές άνθος (Ludwigia octovalvis) όπου φαίνονται τα πέταλα και τα σέπαλα.
Ένα άνθος Κρίνου(Lilium) όπου διακρίνονται έξη τέπαλα (tepals): τα τρία εσωτερικά είναι πέταλα και τα τρία εξωτερικά, σέπαλα.
Διάγραμμα όπου φαίνονται τα μέρη ενός ώριμου άνθους. Σε αυτό το παράδειγμα το περιάνθιο χωρίζεται στον κάλυκα (σέπαλα) και την στεφάνη (πέταλα).
Γρήγορες Πληροφορίες Left frame, Right frame ...
Stereo image
Leftframe
Rightframe
Parallelview()
Cross-eyeview()
Ώριμος καρπός μαγνόλιας που αρχίζει να ανοίγει, με ορατούς μερικούς σπόρους.
Κλείσιμο
Όπως συμβαίνει με όλα τα Μαγνολιοειδή(Magnoliaceae), το περιάνθιο είναι αδιαφοροποίητο, με 9-15 τέπαλα (tepals) σε 3 ή περισσότερα σπονδυλώματα. Τα άνθη είναι ερμαφρόδιτα (bisexual) με πολυάριθμες ενώσεις στην βάση τους (adnates)[Σημ. 8][11][12][13]καρπόφυλλα[Σημ. 9] και τους στήμονες να διατάσσονται σε μία σπειροειδή θέση επί της επιμήκους ανθοδόχης. Οι καρποί διανοίγονται κατά μήκος των ραχιαίων ραφών τους. Η γυρεόκοκκοι είναι μονοκολπικοί (monocolpate)[Σημ. 10] και η ανάπτυξη του εμβρύου είναι πολυγωνικού τύπου (polygonium type). (Kapil 1964) (Xu και Rudall 2006))
Ιστορία
Πρώιμη
Η ονομασία 'Μαγνόλια', εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1703, στο «Genera» («Γένη»)[10] του Καρόλου Πλουμιέρ (Charles Plumier 1646 - 1704), για ένα ανθοφόρο δέντρο από το νησί της Μαρτινίκας(talauma). Ο Άγγλος βοτανικός William Sherard, ο οποίος σπούδασε βοτανική στο Παρίσι, υπό τον Ζοζέφ Πιτόν ντε Τουρνεφόρ(Joseph Pitton de Tournefort), μαθητής του Magnol, ήταν πιθανότατα ο πρώτος μετά τον Plumier, που υιοθέτησε το όνομα του γένους 'Μαγνόλια' (Magnolia). Τουλάχιστον ήταν υπεύθυνος για το ταξινομικό τμήμα του Johann Jacob Dillenius«Hortus Elthamensis»[14] και του «Natural History of Carolina, Florida and the Bahama Islands» («Φυσική Ιστορία της Καρολίνα, Φλόριντα και των νήσων Μπαχάμες») του Mark Catesby.[15] Αυτές ήταν οι πρώτες εργασίες μετά το «Genera» («Γένη») του Plumier, που χρησιμοποίησαν την ονομασία 'Μαγνόλια', αυτή τη φορά για ορισμένα είδη ανθοφόρων δέντρων από την εύκρατηΒόρεια Αμερική. Το είδος το οποίο ο Plumier αρχικά ονόμασε 'Μαγνόλια', αργότερα περιγράφηκε από τον Λαμάρκ(Lamarck), ως 'Αννώνη η δωδεκαπέταλος' (Annona dodecapetala)[16] και έκτοτε ονομάζεται Magnolia plumieri και Talauma plumieri (καθώς και μια σειρά από άλλες ονομασίες), αλλά τώρα είναι γνωστή ως 'Μαγνόλια η δωδεκαπέταλος' (Magnolia dodecapetala).[Σημ. 11]
Ο Κάρολος Λινναίος(Carolus Linnaeus), ο οποίος ήταν εξοικειωμένος με το «Genera» του Plumier, το 1735, υιοθέτησε την ονομασία του γένους 'Μαγνόλια' στην πρώτη έκδοση του «Systema Naturae «Genera», χωρίς περιγραφή, αλλά με αναφορά στο έργο του Plumier. Το 1753, στην πρώτη έκδοση του «Species Plantarum «Genera», περιέλαβε την Μαγνόλια του Plumier. Εκεί περιγράφει ένα μονοτυπικό γένος, με το αποκλειστικό είδος να είναι η Μαγνόλια η βιργινιανή(Magnolia virginiana). Καθότι ο Λινναίος (Linnaeus), ποτέ του δεν είδε ένα δείγμα του ερμπαρίου (αν ποτέ υπήρχε ένα) από την Μαγνόλια του Plumier και είχε μόνο την περιγραφή του και μια μάλλον κακή εικόνα της ανά χείρας του, θα πρέπει να το εξέλαβε για το ίδιο φυτό το οποίο χαρακτηρίστηκε από τον Catesby το 1730, στο «Natural History of Carolina» («Φυσική Ιστορία της Καρολίνα»). Την τοποθέτησε ως συνώνυμο της Magnolia virginiana ποικ. foetida, το taxon που τώρα είναι γνωστό ως Magnolia grandiflora (Μαγνόλια η μεγανθής). Κάτω από την Magnolia virginiana ο Λινναίος, περιέγραψε πέντε ποικιλίες (τις glauca (γλαυκή), foetida (δυσώδης), grisea, tripetala (τριπέταλος) και acuminata (ακιδωτή)). Στη δέκατη έκδοση του «Systema Naturae» (1759), συγχώνευσε την grisea με την glauca και έθεσε τις υπόλοιπες τέσσερις ποικιλίες, στην κατάσταση των ειδών (to species status).[Σημ. 12]
Μέχρι το τέλος του 18ου αιώνα, οι βοτανικοί και κυνηγοί φυτών που εξερευνούσαν στην Ασία, άρχισαν να ονοματίζουν και να περιγράφουν τα είδη Μαγνόλιας από την Κίνα και την Ιαπωνία. Τα πρώτα Ασιατικά είδη που περιγράφηκαν από τους δυτικούς βοτανικούς ήταν οι Magnolia denudata (γυμνή), Magnolia liliiflora (λειριανθής),[Σημ. 13]Magnolia coco και Magnolia Figo.[Σημ. 14] Σύντομα μετά από αυτά, το 1794, ο Carl Peter Thunberg, συνέλεξε και περιέγραψε την Magnolia obovata (αντωοειδής) από την Ιαπωνία και περίπου κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, η Magnolia Kobus επίσης ήταν η πρώτη που συλλέχθηκε.[17]
Πρόσφατη
Με τον αριθμό των ειδών να αυξάνεται, το γένος χωρίστηκε σε δύο υπο-γένη Magnolia και Yulania. Η Magnolia περιέχει τα Αμερικανικά αειθαλή είδη M. grandiflora, η οποία είναι φυτοκομικής σημασίας,[Σημ. 15] ιδιαίτερα στις νοτιοανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες και M. virginiana, τα είδη του τύπου. Η Yulania περιέχει διάφορα φυλλοβόλα είδη Ασιατικής προέλευσης, όπως τα Μ. denudata και M. Kobus, τα οποία έχουν γίνει σημαντικά κηπευτικά στο δικό τους δικαίωμα και ως γονείς σε υβρίδια. Κατατάσσονται στην Yulania, είναι επίσης το Αμερικανικό φυλλοβόλο Μ. acuminata (δέντρο αγγούρι), το οποίο έχει πρόσφατα κατορθώσει μεγαλύτερη θέση από τον υπεύθυνο γονέα για το κίτρινου χρώματος λουλούδι σε πολλά νέα υβρίδια.
Οι σχέσεις εντός της οικογένειας Magnoliaceae έχουν μπερδέψει τους ταξινομιστές (taxonomists) για μεγάλο χρονικό διάστημα. Επειδή η οικογένεια είναι πολύ παλαιά και έχει επιζήσει πολλά γεωλογικά γεγονότα (όπως εποχές παγετώνων, σχηματισμούς ορέων και ηπείρων), η διανομή της έχει διασπαρθεί. Μερικά είδη ή ομάδες ειδών έχουν απομονωθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ άλλες θα μπορούσαν να παραμείνουν σε στενή επαφή. Για να δημιουργηθούν διαιρέσεις στην οικογένεια (ή ακόμα και εντός του γένους Magnolia), που βασίζονται αποκλειστικά σε μορφολογικά χαρακτηριστικά, έχει αποδειχθεί ότι είναι ένα σχεδόν ακατόρθωτο έργο.[Σημ. 16]
Φυλογενετική εποχή
Μέχρι το τέλος του 20ού αιώνα, η αλληλουχία του DNA είχε γίνει διαθέσιμη, ως μέθοδος μεγάλης κλίμακας έρευνα στις φυλογενετικές σχέσεις. Αρκετές μελέτες, συμπεριλαμβανομένων των μελετών σε πολλά είδη εντός της οικογένειας Magnoliaceae, διεξήχθησαν για την διερεύνηση των σχέσεων.[18][19][20] Αυτό που όλες οι μελέτες αποκάλυψαν, ήταν ότι τα γένη Michelia και Magnolia στο υπογένος Yulania, ήταν πολύ πιο στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους, απ'ότι ήταν το κάθε ένα από αυτά για την Magnolia στο υπογένος Magnolia. Αυτές οι φυλογενετικές μελέτες, υποστηρίχθηκαν από μορφολογικά δεδομένα.[21]
Όπως η ονοματολογία υποτίθεται ότι αντικατοπτρίζει τις συγγένειες, η κατάσταση με τα ονόματα των ειδών στη Michelia και τη Magnolia στο υπογένος Yulania ήταν ανεπιθύμητη. Ταξινομικά, τρεις επιλογές είναι διαθέσιμες:
1 να ενωθούν η Michelia και τα είδη στη Yulania, σε ένα κοινό γένος, όντας μη Magnolia (των οποίων η ονομασία Michelia έχει προτεραιότητα),
2 να προαχθεί το υπογένος Yulania στη γενερική κατάταξη, αφήνοντας τις ονομασίες Michelia και τις ονομασίες του υπογένους Magnolia ανέγγιχτες ή
3 να ενωθούν οι Michelia με το γένος Magnolia στο γένος Magnolias.l. (ένα μεγάλο γένος).
Η Magnolia υπογένος Magnolia δεν μπορεί να μετονομαστεί, γιατί περιέχει την Μ. virginiana, τα είδη του τύπου του γένους και της οικογένειας.
Δεν υπάρχουν πολλά είδη Michelia που να έχουν γίνει μέχρι στιγμής φυτοκομικά ή οικονομικά σημαντικά, πέραν της ξυλείας τους. Και τα δύο υπογένη Magnolia και το υπογένος Yulania, περιλαμβάνουν είδη μείζονος φυτοκομικής σημασίας και μια αλλαγή στην ονομασία θα ήταν αρκετά ανεπιθύμητη για πολύ κόσμο, ειδικά στον τομέα του κλάδου της φυτοκομικής. Στην Ευρώπη, η Magnolia είναι ακόμη περισσότερο ή λιγότερο ένα συνώνυμο με την Yulania, δεδομένου ότι τα περισσότερα από τα καλλιεργούμενα είδη σε αυτήν την ήπειρο έχουν την Magnolia (Yulania) denudata ως έναν από τους γονείς τους. Ως εκ τούτου, οι περισσότεροι ταξινομητές οι οποίοι αναγνωρίζουν στενές σχέσεις μεταξύ των Yulania και των Michelia, υποστηρίζουν την τρίτη επιλογή και εντάσσουν τις Michelia με τις Magnolia.
Το ίδιο ισχύει, τηρουμένων των αναλογιών (mutatis mutandis),[Σημ. 17][22][23][24] για τα (πρώην) γένηTalauma και Dugandiodendron, τα οποία στη συνέχεια τοποθετήθηκαν στο υπογένος Magnolia και γένος (Manglietia), τα οποία θα μπορούσαν να ενωθούν με την υποκατηγορία Magnolia ή ακόμη θα μπορούσαν και να κερδίσουν το καθεστώς ενός επιπλέον υπογένους. Η Elmerrillia φαίνεται να συνδέεται στενά με τις Michelia και Yulania, οπότε πιθανότατα θα αντιμετωπίζονταν με τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίζεται τώρα και η Michelia. Η ακριβής κατάσταση της ονοματολογίας των μικρών ή μονοειδικών γενών όπως: Kmeria, Parakmeria, Pachylarnax, Manglietiastrum, Aromadendron, Woonyoungia, Alcimandra, Paramichelia και Tsoongiodendron παραμένει αβέβαιη. Οι ταξινόμοι που συγχωνεύουν τη Michelia στη Magnolia, τείνουν επίσης να συγχωνευθούν αυτά τα μικρά γένη στη Magnolia s.l.. Οι βοτανικοί ακόμη δεν συμφωνούν για το αν θα αναγνωρίσουν ένα μεγάλο γένος Magnolia ή διαφορετικά μικρά γένη. Για παράδειγμα, η Χλωρίδα της Κίνας προσφέρει δύο επιλογές: μια μεγάλη Magnolia η οποία περιλαμβάνει περίπου 300 είδη, τα πάντα στη Magnoliaceae εκτός του Liriodendron (δέντρο τουλίπα) ή 16 διαφορετικά γένη, μερικά απ'αυτά πρόσφατα χωρισμένα ή αναγνωρισμένα ξανά, με το καθε ένα από τα οποία να περιέχει έως και 50 είδη.[25] Ο δυτικός συν-συγγραφέας ευνοεί το μεγάλο γένος Magnolia, ενώ οι Κινέζοι συγγραφείς αναγνωρίζουν τα διαφορετικά μικρό γένη.
Υποδιαίρεση
Τα είδη των Magnolia πιο συχνά ταξινομούνται σε τρια υπογένη, 12 τμήματα και 13 υποενότητες. Όπως αυτά που χρησιμοποιούνται εδώ, μετά την κατάταξη της Κοινωνίας των Magnolia.[26] Αυτό δεν αποτελεί την τελευταία λέξη για την υποδιαίρεση του γένους Magnolia (βλέπε παραπάνω), καθώς δεν έχει ακόμη επιτευχθεί σαφής συναίνεση. Κάθε καταχώρηση είδους ακολουθεί το πρότυπο: Βοτανική ονομασία Ονοματούσα αρχή - κοινή (-ές) ονομασία (-ες), εάν υπάρχει (-ουν) (ΠΕΡΙΟΧΗ ΟΠΟΥ ΑΠΑΝΤΑΤΑΙ).
Η δομή της υποδιαίρεσης έχει ως εξής:
Υποκατηγορία Magnolia (8 τμήματα)
Μαγνολία (Magnolia)
Gwillimia (2 υποενότητες)
Gwillimia
Blumiana
Talauma (3 υποενότητες)
Talauma
Dugandiodendron
Cubenses
Manglietia
Kmeria
Rhytidospermum (2 υποενότητες)
Rhytidospermum
Oyama
Auriculata
Macrophylla
Υπογένος Yulania (2 τμήματα)
Yulania (2 υποενότητες)
Yulania
Tulipastrum
Michelia (4 υποενότητες)
Michelia
Elmerrillia
Maingola
Aromadendron
Υπογένος Gynopodium (2 τμήματα)
Gynopodium
Manglietiastrum
Υπογένος Magnolia
Οι ανθήρες ανοίγουν διασπώμενοι έμπροσθεν και στρεφόμενοι προς το κέντρο του άνθους, φυλλοβόλα ή αειθαλή, λουλούδια παράγονται μετά τα φύλλα.
Τμήμα Magnolia
Μαγνόλια η μεγανθής(Magnolia grandiflora)L. - Μαγνόλια του Νότου ή ταύρος κόλπου (bull bay) (ΝΑ ΗΠΑ)
Magnolia guatemalensisDonn. Sm. - Μαγνόλια Γουατεμάλας ή Mamey (ΓΟΥΑΤΕΜΑΛΑ, ΟΝΔΟΥΡΑ, ΕΛ ΣΑΛΒΑΔΟΡ)
Magnolia guatemalensisssp.guatemalensis Μαγνόλια Γουατεμάλας ή Mamey (ΓΟΥΑΤΕΜΑΛΑ)
Στη Ν. Αφρική, τρία είναι τα εισηγμένα είδη που βρίσκονται να καλλιεργούνται:
η Magnolia grandiflora που φύεται στις ακτές του Νατάλ (σημερινό ΚουάΖούλου-Νατάλ), στις χαμηλές πεδιάδες του Τρανσβάαλ (σημερινή Μ-πουμαλάνγκα), στο Ανατολικό, Νότιο και ΝΔ Κέιπ,[36]
η Magnolia × soulangiana[Σημ. 21] που φύεται στην ομιχλώδη ζώνη του Νατάλ, στο Νότιο και ΝΔ Κέιπ. Όπου υπάρχουν διάφορες ποικιλίες όπως:
η Magnolia × soulangiana ποικ. 'Lennei': με άνθη, λευκά στο εσωτερικό και σκούρο μωβ εξωτερικά
η Magnolia × soulangiana ποικ. 'Rustica-rubra': λευκά άνθη με ροζ-κόκκινες σκιάσεις και
η Magnolia × soulangiana ποικ. 'Alba superba': με ολόλευκα άνθη[37] και
η Michelia figo (συν. Michelia fuscata) που φύεται στις περιοχές των ακτών του Νατάλ (σημερινό ΚουάΖούλου-Νατάλ) και στις χαμηλές πεδιάδες του Τρανσβάαλ (σημερινή Μ-πουμαλάνγκα).[38]
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.
Σε γενικές γραμμές, το γένος Magnolia έχει προσελκύσει το φυτοκομικό ενδιαφέρον. Μερικές, όπως η μαγνόλια αστέρας (Μ. stellata) και η μαγνόλια πιατάκι (Magnolia × soulangeana), ανθίζουν από πολύ νωρίς την άνοιξη, πριν ανοίξουν τα φύλλα. Άλλες, ανθίζουν στα τέλη της άνοιξης ή στις αρχές του καλοκαιριού, συμπεριλαμβανομένης της μαγνόλιας sweetbay(Μ. virginiana) και της μαγνόλιας του Νότου (Μ. grandiflora).
Ο υβριδισμός υπήρξε εξαιρετικά επιτυχής όσον αφορά στον συνδυασμό των καλύτερων στοιχείων από διαφορετικά είδη, για να δώσει στα φυτά που ανθίζουν σε νεότερη ηλικία από ό,τι το γονεϊκό είδος, καθώς επίσης και έχοντας πιο εντυπωσιακά άνθη. Μια από τις πιο δημοφιλής μαγνόλιες κήπου, η μαγνόλια πιατάκι (Magnolia × soulangeana), είναι ένα υβρίδιο της Μ. liliiflora και M. denudata.
Στις ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες, πέντε ενδημικά είδη βρίσκονται συχνά στην καλλιέργεια: η M. acuminata (ως ένα δέντρο σκίασης), η M. grandiflora, η M. virginiana, η M. tripetala και η M. macrophylla. Τα δύο τελευταία είδη θα πρέπει να φυτευτούν εκεί όπου οι ισχυροί άνεμοι δεν είναι ένα συχνό πρόβλημα, λόγω του μεγέθους των φύλλων τους.
Σε ορισμένους δρόμους των Τιράνων, Αλβανίας, η μαγνόλια χρησιμεύει ως διακοσμητικό δέντρο πεζοδρομίου.
Παραδοσιακή ιατρική
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.
Ο φλοιός και οι ανθοφόροι οφθαλμοί (μπουμπούκια), της Μ. officinalis, εδώ και καιρό χρησιμοποιούνται στην παραδοσιακή Κινεζική ιατρική, όπου είναι γνωστοί ως «Χου πο» (厚朴). Στην Ιαπωνία, η Μ. obovata(kōboku), χρησιμοποιείται κατά παρόμοιο τρόπο.
Ξυλεία
Το δέντρο αγγουριά (cucumbertree), (M. acuminata), αναπτύσσεται σε μεγάλο μέγεθος και συγκομιδείται στα δάση των βορειοανατολικών ΗΠΑ, ως δέντρο ξυλείας. Το ξύλο της πωλείται ως «κίτρινη λεύκα», μαζί με εκείνο του δέντρου τουλίπα(tuliptree), (Liriodendron tulipifera). Η μαγνόλια Fraser, M. fraseri, επίσης επιτυγχάνει αρκετό μέγεθος και μερικές φορές συγκομιδείται παρομοίως.
Άλλες χρήσεις
Σε ορισμένα μέρη της Ιαπωνίας, τα φύλλα της Μ. obovata (αντωοειδής) χρησιμοποιούνται για την περιτύλιξη των τροφίμων και ως μαγειρικά πιάτα.
Οι Μαγνόλιες χρησιμοποιούνται ως φυτά τροφής από την προνύμφες κάποιων ειδών Λεπιδοπτέρων, συμπεριλαμβανομένου του γιγαντιαίου σκόρου λεοπάρδαλη (Giant Leopard Moth).
Το έλαιό της χρησιμοποιείται για τον αρωματισμό του μοσχολίβανου.
Ο αρωματικός φλοιός, περιέχει magnolol, honokiol, 4-O-methylhonokiol και obovatol.[39][40][41][42][43][44] Οι Magnolol[45] και honokiol,[46] ενεργοποιούν τον πυρηνικό υποδοχέα (nuclear receptor) πολλαπλασιαστή υπεροξεισωμάτων-ενεργοποιούμενο από τον γάμμα υποδοχέα (peroxisome proliferator-activated receptor gamma).
Σύμβολα
η M. grandiflora είναι το επίσημο άνθος τόσο στον Μισισιπή όσο και στην Λουιζιάνα. Η αφθονία του άνθους στο Μισισιπή, αντικατοπτρίζεται στο ψευδώνυμο, «Πολιτεία της Μαγνόλιας» ("Magnolia State"). Η Μαγνόλια είναι επίσης το επίσημο δέντρο του Μισισιπή. Ιστορικά, οι μαγνόλιες έχουν συσχετιστεί με τις Νότιες Ηνωμένες Πολιτείες.
η μαγνόλια του Siebold(Magnolia sieboldii) (Μ. sieboldii), είναι το εθνικό λουλούδι της Βόρειας Κορέας.
Τέχνες
Κινηματογράφος και τηλεόραση
Ο Πωλ Τόμας Άντερσον (Paul Thomas Anderson), δημιούργησε μια ταινία με τίτλο «Μανόλια» («Magnolia»).
Οι Ανθισμένες Μανόλιες (αγγλ. τίτλος: (Steel Magnolias)), είναι μια Αμερικανική ταινία κωμωδία-δράμα του 1989, για τον δεσμό ανάμεσα σε μια ομάδα γυναικών από τη Λουιζιάνα, οι οποίες μπορεί να είναι τόσο όμορφες όσο οι μαγνόλιες, αλλά είναι τόσο σκληρές όσο και ο χάλυβας. Η Magnolia παραπέμπει συγκεκριμένα σε ένα δέντρο μαγνόλιας για το οποίο συζητούν, στην αρχή.[47]
Μουσική
το Γαλλικό τραγούδι του 1970, από τον Salvatore Adamo«Les Collines de Rabiah», περιγράφει τα δέντρα μαγνόλιας στη Βηρυτό και κάνει έκκληση για ειρήνη.
το συγκρότημα Grateful Dead, κατέγραψε ένα τραγούδι με τίτλο «Sugar Magnolia», που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1970, στο άλμπουμ «American Beauty». Το τραγούδι έκανε το ντεμπούτο του ζωντανά στις 7 Ιουνίου 1970, στο Fillmore West του Σαν Φρανσίσκο.
ο JJ Cale (5 Δεκεμβρίου 1938-26 Ιουλίου 2013), έγραψε ένα τραγούδι για μια γυναίκα που ονομάζεται Magnolia, το οποίο συνοδεύεται (μουσικά) από τους Poco, Beck και Lucinda Williams.
Λογοτεχνία
η ταινία του 1989, «Ανθισμένες Μανόλιες» ("Steel Magnolias"), βασίζεται στο ομώνυμο λογοτεχνικό έργο του 1987, του Robert Harling.
στο τραγούδι του 1939 «Strange Fruit», γραμμένο για να καταδικάσει την πρακτική του λιντσαρίσματος, το λουλούδι της μαγνόλιας αναφερόταν ως συνδεόμενο με τις Νότιες Ηνωμένες Πολιτείες, όπου έλαβαν χώρα τα περισσότερα λιντσαρίσματα: «Ποιμενική σκηνή του γενναίου νότου / Τα διογκωμένα μάτια και το στριμμένο στόμα / Άρωμα μαγνόλιας, γλυκό και φρέσκο, / τότε η ξαφνική οσμή της καμμένης σάρκας».
Εικαστικές τέχνες
Η Καναδή καλλιτέχνιδα, Sarah Maloney,[48] δημιούργησε μια σειρά γλυπτών ανθέων, σε μπρούντζο, χάλυβα και που τιτλοφορήθηκε «Πρώτα Άνθη»,[49] στην οποία εφιστά την προσοχή μας στα διπλά σύμβολα του ξεκινήματος του άνθους, τόσο ως εξελικτικό αρχέτυπο, αλλά όσο και ως ένα από τα πρώτα δέντρα που ανθίζουν την άνοιξη.
Ο αριθμός των ειδών του γένους Magnolia, εξαρτάται από την ταξινομική άποψη που τα βλέπει κάποιος. Η πρόσφατη μοριακή και μορφολογική έρευνα, δείχνει ότι τα πρώην γένη Talauma, Dugandiodendron, Manglietia, Michelia, Elmerrillia, Kmeria, Parakmeria, Pachylarnax (και ένας μικρός αριθμός μονοειδικών γενών), όλα ανήκουν στο ίδιο γένος, Μαγνόλιαs.l. (s.l. = sensu lato: «υπό την ευρεία έννοια», σε αντίθεση με το ss = stricto sensu: «με τη στενή έννοια»). Το γένος s.s. 'Μαγνόλια' περιέχει περίπου 120 είδη. Δείτε το τμήμα Ταξινομική σε αυτό το άρθρο.
Στη βοτανική βράκτιο (bract) ή βράκειο, είναι ένα φύλλο στο μίσχο του άνθους δηλαδή ένα τροποποιημένο ή εξειδικευμένο φύλλο, ειδικά ένα που σχετίζεται με την αναπαραγωγική δομή, όπως ένα λουλούδι, ταξιανθία άξονας ή κλίμακα κώνου.
Ένα σέπαλο, είναι ένα μέρος του άνθους των αγγειόσπερμων (ανθοφόρα φυτά), που συνήθως είναι πράσινο. Τα σέπαλα, τυπικώς λειτουργούν ως προστασία για τον οφθαλμό του λουλουδιού και συχνά ως υποστήριξη για τα πέταλα, όταν βρίσκονται στην άνθιση (βλέπε σχετική φωτογραφία).
Το περιάνθιο ((perianth) και που μερικές φορές ονομάζεται «περιγόνιον» (perigonium) ή (perigon)), είναι το μη αναπαραγωγικό μέρος του λουλουδιού και η δομή του που σχηματίζει ένα περίβλημα γύρω από τα γεννητικά όργανα, αποτελείται από τον κάλυκα (σέπαλα) και την στεφάνη (πέταλα). Ο όρος περιάνθιο προέρχεται από το ελληνικό «περί», που σημαίνει γύρω από και «άνθος», που σημαίνει λουλούδι, ενώ το «περιγόνιον» προέρχεται από το «γόνος», που σημαίνει σπόρος, δηλαδή τα γεννητικά όργανα (βλέπε σχετικό διάγραμμα).
Ένα τέπαλο (tepal), είναι ο όρος που χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει ένα από τα εξωτερικά μέρη του άνθους (συλλογικά του περιανθίου), όταν αυτά τα μέρη δεν μπορούν εύκολα να διαιρεθούν σε δύο είδη, σέπαλα και πέταλα. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι τα τμήματα του περιανθίου είναι μη διαφοροποιημένα (δηλαδή πολύ παρόμοιας εμφάνισης), όπως στη 'Μαγνόλια', είτε γιατί είναι δυνατόν να διακρίνουμε ένα εξωτερικό σπονδύλωμα των σεπάλων από ένα εσωτερικό σπονδύλωμα των πετάλων, τα σέπαλα και τα πέταλα είναι παρόμοια σε εμφάνιση το ένα με το άλλο (όπως στα Λίλιουμ). Ο όρος προτάθηκε για πρώτη φορά το 1827, από τον Augustin Pyramus de Candolle.
Το ανθοφόρα φυτά, επίσης γνωστά και ως αγγειόσπερμα ή Μαγνολιόφυτα (Magnoliophyta), είναι η πιο ποικιλόμορφη ομάδα φυτών στη γη. Τα αγγειόσπερμα είναι σποροπαραγωγικά φυτά όπως τα γυμνόσπερμα και μπορούν να διακριθούν από τα γυμνόσπερμα από χαρακτηριστικά που συμπεριλαμβάνουν τα λουλούδια, τα ενδοσπέρμια εντός των σπόρων και την παραγωγή καρπών που περιέχουν τους σπόρους. Ετυμολογικά, «αγγειόσπερμο» σημαίνει το φυτό το οποίο παράγει σπόρους εντός ενός περιβλήματος, εν ολίγοις, ένα φυτό καρποφορίας.
Το adnation στα φυτά, είναι η «ένωση των ανόμοιων μερών· οργανικά ενωμένο ή συγχωνευμένο με άλλο ανόμοιο τμήμα, π.χ. μια ωοθήκη με ένα σωλήνα κάλυκα, ή ένα στήμονα με ένα πέταλο». Αυτό είναι σε αντίθεση με το connation, τη ένωση δηλαδή, παρόμοιων οργάνων (βλέπε σχετική φωτογραφία).
Πρόκειται ένα εξαιρετικά περίπλοκο θέμα και έχει να κάνει με την διάταξη των αυλάκων στην περιφέρεια των γυρεοκόκκων. Ετυμολογικά, το monocolpate (μονοκολπικός) προέρχεται από το mono + colpus = μόνο + κόλπος, και είναι οι κόκκοι της γύρης που έχουν μόνο έναν αύλακα (κόλπο) στην επιφάνειά τους.
Σύμφωνα με τον κανόνα της προτεραιότητας, το πρώτο όνομα που έχει δημοσιευθεί εγκύρως στου Λινναίου«Species Plantarum» (1η Μαΐου, 1753) ή οποιαδήποτε άλλη εργασία από οποιονδήποτε άλλο βοτανικό μετά από αυτή, υπερισχύει έναντι των μετέπειτα ονομασιών (takes precedence over later names). Η ονομασία από τον Plumier δεν ήταν διπλή ονομασία και επιπλέον, δόθηκε στη δημοσιότητα πριν από το Species Plantarum, γι'αυτό δεν έχει καμία οντότητα. Οι πρώτες διπλές ονομασίες που δημοσιεύτηκαν μετά το 1753 ήταν του Λαμάρκ η Annona dodecapetala (1786). Η Magnolia plumieri (1788), δόθηκε στη δημοσιότητα σε μια μεταγενέστερη ημερομηνία από τον Schwartz και αντιμετωπίζεται ως συνώνυμο, όπως και οι Magnolia fatiscens (1817· Richard), Talauma caerulea (Jaume St-Hilaire 1805) και Magnolia linguifolia (1822).
Η Magnolia glauca έχει το ίδιο δοκίμιο τύπου με την Magnolia virginiana και η τελευταία είναι η πρώτη έγκυρη ονομασία, το είδος που σήμερα ονομάζεται Magnolia virginiana (sweetbay μαγνόλια). ποικ. foetida μετονομάστηκε σε Μαγνόλια η μεγανθής(Magnolia grandiflora), η οποία είναι νόμιμη, διότι το επίθετο foetida έχει μόνο προτεραιότητα στην κατάταξη της ποικιλίας. Η Magnolia grandiflora, είναι η μαγνόλια του Νότου. Οι Magnolia tripetala (μαγνόλια ομπρέλα) και Magnolia acuminata (δέντρο αγγούρι), εξακολουθούν να αναγνωρίζονται ως είδη.
Υπό αυτές τις ονομασίες, τα είδη που περιγράφονται από τον Desrousseaux στου Λαμάρκ την «Encyclopédie Méthodique Botanique», Tome troisieme (1792): 675. Στις αρχές του 20ού αιώνα, οι περιγραφές που έμοιαζαν να αντιπροσωπεύουν το ίδιο είδος, βρέθηκαν σε ένα έργο του Γάλλου φυσιοδίφη Pierre Joseph Buchoz, «Plantes nouvellement découvertes» (1779), με τις ονομασίες heptapeta Lassonia και quinquepeta Lassonia. Το 1934, ο Άγγλος βοτανικός J.E. Dandy υποστήριξε ότι αυτές οι ονομασίες είχαν προτεραιότητα σε σχέση με τις ονομασίες με τις οποίες τα δύο είδη ήταν γνωστά για πάνω από έναν αιώνα και ως εκ τούτου, από τότε η Magnolia denudata έπρεπε να ονομαστεί Magnolia heptapeta, η Magnolia liliiflora θα έπρεπε να αλλάξει σε Magnolia quinquepeta. Μετά από μακρά συζήτηση, οι ειδικοί ταξινομιστές αποφάσισαν ότι στις ονομασίες του ο Buchoz, βασίστηκε σε χίμαιρες (εικόνες που κατασκευάζονται από στοιχεία διαφορετικών ειδών) και πως ο Buchoz δεν παρέπεμψε ή δεν διατήρησε φυτικά δείγματα, οι ονομασίες του είχαν αποκλειστεί να μην είναι αποδεκτές (his names were ruled not to be acceptable).
Τα είδη αυτά είχαν δημοσιευθεί ως Liriodendron coco και Liriodendron figo από τον J. de Loureiro στο «Flora cochinchinensis» (1790) και αργότερα (1817) μεταφέρθηκε στη Magnolia από τον Α P. de Candolle. Η Magnolia figo σύντομα μετά, μεταφέρθηκε στο γένος Michelia.
Η φυτοκομία (horticulture), είναι ο κλάδος της γεωργίας που ασχολείται με την τέχνη, την επιστήμη, την τεχνολογία και τις επιχειρήσεις της καλλιέργειας των φυτών κήπου. Περιλαμβάνει την καλλιέργεια φαρμακευτικών φυτών, φρούτων, λαχανικών, ξηρών καρπών, σπόρων, βοτάνων, βλαστών, μανιταριών, αλγών, λουλουδιών, φυκιών και των μη βρώσιμων καλλιεργειών, όπως γρασίδι, καλλωπιστικά δέντρα και φυτά.
Το 1927, ο J.E. Dandy αποδέχθηκε 10 γένη στο «The genera of Magnoliaceae», Kew Bulletin 1927: 257-264. Το 1984, ο Law Yuh-Wu πρότεινε 15 στο «A preliminary study on the taxonomy of the family Magnoliaceae», Acta Phytotaxonomica Sinica 22: 89-109· και το 2004, ακόμη 16, στο «Magnolias of China». Αυτό δεν είναι μόνο για την ομαδοποίηση μερικών γενών μαζί εκεί που οι άλλοι δεν το κάνουν· οι συγγραφείς συχνά επιλέγουν διαφορετικά όρια.
Τηρουμένων των αναλογιών (mutatis mutandis), είναι μια μεσαιωνική λατινική φράση που σημαίνει «οι απαραίτητες αλλαγές να έχουν γίνει» ή «άπαξ και έχουν γίνει οι απαραίτητες αλλαγές».
Το γυναικείον (gynoecium) (από το αρχαίο ελληνικό «γυνή» (gyne), που σημαίνει γυναίκα και το «οἶκος», που σημαίνει σπίτι), συνηθέστερα χρησιμοποιείται ως συλλογικός όρος για τα τμήματα του ενός λουλουδιού που παράγει ωάρια και που τελικά εξελίσσεται σε καρπό και σπόρους (βλέπε σχετική φωτογραφία).
Crane, P.R. (1988). «The phylogenetic position and fossil history of the Magnoliaceae». Στο: Hunt, David R. Magnolias and their allies: Proceedings of an International Symposium, Royal Holloway, University of London, Egham, Surrey, U.K., 12-13 April 1996. Milbourne Port. σελ.21. ISBN9780951723487. OCLC40781614.
Cantino,Philip D.;James A. Doyle, Sean W. Graham, Walter S. Judd, Richard G. Olmstead, Douglas E. Soltis, Pamela S. Soltis, & Michael J. Donoghue(2007).«Towards a phylogenetic nomenclature of Tracheophyta».Taxon56(3): E1–E44.doi:10.2307/25065865.
Dillenius, J.J. (1732), Hortus Elthamensis, seu plantarum rariorum quas in horto suo Elthami in Cantio coluit vir ornamentissimus et praestantissimus Jacobus Sherard. London [The garden of Eltham, or rather about the rare plants that the most distinguished and prominent man Jacob Sherard grows in his garden in Eltham in Kent].
Catesby, M. (1730), The Natural History of Carolina, Florida and the Bahama Islands, containing the figures of birds, beasts, fishes, serpents, insects and plants, Vol. 1. London.
Magnolia kobus only received its name in 1814, when it was validly published by A.P. de Candolle. There has been much confusion about earlier attempts to validly publish this species, especially because descriptions and type specimens did not match.
Azuma,H.;Thien,L.B.;Kawano,S.(1999).«Molecular phylogeny of Magnolia (Magnoliaceae) inferred from cpDNA sequences and evolutionary divergence of the floral scents».Journal of Plant Research112(1107): 291–306.
Azuma,H.;García-Franco,J.G.;Rico-Gray,V.;Thien,L.B.(2001).«Molecular phylogeny of the Magnoliaceae: the biogeography of tropical and temperate disjunctions».American Journal of Botany88: 2275–2285.doi:10.2307/3558389.
Kim,S.και άλλοι.(2001).«Phylogenetic relationships in family Magnoliaceae inferred from ndhF sequences».American Journal of Botany88(4): 717–728.doi:10.2307/2657073.
Figlar, R.B. (2000), Proleptic branch initiation in Michelia and Magnolia subgenus Yulania provides basis for combinations in subfamily Magnolioideae. In: Liu Yu-hu et al., Proceedings of the International Symposium on the Family Magnoliaceae: 14-25, Science Press, Beijing.
Brambach,F.;Nooteboom,H.P.;Culmsee,H..«Magnolia sulawesiana described, and a key to the species of Magnolia (Magnoliaceae) occurring in Sulawesi».Blumea - Biodiversity, Evolution and Biogeography of Plants58(3): 271–276.doi:10.3767/000651913X676817.
George Maclay, Peter Joyce, Alan Duggan, Susan Hart, Gabrielle Droomer-Snyman, Christabel Hardacre, Dominique Emery, Marguerite King, Diana Lilford, Judy Beyer, Ethleen Lastovica, Neville Gray, Mary du Plooy, Gail Naidoo, Derek Elsworthy, William de Bruyn, Jack Early (1988). «Magnolia grandiflora». Illustrated Encyclopaedia of Gardening in South Africa. Reader's Digest Association. σελ.172. ISBN0 947008 01 2.
George Maclay, Peter Joyce, Alan Duggan, Susan Hart, Gabrielle Droomer-Snyman, Christabel Hardacre, Dominique Emery, Marguerite King, Diana Lilford, Judy Beyer, Ethleen Lastovica, Neville Gray, Mary du Plooy, Gail Naidoo, Derek Elsworthy, William de Bruyn, Jack Early (1988). «Magnolia × soulangiana». Illustrated Encyclopaedia of Gardening in South Africa. Reader's Digest Association. σελ.172. ISBN0 947008 01 2.
George Maclay, Peter Joyce, Alan Duggan, Susan Hart, Gabrielle Droomer-Snyman, Christabel Hardacre, Dominique Emery, Marguerite King, Diana Lilford, Judy Beyer, Ethleen Lastovica, Neville Gray, Mary du Plooy, Gail Naidoo, Derek Elsworthy, William de Bruyn, Jack Early (1988). «Michelia figo». Illustrated Encyclopaedia of Gardening in South Africa. Reader's Digest Association. σελ.177. ISBN0 947008 01 2.
Han H., Jung J.K., Han S.B., Nam S.Y., Oh K.W., Hong J.T.(2011).«Anxiolytic-like effects of 4-O-methylhonokiol isolated from magnolia officinalis through enhancement of GABAergic transmission and chloride influx».Journal of Medicinal Food14(7–8): 724–731.doi:10.1089/jmf.2010.1111.PMID21501091.
Kalman D.S., Feldman S., Feldman R., Schwartz H.I., Krieger D.R., Garrison R.(2008).«Effect of a proprietary Magnolia and Phellodendron extract on stress levels in healthy women: A pilot, double-blind, placebo-controlled clinical trial».Nutrition Journal7(1): 11.doi:10.1186/1475-2891-7-11.
Ma L., Chen J., Wang X., Liang X., Luo Y., Zhu W., Wang T., Peng M., Li S., Jie S., Peng A., Wei Y., Chen L.(2011).«Structural modification of honokiol, a biphenyl occurring in magnolia officinalis: The evaluation of honokiol analogues as inhibitors of angiogenesis and for their cytotoxicity and structure-activity relationship».Journal of Medicinal Chemistry54(19): 6469–6481.doi:10.1021/jm200830u.PMID21853991.
Lee YJ, Lee YM, Lee CK, Jung JK, Han SB, Hong JT(2011).«Therapeutic applications of compounds in the Magnolia family».Pharmacol Ther.130(2): 157–176.doi:10.1016/j.pharmthera.2011.01.010.PMID21277893.
Treseder, N.G. (1978). Magnolias. London/Boston, Faber & Faber. ISBN 0-571-09619-0
Cicuzza, D., Newton, A. and Oldfield, S. 2007. The Red List of Magnoliaceae Fauna & Flora International and Botanic Gardens Conservation International report
Conserving threatened Magnolia species Background information, reports, images and related articles on the Botanic Gardens Conservation International (BGCI) website