Ρώσος μπολσεβίκος ηγέτης From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Λεφ Μπορίσοβιτς Κάμενεφ (ρωσικά: Лев Бори́сович Ка́менев, γεννηθείς Ρόζενφελντ (Ρωσικά: Ро́зенфельд), 18 Ιουλίου 1883 – 25 Αυγούστου 1936) ήταν Μπολσεβίκος επαναστάτης και σημαντικός Σοβιετικός πολιτικός. Ήταν ένα από τα επτά μέλη του πρώτου Πολιτμπιρό (Πολιτικό Γραφείο), που ιδρύθηκε το 1917 για να χειριστεί την Μπολσεβίκικη Επανάσταση: Λένιν, Ζινόβιεφ, Τρότσκι, Στάλιν, Σοκόλνικοφ και Μπουμπνόφ.[7]
Λεφ Κάμενεφ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Лев Каменев (Ρωσικά) |
Προφορά | |
Γέννηση | 18 Ιουλίου 1883[1] ή 6ιουλ. / 18 Ιουλίου 1883γρηγ.[2] Μόσχα |
Θάνατος | 25 Αυγούστου 1936[1][3][4] Λουμπιάνκα |
Αιτία θανάτου | τραύμα από πυροβολισμό[5] |
Συνθήκες θανάτου | θανατική ποινή[5] |
Χώρα πολιτογράφησης | Ρωσική Αυτοκρατορία Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Ρωσικά[6] |
Σπουδές | Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | συγγραφέας πολιτικός |
Εργοδότης | Pushkin House Academia |
Πολιτική τοποθέτηση | |
Πολιτικό κόμμα/Κίνημα | Κομμουνιστικό Κόμμα Σοβιετικής Ένωσης, Μπολσεβίκοι και Ρωσικό Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Όλγα Κάμενεβα |
Τέκνα | Aleksandr Kamenev |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | μέλος της Συντακτικής Συνέλευσης της Ρωσίας το 1918 Member of the Politburo of the CPSU Central Committee (10ιουλ. / 23 Οκτωβρίου 1917γρηγ. – 23 Οκτωβρίουιουλ. / 5 Νοεμβρίου 1917γρηγ.) Member of the Politburo of the CPSU Central Committee (1919–1926) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Τον Οχτώβρη του 1917 μαζί με τον Ζινόβιεφ έκανε προδοσία, γράφοντας ενάντια στην απόφαση της ΚΕ για την εξέγερση, στη μενσεβικική εφημερίδα Νέα Ζωή και αποκαλύπτοντας έτσι το σχέδιο της εξέγερσης στους εχθρούς. Ο Λένιν σε γράμμα προς τα μέλη του κόμματος των μπολσεβίκων [8] στιγμάτισε αυτή την πράξη του Ζινόβιεφ και του Κάμενεφ σαν απεργοσπαστισμό και απαίτησε τη διαγραφή τους από το κόμμα. Ο Κάμενεφ ήταν γαμπρός (σύζυγος αδελφής) του Λέοντος Τρότσκι. Υπηρέτησε για λίγο σε θέση ισοδύναμη με αυτή του πρώτου αρχηγού του κράτους της Σοβιετικής Ρωσίας το 1917, και από το 1923-24 ως αναπληρωτής Πρωθυπουργός τον τελευταίο χρόνο της ζωής του Βλαντιμίρ Λένιν. Ο Ιωσήφ Στάλιν τον θεωρούσε πηγή δυσαρέσκειας και πηγή αντιπολίτευσης στη δική του ηγεσία· ο Κάμενεφ έπεσε σε δυσμένεια και εκτελέστηκε στις 25 Αυγούστου 1936, σε ηλικία 53 ετών, αφού καταδικάστηκε στις Δίκες της Μόσχας.
Ο Κάμενεφ γεννήθηκε στη Μόσχα, γιος Εβραίου εργάτη των σιδηροδρόμων και Ρωσίδας Ορθόδοξης μητέρας.[9] Η περιουσία που είχε αποκτήσει ο πατέρας του στο κτίριο του σιδηροδρόμου Μπακού – Μπατούμι χρησιμοποιήθηκε για να χρηματοδοτήσει καλή μόρφωση για τον Λεβ. Πήγε στο Γυμνάσιο Αρρένων στην Τιφλίδα της Γεωργίας (τώρα Τίλμπισι), και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας, η μόρφωσή του όμως διακόπηκε λόγω σύλληψης το 1902. Από αυτό το σημείο και μετά ήταν επαγγελματίας επαναστάτης, εργαζόμενος σε Αγία Πετρούπολη, Μόσχα και Τιφλίδα. Ο Κάμενεφ παντρεύτηκε τη συντρόφισσα Μαρξίστρια (αδελφή του Λέοντος Τρότσκι), Όλγα Μπρονστέιν, στις αρχές του 1900 και το ζευγάρι είχε δύο γιους.
Προσχώρησε στους κομμουνιστές το 1901 και υποστήριζε τον Λένιν.[10] Σε ένα σύντομο ταξίδι στο εξωτερικό το 1902 ο Κάμενεφ γνώρισε τους Ρώσους σοσιαλ-δημοκράτες ηγέτες που ζούσαν στην εξορία, περιλαμβανομένου του Βλαντιμίρ Λένιν, του οποίου έγινε πιστός και στενός συνεργάτης. Επισκέφθηκε επίσης το Παρίσι και συνάντησε την ομάδα της Ίσκρα (Σπίθα). Αφού παρακολούθησε το 3ο Συνέδριο του Ρωσικού Σοσιαλ-Δημοκρατικού Εργατικού Κόμματος (ΡΣΔΕΚ) στο Λονδίνο τον Μάρτιο του 1905, ο Κάμενεφ επέστρεψε στη Ρωσία για να πάρει μέρος στη Ρωσική επανάσταση του 1905 στην Αγία Πετρούπολη τον Οκτώβριο-Δεκέμβριο. Επέστρεψε στο Λονδίνο για να παρακολουθήσει το 5ο Συνέδριο του ΡΣΔΕΚ, όπου εξελέγη στην Κεντρική Επιτροπή και στο Μπολσεβικικό Κέντρο, τον Μάιο του 1907, αλλά συνελήφθη κατά την επιστροφή του στη Ρωσία. Ο Κάμενεφ ελευθερώθηκε από τη φυλακή το 1908 και οι Κάμενεφ πήγαν στο εξωτερικό αργότερα εκείνη τη χρονιά για να βοηθήσουν τον Λένιν να εκδόσει το Μπολσεβίκικο περιοδικό Προλετάριος. Μετά τη διάσταση του Λένιν με άλλον ανώτερο Μπολσεβίκο ηγέτη, τον Αλεξάντερ Μπογκντάνοφ, στα μέσα του 1908, ο Κάμενεφ και ο Γκριγκόρι Ζινόβιεφ έγιναν οι βασικοί βοηθοί του Λένιν στο εξωτερικό. Τον βοήθησαν να εκδιώξει τον Μπογκντάνοφ και τους Οτζοβιστές[Σημ 1] οπαδούς του από την Μπολσεβίκικη φράξια του ΡΣΔΕΚ στα μέσα του 1909.
Τον Ιανουάριο του 1910 οι Λενινιστές, οι οπαδοί του Μπογκντάνοφ και διάφορες φράξιες Μενσεβίκων πραγματοποίησαν συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής στο Παρίσι και προσπάθησαν να επανενώσουν το κόμμα. Οι Κάμενεφ και Ζινόβιεφ αμφέβαλαν για την ιδέα, αλλά ήταν πρόθυμοι να προσπαθήσουν κάτω από την πίεση των “συμφιλιωτών” Μπολσεβίκων, όπως ο Βίκτορ Νογκίν. Ο Λένιν ήταν ανυποχώρητα αντίθετος σε κάθε επανένωση, αλλά καταψηφίστηκε μέσα στην Μπολσεβίκικη ηγεσία. Η συνεδρίαση κατέληξε σε προσωρινή συμφωνία και μια από τις αποφάσεις της έκανε την εφημερίδα Πράβδα του Τρότσκι που είχε έδρα τη Βιέννη, “κεντρικό όργανο” χρηματοδοτούμενο από το κόμμα. Ο Κάμενεφ, γαμπρός του Τρότσκι, προστέθηκε στη συντακτική επιτροπή από τους Μπολσεβίκους, αλλά οι προσπάθειες ενοποίησης απέτυχαν τον Αύγουστο του 1910, όταν ο Κάμενεφ παραιτήθηκε από την επιτροπή εν μέσω αμοιβαίων αντεγκλήσεων.
Μετά την αποτυχία της προσπάθειας επανένωσης, ο Κάμενεφ συνέχισε να εργάζεται στον Προλετάριο και δίδαξε στο κομματικό σχολείο των Μπολσεβίκων στο Longjumeau κοντά στο Παρίσι[11] που δημιουργήθηκε σαν η Λενινιστική εναλλακτική στο κομματικό σχολείο του Μπογκντάνοφ με έδρα το Κάπρι. Τον Ιανουάριο του 1912, ο Κάμενεφ βοήθησε τον Λένιν και τον Ζινόβιεφ να πείσουν τους αντιπροσώπους στο Συνέδριο των Μπολσεβίκων στην Πράγα να αποσχιστούν από τους Μενσεβίκους και τους Οτζοβιστές. Τον Ιανουάριο του 1914, πήγε στην Αγία Πετρούπολη για να διευθύνει το έργο της Μπολσεβίκικης βερσιόν της Πράβδα και την Μπολσεβίκικη φράξια της Δούμας. Ο Κάμενεφ συνελήφθη μετά το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και οδηγήθηκε σε δίκη, όπου απομακρύνθηκε από την αντι-πολεμική θέση του Λένιν. Ο Κάμενεφ εξορίστηκε στη Σιβηρία στις αρχές του 1915 και πέρασε δύο χρόνια εκεί, μέχρι που απελευθερώθηκε από τη Φεβρουαριανή Επανάσταση του 1917.
Πριν φύγει από τη Σιβηρία, ο Κάμενεφ πραγματικά πρότεινε να σταλεί ένα τηλεγράφημα που να ευχαριστεί τον αδελφό του Τσάρου Μιχαήλ που αρνήθηκε τον θρόνο. Ντρεπόταν τόσο γι' αυτό, που αρνιόταν ότι το έστειλε.[12]
Στις 25 Μαρτίου 1917, ο Κάμενεφ επέστρεψε στην Αγία Πετρούπολη (που μετονομάστηκε σε Πετρούπολη το 1914) από την εξορία στη Σιβηρία. Ο Κάμενεφ και τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής Ιωσήφ Στάλιν και Ματβέι Μουράνοφ πήραν τον έλεγχο της αναγεννημένης Μπολσεβίκικης Πράβδα και την έστρεψαν προς τα Δεξιά, με τον Κάμενεφ να διαμορφώνει πολιτική στήριξης με όρους, της νεοσύστατης Ρωσικής Προσωρινής Κυβέρνησης και συμφιλίωσης με τους Μενσεβίκους. Μετά από την επιστροφή του Λένιν στη Ρωσία στις 3 Απριλίου 1917, ο Κάμενεφ αντέδρασε για λίγο στις αντικυβερνητικές Θέσεις του Απρίλη του Λένιν, αλλά σύντομα συντάχθηκε με τη γραμμή και υποστήριξε τον Λένιν μέχρι τον Σεπτέμβριο.
Οι Κάμενεφ και Ζινόβιεφ τσακώθηκαν με τον Λένιν για την αντίδρασή τους πάνω στο ζήτημα της κατάληψης της εξουσίας τον Οκτώβριο του 1917.[13] Στις 10 Οκτωβρίου 1917 (παλαιό ημερολόγιο), οι Κάμενεφ και Ζινόβιεφ ήταν τα μόνα δύο μέλη της Κεντρικής Επιτροπής που ψήφισαν κατά της ένοπλης εξέγερσης. Η δημοσίευση από μέρους τους ενός ανοικτού γράμματος με το οποίο αντιτίθονταν στη χρήση βίας εξόργισε τον Λένιν, ο οποίος απαίτησε τη διαγραφή τους από το κόμμα. Ωστόσο, όταν η καθοδηγούμενη από τους Μπολσεβίκους Στρατιωτική Επαναστατική Επιτροπή με επικεφαλής τον Άντολφ Γιόφε και το Σοβιέτ της Πετρούπολης, με επικεφαλής τον Τρότσκι οργάνωσαν την εξέγερση, οι Κάμενεφ και Ζινόβιεφ πήγαν μαζί. Στο Δεύτερο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ ο Κάμενεφ εξελέγη Πρόεδρος του Συνεδρίου και Πρόεδρος της μόνιμης Πανρωσικής Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής. Αυτή, η δεύτερη, θέση ήταν ισοδύναμη με τον αρχηγό του κράτους σύμφωνα με το Σοβιετικό σύστημα.
Στις 10 Νοεμβρίου 1917, τρεις ημέρες μετά τη Σοβιετική κατάληψη της εξουσίας κατά την Οκτωβριανή Επανάσταση, η εκτελεστική επιτροπή του εθνικού εργατικού συνδικάτου σιδηροδρόμων, η Βίκζελ, απείλησε με πανεθνική απεργία, εκτός εάν οι Μπολσεβίκοι μοιράζονταν την εξουσία με τα άλλα σοσιαλιστικά κόμματα και έδιωχναν τους ηγέτες της εξέγερσης, Λένιν και Τρότσκι, από την κυβέρνηση. Οι Ζινόβιεφ, Κάμενεφ και οι σύμμαχοί τους στην Κεντρική Επιτροπή των Μπολσεβίκων υποστήριξαν ότι οι Μπολσεβίκοι δεν είχαν άλλη επιλογή από το να αρχίσουν διαπραγματεύσεις, αφού μια απεργία στους σιδηροδρόμους θα παρέλυε την ικανότητα της κυβέρνησής τους να πολεμήσει τις δυνάμεις που ήταν ακόμα πιστές στην Προσωρινή Κυβέρνηση που είχε ανατραπεί.[14] Αν και οι Ζινόβιεφ και Κάμενεφ είχαν για λίγο την υποστήριξη της πλειοψηφίας της Κεντρικής Επιτροπής και άρχισαν οι διαπραγματεύσεις, η γρήγορη κατάρρευση των αντι-Μπολσεβίκικων δυνάμεων έξω από την Πετρούπολη επέτρεψε στους Λένιν και Τρότσκι να πείσουν την Κεντρική Επιτροπή να εγκαταλείψει τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων. Σε απάντηση, οι Ζινόβιεφ, Κάμενεφ, Αλεξέι Ρίκοφ, Βλαντιμίρ Μιλιούτιν και Βίκτορ Νογκίν παραιτήθηκαν από την Κεντρική Επιτροπή στις 4 Νοεμβρίου 1917 (παλαιό ημερολόγιο) και ο Κάμενεφ παραιτήθηκε από τη θέση του στην Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή. Την επόμενη ημέρα ο Λένιν έγραψε μια προκήρυξη αποκαλώντας τους Ζινόβιεφ και Κάμενεφ “λιποτάκτες”[15] και δεν ξέχασε ποτέ τη συμπεριφορά τους, κάνοντας τελικά μια διφορούμενη αναφορά στο “Επεισόδιο του Οκτώβρη” στη Διαθήκη του.
Το 1918, ο Κάμενεφ έγινε πρόεδρος του Σοβιέτ της Μόσχας και αμέσως μετά Αναπληρωτής Πρόεδρος του Λένιν στο Συμβούλιο των Λαϊκών Επιτρόπων (κυβέρνηση) και στο Συμβούλιο Εργασίας και Άμυνας. Τον Μάρτιο του 1919, ο Κάμενεφ εξελέγη τακτικό μέλος του Πολιτικού Γραφείου (Πολιτμπιρό). Η προσωπική του σχέση με τον κουνιάδο του Τρότσκι, η οποία ήταν καλή στον απόηχο της επανάστασης του 1917 και στη διάρκεια του Ρωσικού Εμφυλίου Πολέμου, μειώνεται όμως μετά το 1920 και για τα επόμενα 15 χρόνια ήταν φίλος και στενός σύμμαχος του Γκριγκόρι Ζινόβιεφ, ενός περισσότερο φιλόδοξου ανθρώπου από τον Κάμενεφ.
Κατά τη διάρκεια της ασθένειας του Λένιν, ο Κάμενεφ ήταν αναπληρωτής πρόεδρος του Συμβουλίου των Λαϊκών Επιτρόπων και του Πολιτμπιρό. Μαζί με τον Ζινόβιεφ και τον Ιωσήφ Στάλιν σχημάτισε την κυβερνώσα “τριανδρία” (ή “τρόικα”) μέσα στο Κομμουνιστικό Κόμμα και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην περιθωριοποίηση του Τρότσκι. Η τριανδρία διαχειρίστηκε προσεκτικά την εσωκομματική συζήτηση και τη διαδικασία επιλογής αντιπροσώπων το φθινόπωρο του 1923 κατά την περίοδο πριν την 13η Συνδιάσκεψη του Κόμματος και εξασφάλισε συντριπτική πλειοψηφία των εδρών. Η Συνδιάσκεψη, έγινε τον Ιανουάριο του 1924 λίγο πριν τον θάνατο του Λένιν και κατήγγειλε τον Τρότσκι και τον “Τροτσκισμό”.
Μετά την ήττα του Τρότσκι στην 13η Συνδιάσκεψη, οι εντάσεις στις σχέσεις μεταξύ Ζινόβιεφ και Κάμενεφ από τη μια και Στάλιν από την άλλη έγινε πιο φανερή και απείλησε να βάλει τέλος στην εύθραυστη συμμαχία τους. Παρ’ όλα αυτά, ο Ζινόβιεφ και ιδιαίτερα ο Κάμενεφ βοήθησαν τον Στάλιν να κρατήσει τη θέση του ως Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής στο 13ο Συνέδριο του Κόμματος τον Μάιο – Ιούνιο του 1924 κατά την πρώτη πολεμική για τη Διαθήκη του Λένιν. Μετά το Συνέδριο ο Στάλιν άρχισε να κάνει καλυμμένες δημόσιες παρατηρήσεις που στόχευαν προφανώς τον Κάμενεφ και τον Ζινόβιεφ, που σχεδόν κατέστρεψαν την τρόικα.
Ωστόσο, τον Οκτώβριο του 1924, ο Τρότσκι δημοσίευσε τα Μαθήματα του Οκτώβρη,[16] μια εκτεταμένη περίληψη των γεγονότων του 1917. Στο άρθρο, ο Τρότσκι περιέγραψε την αντίθεση του Κάμενεφ και του Ζινόβιεφ στην κατάληψη της εξουσίας από τους Μπολσεβίκους το 1917, κάτι που οι δύο θα προτιμούσαν να μην αναφέρεται. Αυτό άρχισε νέο γύρο εσωκομματικής πάλης με τον Ζινόβιεφ και τον Κάμενεφ ακόμη μια φορά να συμμαχούν με τον Στάλιν κατά του Τρότσκι. Αυτοί και οι υποστηρικτές τους κατηγορούσαν τον Τρότσκι για διάφορα λάθη και χειρότερα στον Ρωσικό Εμφύλιο Πόλεμο που κατέστρεψαν τη στρατιωτική φήμη του τόσο πολύ που αναγκάστηκε τον Ιανουάριο του 1925 να παραιτηθεί από Λαϊκός Επίτροπος Στρατού και Στόλου και από Πρόεδρος του Επαναστατικού Στρατιωτικού Συμβουλίου. Ο Ζινόβιεφ απαίτησε τη διαγραφή του Τρότσκι από το Κομμουνιστικό Κόμμα, ο Στάλιν όμως αρνήθηκε να συμφωνήσει και επιδέξια έπαιξε τον ρόλο του μετριοπαθή.
Με τον Τρότσκι στο περιθώριο, η τριανδρία Ζινόβιεφ-Κάμενεφ-Στάλιν άρχισε τελικά να διαλύεται στις αρχές 1925. Οι δύο πλευρές πέρασαν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου μαζεύοντας υποστήριξη στο παρασκήνιο. Ο Στάλιν έκανε συμμαχία με τον θεωρητικό του Κομμουνιστικού Κόμματος και εκδότη της Πράβδα Νικολάι Μπουχάριν και τον Σοβιετικό Πρωθυπουργό Αλεξέι Ρίκοφ. Οι Ζινόβιεφ και Κάμενεφ συμμάχησαν με τη χήρα του Λένιν, Ναντέζντα Κρούπσκαγια και τον Γκριγκόρι Σοκόλνικοφ, τον Λαϊκό Επίτροπο Οικονομικών και υποψήφιο μέλος του Πολιτμπιρό. Η συμμαχία τους έγινε γνωστή ως η Νέα Αντιπολίτευση.
Η πάλη έγινε ανοικτή στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής τον Σεπτέμβριο του 1925 και έφθασαν σε αποφασιστικό στάδιο στο 14ο Συνέδριο του Κόμματος τον Δεκέμβριο του 1925, όταν ο Κάμενεφ ζήτησε δημόσια την απομάκρυνση του Στάλιν από τη θέση του Γενικού Γραμματέα. Μόνο με την αντιπροσωπεία του Λένινγκραντ (ελεγχόμενη από τον Ζινόβιεφ) πίσω τους, οι Ζινόβιεφ και Κάμενεφ βρέθηκαν μικρή μειοψηφία και ηττήθηκαν καθ’ ολοκληρία ενώ ο Τρότσκι παρέμεινε σιωπηλός κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου. Ο Ζινόβιεφ επανεξελέγη στο Πολιτμπιρό, αλλά ο Κάμενεφ υποβιβάστηκε από τακτικό μέλος σε μέλος χωρίς ψήφο και ο Σοκόλνικοφ έμεινε έξω εντελώς, ενώ ο Στάλιν εξέλεξε τους περισσότερους από τους συμμάχους του στο Πολιτμπιρό.
Ο πρώτος γάμος του Κάμενεφ άρχισε να αποσυντίθεται αρχίζοντας με τον υποτιθέμενο δεσμό του Κάμενεφ με τη Βρετανίδα γλύπτρια Κλερ Σέρινταν το 1920.[17] Στα τέλη της δεκαετίας του 1920 εγκατέλειψε την Όλγα Κάμενεβα για την Τατιάνα Γκλεμπόβα,[18] με την οποία είχε ένα γιο, τον Βλαντιμίρ Γκλεμπόφ (1929-1994).[19]
Σε μια ανάπαυλα στην εσωκομματική μάχη την άνοιξη του 1926, οι Ζινόβιεφ, Κάμενεφ και οι υποστηρικτές τους ήρθαν πιο κοντά με τους υποστηρικτές του Τρότσκι και οι δύο ομάδες σύντομα σχημάτισαν συμμαχία, η οποία ενσωμάτωσε επίσης κάποιες μικρότερες αντιπολιτευτικές ομάδες μέσα στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Η συμμαχία έγινε γνωστή ως Ενωμένη Αντιπολίτευση. Στη νέα περίοδο της εσωκομματικής μάχης μεταξύ της συνεδρίασης της Κεντρικής Επιτροπής του Ιουλίου 1926 και του 15ης Συνδιάσκεψης του Κόμματος τον Οκτώβριο του 1926, η Αντιπολίτευση ηττήθηκε και ο Κάμενεφ έχασε την έδρα του στο Πολιτμπιρό στο Συνέδριο.
Ο Κάμενεφ παρέμεινε σε αντίθεση με τον Στάλιν σε όλο το 1926 και 1927, με αποτέλεσμα την αποπομπή του από την Κεντρική Επιτροπή τον Οκτώβριο του 1927. Μετά τη διαγραφή των Ζινόβιεφ και Τρότσκι από το Κομμουνιστικό Κόμμα στις 12 Νοεμβρίου 1927, ο Κάμενεφ παρέμεινε ο κύριος εκπρόσωπος της Αντιπολίτευσης μέσα στο Κόμμα και εκπροσώπησε τις θέσεις της στο 15ο Συνέδριο του Κόμματος τον Δεκέμβριο του 1927. Ο Κάμενεφ χρησιμοποίησε την περίσταση για να κάνει έκκληση για συμφιλίωση. Ωστόσο, καθώς η ομιλία του διακόπηκε είκοσι τέσσερις φορές από τους αντιπάλους του – Μπουχάριν, Ριούτιν και Καγκάνοβιτς – έγινε φανερό ότι οι προσπάθειες του Κάμενεφ να κερδίσει την κατανόηση ήταν ανώφελες.[20] Το Συνέδριο κήρυξε τις απόψεις της Αντιπολίτευσης ασυμβίβαστες με την ιδιότητα του μέλους του Κομμουνιστικού Κόμματος και διέγραψε τον Κάμενεφ και δεκάδες από τους κορυφαίους αντιπολιτευομένους από το Κόμμα, γεγονός που άνοιξε τον δρόμο για μαζικές διαγραφές απλών μελών της αντιπολίτευσης καθώς και την εσωτερική εξορία για τους ηγέτες της αντιπολίτευσης στις αρχές του 1928.
Ενώ ο Τρότσκι παρέμενε σταθερός στην αντίθεσή του στον Στάλιν μετά τη διαγραφή του από το Κόμμα και την επακόλουθη εξορία, οι Ζινόβιεφ και Κάμενεφ συνθηκολόγησαν σχεδόν αμέσως και κάλεσαν τους οπαδούς τους να κάνουν το ίδιο. Έγραψαν ανοικτά γράμματα αναγνωρίζοντας τα λάθη τους και έγιναν και πάλι δεκτοί στο Κομμουνιστικό Κόμμα μετά από έξι μηνών περίοδο υπαναχώρησης. Ποτέ δεν ανέκτησαν τις έδρες τους στην Κεντρική Επιτροπή, αλλά τους δόθηκαν μεσαίου επιπέδου θέσεις στη Σοβιετική γραφειοκρατία. Τον Κάμενεφ και, έμμεσα, τον Ζινόβιεφ, τους φλέρταρε ο Μπουχάριν, τότε στις αρχές του σύντομου και άτυχου αγώνα με τον Στάλιν, το καλοκαίρι του 1928, κάτι που σύντομα αναφέρθηκε στον Ιωσήφ Στάλιν και χρησιμοποιήθηκε εναντίον του Μπουχάριν σαν απόδειξη του φραξιονισμού του.
Ζινόβιεφ και Κάμενεφ παρέμειναν πολιτικά ανενεργοί μέχρι τον Οκτώβριο του 1932, όταν διαγράφηκαν από το Κομμουνιστικό Κόμμα για αμέλεια να πληροφορήσουν για αντιπολιτευτικά μέλη του κόμματος στην Υπόθεση Ριούτιν. Αφού ακόμη μια φορά παραδέχθηκαν τα υποτιθέμενα λάθη τους, ξαναέγινα δεκτοί στο κόμμα τον Δεκέμβριο του 1933. Αναγκάστηκαν να κάνουν αυτό-μαστιγωτικές ομιλίες στο 17ο Συνέδριο του Κόμματος τον Ιανουάριο του 1934 όταν ο Στάλιν επιδείκνυε τους πρώην πολιτικούς του αντιπάλους, τώρα ηττημένους και φανερά συντετριμμένους.
Αφού η δολοφονία του Σεργκέι Κίροφ την 1η Δεκεμβρίου 1934 οδήγησε στις Μεγάλες Εκκαθαρίσεις του Στάλιν, ο Γκριγκόρι Ζινόβιεφ, ο Κάμενεφ και οι στενότεροι συνεργάτες τους διαγράφηκαν ακόμα μια φορά από το Κομμουνιστικό Κόμμα και συνελήφθησαν τον Δεκέμβριο του 1934. Αυτή την εποχή έγραψε ένα γράμμα στον Στάλιν. “Σε μια εποχή όπου η ψυχή μου είναι γεμάτη με τίποτα άλλο, παρά αγάπη για το κόμμα και την ηγεσία του, όπου, έχοντας ζήσει μέσα από δισταγμούς και αμφιβολίες, μπορώ θαρραλέα να πω ότι έμαθα με κάθε εκτίμηση να εμπιστεύομαι κάθε ενέργεια της Κεντρικής Επιτροπής, και κάθε απόφαση που εσύ παίρνεις, σύντροφε Στάλιν”, έγραψε ο Κάμενεφ. “Έχω συλληφθεί για τους δεσμούς μου με ανθρώπους που είναι ξένοι και αηδιαστικοί”. Δικάστηκαν τον Ιανουάριο του 1935 και αναγκάστηκαν να παραδεχθούν “ηθική συνενοχή” Ο Ζινόβιεφ δικάστηκε σε δέκα χρόνια φυλακή και ο Κάμενεφ σε πέντε. Ο Κάμενεφ κατηγορήθηκε χωριστά στις αρχές του 1935 σε σχέση με την Υπόθεση του Κρεμλίνου και, αν και αρνήθηκε να ομολογήσει, καταδικάστηκε σε δέκα χρόνια φυλακή.
Τον Αύγουστο του 1936, μετά από μήνες προσεκτικών προετοιμασιών και πρόβες στις φυλακές της Σοβιετικής μυστικής αστυνομίας, ο Ζινόβιεφ, ο Κάμενεφ και 14 άλλοι, κυρίως Παλιοί Μπολσεβίκοι, οδηγήθηκαν και πάλι σε δίκη. Αυτή τη φορά οι κατηγορίες περιλάμβαναν τον σχηματισμό τρομοκρατικής οργάνωσης που υποτίθεται δολοφόνησε τον Κίροφ και προσπάθησε να δολοφονήσει τον Ιωσήφ Στάλιν και άλλους ηγέτες της Σοβιετικής Κυβέρνησης. Αυτή δίκη των Δεκαέξι (ή δίκη του “Τροτσκιστικού-Ζινοβιεφικού Τρομοκρατικού Κέντρου”) ήταν μία από Δίκες Παρωδία της Μόσχας και έθεσε τις βάσεις για τις επόμενες δίκες παρωδίες όπου οι Παλαιοί Μπολσεβίκοι ομολόγησαν όλο και πιο περίτεχνα και τερατώδη εγκλήματα, περιλαμβανομένων της κατασκοπίας, δηλητηρίασης, σαμποτάζ και ούτω καθεξής. Όπως και οι άλλοι κατηγορούμενοι, ο Κάμενεφ κρίθηκε ένοχος και εκτελέστηκε στις 25 Αυγούστου 1936.
Ο Αμερικανός διπλωμάτης Joseph E. Davies που παρακολούθησε - όπως και όλοι οι ξένοι διπλωμάτες που το επιθυμούσαν - τις δίκες της Μόσχας δημοσίευσε το 1943 στη Ζυρίχη βιβλίο με τον τίτλο: «Σαν πρέσβης των ΗΠΑ στη Μόσχα». Αυθεντικές και εμπιστευτικές εκθέσεις για τη Σοβιετική Ένωση έως τον Οκτώβρη του 1941.[21]
Ας δούμε τι γράφει για τη δίκη του Ν. Μπουχάριν και άλλων, το 1938, σε τηλεγράφημά του, που απέστειλε στις 17 του Μάρτη 1938 στο υπουργείο Εξωτερικών στην Ουάσιγκτον, όπου αναφέρει (αυτολεξεί απόσπασμα από το βιβλίο του, σελ. 209): «Παρά την προκατάληψη... μετά την καθημερινή παρακολούθηση των μαρτύρων και του τρόπου που κάνουν τις καταθέσεις, με βάση την αθέλητη επιβεβαίωση που προέκυψε, κατέληξα στην αντίληψη, όσον αφορά τους πολιτικούς κατηγορούμενους, ότι ένας αρκετός αριθμός από τα απαριθμούμενα στο κατηγορητήριο αδικήματα κατά των σοβιετικών νόμων αποδείχτηκε και για λογική σκέψη τέθηκαν εκτός αμφισβήτησης, ώστε να δικαιολογήσουν την κήρυξη της ενοχής για εσχάτη προδοσία και των προβλεπόμενων από το σοβιετικό ποινικό νόμο ποινών. Η γνώμη εκείνων των διπλωματών που παραβρέθηκαν τακτικότατα στην ακροαματική διαδικασία ήταν γενικά ότι η δίκη αποκάλυψε το γεγονός μιας σφοδρής πολιτικής αντιπολίτευσης και μιας σοβαρότατης συνωμοσίας, που εξήγησε στους διπλωμάτες πολλά έως τώρα ακατανόητα συμβάντα των περασμένων έξι μηνών στη Σοβιετική Ενωση».[21]
Οι Κάμενεφ, Ζινόβιεφ και οι συγκατηγορούμενοί τους απαλλάχθηκαν επίσημα όλων των κατηγοριών από τη Σοβιετική κυβέρνηση το 1988, κατά τη διάρκεια της περεστρόικα.
Μετά την εκτέλεση του Κάμενεφ, οι συγγενείς του υπέστησαν μια παρόμοια μοίρα. Ο δεύτερος γιος του Κάμενεφ, Γ. Λ. Κάμενεφ, εκτελέστηκε στις 30 Ιανουαρίου 1938, σε ηλικία 17 ετών. Ο μεγαλύτερος γιός του, αξιωματικός της Πολεμικής Αεροπορίας Α. Λ. Κάμενεφ, εκτελέστηκε στις 15 Ιουλίου 1939, σε ηλικία 33 ετών. Η πρώτη του γυναίκα, η Όλγα, εκτελέστηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 1941, στο δάσος Μεντβέντεφ έξω από το Αριόλ, μαζί μα τον Κριστιάν Ρακόφσκι, τη Μαρία Σπιριδόνοβα και 160 άλλους σημαντικούς πολιτικούς κρατούμενους.[19] Μόνο ο νεώτερος γιος του, Βλαντιμίρ Γκλεμπόφ, επέζησε από τις φυλακές του Στάλιν και τα στρατόπεδα εργασίας, και πέθανε το 1994.[22]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.