Σοβιετικός ποδοσφαιριστής From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Λεβ Ιβάνοβιτς Γιάσιν (ρωσικά: Лев Ива́нович Я́шин , 22 Οκτωβρίου 1929 – 20 Μαρτίου 1990) ήταν Σοβιετικός ποδοσφαιριστής που αγωνιζόταν στη θέση του τερματοφύλακα. Θεωρούμενος ως ο καλύτερος στην θέση του όλων των εποχών,[1][2][3][4] ψηφίστηκε ως ο κορυφαίος από τη Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής Ποδοσφαίρου (IFFHS), τόσο του 20ού αιώνα, όσο και όλων των εποχών το 2021.[5][6] Ψηφίστηκε 10ος καλύτερος ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα και ο μόνος τερματοφύλακας σε ειδική ψηφοφορία μεταξύ των νικητών της Χρυσής Μπάλας που διοργάνωσε το γαλλικό περιοδικό France Football το 1999.[7]
1966 | |||
Προσωπικές πληροφορίες | |||
---|---|---|---|
Πλήρες όνομα | Λεβ Ιβάνοβιτς Γιάσιν | ||
Ημερ. γέννησης | 22 Οκτωβρίου 1929 | ||
Τόπος γέννησης | Μόσχα, Σοβιετική Ένωση | ||
Ημερ. θανάτου | 20 Μαρτίου 1990 (60 ετών) | ||
Τόπος θανάτου | Μόσχα, Σοβιετική Ένωση | ||
Ύψος | 1,89 μ. | ||
Θέση | Τερματοφύλακας | ||
Ομάδες νέων | |||
1949–1950 | ΦΚ Ντιναμό Μόσχας | ||
Επαγγελματική καριέρα* | |||
Περίοδος | Ομάδα | Συμμ.† | (Γκ.)† |
1950–1970 | ΦΚ Ντιναμό Μόσχας | 326 | (1) |
Εθνική ομάδα | |||
Περίοδος | Ομάδα | Συμμ.† | (Γκ.)† |
1954–1967 | ΕΣΣΔ | 74 | (0) |
Προπονητική καριέρα | |||
Περίοδος | Ομάδα | ||
1971–1972 | ΦΚ Ντιναμό Μόσχας (βοηθός) | ||
1972–1974 | ΦΚ Ντιναμό Μόσχας | ||
Τίτλοι | |||
* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα. † Συμμετοχές (Γκολ). |
Αγωνίστηκε σε όλη τη σταδιοδρομία του σε ένα σύλλογο, τη Ντιναμό Μόσχας, στην οποία καθιερώθηκε και πρωταγωνίστησε σε σχετικά μεγάλη ηλικία. Εξαιρετικός καινοτόμος ενός ρόλου που ιστορικά δεν μπορεί να υποστεί μεγάλες αλλαγές, έφερε επανάσταση στη θέση του τερματοφύλακα επιβάλλοντας την εξουσία του σε ολόκληρη την άμυνα. Με φωνητική παρουσία στο τέρμα, κατεύθυνε τους αμυντικούς του, απομακρύνονταν από την εστία για να ανακόψει επιθετικούς, που έγιναν σε μια στιγμή που οι τερματοφύλακες αγωνιζόνταν τα 90 λεπτά όρθιοι στο τέρμα τους.[2][8] Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1956 τον καθιέρωσαν σαν έναν από τους καλύτερους τερματοφύλακες του κόσμου, ενώ οι εμφανίσεις του άφησαν ανεξίτηλη εντύπωση στο παγκόσμιο κοινό στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958, το πρώτο που μεταδόθηκε διεθνώς. Είναι ο μόνος τερματοφύλακας που έχει κερδίσει το βραβείο της Χρυσής Μπάλας.[9] Το 2011 ήταν ο πρώτος τερματοφύλακας που έγινε μέλος και από τα 15 πρώτα μέλη που εισήχθησαν στην Αίθουσα Φήμης του Ποδοσφαίρου (Salón de la Fama del Fútbol) στην Πατσούκα, της πολιτείας Ιδάλγο του Μεξικού.[10][11]
Ο Γιασίν γεννήθηκε στη Μόσχα σε οικογένεια βιομηχανικών εργατών. Ήταν μόλις 12 ετών όταν το καλοκαίρι του 1942 κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, άρχισε να δουλεύει ως βοηθός σε εργαστήριο μετάλλου.[12] Τα παιδικά του χρόνια ήταν φτωχικά με το Δευτέρο Παγκόσμιο Πόλεμο να έχει ξεσπάσει και η οικογένειά του μετακόμισε στο Ουλιάνοβσκ, 800 χιλιόμετρα ανατολικά της Μόσχας, όταν οι Γερμανοί πλησίασαν στην πόλη. Η πόλη είχε επιλεγεί από το εργοστάσιο πυρομαχικών για την ανακατασκευή του στο οποίο εργάστηκε ο πατέρας του, ενώ η μητέρα του είχε αποβιώσει όταν ο Λεβ ήταν έξι ετών. Αργότερα και ο ίδιος δούλεψε στην ίδια μονάδα, αρχικά βοηθώντας στην εκφόρτωση βαγονιών.[13][14] Το 1944 επέστρεψε στη Μόσχα, αλλά η ρουτίνα του εργοστασίου συνεχίστηκε.[15]
Από την παιδική του ηλικία αγάπησε το ποδόσφαιρο. Δεν είχε πραγματική μπάλα, έτσι την έφτιαχναν από κουρέλια δεμένα με σχοινιά. Ξεκίνησε ως τερματοφύλακας χόκεϊ επί πάγου στην ομάδα του εργοστασίου, κερδίζοντας μάλιστα και ένα πρωτάθλημα.[8] Χάρη στο χόκεϊ όξυνε την αντίληψη των ματιών του, αποκτώντας αντανακλαστική ταχύτητα που αργότερα μετέφερε στο ποδόσφαιρο. Οι αγώνες του Κυπέλλου της Σοβιετικής Ένωσης του 1944, του πρώτου μεταπολεμικού τουρνουά ποδοσφαίρου, του έκαναν μεγάλη εντύπωση και τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, άρχισε να παίζει ποδόσφαιρο - παίζοντας για την ομάδα νέων του εργοστασίου. Στα 17 έπρεπε να αντικαταστήσει τον τερματοφύλακα της ομάδας ποδοσφαίρου, κάνοντας τα πρώτα του βήματα στο άθλημα.[16][17]
Το 1949 προσχώρησε στην ομάδα νέων της Ντιναμό Μόσχας που σχετίζεται με το σοβιετικό υπουργείο αστυνομίας και ασφάλειας, στην οποία συνέχισε σε ολόκληρη την καριέρα του. Το 1950 προωθήθηκε στην πρώτη ομάδα των ανδρών και ήταν τρίτος τερματοφύλακας της ομάδας. Σε μια περιοδεία φιλικών το 1950 στον Καύκασο δέχθηκε ανεπίτρεπτα γκολ, ένα από τα οποία από τον τερματοφύλακα της αντίπαλης Τράκτορ Στραλινγκράδο, που ευνοήθηκε από τον αέρα στην επαναφορά από την αντίθετη εστία, ενώ ο Γιασιν συγκρούστηκε με ένα αμυντικό που επιχειρούσε να αποκρούσει. Στις 2 Ιουλίου 1950, σε έναν αγώνα εναντίον της Σπαρτάκ Μόσχας, ο πρώτος τερματοφύλακας τραυματίστηκε και ο δεύτερος τερματοφύλακας είχε αποχωρήσει την προηγούμενη μέρα λόγω ασθένειας και ως εκ τούτου ο Γιασίν έπαιξε για την πρώτη ομάδα για πρώτη φορά και για τρία λεπτά. Έκανε ένα παρόμοιο λάθος, που οδήγησε στο γκολ των αντιπάλων στο ισόπαλο 1–1. Ο αγώνας έληξε ισόπαλος. Ωστόσο, ο Γιασίν εμφανίστηκε στο αρχικό σχήμα στο επόμενο παιχνίδι πρωταθλήματος με την Ντιναμό Τιφλίδας, θεωρήθηκε υπεύθυνος για την ήττα της ομάδας δεχόμενος πέντε γκολ και έτσι παρέμεινε στον πάγκο για περίπου τέσσερα χρόνια. Η απογοήτευση του ήταν μεγάλη σε σημείο που σκόπευε να εγκαταλείψει το ποδόσφαιρο προτιμώντας το χόκεϊ, όπου συνέχιζε με επιτυχία κατακτώντας το Κύπελλο με τη Ντιναμό, ενώ υπολογίζονταν και για την εθνική ομάδα.[16][18][19]
Ο τερματοφύλακας του συλλόγου Αλεξέι Χόμιτς ήταν αυτός που διέγνωσε καλύτερα από όλους τις ικανότητές του και τον έπεισε να αλλάξει άθλημα. Ο ίδιος ανέλαβε να του γνωρίσει τα μυστικά της θέσης του τερματοφύλακα με σκοπό να γίνει ο διάδοχός του. Το 1953 ο τραυματισμός του Χόμιτς τον έφερε στο προσκήνιο. Έκανε το ντεμπούτο του στις 2 Μαΐου σε νικηφόρο αγώνα της ομάδας του αφήνοντας υποσχέσεις με αποτέλεσμα τη γρήγορη καθιέρωση. Στη πρώτη του χρονιά η ομάδα ήταν τέταρτη στο πρωτάθλημα, κατέκτησε όμως το Κύπελλο της ΕΣΣΔ, το πρώτο από τα τρία της καριέρας του. Η επόμενη χρονιά ήταν από τις καλύτερες στην καριέρα του κατακτώντας το πρώτο πρωτάθλημα από τα πέντε της σταδιοδρομίας του.[14][20][21] Μέχρι τα 25α γενέθλιά του το 1954, ο Σοβιετικός τερματοφύλακας θεωρούνταν καθιερωμένος χωρίς εμφανείς αδυναμίες, και είχε επίσης εξουσία στην ομάδα, γι' αυτό και ο προπονητής μπορούσε μερικές φορές να τον συμβουλεύεται για την επιλογή της ενδεκάδας και της τακτικής. Το εκπληκτικό ταλέντο του και αυτό τον οδήγησε στην Εθνική, όπου από εκεί τον έμαθε και ο υπόλοιπος κόσμος. Το πρωτάθλημα της Σοβιετικός Ένωσης του 1955 έληξε και πάλι με νίκη για την Ντιναμό Μόσχας και ο Γιάσιν έπαιξε και τα 22 παιχνίδια στο γήπεδο, στα οποία δέχθηκε μόνο 16 γκολ. Την ίδια χρονιά έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου, όμως ο τίτλος χάθηκε και ο ίδιος αποβλήθηκε μετά από σύγκρουση με αντίπαλο επιθετικό. Το 1962 οι εμφανίσεις του στο Παγκόσμιο Κύπελλο και ο αποκλεισμός από τη γηπεδούχο Χιλή έτυχαν αρνητικής κριτικής από τους φιλάθλους της πατρίδας του. Μέχρι το τέλος της σεζόν αποδοκιμάζονταν σχεδόν συνέχεια, με την ομάδα να έχει κακή πορεία κατατασσόμενη στην 11η θέση του πρωταθλήματος. Όμως, στο νέο πρωτάθλημα της Σοβιετικής Ένωσης του 1963 δέχθηκε μόνο έξι γκολ σε 27 αγώνες, κατέκτησε τον τίτλο γεγονότα που τον οδήγησαν στην κατάκτηση της Χρυσής Μπάλας εκείνη τη χρονιά.[9][22][23]
Αναδείχθηκε τρεις φορές καλύτερος τερματοφύλακας στην ΕΣΣΔ, η πρώτη το 1960 (ακολούθησαν το 1963 και το 1966).[12][24] Σε 358 επίσημους αγώνες με τη Ντιναμό δε δέχθηκε γκολ στα 204, ενώ απέκρουσε συνολικά τουλάχιστον 150 πέναλτι,[3][14] αριθμός που παραμένει ακατάρριπτο ρεκόρ στην ποδοσφαιρική ιστορία.[25] Την ικανότητά του αυτή την απέδιδε στην εμπειρία και βαθιά γνώση του αντιπάλου του.[26] Ο ίδιος έλεγε ότι «η χαρά να βλέπεις τον Γιούρι Γκαγκάριν στο διάστημα είναι η μόνη που μπορεί να ξεπεράσει την χαρά από την απόκρουση ενός πέναλτι».[12][27]
Αγωνίστηκε για πρώτη φορά με την Εθνική της Σοβιετικής Ένωσης το 1954. Στις 8 Σεπτεμβρίου, ως βασικός τερματοφύλακας της ομάδας, ξεκίνησε τον πρώτο του επίσημο αγώνα για την εθνική ομάδα - έναν φιλικό αγώνα εναντίον της Σουηδίας. Το παιχνίδι έληξε με εύκολη νίκη (7–0). Στις 26 Σεπτεμβρίου, αγωνίστηκε ενάντια στην εθνική ομάδα της Ουγγαρίας, φιναλίστ του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1954.[28] Σε όλο το παιχνίδι ο Γιάσιν υπερασπίστηκε με επιτυχία το τέρμα του, αλλά στο τέλος της συνάντησης Σάντορ Κότσις κατάφερε να σκοράρει και να ισοφαρίσει το αποτέλεσμα σε 1–1. Ο Σοβιετικός τερματοφύλακας, μαζί με τον Κότσις, αναγνωρίστηκε ως ο καλύτερος παίκτης της συνάντησης. Το 1956 κέρδισε στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μελβούρνης το χρυσό μετάλλιο δεχόμενος δύο γκολ σε πέντε αγώνες (πέμπτος στην πρώτη ψηφοφορία της Χρυσής Μπάλας εκείνη τη χρονιά[29]), ενώ στον τελικό η Σοβιετική Ένωση επιβλήθηκε της Γιουγκοσλαβίας με 1–0, με το Γιάσιν να, είναι από τους πρωταγωνιστές της συνάντησης. Ήταν ο πρώτος διεθνής τίτλος ποδοσφαίρου της Σοβιετικής Ένωσης.[30][31] Επιλέχθηκε ως ο καλύτερος παίκτης (ο δεύτερος στην μετά το Ρικάρδο Θαμόρα) και στην καλύτερη ενδεκάδα της διοργάνωσης.[32] Είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στην κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 1960, πραγματοποιώντας ένα από τα καλύτερα παιχνίδια στην καριέρα του στον τελικό με την Γιουγκοσλαβία και πάλι (2–1). Στον ημιτελικό η Σοβιετική Ένωση επιβλήθηκε της Τσεχοσλοβακίας με 3–0. [33][34][35] Επιλέχθηκε στην καλύτερη ομάδα της διοργάνωσης. [36]
Σαν μέλος της ομάδας της Σοβιετικής Ένωσης πήρε μέρος στη διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1958, όπου έκανε πολύ καλές εμφανίσεις και η ΕΣΣΔ τερμάτισε δεύτερη στον όμιλο, πίσω από την μετέπειτα παγκόσμια πρωταθλήτρια, Βραζιλία. Ήταν ο Βαβά με τα δυο του γκολ που σκόραρε στον Γιάσιν, για να ακολουθήσει ο αποκλεισμός στα προημιτελικά από την άλλη φιναλίστ του διοργάνωσης, Σουηδία.[37] Ο αγώνας με την Αυστρία ήταν ένας από τους καλύτερους της καριέρας του έχοντας αποκρούσει και ένα πέναλτι στο τελικό 2–0. Σε αγώνα κατάταξης η σοβιετική ομάδα απέκλεισε την Αγγλία, αλλά στη συνέχεια έχασε από τη γηπεδούχο Σουηδία. Η μνήμη του Τομ Φίνεϊ φέρνει τις στιγμές της ευστοχίας του σε εκτέλεση πέναλτι του αγώνα με την Αγγλία: «Βρισκόμασταν πίσω στο σκορ 2–1 όταν ο διαιτητής μας έδωσε πέναλτι. Πήρα την ευθύνη να το εκτελέσω και απέναντι μου ήταν ο Γιασίν. Ήταν ένας απίστευτος τερματοφύλακας που συνήθισε να αποκρούει πολλά πέναλτι, ενώ παράλληλα ήταν μία τρομακτική φιγούρα ντυμένος στα μαύρα. Αποφάσισα να εκτελέσω το πέναλτι με το δεξί πόδι γνωρίζοντας ότι με είχε δει να σουτάρω με το αριστερό. Σκόραρα. Ξεγέλασα το μεγάλο Γιασίν!».[30][38]
Το 1962 στη διοργάνωση της Χιλής, η Σοβιετική Ένωση φαίνονταν ότι θα πρωταγωνιστούσε όντας πρωταθλήτρια Ευρώπης αλλά η απόδοση του σπουδαίου τερματοφύλακα της ήταν κάτι παραπάνω από μέτρια. Στον πρώτο του αγώνα της φάσης των ομίλων με αντίπαλο τη Γιουγκοσλαβία ήταν εξαιρετικός συμβάλλοντας στη νίκη με 2–0.[39] Στον αγώνα με την Κολομβία (4–4, ο συγκλονιστικότερος της διοργάνωσης), δέχθηκε γκολ από απευθείας χτύπημα κόρνερ με τους αμυντικούς να θεωρούν ότι θα έπιανε τη μπάλα, το μοναδικό στην ιστορία των Παγκοσμίων Κύπελλων, από τον Μάρκος Κόιγ. Ήταν το 68ο λεπτό και το σκορ ήταν 4–1 υπέρ των Σοβιετικών. Η Σοβιετική Ένωση έφτασε στα προημιτελικά κόντρα στη Χιλή και στο ένατο λεπτό της συνάντησης, ο Χιλιανός επιθετικός Ονορίνο Λάντα φτάνοντας στην περιοχή του πέναλτι της σοβιετικής ομάδας, συγκρούστηκε με το Γιάσιν όταν αυτός αναγκάστηκε να πεταχτεί στα πόδια του. Ο τερματοφύλακας δέχθηκε ένα χτύπημα στο κεφάλι, γι' αυτό και έμεινε αναίσθητος για περίπου ενάμιση λεπτό. Οι αλλαγές δεν επιτρέπονταν τότε και αναγκαστικά συνέχισε. Δέχθηκε δύο γκολ έξω από την μεγάλη περιοχή, στα οποία φαινόταν ότι θα μπορούσε να έχει κάνει πολύ περισσότερα, το ένα με απευθείας φάουλ.[37][40][41] Όταν η ομάδα επέστρεψε από τη Νότια Αμερική, εξοργισμένοι οπαδοί υποδέχθηκαν την ομάδα στο αεροδρόμιο. Υπήρχαν πινακίδες που έγραφαν «Ο Γιασίν αποσύρεται» και «Ώρα να πάρεις τη σύνταξή σου». Τα τζάμια του σπιτιού του Γιάσιν έσπασαν, υβριστικά μηνύματα έμειναν στο αυτοκίνητό του, απειλητικές επιστολές έφτασαν στο ταχυδρομείο. Αποκάλεσε αυτές τις μέρες τις «πιο πικρές της ποδοσφαιρικής μου ζωής».[23] Η κριτική που δέχθηκε τον απομάκρυνε από την εθνική ομάδα για ένα χρόνο.[42] Ο Γιάσιν έφτασε με την εθνική ομάδα στον τελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 1964 μετά τη νίκη στον ημιτελικό επί της Δανίας με 1–0. Στον τελικό η Ισπανία που αγωνιζόταν στην έδρα της ήταν ανώτερη και επικράτησε με 2–1.[43] Για δεύτερη συνεχόμενη διοργάνωση συμπεριλήφθηκε στην καλύτερη ενδεκάδα της.[44]
Το 1966 στη διοργάνωση της Αγγλίας, ο Γιάσιν έκανε πολλές καθοριστικές αποκρούσεις στον αγώνα με την Ουγγαρία, μια από τις οποίες σε εκτέλεση φάουλ θεωρείται ως τις κορυφαίες της καριέρας του, βοηθώντας την εθνική να φτάσει στα ημιτελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου για πρώτη φορά στην ιστορία. Η κατάκτηση της τετάρτης θέσης ήταν η υψηλότερη στην μέχρι τότε ιστορία της σοβιετικής εθνικής.[39][45] Στο 1970 στη διοργάνωση του Μεξικού ήταν 40 ετών, είχε αγωνιστεί για τελευταία φορά με την εθνική το 1967 και ο ρόλος του ήταν πιο πολύ αυτός του βοηθού προπονητή παρά του παίκτη, μιας και ήταν η τρίτη επιλογή της ομάδας ως τερματοφύλακας.[15][46] Συνολικά συμμετείχε σε 13 αγώνες Παγκοσμίου Κυπέλλου και δέχθηκε 17 γκολ (τέσσερα παιχνίδια χωρίς να δεχθεί γκολ).[47][48]
Κλείνοντας τη διεθνή του σταδιοδρομία είχε 74 συμμετοχές έχοντας δεχθεί 72 τέρματα.[28] Το τελευταίο του παιχνίδι το έδωσε το 1971 με τη Ντιναμό Μόσχας απέναντι σε ομάδα επίλεκτων της στο Στάδιο Λουζνικί της Μόσχας (αποτέλεσμα 2–2). Σε αυτό το παιχνίδι παρευρέθησαν πάνω από 100.000 θεατές για να τον δουν να αγωνίζεται για τελευταία φορά. Μερικοί από τους παίκτες που τον τίμησαν σε αυτό το παιχνίδι του ήταν οι Πελέ, Εουσέμπιο, Γκερντ Μίλερ και Φραντς Μπεκενμπάουερ.[17][49][50] Ο Πελέ τον θεωρούσε το «για πάντα νούμερο ένα».[51] Μία από τις καλύτερες εμφανίσεις του έκανε το 1963 ως μέλος της «επίλεκτης ενδεκάδας κόσμου» απέναντι στην Εθνική Γαλλίας στο Παρκ ντε Πρενς, καθώς έκανε εντυπωσιακές αποκρούσεις. Η εμφάνιση του συνέβαλε ώστε να γίνει ο πρώτος και μοναδικός τερματοφύλακας στον κόσμο που κέρδισε το βραβείο του καλύτερου Ευρωπαίου ποδοσφαιριστή.[9][49] Στις 23 Οκτωβρίου 1963 συμμετείχε ως μέλος της Μικτής Κόσμου στον αγώνα απέναντι στην Εθνικής Αγγλίας για τον εορτασμό των 100 χρόνων της αγγλικής ποδοσφαιρικής ιστορίας μαζί με τους Αλφρέδο Ντι Στέφανο, Φέρεντς Πούσκας, Ρεϊμόν Κοπά, Εουσέμπιο, Φρανσίσκο Χέντο, Ντζάλμα Σάντος, Γιόζεφ Μάζοπουστ, Ντένις Λόου, Ούβε Ζέελερ κα. Αγωνίστηκε μόνο στο πρώτο ημίχρονο λόγω τραυματισμού, χωρίς να δεχθεί γκολ και κάνοντας πολλές σημαντικές αποκρούσεις (τελικό αποτέλεσμα 2–1 υπέρ των Άγγλων).[52][53][54] Επίσης, ήταν τερματοφύλακας της Μικτής Ευρώπης στον αγώνα προς τιμή του Στάνλεϊ Μάθιους στις 28 Απριλίου 1965.[55][56] Σύμφωνα με δημοσιεύματα των εφημερίδων, είχε πολύ καλή απόδοση χωρίς την οποία πιθανότατα η ομάδα του θα είχε χάσει.[57]
Συνολικά αγωνίστηκε σε 812 παιχνίδια στην καριέρα του από τα οποία σε 480 δεν δέχθηκε γκολ.[58][59]
Ήταν γνωστός για τον αθλητικότητά του, την άριστη θέση, το υψηλό του ανάστημα, την ανδρεία, την επιβλητική παρουσία του απέναντι στους αντίπαλους και το ακροβατικά αντανακλαστικά. Χρησιμοποίησε ευρέως τις γροθιές του στην αντιμετώπιση των υψηλών αντιπάλων προσπαθειών. Όμως το βασικό του πλεονέκτημα ήταν η ικανότητα να προβλέπει τις ενέργειες του αντιπάλου και να παίρνει τη σωστή θέση εκ των προτέρων στο τέρμα. Έφερε επανάσταση στη θέση του τερματοφύλακα επιβάλλοντας την εξουσία του σε ολόκληρη την άμυνα. Με τη φωνητική του παρουσία στον κίνδυνο ενός γκολ, έδινε εντολές στους αμυντικούς του, έβγαινε από τη γραμμή του για να αναχαιτίσει επιτιθέμενους.[60][61][62][63] Ήταν ο πρώτος τερματοφύλακας που απομακρυνόταν της εστίας του για να βοηθήσει και την ανάπτυξη του παιχνιδιού της ομάδας του, γεγονός που τον ανήγαγε σε πρωτοπόρο και από τους πιο επιδραστικούς στην ιστορία του αθλήματος.[64][65][66] Αποτέλεσε πρότυπο για πολλούς σημαντικούς τερματοφύλακες του μέλλοντος.[8][23]
Ο Γιάσιν συνήθιζε να αγωνίζεται με μαύρη εμφάνιση και μαύρα γάντια και «σκέπαζε» την εστία του με τις τοποθετήσεις και τις αλτικές του ικανότητες, ενώ συνήθιζε να αγωνίζεται με μαύρη εμφάνιση και μαύρα γάντια. Από αυτά του έδωσαν παρατσούκλια όπως «μαύρη αράχνη», «μαύρο χταπόδι», «μαύρος πάνθηρας» κ.ά.[18][20][64] Για γούρι έπαιρνε μαζί του δύο καπέλα σε κάθε αγώνα και το ένα το άφηνε πίσω από το τέρμα του, ενώ το άλλο το φορούσε. Το 1959 το καπέλο που συνήθιζε να χρησιμοποιεί για την προστασία από τον ήλιο αποτέλεσε εμπόδιο σε προσπάθειά του και κατόπιν σύστασης του προπονητή του, σταμάτησε να το φοράει.[67] Αν και ήταν ιδιαιτέρα αθλητικός όταν ρωτήθηκε για το μυστικό της επιτυχίας του δήλωσε: «Ένα τσιγάρο για να καλμάρουν τα νεύρα και ένα ποτό για να σφίξουν οι μύες».[22][49]
Ανέλαβε προπονητής της Ντιναμό το 1971, αρχικά ως βοηθός και από το 1972 παραμένοντας στη θέση του για δύο χρόνια.[68][69][70] Το διάστημα 1981–1989 ήταν Αντιπρόεδρος της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας της ΕΣΣΔ. Το 1984 το ένα του πόδι ακρωτηριάστηκε έπειτα από τραυματισμό στο γόνατο την ίδια χρονιά, που επιλέχθηκε με θρομβοφλεβίτιδα και ενώ βρισκόταν στη Βουδαπέστη.[69][71] Το 1986 έγινε ο πρώτος ποδοσφαιριστής που τιμήθηκε με το Ολυμπιακό Τάγμα (Silver Olympic Order), την ύψιστη αθλητική τιμή, ενώ μέχρι σήμερα παραμένει ένας από τους μόλις τρεις.[1][15][72] Δύο χρόνια αργότερα τιμήθηκε και από τη FIFA (ένας από τους πρώτους) με την ανώτατη διάκριση του αθλήματος, το Τάγμα Αξίας.[73] Πέθανε το 1990 από καρκίνο του στομάχου, έχοντας μακροχρόνιο πρόβλημα έλκους, παρά τη χειρουργική επέμβαση σε μια προσπάθεια να σώσει τη ζωή του. Έγινε κρατική κηδεία ως Επίτιμος Δάσκαλος του Αθλητισμού της Σοβιετικής Ένωσης.[27][59] Στο γήπεδο της Ντιναμό ένα άγαλμά του διακοσμεί τον περιβάλλοντα χώρο. Αγάλματά του υπάρχουν ακόμα στη Μόσχα και στο Ρίο ντε Τζανέιρο.[13] Ο Βλαντίμιρ Βισότσκι αφιέρωσε το τραγούδι του «Τερματοφύλακας» μετά το θάνατό του.[74]
Το 1994 επιλέχθηκε στην καλύτερη ομάδα όλων των εποχών του Παγκοσμίου Κυπέλλου.[7] Από τότε η FIFA ονόμασε το βραβείο για τον καλύτερο τερματοφύλακα του εκάστοτε Παγκοσμίου Κυπέλλου ως «Βραβείο Λεβ Γιάσιν» (Lev Yashin Award).[75] Το 1998 η FIFA τον εξέλεξε στην καλύτερη ενδεκάδα του 20ού αιώνα.[76][77] Το 2000 η Παγκόσμια Ομοσπονδία τον ανακήρυξε σε «Τερματοφύλακα του 20ού Αιώνα». Το 2002 σε διαδικτυακή ψηφοφορία της FIFA ψηφίστηκε ως ο καλύτερος τερματοφύλακας στην ιστορία των Παγκοσμίων Κύπελλων.[78] Το 2003 επελέγη από τη Ρωσική Ποδοσφαιρική Ένωση ως ο «χρυσός παίκτης» της για τον εορτασμό των 50 χρόνων της ΟΥΕΦΑ.[79] Το 2004 στην ψηφοφορία 150.000 φιλάθλων για τα 50 χρόνια της UEFA ήταν 8ος και ο μόνος από τους 10 πρώτους που δεν ήταν εν ζωή.[80][81] Από το 2019 το γαλλικό περιοδικό France Football ονόμασε το ετήσιο βραβείο για τον κορυφαίο τερματοφύλακα του κόσμου με το όνομά του ( Yachine Trophy).[60][82]
Το 2008 ο Γκόρντον Μπανκς, ψηφισμένος ως δεύτερος καλύτερος του 20ού αιώνα από την IFFHS, δήλωσε ότι ο Γιάσιν είναι ο καλύτερος τερματοφύλακας όλων των εποχών χωρίς αμφιβολία.[83]
Ντιναμό Μόσχας
Σοβιετική Ένωση
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.