Το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών (αγγλικά: United States Congress) είναι το δικαμεραλικό νομοθετικό σώμα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των ΗΠΑ, αποτελούμενο από τη Γερουσία και τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Το Κογκρέσο συνέρχεται στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ που βρίσκεται στην Ουάσινγκτον ΠΚ.
Κογκρέσο των ΗΠΑ United States Congress | |
---|---|
118ο Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών | |
Είδος | |
Τύπος | Διθάλαμο |
Σώματα | Γερουσία Βουλή των Αντιπροσώπων |
Ηγεσία | |
Πρόεδρος της Γερουσίας | |
Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων |
|
Αναπληρώτρια Πρόεδρος της Γερουσίας | |
Δομή | |
Γερουσία πολιτικές ομάδες | Δημοκρατικό (51) Ρεπουμπλικανικό (49) |
Βουλή των Αντιπροσώπων πολιτικές ομάδες | Ρεπουμπλικανικό (222) Δημοκρατικό (212) κενές (1) |
Εκλογές | |
Γερουσία τελευταία εκλογή | 8 Νοεμβρίου 2022 |
Βουλή των Αντιπροσώπων τελευταία εκλογή | 8 Νοεμβρίου 2022 |
Τόπος συνεδριάσεων | |
Καπιτώλιο των ΗΠΑ Ουάσινγκτον, Π.Κ., Ηνωμένες Πολιτείες | |
Ιστοσελίδα | |
Senate House of Representatives |
Αμφότεροι οι γερουσιαστές και οι βουλευτές επιλέγονται μέσω άμεσης εκλογής. Κάθε ένα από τα 435 μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων αντιπροσωπεύει μια περιφέρεια και υπηρετεί διετή θητεία. Οι έδρες της Βουλής κατανέμονται μεταξύ των πολιτειών κατά πληθυσμό. Κάθε πολιτεία, ανεξαρτήτως πληθυσμού, έχει δύο γερουσιαστές· και εφόσον υπάρχουν πενήντα έδρες, υπάρχουν εκατό γερουσιαστές που υπηρετούν εξαετείς θητείες. Οι θητείες αλληλοεπικαλύπτονται, έτσι κάθε διετία, περίπου το ένα τρίτο της Γερουσίας είναι ανοιχτό προς εκλογή. Οι περισσότεροι κάτοχοι διεκδικούν επανεκλογή, και η πιθανότητα να κερδίσουν τις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις υπερβαίνει το 90%.[1] Τον Αύγουστο του 2012, μια δημοσκόπηση ανέφερε ότι το ποσοστό δημοτικότητας του Κογκρέσου μεταξύ των Αμερικανών ήταν 10%, πράγμα που σημαίνει ότι μόνο ένας στους 10 Αμερικανούς είχε μεγάλη ή αρκετά μεγάλη εμπιστοσύνη στον θεσμό.[2][3]
Επισκόπηση
Το Άρθρο 1 του Συντάγματος αναφέρει ότι «όλες οι νομοθετικές εξουσίες που δίδονται από το παρόν είναι κεκτημένες του Κογκρέσου των Ηνωμένων Πολιτειών, το οποίο θα αποτελείται από μια Γερουσία και μια Βουλή των Αντιπροσώπων.» Η Βουλή και η Γερουσία είναι ίσοι εταίροι στη νομοθετική διαδικασία, η νομοθεσία δεν μπορεί να ενεργοποιηθεί χωρίς τη συναίνεση αμφότερων των σωμάτων. Όμως, το Σύνταγμα δίδει σε κάθε σώμα μερικές μοναδικές εξουσίες. Η Γερουσία επικυρώνει συνθήκες και εγκρίνει τους κορυφαίους προεδρικούς διορισμούς ενώ η Βουλή εγκρίνει νομοσχέδια αύξησης των εσόδων. Η Βουλή εγκρίνει υποθέσεις παραπομπής προσώπων, ενώ η Γερουσία αποφασίζει για τις υποθέσεις παραπομπής.[4] Απαιτείται η πλειοψηφία των δύο τρίτων της Γερουσίας για να καταστεί δυνατόν να καθαιρεθεί αναγκαστικά από το αξίωμά του ένα παραπεμπόμενο πρόσωπο.[4]
Ο όρος Κογκρέσο μπορεί επίσης να αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη συνεδρίαση ενός νομοθετικού σώματος. Ένα Κογκρέσο καλύπτει δύο έτη· το 112ο Κογκρέσο, άρχισε στις 3 Ιανουαρίου 2011. Τα μέλη της γερουσίας αναφέρονται ως γερουσιαστές· τα μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων αναφέρονται ως αντιπρόσωποι, βουλευτές, ή βουλευτίνες.
Ο λόγιος και αντιπρόσωπος Λη Χ. Χάμιλτον ισχυρίσθηκε ότι η «ιστορική αποστολή του Κογκρέσου είναι να διατηρεί την ελευθερία» και επέμενε ότι ήταν μια «οδηγούσα δύναμη στην Αμερικανική κυβέρνηση»[5] και ένας "αξιοσημείωτα ελαστικός θεσμός."[6] Το Κογκρέσο είναι η "καρδιά και η ψυχή της δημοκρατίας μας", σύμφωνα με αυτήν την άποψη,[7] αν και οι νομοθέτες σπάνια επιτυγχάνουν το κύρος και την αναγνώριση του ονόματός τους όσο οι πρόεδροι ή οι δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου.[7]
Το Κογκρέσο μας αντανακλά σε όλες τις δυνάμεις μας και όλες τις αδυναμίες μας. Αντικατοπτρίζει τις περιφερειακές μας ιδιοσυγκρασίες, την εθνολογική, θρησκευτική, και φυλετική μας ποικιλομορφία, το πλήθος των επαγγελμάτων μας, και τις τάσεις των απόψεών μας σε οτιδήποτε, από την αξία του πολέμου έως τον πόλεμο των αξιών. Το Κογκρέσο είναι το πλέον αντιπροσωπευτικό σώμα της κυβέρνησης ... Το Κογκρέσο είναι απαραιτήτως επιφορτισμένο με τη συμφιλίωση των διαφόρων οπτικών μας γωνιών πάνω στα μεγάλα θέματα των δημοσίων πολιτικών της ημέρας. — Smith, Roberts, and Wielen[5]
Το Κογκρέσο αλλάζει μονίμως, είναι μονίμως σε ροή.[8] Στις πρόσφατες περιόδους, τα Αμερικανικά νότια και δυτικά έχουν κερδίσει έδρες στη Βουλή σύμφωνα με τις δημογραφικές αλλαγές που καταγράφουν οι απογραφές και περιλαμβάνει περισσότερες μειονότητες και γυναίκες αν και αυτές οι δλυο ομάδες ακόμη υποεκπροσωπούνται, σύμφωνα με μία άποψη.[8] Ενώ οι ισορροπίες εξουσίας μεταξύ των διαφορετικών μελών της κυβέρνησης συνεχίζουν να αλλάζουν, η εσωτερική δομή του Κογκρέσου είναι σημαντική να την καταλάβει κάποιος μαζί με τις αλληλεπιδράσεις που ονομάζονται ενδιάμεσοι θεσμοί όπως τα πολιτικά κόμματα, οι ενώσεις πολιτών, οι ομάδες συμφερόντων, και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.[7]
Το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών εξυπηρετεί δύο διακριτούς σκοπούς οι οποίοι αλληλοεπικαλύπτονται: την τοπική αντιπροσώπευση μιας κογκρεσιακής περιφέρειας στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση από τους αντιπροσώπους και την εκπροσώπηση μιας πολιτείας συνολικά στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση από τους γερουσιαστές.
Ιστορία
Το Πρώτο Ηπειρωτικό Κογκρέσο ήταν μια συνάθροιση αντιπροσώπων από δώδεκα από τις δεκατρείς Βρετανικές Αποικίες στη Βόρεια Αμερική.[9] Στις 4 Ιουλίου 1776, το Δεύτερο Ηπειρωτικό Κογκρέσο υιοθέτησε τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας, αναφερόμενο στο νέο έθνος ως "Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής". Τα Άρθρα της Συνομοσπονδίας το 1781 δημιούργησε ένα μονοθάλαμο σώμα με ίση αντιπροσώπευση μεταξύ των πολιτειών στο οποίο κάθε πολιτεία είχε βέτο στις περισσότερες αποφάσεις. Χωρίς εκτελεστικό ή δικαστικό κλάδο, και με ελάχιστη εξουσία, αυτή η κυβέρνηση ήταν αδύναμη[10] και είχε έλλειψη αρμοδιότητας να συλλέγει φόρους, να ρυθμίζει το εμπόριο, ή να επιβάλλει νόμους.[11][12]
Η έλλειψη εξουσιών της κυβέρνησης οδήγησε στο Συνέδριο του 1787 το οποίο πρότεινε ένα αναθεωρημένο σύνταγμα με ένα διθάλαμο κογκρέσο.[13] Οι μικρότερες πολιτείες υποστήριξαν την ίση εκπροσώπηση για κάθε πολιτεία.[14] Η διθάλαμη δομή είχε λειτουργήσει καλά στις πολιτειακές κυβερνήσεις,[15] ήταν ένα σχέδιο συμβιβασμού με αντιπροσώπους επιλεγόμενους από τον πληθυσμό (που ωφελούσε τις μεγαλύτερες πολιτείες) και ακριβώς δύο γερουσιαστές επιλεγόμενους από τις πολιτειακές κυβερνήσεις (που ευνοούσε τις μικρότερες πολιτείες).[8][16] Το επικυρωμένο σύνταγμα δημιούργησε μια ομοσπονδιακή κυβέρνηση με δύο αλληλεπικαλυπτόμενα κέντρα εξουσίας ούτως ώστε κάθε πολίτης ως άτομο να υπόκειται στην εξουσία της πολιτειακής κυβέρνησης και της εθνικής κυβέρνησης.[17][18][19] Για την προστασία ενάντια στην κατάχρηση εξουσίας, κάθε κλάδος της κυβέρνησης —εκτελεστικός, νομοθετικός, και δικαστικός— είχε διακριτή σφαίρα αρμοδιότητας και μπορούσε να ελέγχει τους άλλους κλάδους σύμφωνα με την αρχή της διάκρισης των εξουσιών.[20] Επιπλέον, υπήρχαν έλεγχοι και ισορροπίες μέσα στο νομοθετικό σώμα αφότου υπήρχαν δύο διαφορετικά σώματα.[21] Η νέα κυβέρνηση ενεργοποιήθηκε το 1789.[20][22]
Ο πολιτικός επιστήμονας Τζούλιαν Ε. Ζέλιζερ πρότεινε ότι υπήρξαν τέσσερις κύριες κογκρεσιακές περίοδοι, με σημαντική αλληλεπικάλυψη, και περιέλαβε τη διαμορφωτική περίοδο (δεκαετία 1780–δεκαετία 1820), την κομματική περίοδο (δεκαετία 1830–δεκαετία 1900), την περίοδο επιτροπών (δεκαετία 1910–δεκαετία 1960), και τη σύγχρονη περίοδο (δεκαετία 1970-σήμερα).[23]
Η διαμορφωτική περίοδος (δεκαετία 1780–δεκαετία 1820)
Οι Φεντεραλιστές και οι αντιφεντεραλιστές πίεζαν για εξουσία τα πρώτα χρόνια καθώς αποκρυσταλλώθηκαν τα πολιτικά κόμματα, εκπλήσσοντας τους Συντάκτες του Συντάγματος. Η εκλογή του Τόμας Τζέφερσον στην προεδρία σηματοδότησε μια ειρηνική μετάβαση εξουσίας μεταξύ των κομμάτων το 1800. Ο Τζον Μάρσαλ, 4ος Αρχιδικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου έδωσε εξουσία στα δικαστήρια εγκαθιδρύοντας την αρχή του δικαστικού ελέγχου σε νόμο στην απόφαση ορόσημο Μάρμπουρυ εναντίον Μάντισον το 1803, δίνοντας ουσιαστική εξουσία στο Ανώτατο Δικαστήριο να εκμηδενίσει τη νομοθεσία του Κογκρέσου.
Η κομματική περίοδος (δεκαετία 1830–δεκαετία 1900)
Αυτή η περίοδος σηματοδοτήθηκε από την αύξηση της δύναμης των πολιτικών κομμάτων. Το πηγαίο γεγονός αυτής της κατάστασης ήταν ο Εμφύλιος Πόλεμος ο οποίος έλυσε το ζήτημα της δουλείας και ένωσε το έθνος υπό ομοσπονδιακή εξουσία, αλλά εξασθένησε τη δύναμη των δικαιωμάτων των πολιτειών. Η Χρυσή Εποχή (1877–1901) σηματοδοτήθηκε από τη Ρεπουμπλικανική κυριαρχία στο Κογκρέσο. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η δραστηριότητα των λόμπι εντάθηκε, ειδικά κατά τη διοίκηση του Προέδρου Γκραντ κατά την οποία τα ισχυρά λόμπι υποστήριξαν τις επιδοτήσεις του σιδηροδρόμου και την τιμολόγηση του μαλλιού.[24] Η μετανάστευση προς τις ΗΠΑ και οι υψηλοί ρυθμοί γεννήσεων διόγκωσαν τον αριθμό των πολιτών και το έθνος αυξήθηκε με ραγδαίο ρυθμό. Η Προοδευτική Περίοδος χαρακτηρίσθηκε από ισχυρή κομματική ηγεσία σε αμφότερα τα σώματα του Κογκρέσου καθώς και από επιθυμία για μεταρρύθμιση· μερικές φορές οι μεταρρυθμιστές επιτίθεντο στους λομπίστες θεωρώντας ότι διαφθείρουν την πολιτική.[25] Η θέση του Ομιλητή της Βουλής έγινε ιδιαίτερα ισχυρή υπό ηγέτες όπως ο Τόμας Ριντ το 1890 και ο Τζόζεφ Γκάρνεϊ Κάννον. Η Γερουσία ελεγχόταν ουσιαστικά από έξι ανθρώπους.
Η περίοδος των επιτροπών (δεκαετία 1910–δεκαετία 1960)
Ένας σύστημα πρεσβύτητας —στο οποίο τα μακροχρόνια Μέλη του Κογκρέσου κέρδιζαν όλο και περισσότερη δύναμη— ενθάρρυνε πολιτικούς και των δύο κομμάτων να υπηρετούν μακρές θητείες. Οι πρόεδροι των Επιτροπών παρέμειναν ισχυροί και στα δύο σώματα μέχρι τις μεταρρυθμίσεις της δεκαετίας του 1970. Οι σημαντικές δομικές αλλαγές περιελάμβαναν την άμεση εκλογή των γερουσιαστών με λαϊκή εκλογή σύμφωνα με τη Δέκατη Έβδομη Τροποποίηση του Συντάγματος των Ηνωμένων Πολιτειών[16] με θετικές επιδράσεις (γερουσιαστές πιο ευαίσθητους στην κοινή γνώμη) και αρνητικές επιδράσεις (υπόσκαψη της εξουσίας των πολιτειακών κυβερνήσεων).[16] Αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου βασισμένες στην commerce clause (εμπορική ρήτρα) του Συντάγματος επέκτειναν τη δύναμη του Κογκρέσου στη ρύθμιση της οικονομίας.[26] Ένα αποτέλεσμα της λαϊκής εκλογής των γερουσιαστών ήταν η μείωση της διαφοράς μεταξύ της Βουλής και της Γερουσίας αναφορικά με τη σύνδεσή τους με το εκλεκτοράτο.[27]
Η Μεγάλη Ύφεση εγκαινίασε την περίοδο του Προέδρου Φράνκλιν Ρούζβελτ και τον ισχυρό έλεγχο από τους Δημοκρατικούς[28] και τις ιστορικές πολιτικές του New Deal. Η εκλογή του Ρούζβελτ το 1932 σηματοδότησε μια μεταστροφή στην κυβερνητική εξουσία προς τον εκτελεστικό κλάδο. Πολυάριθμες πρωτοβουλίες του New Deal προήλθαν από τον Λευκό Οίκο παρά από το Κογκρέσο.[29] Το Δημοκρατικό Κόμμα έλεγχε και τα δύο σώματα του Κογκρέσου για πολλά έτη.[30][31][32] Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι Ρεπουμπλικανοί και οι συντηρητικοί νότιοι Δημοκρατικοί[33] δημιούργησαν τον Συντηρητικό Συνασπισμό.[32][34] Οι Δημοκρατικοί διατήρησαν τον έλεγχο του Κογκρέσου κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.[35][36] Το Κογκρέσο αγωνιζόταν για την αποδοτικότητα τη μεταπολεμική περίοδο εν μέρει μειώνοντας τον αριθμό των μόνιμων επιτροπών του Κογκρέσου.[37] Οι Νότιοι Δημοκρατικοί έγιναν ισχυρή δύναμη εναλλασσόμενη μεταξύ Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών κατά τη διάρκεια αυτών των ετών. Πιο σύνθετα θέματα, όπως η διαστημοπλοΐα και η πολιτική ατομικής ενέργειας, απαιτούσαν μεγαλύτερη εξειδίκευση και αυθεντία.[37] Ο Γερουσιαστής Τζόζεφ ΜακΚάρθι εκμεταλλεύθηκε τον φόβο για τον κομμουνισμό και διεξήγαγε ακροάσεις σε δημόσια αναμετάδοση.[38][39] Το 1960, ο Δημοκρατικός υποψήφιος Τζον Φ. Κέννεντι οριακά κέρδισε την προεδρία και η εξουσία μεταστράφηκε προς τους Δημοκρατικούς οι οποίοι εξουσίαζαν τα δύο σώματα του Κογκρέσου μέχρι το 1994.
Η σύγχρονη περίοδος (δεκαετία 1970–σήμερα)
Το Κογκρέσο ενεργοποίησε το πρόγραμμα Great Society του Λίντον Τζόνσον για την καταπολέμηση της φτώχειας και της πείνας.
Δείτε ακόμη
Παραπομπές
Αναφορές
Περαιτέρω ανάγνωση
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Wikiwand in your browser!
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.