Remove ads
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο όρος Καταστροφή της Καντάνου αναφέρεται στην ολική καταστροφή του χωριού Κάντανος στη Δυτική Κρήτη στις 3 Ιουνίου 1941 από τις Γερμανικές δυνάμεις κατοχής κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.[1][2]
Η διαταγή δόθηκε από τον Συνταγματάρχη Κουρτ Στουντέντ ως αντίποινα για τη συμμετοχή των κατοίκων του χωριού στη μάχη της Κρήτης. Η καταστροφή απετέλεσε ένα από τα πιο φρικτά εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν από τις Δυνάμεις του Άξονα κατά τη διάρκεια της κατοχής της Κρήτης στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η μάχη της Κρήτης ξεκίνησε στις 20 Μαΐου 1941 με μία μεγάλης κλίμακας εισβολή από αέρος που σκοπό είχε την κατάληψη στρατηγικών τοποθεσιών του νησιού. Το χωριό Κάντανος βρίσκεται στον δρόμο από τα Χανιά στη βόρεια ακτή προς την Παλαιόχωρα στα νότια, η οποία αποτελούσε υποψήφιο σημείο απόβασης για πιθανές Συμμαχικές ενισχύσεις από τη Βόρεια Αφρική. Με την έναρξη της μάχης της Κρήτης σε σύσκεψη που έγινε στο χώρο που βρίσκεται σήμερα το Δημοτικό Σχολείο Καντάνου υπό την ηγεσία του Αντισυνταγματάρχη Χ. Σειραδάκη που είχε σταλεί για να οργανώσει πολιτοφυλακή αποφασίστηκε να αντισταθούν στους Γερμανούς, παρότι ο Σειραδάκης είχε προειδοποιήσει για τα αντίποινα αφού απαγορεύονταν κατά τους Γερμανούς να πολεμούν πολίτες. Το χωριό Κάντανος βομβαρδίστηκε κατά τη διάρκεια των πρώτων ημερών της επίθεσης και ένα μικρό γερμανικό μηχανοκίνητο απόσπασμα με μοτοσυκλέτες κι πολυβόλο MG 34 στο πλαϊνό αμάξι της μίας μοτοσυκλέτας επιχείρησε στις 23 Μαΐου 1941 να φτάσει στην Παλαιόχωρα και να τη διασφαλίσει. Αν και ανεκπαίδευτοι και ανεπαρκώς οπλισμένοι, οι κάτοικοι της Καντάνου και άλλων διπλανών χωριών, με τη βοήθεια μερικών χωροφυλάκων της επαρχίας Σελίνου, αυθόρμητα αντιμετώπισαν και νίκησαν τις Γερμανικές δυνάμεις στα Φλώρια παίρνοντας τα όπλα τους, όπλα που φάνηκαν χρήσιμα τις επόμενες ημέρες και ειδικά το πολυβόλο που επισκεύασε ο Γεώργιος Κωστάκης από τα Πλεμενιανά..[3]
Την επόμενη μέρα, οι ντόπιοι έστησαν ενέδρα στους Γερμανούς στρατιώτες της 5ης ορεινης μεραρχίας στο φαράγγι της Καντάνου.[4] Παρά την ισχυρή τους αντίσταση στις 24 και 25 Μαΐου και τις περιορισμένες απώλειες που είχαν, οι ντόπιοι που ήταν σε μεγάλο βαθμό λιγότεροι από τους Γερμανούς στρατιώτες και χωρίς αξιόλογο οπλισμό (λίγα προπολεμικά, κυνηγετικά και όπλα από την εποχή της Τουρκοκρατίας και ελάχιστα αξιόλογα που είχαν παρθεί από τους Γερμανούς την προηγούμενη μέρα στα Φλώρια) τελικά αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν στα βουνά, επιτρέποντας στους Γερμανούς να προχωρήσουν προς την Παλαιοχώρα.[5][6]
Κατά τη διάρκεια της μάχης της Κρήτης, οι Γερμανικές δυνάμεις εισβολής είχαν μεγάλες και βαριές απώλειες. Επιπλέον, η άνευ προηγουμένου αντίσταση που συνάντησαν από τον τοπικό πληθυσμό εξόργισε την Πρωσική τους αίσθηση για την στρατιωτική τάξη, σύμφωνα με την οποία κανείς πέραν των επαγγελματιών πολεμιστών δε θα έπρεπε να του επιτρέπεται να πολεμάει. Ακόμα και πριν το τέλος της μάχης, είχαν αρχίσει να κυκλοφορούν υπερβολικές ιστορίες οι οποίες απέδιδαν πολύ μεγάλες απώλειες για τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές, λόγω βασανιστηρίων και ακρωτηριασμών που υπέφεραν από τους Κρητικούς. Αργότερα, τέτοιες ιστορίες αποδείχθηκαν να είναι αναληθείς καθώς πιο προσεκτικές έρευνες μπορούσαν να πιστοποιήσουν μόνο ελάχιστες υποθέσεις ακρωτηριασμού σε ολόκληρη την Κρήτη, οι περισσότερες από τις οποίες είχαν προκληθεί μετά θάνατον.[5]
Παρ'όλα αυτά, ως αποτέλεσμα των παραπάνω ισχυρισμών και προσπαθώντας να δώσουν ένα παράδειγμα σε όσους αντιστέκονται, αμέσως μετά την παράδοση της Κρήτης στις 31 Μαΐου, ο προσωρινός Γενικός Διοικητής Κουρτ Στουντέντ εξέδωσε εντολή για την έναρξη μίας σειράς βάναυσων αντίποινων εναντίον του ντόπιου πληθυσμού. Τα αντίποινα έπρεπε να εκτελεστούν γρήγορα από τις ίδιες μονάδες που είχαν αντιμετωπίσει οι ντόπιοι, παραλείποντας οποιαδήποτε τυπικότητα.[5]
Στις 3 Ιουνίου 1941, μία μέρα μετά την εκτέλεση αρκετών πολιτών στο Κοντομαρί, οι Γερμανοί στρατιώτες από το Τάγμα III του 1ου Συντάγματος της από Αέρος Εισβολής (κατά πάσα πιθανότητα με επικεφαλής τον Oberleutnant Χορστ Τρίμπους) έφτασαν στην Κάντανο, ακολουθώντας τις διαταγές του Στουντέντ για αντίποινα. Οι Γερμανοί στρατιώτες εξανάγκασαν τον γιατρό Παπαντωνάκη Ευάγγελο που γνώριζε Γερμανικά να καλέσει τους Καντανιώτες να πάνε στο χωριό λέγοντας ότι δεν θα τους πειράξουν. Οι Καντανιώτες αντιλαμβανόμενοι τον κίνδυνο δεν παρουσιάστηκαν και η οργή των Γερμανών ξέσπασε στα ζώα και τα σπίτια της Καντάνου. Έβαλαν φωτιά σε όλα τα σπίτια και ισοπέδωσαν όσα ήταν πιο γερά με δυναμίτη. Την καταστροφή των σπιτιών βοήθησε η μεγάλη ποσότητα ελαιολάδου που ήταν αποθηκευμένη σε αυτά λόγω καλής βεδέμας εκείνη την χρονιά. Το ελαιουργείο το χωριού κάπνιζε σχεδόν ένα μήνα. Σκότωσαν και έκαψαν λίγους ηλικιωμένους και κατάκοιτους που βρέθηκαν στο χωριό. Απαγόρευσαν δε την ανοικοδόμηση του χωριού ενώ σε δύο ξύλινες πόρτες έγραψαν τα αναγραφόμενα δύο κείμενα στις δύο δεξιές πλάκες της διπλανής εικόνας. Κατά τη διάρκεια της κατοχής στο κέντρο της Καντάνου δεν επέτρεψαν να χτιστεί καμία κατοικία. Άφησαν μόνο ένα φυλάκιο και το ελαιουργείο προκειμένου να εφοδιάζονται με το πολύτιμο λάδι. Αργότερα το 1943 έφεραν την 1η μαρμάρινη πλάκα με σκοπό να χτίσουν σχετικό μνημείο γεγονός που δεν έγινε λόγω πτώσης του ναζισμού. Η Κάντανος είναι το μοναδικό μέρος που οι Γερμανοί άφησαν γραπτά στοιχεία για τις καταστροφές που προκάλεσαν. [7]Οι δύο πινακίδες-επιγραφές σε γερμανικά και ελληνικά στις εισόδους του χωριού από Χανιά και από Παλαιοχώρα. αναφέρουν: «Διά την κτηνώδη δολοφονίαν Γερµανών αλεξιπτωτιστών, αλπινιστών και του µηχανικού από άνδρας, γυναίκας και παιδιά και παπάδες µαζύ και διότι ετόλµησαν να αντισταθούν κατά του µεγάλου Ράιχ κατεστράφη την 3-6-1941 η Κάνδανος εκ θεµελίων, διά να µην επαναοικοδοµηθεί πλέον ποτέ», και : «Ως αντίποινον των από οπλισµένων πολιτών ανδρών και γυναικών εκ των όπισθεν δολοφονηθέντων Γερµανών στρατιωτών κατεστράφη η Κάνδανος».[8] Ητρίτη πινακίδα-επιγραφή από μάρμαρο που μεταφέρθηκε στην Κάντανο το 1943, με σκοπό να χρησιμοποιηθεί για ένα μνημείο που οι Γερμανοί προγραμμάτιζαν να κατασκευάσουν αναφέρει: «Εδώ υπήρχε η Κάνδανος - Κατεστράφη προς εξιλασµόν της δολοφονίας 25 Γερµανών στρατιωτικών».[8]
Μετά την παράδοση της Κρήτης, ανεγέρθηκε από την 5η Ορεινή Μεραρχία, κοντά στα Φλώρια, ένα μνημείο για τους στρατιώτες του Τάγματος 95 που έπεσαν στη μάχη της Κρήτης.
Μετά την παράδοση της Γερμανίας, ο Στουντέντ φυλακίστηκε από τους Βρετανούς. Τον Μάιο του 1947, ήρθε ενώπιον στρατιωτικού δικαστηρίου για να απαντήσει σε κατηγορίες κακομεταχείρισης και δολοφονίας αιχμαλώτων πολέμου από τους στρατιώτες του στην Κρήτη, ενώ το αίτημα της Ελλάδας να εκδοθεί ο Στουντέντ στη χώρα, απορρίφθηκε. Ο Στουντέντ κρίθηκε ένοχος για τις τρεις από τις οκτώ κατηγορίες και καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια φυλάκιση. Ωστόσο, του δόθηκε ιατρική απαλλαγή και αφέθηκε ελεύθερος το 1948.[9][10] Δεν δικάστηκε ποτέ για εγκλήματα εναντίον άμαχου πληθυσμού.
Σήμερα, η Κάντανος έχει ξαναχτιστεί και αποτελεί την έδρα του ομώνυμου δήμου. Αναπαραγωγές των πινακίδων-επιγραφών εις μνήμην της καταστροφής του χωριού, υπάρχουν σε τοπικό μνημείο του πολέμου.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.