From Wikipedia, the free encyclopedia
Καμικάζε (Ιαπωνικά: 神風) ή εσφαλμένα Καμικάζι (Αγγλικά: kamikaze) είναι ιαπωνική σύνθετη λέξη με δύο ιδεογράμματα, με κυριολεκτική σημασία Θείος Άνεμος.
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Ο προσδιοριστικός αυτός όρος χρησιμοποιήθηκε τον Αύγουστο του 1281 για να περιγράψει ένα ιστορικό γεγονός που συνέβη το 1274 όταν ο κινεζο-μογγολικός στόλος του Κουμπλάι Χαν επιχειρούσε εισβολή στην Ιαπωνία με 100.000 πολεμιστές επιβαίνοντας σε 3.500 ελαφρά σκάφη. Στην απελπιστική εκείνη κατάσταση για τους Ιάπωνες, μια τρομακτική θύελλα σε μορφή τυφώνα κυριολεκτικά διέλυσε τους επίδοξους εισβολείς προκαλώντας τους τεράστιες απώλειες και διασώζοντας την Ιαπωνία. Την τρομερή εκείνη θύελλα οι Ιάπωνες ονόμασαν "Θείο Άνεμο" και την απέδωσαν στον θεό των ανέμων Ίσε, η λατρεία του οποίου έκτοτε έλαβε ξεχωριστή σημασία στον κόσμο του Σιντοϊσμού, τη βασική θρησκεία των Ιαπώνων. (Δείτε σχετικά Καμικάζε (τυφώνας)),
Στην νεότερη ιστορία της Ιαπωνίας, ο όρος καμικάζε επαναχρησιμοποιήθηκε κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Τότε οι ιαπωνικές ένοπλες δυνάμεις, έχοντας φθάσει το 1944 σε απελπιστική πλέον κατάσταση άνισου αγώνα στον πόλεμο του Ειρηνικού, αποφάσισαν νέα ναυτική και αεροπορική τακτική η οποία χαρακτηρίστηκε τερατώδης[εκκρεμεί παραπομπή]. Επρόκειτο για τη συγκρότηση ειδικών δυνάμεων αυτοκτονίας, δηλαδή μονάδων οι επιθέσεις των οποίων κατέληγαν σε ολοκαύτωμα, πέφτοντας επί των στόχων τους. Έτσι το όνομα "καμικάζε" έλαβαν τόσο οι αποστολές όσο και οι χειριστές πιλότοι αεροσκαφών, κατευθυνόμενων βομβών, σκαφών, κ.λπ. γράφοντας μια εκπληκτική εποποιία θάρρους, ηρωισμού, υπερηφάνειας, φιλοπατρίας και καθήκοντος προκαλώντας ταυτόχρονα παγκόσμιο δέος αλλά και θαυμασμό [1]
Σημειώνεται ότι την εποχή εκείνη η πολεμική αεροπορία της Ιαπωνίας δεν αποτελούσε ενιαίο όπλο, αλλά επιμέρους υπηρεσιακούς κλάδους τόσο του αυτοκρατορικού ναυτικού, όσο και του αυτοκρατορικού στρατού. Η σύσταση δυνάμεων καμικάζε αφορούσε μόνο εκείνες του αυτοκρατορικού ναυτικού και της αεροπορίας του σε αντιδιαστολή των αντίστοιχων δυνάμεων που συγκροτήθηκαν στον αυτοκρατορικό στρατό και την αεροπορία του που έφεραν την ονομασία τοκουμπέτσου. Ο δε όρος τοκουμπέτσου κοουγκέκι τάι (Ιαπ: 特別攻撃隊), μεταφραζόμενος στα ελληνικά, σημαίνει «ειδική επιθετική δύναμη».
Η απόφαση δημιουργίας των ειδικών αυτών δυνάμεων αυτοκτονίας λήφθηκε στις 19 Οκτωβρίου του 1944 (ή του έτους 2.604, κατά το παραδοσιακό ιαπωνικό ημερολόγιο), στην αεροπορική βάση Μαμπαλακάτ, 110 χιλιόμετρα βόρεια της Μανίλα, σε συμβούλιο που συγκλήθηκε υπό τον υποναύαρχο Τακιτζίρο Ονίσι. Ανάδοχος του ονόματος αυτών "Θείος Άνεμος" ήταν ο υπαρχηγός του 1ου αεροπορικού στόλου Ρικιχέι Ινογκούκι. Παρά ταύτα πνευματικός πατέρας της δημιουργίας τους φέρεται ο Ειικίρο Τζιό, κυβερνήτης του υδροπλανοφόρου Κιγιόντα, που πρώτος πρότεινε επίσημα με αναφορά του, τον Ιούνιο του 1944, τη συγκρότηση τέτοιου ειδικού σώματος, προσφερόμενος μάλιστα ο ίδιος να αναλάβη τη διοίκησή του.
Αργότερα ο όρος καμικάζι απόκτησε μια πιο διευρυμένη έννοια και χρησιμοποιείται πλέον για να περιγράψει τους τρομοκράτες που εκτελούν επιθέσεις αυτοκτονίας, όπως και πιλότους της ναζιστικής Γερμανίας, ονομαζόμενη και Ζέλμπσστόπφερ (Selbsstopfer), που είχαν διαταγές να καταστρέψουν τον στόχο τους με την ρίψη του αεροπλάνου τους πάνω σε αυτόν.
Στη νεότερη ελληνική γλώσσα και κυρίως στη δεκαετία του 1980, η λέξη "καμικάζι" χρησιμοποιόταν στην καθημερινή αργκό για να περιγράψει μοτοσυκλετιστές οι οποίοι προέβαιναν σε επικίνδυνους και επιθετικούς ελιγμούς με μοτοσυκλέτες υψηλών επιδόσεων, καθώς και συμμετοχή σε αυτοσχέδιους αγώνες. Χαρακτηριστική η ελληνική ταινία Καμικάζι αγάπη μου του 1983 σε σενάριο και σκηνοθεσία Γιάννη Δαλιανίδη.
Το 1944 στον μαινόμενο πόλεμο του Ειρηνικού η εποχή των μεγάλων ιαπωνικών επιτυχιών που σημειώθηκαν μετά το Περλ Χάρμπορ και την εισβολή στις Φιλιππίνες του 1941, όπου ανάγκασαν ακόμα και τον Αμερικανό διοικητή του νοτίου Ειρηνικού, Ντάγκλας Μακ-Άρθουρ να καταφύγει στην Αυστραλία έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Ειδικότερα μετά την ανακατάληψη του Γκουανταλκανάλ από τους Αμερικανούς, (Φεβρουάριος 1943), όπου οι ιαπωνικές δυνάμεις πέρασαν στην άμυνα, μήνα με τον μήνα οι Ιάπωνες στρατοκράτες άρχισαν να συνειδητοποιούν και να παραδέχονται την αμερικανική υπεροχή, αριθμητική και κυρίως ποιοτική, αλλά και την ναυτική τακτική τους, με ότι αυτό μπορούσε να σημαίνει για το ηθικό τους.
Στην κατάσταση εκείνη (του 1943) ήλθε να προστεθεί και η δυσαρέσκεια του "επίγειου θεού του ιαπωνικού έθνους", του Αυτοκράτορα Χιροχίτο με ιδιαίτερη μομφή προς τον αρχηγό του ναυτικού επιτελείου ναύαρχο Ναγκάνο λέγοντάς του «όπως φαίνεται οι Αμερικανοί κατέλαβαν την κτήση του ουρανού» υπονοώντας την υπεροχή της αμερικανικής αεροπορίας. Τον Ιούνιο του 1944 όταν πλέον οι Αμερικανοί πολιορκούσαν τα νησιά του Σολομώντος ο Χιροχίτο, υποδεχόμενος σε ακρόαση τον πρωθυπουργό Χιντέκι Τότζο, ή Χιντόκι Τόζο που από τον Φεβρουάριο ήταν επικεφαλής του αυτοκρατορικού Γενικού Επιτελείου Στρατού, ξεσπάθωσε: «Κύριε Πρωθυπουργέ, εξακολουθείτε ακόμα να επαναλαμβάνετε ότι ο αυτοκρατορικός στρατός είναι άτρωτος, ενώ σε κάθε εχθρική απόβαση χάνετε τη μάχη. Επιτέλους που θα καταλήξει αυτός ο πόλεμος:» Η αυτοκρατορική αυτή δυσαρέσκεια γρήγορα διέρρευσε σχεδόν σε όλα τα επιτελεία ενώ άρχισαν οι τριγμοί στην ίδια την κυβέρνηση. Η αυτοκρατορία στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Βέβαια οι ιαπωνικές πόλεις δεν είχαν αρχίσει να δέχονται αεροπορικούς βομβαρδισμούς, πλην όμως όλες οι βιομηχανίες υπολειτουργούσαν. Οι μεγάλες προσδοκίες ανάκτησης πρώτων υλών απ΄ όλα τα εδάφη του τόξου που είχαν επεκταθεί οι ιαπωνικές δυνάμεις δεν είχαν ευοδωθεί. Υπό αυτές τις δραματικές συνθήκες οι κάποιες εισηγήσεις και προσπάθειες για έναρξη ειρηνευτικών συνομιλιών που φέρονται να ξεκίνησαν από το προηγούμενο έτος κρίθηκαν από τους στρατοκράτες ισοδύναμες με ατιμία.
Σημειώνεται ότι το 1940 η Ιαπωνία γιόρτασε με κάθε επισημότητα τα 2.600 χρόνια ζωής της. κατά τα οποία καλλιεργήθηκε μια απέραντη ανακτο-σιντοϊστική πίστη υψηλών υπερβατικών αρχών και ιδεών[2]. Άραγε πόσο εύκολο θα μπορούσε να ήταν τώρα μια αμφισβήτηση ενός τόσο βαρύ φορτίου πολιτισμικής παράδοσης, έστω και κατ' ελάχιστο; Μονόδρομος πλέον για τους "πιστούς" ο "ένδοξος θάνατος", το πέρασμα στην αιωνιότητα[3].
Τον Ιούνιο του 1944 το αυτοκρατορικό ναυτικό δέχεται μία ακόμη καταστροφική ήττα, στην αεροναυμαχία των Μαριάννων, Τότε ο κυβερνήτης του αεροπλανοφόρου Κιγιόντα, πλοίαρχος Εϊικίρο Τζιό υποβάλλει την ακόλουθη έκκληση - πρόταση στην Ανώτατη Διοίκηση, που είχε εντυπωσιακή απήχηση:
Και ενώ οι ήττες του ναυτικού συνεχίζονται παρασύροντας και την κυβέρνηση του Τότζο που αντικαταστάθηκε από την κυβέρνηση του Κόισο Κουνιόκι οι ανακοινώσεις προς το λαό συνέχιζαν να μεγαλοποιούν κάποιες επιτυχίες αποκρύπτοντας τις τεράστιες απώλειες. Η δε Ανωτάτη Αυτοκρατορική Διοίκηση θεωρώντας τις Φιλιππίνες ιδιαίτερα ζωτικές για την οικονομία της χώρας, μετά μάλιστα την αποκάλυψη του υπουργού εξωτερικών της Σοβιετικής Ένωσης, Βιατσεσλάβ Μολότοφ στον Ιάπωνα πρέσβη στη Μόσχα στις 6 Οκτωβρίου (1944) για επικείμενη αμερικανική απόβαση στις Φιλιππίνες στις 20 Σεπτεμβρίου, κάλεσε όλες τις δυνάμεις να κρατήσουν με κάθε θυσία μέχρι και του τελευταίου την άμυνά τους, εκπονώντας παράλληλα το περίφημο "Σχέδιο Νίκη" (Σο-Γκο). Τότε στις ψυχές των μαχητών άναψε η σπίθα μιας παραληρηματικής έξαψης, πρωτόγνωρης και για την ιαπωνική νοοτροπία[4]. που θα αποδειχθεί ανίκανη πλέον να ανακόψει τη συνεχώς ογκούμενη πλημμυρίδα των συμμαχικών αποβατικών δυνάμεων.
Στις 15 Οκτωβρίου (1944), μετά τον εντοπισμό αμερικανικής ναυτικής μοίρας ανοικτά της νήσου Λουσόν (της μεγαλύτερης του αρχιπελάγους των Φιλιπίννων), από ιαπωνικά αναγνωριστικά, η αεροπορική βάση του Αερολιμένα Κλαρκ τέθηκε σε συναγερμό. Ο υποναύαρχος Μαζαφούμι Αρίμα, διοικητής του 26ου Κόκου-Σεντάι (= αεροπορικού στολίσκου), του 1ου Κόκου-Καντάι (= αεροπορικού στόλου) του Αυτοκρατορικού Ναυτικού, συγκάλεσε έκτακτο συμβούλιο ζητώντας επίσημα από τη διοίκηση του Αυτοκρατορικού Στρατού να του παραχωρηθούν όλα τα αεροσκάφη που βρίσκονται στη περιοχή σε κατάσταση ετοιμότητας. Το αίτημα αν και πρωτόγνωρο για κοινή συνεργασία εγκρίθηκε με εκτέλεση σε δύο κύματα, περιλαμβάνοντας έκαστο 100 αεροσκάφη διαφόρων τύπων. Κατά το χρόνο που το πρώτο κύμα βρισκόταν σε πτήση και το δεύτερο στοιχιζόταν στο διάδρομο απογείωσης ο Αρίμα φορώντας κοινή φόρμα κατέβηκε στη πίστα και δηλώνοντας «θα διοικήσω εγώ το δεύτερο κύμα» ανήλθε σε ένα βομβαρδιστικό ζητώντας από τον υπαξιωματικό που συνήθως τον συνόδευε να κατέβει.
Το δεύτερο κύμα έχοντας απογειωθεί το μεσημέρι έφθασε στο πεδίο της κόλασης νωρίς το απόγευμα. Βλέποντας ο Αρίμα την αδυναμία της προσβολής από το τεράστιο φράγμα πυρός των αντιαεροπορικών των αμερικανικών πλοίων και τη σαφή υπεροχή των αεροσκαφών του εχθρού, παίρνοντας ύψος συνεχίζει την πορεία του μέσα στα σύννεφα. Κάνοντας ελιγμούς και διαπιστώνοντας ότι βρίσκεται ακριβώς πάνω από τον μεγάλο στόχο που είχε προηγουμένως επιλέξει επιχειρεί κάθετη εφόρμηση. Μια τεράστια κοκκινο-πορτοκαλί λάμψη και ένα πυκνό σύννεφο καπνού υψώθηκε πάνω από τη γέφυρα του νεότευκτου αεροπλανοφόρου "Φραγκλίν". Έκπληκτοι οι Ιάπωνες πιλότοι που είχαν ξεφύγει την καταδίωξη των Αμερικανών παρακολουθούν την "υπέρτατη θυσία" του διοικητή τους αλλά και τις εκρήξεις που ακολουθούν στο αεροπλανοφόρο από τη φωτιά και τις βόμβες που μετέφερε το βομβαρδιστικό και που έπληξαν κάποια μικρή αποθήκη πυρομαχικών. Αν και οι ομάδες πυρόσβεσης κατάφεραν τελικά να σώσουν το πλοίο τούτο είχε υποστεί μεγάλη ζημιά παίρνοντας κλίση η αποκατάσταση της οποίας το κράτησε για κάποιο διάστημα εκτός επιχειρήσεων.
Το γεγονός μεταφερόμενο από στόμα σε στόμα έγινε γνωστό το ίδιο βράδυ στο Τόκιο, όπου και έπαιξε σημαντικό ρόλο στις αποφάσεις των αμέσως επόμενων ημερών.
Στις 17 Οκτωβρίου έχοντας επισημανθεί αμερικανικές αποβατικές δυνάμεις παρά τη νήσο Σουλουάν καθώς ιαπωνικές ναυτικές μοίρες πλησιάζουν στο αρχιπέλαγος Φιλιππίνων, σε εκτέλεση "σχεδίου Σο", φθάνει στη Μανίλα ο αντιναύαρχος Τακιτζίρο Ονίσι όπου την επομένη αναλαμβάνει τη διοίκηση του 1ου Κόκου Καντάι (= αεροπ. στόλου) του αυτοκρατορικού ναυτικού. Την αμέσως επομένη, μη χάνοντας χρόνο, μεταβαίνει στη στρατιωτική βάση Μαμπαλακάτ, έδρα της 201ης Κουκουτάι (= Σμηναρχία). όπου και συγκαλεί σύσκεψη όλων των διοικητών. Στη σύσκεψη που ξεκίνησε το απόγευμα (19 Οκτωβρίου) συμμετείχαν ο πλοίαρχος Ασαΐκι Ταμάι, υποδιοικητής της 201ης Κ., ο υπαρχηγός του 1ου Κόκου Κ. Ρικιχέι Ινογκούκι και οι επιτελείς - διοικητές Γιοσιόκα, Γιοκογιάμα και Ιμπουσούκι. Ο Αντιναύαρχος Ονίσι, χωρίς περιστροφές ξεκινάει το λόγο του:
Είναι προφανές εκ του παραπάνω λόγου ότι η πρόταση για οργάνωση "υπέρτατης θυσίας" δεν προβλεπόταν ούτε από κάποια διαταγή, ούτε ακόμα και από το "Σχέδιο Σο" που σαφέστατα υπογράμμιζε συνέχιση του παραδοσιακού τρόπου, που ίσως και αυτός να ήταν ο λόγος της αυτοθυσίας του Αρίμα που αν και δεν κάλεσε κανέναν των υφισταμένων του να τον ακολουθήσει ήταν πεπεισμένος ότι θα ακολουθούσαν πολλοί μιμητές.
Την έκπληξη, αμηχανία και την παγερή σιωπή που ακολούθησε έσπασε ο Ασαΐκι Ταμάι ρωτώντας τον Γιοσιόκα:
Μετά από αυτή την άμεση απάντηση του Γιοσιόκα, ο Ταμάι ζήτησε την άδεια από τον Ονίσι προκειμένου να αποσυρθεί σε κατ΄ ιδία συνεννόηση με τον Ιμπουσούκι. Σε λίγο εμφανίζονται και οι δύο όπου ο Ταμάι με έκδηλη συγκίνηση αναφέρει:
Ο αντιναύαρχος συγκινημένος αποδέχεται το αίτημα δίνοντας συμπληρωματικές οδηγίες. Εκείνο το απόγευμα μια σπουδαία και βαρυσήμαντη απόφαση είχε πλέον ληφθεί.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.