From Wikipedia, the free encyclopedia
Στις 5 Μαρτίου 1933, διενεργήθηκαν οι τελευταίες πολυκομματικές γενικές (ομοσπονδιακές) εκλογές της προπολεμικής Γερμανίας.
Σε μια ιδιαίτερα ταραχώδη περίοδο, με την κυβέρνηση του Αδόλφου Χίτλερ να έχει ήδη εξαπολύσει ένα κύμα διώξεων αντι-φρονούντων, και να έχει θέσει σε εφαρμογή ήδη δυο διατάγματα, περιοριστικά της ελεύθερης έκφρασης του γερμανικού λαού, οι εκλογές διεξήχθησαν μέσα σε ένα κλίμα ανησυχίας και φόβου.
Το «Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα» (NSDAP) διατήρησε την πρωτοκαθεδρία στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων με ποσοστό 43.9 %, αυξάνοντας μάλιστα τα ποσοστά του κατά 10 μονάδες σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές αλλά χωρίς -ούτε τώρα- να καταφέρει να αποσπάσει την πολυπόθητη αυτοδυναμία. Όσον αφορά στα δύο κόμματα της αντίθετης ιδεολογίας, το μεν Σοσιαλδημοκρατικό (SPD) κατάφερε λίγο πολύ να κρατήσει τα ποσοστά του σε σχέση με τις αμέσως προηγούμενες εκλογές του Νοεμβρίου του 1932 (18.3% έναντι 20.43% τον Νοέμβριο του 1932), το δε Κομμουνιστικό (KPD) κατάφερε αν και είχε μείωση 4 περίπου ποσοστιαίων μονάδων, να κερδίσει ένα 12.3% των γερμανών ψηφοφόρων (έναντι 16.8 % τον Νοέμβριο του 1932).
Το κυβερνητικό σχήμα, τελικά προέκυψε από τη συνεργασία του NSDAP με τον συνασπισμό των εθνικιστικών κομμάτων KSWR.
Την αναρρίχηση του Αδόλφου Χίτλερ στην Καγκελαρία του Ράιχ, στις 30 Ιανουαρίου του 1933, ακολούθησαν οι εκλογές με τις οποίες στην ουσία ζητούσε την αποδοχή της κυβέρνησής του από τον γερμανικό λαό. Με το προεδρικό διάταγμα της 1ης Φεβρουαρίου του 1933 διαλύθηκε το Ράιχσταγκ και προκηρύχτηκαν εκλογές για τις 5 Μαρτίου, που συνέπεσαν με τις εκλογές του κρατιδίου της Πρωσίας. Την ίδια μέρα, ο Χίτλερ εκφώνησε από ραδιοφώνου μια σημαντική ομιλία (η οποία αναδημοσιεύτηκε στις εφημερίδες) όπου, περιγράφοντας τη μέχρι τότε πορεία της Γερμανίας, τα «14 χρόνια διακυβέρνησης από τους Μαρξιστές», τις ταπεινωτικές για τη Γερμανία αποφάσεις της Συνθήκης των Βερσαλλιών, τις μάχες του κόμματός του να αντισταθεί στον «Μπολσεβικισμό» και τον «Αναρχισμό», έθετε σε γνώση του γερμανικού λαού τις βάσεις και τους στόχους της διακυβέρνησής του, αρχίζοντας στην ουσία την προεκλογική του εκστρατεία. [1]
Στις 7 Φεβρουαρίου οι Σοσιαλδημοκράτες ξεκίνησαν την προεκλογική τους εκστρατεία στο Βερολίνο, ενώ τρεις μέρες αργότερα, στις 10 Φεβρουαρίου έκανε την έναρξη της εκστρατείας του και ο Χίτλερ, με μια ομιλία του στο ιστορικό στάδιο του Βερολίνου, "Berliner Sportpalast". Προετοιμάζοντας το κλίμα τρόμου που θα ακολουθούσε τις επόμενες μέρες, ο τότε «Υπουργός Εσωτερικών» του κρατιδίου της Πρωσίας, Χέρμαν Γκαίρινγκ εξέδωσε στις 17 Φεβρουαρίου μια διαταγή στην οποία καλούσε τους αστυνομικούς να μη διστάσουν να κάνουν χρήση των όπλων τους όταν η κατάσταση το απαιτούσε. Λίγες μέρες αργότερα έδωσε την εξουσία στα SA, τα SS και τα μέλη του Στάλχελμ να λειτουργήσουν ως βοηθητική Αστυνομία (Hilfspolizei). [2]
Το Κομμουνιστικό Κόμμα έκανε την πρώτη και τελευταία δημόσια προεκλογική του συγκέντρωση στις 23 Φεβρουαρίου, με ομιλητή τον υποψήφιο για την έδρα της πόλης, Βίλελμ Πικ (Wilhelm Pieck) του οποίου όμως η ομιλία δεν ολοκληρώθηκε λόγω της διάλυσης της συγκέντρωσης από την Αστυνομία.
Με βάση το διάταγμα «Διάταγμα για την προστασία του Λαού και του Κράτους» της 28ης Φεβρουαρίου, - που ακολούθησε τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ στις 27 Φεβρουαρίου 1933, το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα με τις παραστρατιωτικές του οργανώνεις των SA και των SS επιδόθηκε σε μια εκστρατεία εκφοβισμού του πληθυσμού προκειμένου να καθοδηγήσει την ψήφο των πολιτών και να εξασφαλίσει μια συντριπτική νίκη.[3]
Το Κομμουνιστικό Κόμμα στην ουσία τελούσε υπό διωγμό αφού παράλληλα με την προεκλογική εκστρατεία, 4000 μέλη του, συμπεριλαμβανομένου του αρχηγού του Έρνστ Τέλμαν, συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν στα πρώτα στρατόπεδα συγκέντρωσης που λειτούργησαν γι' αυτό το σκοπό. Το ίδιο συνέβη και σε πολλά μέλη του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, αναγκάζοντας την ηγεσία του να μετεγκατασταθεί στην Πράγα.
Κόμμα (ο κατάλογος περιλαμβάνει όσα κόμματα συγκέντρωσαν πάνω από 1%) | Ψήφοι | % | Έδρες | +/- εδρών (σε σχέση με τις εκλογές του 1932) |
---|---|---|---|---|
Nationalsozialistische Deutsche Arbeiterpartei, NSDAP Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα | 17,277,180 | 43.91 | 288 | +92 |
Sozialdemokratische Partei Deutschlands, SPD Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας | 7,181,629 | 18.25 | 120 | –1 |
Kommunistische Partei Deutschlands, KPD Κομμουνιστικό Κόμμα της Γερμανίας | 4,848,058 | 12.32 | 81 | –19 |
Deutsche Zentrumspartei, Zentrum Κόμμα του Κέντρου (Γερμανία) | 4,424,905 | 11.25 | 73 | +3 |
Kampffront Schwarz-Weiß-Rot «Συνασπισμός Μαύρου - Άσπρου - Κόκκινου» KSVR (συνασπισμός των δυνάμεων του Γερμανικού Εθνικού Λαϊκού Κόμματος DNVP και της Στάλχελμ Stahlhelm) | 3,136,760 | 7.97 | 52 | +1 |
Bayerische Volkspartei, BVP Λαϊκό Κόμμα της Βαυαρίας | 1,073,552 | 2.73 | 19 | –1 |
Deutsche Volkspartei, DVP Γερμανικό Λαϊκό Κόμμα | 432,312 | 1.10 | 2 | –9 |
Άκυρα / Λευκά | 311,698 | – | – | – |
Συνολικοί ψήφοι | 39,655,029 | - | 647 | +63 |
Εγγεγραμμένοι ψηφοφόροι/Συμμετοχή | 44,685,764 | 88.74 | – | – |
Source: Gonschior.de |
Η δυναμική παρουσία της Αστυνομίας φαίνεται ότι έφερε αποτελέσματα, κατά κύριο λόγο στην αύξηση του ποσοστού συμμετοχής, το οποίο αυξήθηκε κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες, σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές. Το Εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα ήταν αυτό που επωφελήθηκε περισσότερο της αύξησης της συμμετοχής, αφού ανέβασε τα ποσοστά του κατά 10% περίπου, σε σχέση με τον Νοέμβριο του 1932. Ωστόσο η μεγάλη έκπληξη των εκλογών αυτών, ήταν ότι παρά τόσες νόμιμες και παράνομες προσπάθειες δεν κατάφερε να πάρει αυτοδυναμία και έτσι κατέφυγε και πάλι στην κοινοβουλευτική σύμπραξη των ομοϊδεατών του, του «Συνασπισμού Μαύρου - Άσπρου - Κόκκινου», των Άλφρεντ Χούγκενμπεργκ, («Γερμανικό Εθνικό Λαϊκό Κόμμα» (DNVP) Φραντς φον Πάπεν (ανεξάρτητος) και Φραντς Ζέλτε (Στάλχελμ).
Ο μεγάλος ηττημένος αυτών των εκλογών ήταν το «Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας». Ολοκληρωτικά αποκλεισμένο από τη δυνατότητα προεκλογικής εκστρατείας και πανταχόθεν βαλλόμενο ως υπεύθυνο για απόπειρα επανάστασης, φυσικό ήταν να πληγεί στην εκλογική αναμέτρηση. Ωστόσο, παρόλα αυτά, πιθανολογείται και άμεση μετάβαση των ψηφοφόρων του στο Εθνικοσοσιαλιστικό κόμμμα, κυρίως εκείνων που είχαν βρει στέγη εκεί λόγω συγκυριών κατά τα χρόνια της ύφεσης της οικονομίας της Γερμανίας, και όχι λόγω ιδεολογίας. Ιδιαίτερα έντονο υπήρξε το φαινόμενο αυτό στην περιοχή της ανατολικής Πρωσίας, όπου αν και ιστορικό προπύργιο των μαρξιστικών κομμάτων, τώρα κινούνταν προς το NSDAP.
Τα κόμματα κεντρώου προσανατολισμού, όπως το «Κόμμα του Κέντρου» και το «Λαϊκό Κόμμα της Βαυαρίας» παρέμειναν σταθερά, έχοντας τους μόνιμους ψηφοφόρους τους κυρίως στη δυτική Γερμανία αλλά και στη Νότια.[4]
Η πρώτη κίνηση της κυβέρνησης, την αμέσως επόμενη ημέρα, στις 6 Μαρτίου, ήταν να κηρύξει παράνομο το Κομμουνιστικό Κόμμα (με βάση το «Διάταγμα του εμπρησμού του Ράιχσταγκ») και να καταργήσει τις έδρες του στο Κοινοβούλιο[5]. Στο νέο Κοινοβούλιο, - οι συνεδριάσεις του οποίου γίνονταν τώρα στο κτίριο "Kroll-Oper", (κτίριο όπερας Kroll) -με 566 έδρες συνολικά, το Εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα είχε την απόλυτη πλειοψηφία.
Ωστόσο, αυτό δεν ήταν αρκετό προκειμένου ο Χίτλερ να πραγματοποιήσει τις αλλαγές που σχεδίαζε. Έτσι, χρησιμοποίησε την κυβερνητική πλειοψηφία για να καταφέρει να περάσει τον «Εξουσιοδοτικό Νόμο» ώστε να νομοθετεί και να κυβερνά ανεξέλεγκτος. Εκτός από τους σοσιαλδημοκράτες, όλα τα υπόλοιπα κόμματα υπερψήφισαν τον Νόμο, συμβάλλοντας έτσι στην αυτοκατάργησή τους. Στις 27 Μαρτίου ο νόμος τέθηκε σε ισχύ.
Οι επόμενες εκλογές, του Νοεμβρίου του 1933, δε θα είναι παρά μια καρικατούρα εκλογών αφού υπήρχε ένα ψηφοδέλτιο με μέλη του Ναζιστικού κόμματος και κάποιων φίλα προσκείμενων "φιλοξενούμενων προσωπικοτήτων".[6]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.