From Wikipedia, the free encyclopedia
Η αποανάπτυξη είναι πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό κίνημα το οποίο βασίζεται σε ιδέες που απορρέουν από τα Οικολογικά Οικονομικά, την Πολιτική Οικολογία, τον Αντικαταναλωτισμό και τον Αντικαπιταλισμό. Οι υπέρμαχοι της αποανάπτυξης (θεωρητικοί και ακτιβιστές) υποστηρίζουν πως η συρρίκνωση της παραγωγής και της κατανάλωσης μπορεί να αυξήσει την ευημερία των ανθρώπων, βοηθώντας παράλληλα στην εδραίωση βιώσιμων συνθηκών διαβίωσης και στην περιβαλλοντική ισορροπία στον πλανήτη. Η αποανάπτυξη αποτελεί ένα παγκόσμιο κίνημα καθώς και ένα, σχετικά νέο, ακαδημαϊκό ερευνητικό πεδίο.[1]
Διακρίνουμε τρία βασικά χαρακτηριστικά για μια αποαναπτυξιακή οπτική της κοινωνίας,[2][3] όπου οι οικονομικές δραστηριότητες θα πρέπει να:
Έχει διατυπωθεί η άποψη[2][4] ότι «ο ορίζοντας των εγχειρημάτων αυτοδιαχείρισης και αποανάπτυξης είναι η επίτευξη της πολιτικής και υλικής αυτονομίας, δηλαδή η σταδιακή απομάκρυνση από το κράτος και την καπιταλιστική αγορά, ως μορφές κοινωνικής οργάνωσης και ως κυρίαρχους θεσμούς και η αντικατάστασή τους από ριζοσπαστικά δημοκρατικές εναλλακτικές».
Η μετάφραση του όρου degrowth στα ελληνικά έγινε με δύο λέξεις, είτε απομεγέθυνση είτε αποανάπτυξη.
Από τη μία, η χρήση του όρου απομεγέθυνση υπήρξε έντονη[5][6][7]. Η μετάφραση αυτή βασίστηκε στην κυριολεκτική μετάφραση της αντίστοιχης αγγλικής ορολογίας (de-growth = από-μεγέθυνση) στα ελληνικά. Μια ενδεχόμενη μείωση του ΑΕΠ οδηγεί όντως σε απομεγέθυνση, αλλά ο όρος αποανάπτυξη θέλει να πει κάτι περισσότερο από αυτό. Η αποανάπτυξη θέλει να κοντράρει το κεντρικό φαντασιακό[8], που στα Ελληνικά είναι αυτό της ανάπτυξης, και όχι της μεγέθυνσης, που παραμένει ένας τεχνικός όρος με πολύ περιορισμένη χρήση.
Από την άλλη πλευρά, προτάθηκε η μετάφραση του όρου ως αποανάπτυξη. Η κίνηση αυτή βασίστηκε στο σκοπό του αντίστοιχου γαλλικού όρου, που σύμφωνα με τον Λατούς[9], "δεν είναι μια ιδέα συμμετρική προς την ανάπτυξη", αλλά είναι "κάτι σαν τον α‐θεϊσμό, διότι ουσιαστικά αποανάπτυξη σημαίνει εγκατάλειψη μιας θρησκείας, της θρησκείας της οικονομίας, της ανάπτυξης, της προόδου και της εξέλιξης". Η αποανάπτυξη είναι ένα σλόγκαν, μια "λέξη βόμβα" (missile word) που "σκοπός της είναι να πυροδοτήσει μια συζήτηση σχετικά με την διάγνωση και την πρόγνωση της κοινωνίας μας"[8]. Επίσης η χρήση του όρου αποανάπτυξη βασίζεται στις κριτικές στην ανάπτυξη και την πρόοδο, που στην ελληνόφωνη βιβλιογραφία είχε συμπυκνωθεί στο παρακάτω απόσπασμα του Κορνήλιου Καστοριάδη[10]:
"Στη χώρα απ' όπου προέρχομαι, η γενιά των παππούδων μου δεν είχε ακούσει ποτέ να γίνεται λόγος για μακροπρόθεσμη σχεδιοποίηση, για εξωτερικότητες, για μετακίνηση των ηπείρων ή για διαστολή του Σύμπαντος. Όμως, εξακολουθούσαν, και στα γηρατειά ακόμη, να φυτεύουν ελιές και κυπαρίσσια, χωρίς να τους απασχολούν ζητήματα κόστους και απόδοσης. Ήξεραν ότι θα πέθαιναν, έσκαβαν όμως τη γη για τους επερχόμενους, αλλά ίσως και για τη γη την ίδια. Ήξεραν ότι, οποιαδήποτε "ισχύ" κι αν είχαν, η ισχύς αυτή δεν είχε ευεργητικά αποτελέσματα αν αυτοί δεν υπάκουαν στις εποχές, αν δεν πρόσεχαν τους ανέμους και δεν σέβονταν την ευμετάβολη Μεσόγειο, αν δεν έκοβαν τα δέντρα την ώρα που έπρεπε και δεν άφηναν το μούστο τον καιρό που χρειαζόταν για να βράσει. Δεν σκέφτονταν με όρους απειρότητας - ίσως να μην καταλάβαιναν και την έννοια της λέξης· όμως δρούσαν, ζούσαν και πέθαιναν σε ένα χρόνο αληθινά χωρίς τέλος. Προφανώς η χώρα δεν είχε ακόμη αναπτυχθεί."
Η συμβολή του Κορνήλιου Καστοριάδη στην υποστήριξη της ιδέας της αποανάπτυξης μέσα από την προτροπή για παραμερισμό της παραγωγής και κατανάλωσης από το επίκεντρο της σύγχρονης ζωής, συνοψίζεται στη φράση του :
«Δεν είναι μόνο η αμετάκλητη κατασπατάληση του περιβάλλοντος και αναντικατάστατων πόρων. Είναι επίσης η ανθρωπολογική καταστροφή των ανθρώπινων όντων που μεταμορφώνονται σε παραγωγικά και καταναλωτικά κτήνη, σε εξαχρειωμένους ζάπερς»[11]
Τα τελευταία χρόνια, έχει επικρατήσει η χρήση του όρου αποανάπτυξη έναντι του όρου απομεγέθυνση όπως φανερώνουν οι σχετικοί τίτλοι που έχουν εκδοθεί[12] και τα σχετικά λήμματα στο διαδίκτυο[13]
Κατά καιρούς έχουν γίνει διάφορες απόπειρες ορισμού της αποανάπτυξης. Παρόλα αυτά, "η αποανάπτυξη δεν αρκείται σε έναν ενιαίο ορισμό. Όπως η ελευθερία ή η δικαιοσύνη, η αποανάπτυξη εκφράζει μια προσδοκία η οποία δεν μπορεί να προσδιοριστεί με μια απλή πρόταση"[14]. Παρόλα αυτά, κατόπιν θα παρατεθούν δύο ορισμοί προς διευκόλυνση της κατανόησης του όρου της αποανάπτυξης.
Αρχικά, παρατίθεται ο ορισμός της ακαδημαϊκής ένωσης Έρευνα & Αποανάπτυξη (Research & Degrowth):
"Η βιώσιμη αποανάπτυξη είναι η συρρίκνωση της παραγωγής και κατανάλωσης που αυξάνει την ανθρώπινη ευημερία και ενισχύει τις οικολογικές συνθήκες και την ισότητα στον πλανήτη. Απευθύνει έκκληση για ένα μέλλον όπου οι κοινωνίες θα ζουν μέσα στις οικολογικές τους δυνατότητες, με ανοικτές, τοπικοποιημένες οικονομίες και πιο ισομερώς κατανεμημένους πόρους, μέσα από νέες μορφές δημοκρατικών θεσμών. Τέτοιες κοινωνίες δεν θα χρειάζεται πλέον να "αναπτύσσονται ή να πεθαίνουν". Η υλική συσσώρευση δεν θα κατέχει προνομιακή θέση στο πολιτιστικό φαντασιακό του πληθυσμού. Η έμφαση στην αποδοτικότητα θα αντικατασταθεί από μια έμφαση στην επάρκεια, ενώ η καινοτομία δεν θα επικεντρώνεται πλέον στην τεχνολογία για χάρη της τεχνολογίας, αλλά σε νέες κοινωνικές και τεχνικές πρακτικές που θα μας επιτρέψουν να ζούμε λιτά και συμβιωτικά. Η αποανάπτυξη δεν αμφισβητεί μόνο τη κεντρικότητα της αύξησης του ΑΕΠ ως πρωταρχικού στόχου πολιτικής, αλλά προτείνει ένα πλαίσιο για τη μετάβαση σε ένα μικρότερο και περισσότερο βιώσιμο επίπεδο συστήματος που θα αφήσει χώρο για την ανθρώπινη συνεργασία και τα οικοσυστήματα."[15][16]
Κατόπιν, παρατίθεται ο ορισμός από την πλατφόρμα degrowth.info:
"Με το "αποανάπτυξη", εννοούμε μια μορφή της κοινωνίας και της οικονομίας που στοχεύει στην ευημερία όλων και διατηρεί τη φυσική βάση για τη ζωή. Για να επιτύχουμε την αποανάπτυξη, χρειαζόμαστε ένα θεμελιώδη μετασχηματισμό των ζωών μας και εκτεταμένη πολιτισμική αλλαγή. Το κυρίαρχο οικονομικό και κοινωνικό παράδειγμα είναι αυτό του "πιο γρήγορα, πιο ψηλά, πιο μακριά". Είναι χτισμένο πάνω και παρακινεί τον ανταγωνισμό μεταξύ των ανθρώπων. Αυτό προκαλεί επιτάχυνση, στρες και αποκλεισμό. Η οικονομία μας καταστρέφει τη φυσική βάση της ζωής. Είμαστε πεπεισμένοι ότι οι κοινές αξίες της κοινωνίας της αποανάπτυξης θα πρέπει να είναι η φροντίδα, η αλληλεγγύη και η συνεργασία. Η ανθρωπότητα πρέπει να εκλάβει τον εαυτό της ως μέρος του πλανητικού οικολογικού συστήματος. Μόνο με αυτό το τρόπο, μια αυτοπροσδιοριζόμενη ζωή με αξιοπρέπεια για όλους και όλες μπορείς να γίνει δυνατή."[17]
Ανακεφαλαιωτικά, η αποανάπτυξη μπορεί να μην αρκείται σε έναν μοναδικό ορισμό. Παρόλα αυτά, παρατηρούμε ότι οι ορισμοί που υπάρχουν μπορεί να διαφέρουν μεταξύ τους υφολογικά, αλλά η ουσία του περιεχομένου τους παραμένει βασικά η ίδια.
Η αποανάπτυξη («décroissance» στα γαλλικά) ξεκίνησε στις αρχές του 21ου αιώνα σαν μια πρωτοβουλία για την εθελοντική συρρίκνωση της παραγωγής και της κατανάλωσης με στόχο την κοινωνική και οικολογική βιωσιμότητα. Γρήγορα έγινε ένα σύνθημα ενάντια στην οικονομική ανάπτυξη και εξελίχθηκε σε ένα κοινωνικό κίνημα. Ο όρος επίσης εισχώρησε σε ακαδημαϊκά έντυπα και τουλάχιστον πέντε ειδικά τεύχη έχουν αφιερωθεί στο θέμα τα τελευταία τέσσερα χρόνια (Fournier 2008,Kallis et al. 2010, Victor 2010, Kallis et al 2013, Cattaneo et al. 2012, Sekulova et al 2013, Saed 2012). Η αποανάπτυξη έχει επίσης αναφερθεί και αναλυθεί από Γάλλους και Ιταλούς πολιτικούς και πολλές γνωστές εφημερίδες όπως οι Le Monde, Le Monde Diplomatique, El Pais, the Wall Street Journal και Financial Times. Μέσα στην σύντομη ζωή της η αποανάπτυξη έχει υποστεί αποκλίνουσες και συχνά απλουστευτικές ερμηνείες.
Σε αντίθεση με τη βιώσιμη ανάπτυξη η οποία βασίζεται σε μια λανθασμένη συναίνεση, η αποανάπτυξη δεν φιλοδοξεί να υιοθετηθεί ως κοινός στόχος από τον ΟΟΣΑ ή την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η ιδέα της «κοινωνικά βιώσιμης αποανάπτυξης», ή απλά αποανάπτυξης, γεννήθηκε σαν μια πρόταση για ριζική αλλαγή. Το σύγχρονο πλαίσιο του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού έχει δημιουργήσει μια μεταπολιτική κατάσταση, δηλαδή έχει επικρατήσει ένας πολιτικός σχηματισμός ο οποίος αποκλείει την πολιτική σκέψη και αποτρέπει την πολιτικοποίηση συγκεκριμένων αιτημάτων. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η αποανάπτυξη είναι μια προσπάθεια για την επαναπολιτικοποίηση της συζήτησης σχετικά με τον αναγκαίο κοινωνικό-οικολογικό μετασχηματισμό. Επιβεβαιώνει την απόκλιση της από τις επικρατούσες αναπαραστάσεις του σύγχρονου κόσμου και αναζητά εναλλακτικές λύσεις. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η αποανάπτυξη αποτελεί κριτική στην παρούσα ηγεμονία της ανάπτυξης . Οι πρώτες κριτικές για τη δυτική αντίληψη περί ανάπτυξης (παγκόσμια ομοιόμορφη ανάπτυξη) ξεκίνησε από συγγραφείς όπως οι Arturo Escobar και Wolfgang Sachs, μεταξύ άλλων, τη δεκαετία του 1980. Η αποανάπτυξη επίσης αντιπαρατίθεται με τις ιδέες της «πράσινης ανάπτυξης» ή «πράσινης οικονομίας» και τις σχετικές πεποιθήσεις ότι η οικονομική ανάπτυξη αποτελεί τον πλέον επιθυμητό δρόμο ανεξάρτητα πολιτικής και ιδεολογίας.
Η αποανάπτυξη αντιπαρατίθεται με τα κυρίαρχα πρότυπα (paradigms) στις κοινωνικές επιστήμες, όπως για παράδειγμα την νεοκλασική οικονομική θεωρία καθώς και την Κεϋνσιανή οικονομική θεωρία, αλλά δεν αποτελεί η ίδια πρότυπο με την έννοια «οικουμενικά αποδεκτών επιστημονικών επιτευγμάτων τα οποία για μια περίοδο παρέχουν υποδείγματα προβλημάτων και λύσεων για μια κοινότητα ερευνητών». Στην οικονομική επιστήμη αναδύεται ένα καινούργιο πεδίο οικολογικών μακροοικονομικών χωρίς ανάπτυξη, βασισμένο στην «οικονομία σταθερής κατάστασης» του Herman Daly, το οποίο θα μπορούσε να εξελιχθεί σε ένα νέο οικονομικό πρότυπο. Ωστόσο ο δρόμος είναι ακόμα μακρύς.
Ορισμένοι αναφέρονται στην αποανάπτυξη ως ιδεολογία, δηλαδή ένα «σύστημα ιδεών και αξιών». Αυτή η οπτική είναι υπερβολικά απλοϊκή ή τουλάχιστον πρόωρη για να μπορέσει να εξηγήσει την ετερογένεια των θεωρητικών πηγών και στρατηγικών της. Η αποανάπτυξη δεν είναι απλά μια οικονομική έννοια. Θα δείξουμε ότι είναι ένα πλαίσιο που αποτελείται από ποικίλους προβληματισμούς, στόχους, στρατηγικές και δράσεις. Ως αποτέλεσμα, η αποανάπτυξη έχει μετατραπεί σε ένα σημείο σύγκλισης στο οποίο συναντιούνται ρεύματα κριτικών ιδεών και πολιτικής δράσης.[18]
Οι Καλλής, Ντεμαρία και Ντ' Αλίζα στο βιβλίο τους "Το Λεξικό της Αποανάπτυξης" κάνουν μία ανασκόπηση της βιβλιογραφίας για την αποανάπτυξη, εντοπίζοντας πέντε θεματικές: τα όρια της μεγέθυνσης, την αποανάπτυξη και την αυτονομία, , την αποανάπτυξη ως επαναπολιτικοποίηση, την αποανάπτυξη και τον καπιταλισμό και την αποαναπτυξιακή μετάβαση. Όσον αφορά στην τελευταία διακρίνουν τέσσερις κύριες κατηγορίες μετάβασης:
Η αποανάπτυξη αποτελεί φαινόμενο του 21ου αιώνα, αλλά έχει τις ρίζες της στον 20ο. Είναι ο ακτιβισμός του παρελθόντος που έχει μεταφερθεί από τους δρόμους, στην επιστημονική έρευνα και στην πολιτικοοικονομική θεωρία[21] και αναφέρεται σε μια εθελούσια απλότητα (σε αντιπαράθεση με την αυταρχικά επιβαλλόμενη από τις οικονομικές ελίτ) και έρχεται σε αντίθεση με την επικρατούσα στο Δυτικό τρόπο σκέψης έννοια της ανάπτυξης, η οποία ταυτίζεται με την οικονομική μεγέθυνση. Θέση των υποστηρικτών της αποανάπτυξης είναι ότι η επιστήμη και η τεχνολογία πρέπει να αποτελούν τα εργαλεία για τη συλλογική γνώση, προς όφελος της κοινωνίας, και όχι να χρησιμοποιείται από τις αυθεντίες του εκάστοτε επιστημονικού κλάδου, γιατί αυτό συμβάλλει στη δημιουργία των προβλημάτων του σύγχρονου κόσμου παρά αποτελεί τη λύση τους. Κατά τον Σερζ Λατούς για να επιτευχθεί η αποανάππτυξη πρέπει να ισχύει ο κύκλος των 8R.
Ο Σερζ Λατούς σε ομιλίες και συνεντεύξεις που έχει δώσει, πολλές φορές έχει χρησιμοποιήσει την κατάσταση της Ελλάδας ως χαρακτηριστικό παράδειγμα κοινωνίας που η αποανάπτυξη αποτελεί τη μόνη λύση, κατά τη γνώμη του φυσικά. Αρχή της λύσης αυτής είναι, όπως υποστηρίζει, η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα.
«Απέναντι στο αδιέξοδο των πολιτικών λιτότητας και την οικολογική ανάγκη να εξέλθει κάποιος από την κοινωνία της ανάπτυξης, μόνον ένα πρόγραμμα εμπνευσμένο από το σχέδιο της αποανάπτυξης μπορεί να επιλύσει την τραγική κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει χώρες όπως η Ελλάδα».
Η Ελλάδα διαθέτει όλα τα φόντα και τους φυσικούς πόρους ώστε να γίνει πλήρως αυτάρκης και να παρέχει σε όλους τους πολίτες της ένα υψηλό βιοτικό επίπεδο. Η εξάρτηση από ξένες οικονομίες είναι αποτέλεσμα ενός καπιταλιστικού μοντέλου που αφενός παρεμποδίζει την πραγματική εξέλιξη των κοινωνιών και αφετέρου καταστρέφει το φυσικό περιβάλλον στο βωμό του κέρδους και της απληστίας. Ειδικά για την Κρήτη ο Λατούς είχε αναφέρει ότι μπορεί να γίνει ένα εργαστήριο αποανάπτυξης επειδή έχει επάρκεια προϊόντων. Επίσης είπε ότι μπορεί να διεκδικήσει την πολιτική της αυτονομία αλλά όχι την ανεξαρτησία. Τέλος πρότεινε ότι θα μπορούσε να έχει και ένα τοπικό κρητικό νόμισμα.[21] Σύφωνα με τον Γιώργο Καλλή, καθηγητή του Αυτόνομου Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης, του Ινστιτούτου ICREA και επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας για την αποανάπτυξη, στην περίπτωση της Ελλάδας, υπήρξαν πολλά παραδείγματα παράλληλων οικονομιών οι οποίες χάθηκαν μέσα στο σύγχρονο σύστημα της αγοράς. Αυτό ήταν στο παρελθόν ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της ελληνικής οικονομίας που την έκανε και πολύ ανθεκτικότερη. Γιατί η Ελλάδα δεν είναι η πρώτη φορά που έρχεται αντιμέτωπη με το ενδεχόμενο της χρεοκοπίας. Στη σημερινή Ελλάδα όμως όλοι εξαρτόμαστε από το χρήμα κι από τη στιγμή που καταρρέουν τα εισοδήματα τότε πραγματικά η χρεοκοπία γίνεται κοινωνική κρίση. Παλιά η χρεοκοπία ήταν στους τίτλους των εφημερίδων, δεν αποτελούσε κοινωνική κρίση.
"Η θεωρία της αποανάπτυξης πρεσβεύει ότι πρέπει να επανακτήσουμε εκείνους τους τρόπους οικονομικής και κοινωνικής συναλλαγής, οι οποίοι δεν είναι χρηματικοί και δεν βασίζονται στην οικονομία της αγοράς".[22]
Σε πολλές χώρες του κόσμου η αποανάπτυξη έχει πάρει σάρκα και οστά. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γιώργος Καλλής, στη Καταλονία αλλά και στην Ισλανδία υπάρχουν πολλά παραδείγματα αποαναάπτυξης, όπως και στην κρίση της Αργεντινής θα βρούμε κι εκεί πολλές ομάδες πολιτών οι οποίοι αυτοοργανώθηκαν προκειμένου να αντιμετωπίσουν την κρίση, βλέποντας το αδιέξοδο και το ατέρμονο της προσπάθειας για την επιβίωση της οικονομίας της αγοράς. Οργάνωσαν διάφορες κοινωνικές υπηρεσίες, υπηρεσίες διασκέδασης, παραγωγής τέχνης, παραγωγής και κατανάλωσης τροφίμων με αυτόνομο τρόπο έξω από το πλαίσιο της οικονομίας της αγοράς. Υπάρχουν άπειρα παραδείγματα. Από τη χρήση άλλων μονάδων συναλλαγής πέρα από τα χρήματα – με ανταλλαγή υπηρεσιών και προϊόντων – τράπεζες χρόνου, εναλλακτικά νομίσματα, συνεταιριστικές ομάδες παραγωγής (κοοπερατίβες). Κατά αυτό τον τρόπο δημιουργείται ένα διαφορετικό επίπεδο ζωής από αυτό που διαμορφώνει μια καπιταλιστική κοινωνία κατανάλωσης.[23]
Ο Σερζ Λατούς στην συνέντευξή του στον Τάσο Τσακίρογλου αναφέρει ότι η οικονομική μεγέθυνση και η ανάπτυξη αποτελούν αντίστοιχα μεγέθυνση της συσσώρευσης κεφαλαίου και ανάπτυξη του καπιταλισμού, και συνεπώς απεριόριστη εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης και απεριόριστη καταστροφή της φύσης. Η αποανάπτυξη δεν είναι δυνατόν να συνίσταται απλώς σε μείωση του ρυθμού με τον οποίο πραγματοποιείται η συσσώρευση, η εκμετάλλευση και η άγρια καταστροφή, σε μείωση της ταχύτητας με την οποία τρέχει ο καπιταλισμός. Η έξοδος από τον καπιταλισμό είναι αναγκαία μεν, αλλά ανεπαρκής.[18]
Με την έξοδο απο τον καπιταλισμό συμφωνεί και ο Κάρλος Τάιμπο τονίζοντας:
"Το βασικό θέμα της αποανάπτυξης δεν είναι τεχνικό, αλλά αλλαγής στη νοοτροπία. Το να έρθουμε σε ρήξη με τη λογική του καπιταλισμού. Πρέπει να τονίσουμε ότι η αποανάπτυξη δεν είναι απλώς ότι μπορούμε να ζήσουμε με λιγότερα, αλλά πρέπει να βγούμε από τη λογική του καπιταλισμού. Αυτό συνεπάγεται αναδιανομή της εργασίας και ταυτόχρονα αναδιανομή του πλούτου. Και πιστεύω ότι σ΄ αυτό το πλαίσιο ο κόσμος που σήμερα έχει πολλά οικονομικά προβλήματα, μ΄ αυτόν τον τρόπο θα καλυτέρευε τη ζωή του. Από την άλλη, τα προνομιούχα στρώματα της κοινωνίας θα έχαναν".[24]
Οφείλουμε να τσακίσουμε την παραγωγικίστικη και καταναλωτική κοινωνία. Με λίγα λόγια, οφείλουμε να καταστρέψουμε τη βιομηχανική κοινωνία. Δεν αρκεί να αμφισβητήσουμε την καπιταλιστική κοινωνία, θα πρέπει να το κάνουμε και για κάθε κοινωνία της οικονομικής μεγέθυνσης. Κι εδώ, ο Μαρξ συλλαμβάνεται να έχει άδικο.[18] Οπως γράφει πολύ εύστοχα ο Τάκης Φωτόπουλος:
«όσο κι αν η οικονομία της οικονομικής μεγέθυνσης είναι η κόρη της δυναμικής τής αγοράς, μπορούμε να έχουμε μια οικονομία της οικονομικής μεγέθυνσης η οποία να μην είναι οικονομία της αγοράς, πράγμα το οποίο συνέβη κατά κύριο λόγο στην περίπτωση του “υπαρκτού σοσιαλισμού''».[25]
Συνεπώς, ενώ η αμφισβήτηση της κοινωνίας της οικονομικής μεγέθυνσης προϋποθέτει την αμφισβήτηση του καπιταλισμού, το αντίθετο δεν είναι αυτονόητο. Ο λιγότερο ή περισσότερο φιλελεύθερος καπιταλισμός και ο παραγωγικίστικος σοσιαλισμός είναι δύο παραλλαγές ενός και μόνου κοινωνικού προγράμματος που στηρίζεται στην οικονομική μεγέθυνση που θα εξασφαλίσει την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, οι οποίες υποτίθεται ότι θα ευνοήσουν την πορεία της ανθρωπότητας προς την πρόοδο.
Η παραδοσιακή θέση μιας ορισμένης άκρας Αριστεράς συνίσταται στο να αποδίδεται σε μια οντότητα, στον «καπιταλισμό», οποιοδήποτε μπλοκάρισμα, οποιαδήποτε αδυναμία, με αποτέλεσμα αυτή η οντότητα να μετατρέπεται στον εχθρό που θα πρέπει να καταστραφεί. Στην πραγματικότητα, σήμερα, από τη στιγμή που θα ορίσουμε ως εχθρό μας τη λέξη «καπιταλισμός», καθίσταται προβληματικό να του προσδώσουμε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, δεδομένου ότι οικονομικές οντότητες όπως οι υπερεθνικές εταιρείες, οι οποίες στην πραγματικότητα κατέχουν την εξουσία, δεν είναι -από τη φύση τους- σε θέση να την ασκήσουν άμεσα. Από την άλλη πλευρά, ο «Μεγάλος Αδελφός» είναι ανώνυμος και η υποδούλωση των υπηκόων του είναι περισσότερο απ’ ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη εποχή εθελοντική: πράγματι, η χειραγώγηση της εμπορικής διαφήμισης είναι απείρως πιο ύπουλη από εκείνη της πολιτικής προπαγάνδας.
Συνεπώς, η αποανάπτυξη στρέφεται υποχρεωτικά εναντίον του καπιταλισμού. Οχι τόσο επειδή καταγγέλλει τις αντιφάσεις του καθώς επίσης και τα οικολογικά και τα κοινωνικά του όρια, αλλά προπάντων επειδή αμφισβητεί το «πνεύμα» του, το κατά Μαξ Βέμπερ «πνεύμα του καπιταλισμού» ως προϋπόθεση για την υλοποίησή του. Η βολική ατάκα για «έξοδο από τον καπιταλισμό» υποδηλώνει μια ιστορική διαδικασία, η οποία κάθε άλλο παρά απλή θα είναι. Η εξόντωση των καπιταλιστών, η απαγόρευση της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής και η κατάργηση της μισθωτής εργασίας και του νομίσματος θα βύθιζαν την κοινωνία μέσα στο χάος, ενώ από την άλλη πλευρά κάτι τέτοιο θα ήταν εφικτό μονάχα με τίμημα μια μαζική τρομοκρατία. Φυσικά, όλα αυτά δεν θα αποδεικνύονταν αρκετά για την εξάλειψη του καπιταλιστικού φαντασιακού. Το αντίθετο θα συνέβαινε.[18] Ο καπιταλισμός είναι ένας τρόπος παραγωγής που μας βοηθά να κατανοήσουμε μια πολύπλοκη πραγματικότητα. Έχει μία δική του λογική, η οποία ταυτίζεται με αυτή των κυρίαρχων ομάδων που επικρατούν στις σύγχρονες κοινωνίες. Αυτή η καπιταλιστική λογική έχει επιβάλει μια αποικιοκρατία μέσα στις συνειδήσεις των ανθρώπων. «Από αυτή την λογική δεν ξεφεύγουν εντελώς ούτε καν οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και η κοινωνική αλληλέγγυα οικονομία» (Λατούς, 2013: 116). Για τον λόγο αυτό, είναι αδύνατο να υπάρξει μια κοινωνία της αποανάπτυξης χωρίς την απόδραση από τον καπιταλισμό. Έτσι, γεννιέται η επανάσταση της αποανάπτυξης με στόχο την κατάργηση του καπιταλισμού και των συνεπειών του. Στην κοινωνία της αποανάπτυξης θα συνεχίσουν να υπάρχουν η αγορά και το κέρδος, ωστόσο δεν θα είναι τα θεμέλια του συστήματος, αλλά απλοί δείκτες. Για να αποφευχθεί κάθε παρεξήγηση, πρέπει να γίνει σαφές ότι δεν γίνεται να εγκαταλειφθούν όλοι οι κοινωνικοί θεσμοί, που έχει σφετεριστεί η οικονομία, αλλά να δωθεί σε αυτούς τους θεσμούς μια διαφορετική λογική. Η αποανάπτυξη είναι περισσότερο μία μορφή οικοσοσιαλισμού, δηλαδή, μία θετική διάλυση των κοινωνικών δεσμών που δημιουργούν οι εμπορευματοποιημένες σχέσεις και ο ανταγωνισμός.[26]
Πριν από την πολυεπίπεδη κρίση είχε προηγηθεί ανάπτυξη (οικονομική μεγέθυνση) η οποία δημιούργησε το μύθο της συνεχώς αυξανόμενης «πίτας» και του όλο και μεγαλύτερου κομματιού για τον καθένα. Αυτό όμως την έχει οδηγήσει στο να κινείται πλέον με βάση το χρέος. Σήμερα το συνολικό παγκόσμιο χρέος ανέρχεται στα 199 τρισεκατομμύρια δολάρια και αντιστοιχεί στο 286% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ενώ έχει δημιουργηθεί μια τεράστια χρημα-τοπιστωτική φούσκα (10-17πλάσιο χρήμα από ότι παραγόμενες αξίες). Έχουμε δημιουργήσει επίσης και οικολογικά χρέη: μέχρι το 2008 καταναλώναμε ετησίως το 130% των πόρων που μπορούσε να αναπαραγάγει ετήσια ο ίδιος ο πλανήτης. Η αποπληρωμή π.χ. όλων αυτών των χρηματικών χρεών στους δανειστές θα απαιτήσει μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης του τοπικού και παγκόσμιου ΑΕΠ. Θα απαιτηθεί αυξημένη: παραγωγή εμπορευμάτων, χρήση υλικών-ενέργειας και κατανάλωσης, εκμετάλλευση της ανθρώπινης εργασίας με μειωμένες αποδοχές, παραγωγή αποβλήτων -όσο και να αυξάνεται ο βαθμός απόδοσης της χρησιμοποιημένης τεχνολογίας –κληρονομιά μεγαλύτερων οικολογικών χρεών στις νέες γενιές, που θα πρέπει να αποκαταστήσουν τα παραπάνω.
Οι βασικές θέσεις της αποανάπτυξης είναι ότι η μεγέθυνση είναι άδικη, αντιοικονομική. Άδικη διότι χρηματοδοτείται, συντηρείται με την αναπαραγωγική εργασία στο νοικοκυριό και επωφελείται από την μη δίκαιη ανταλλαγή πόρων μεταξύ του κέντρου και της περιφέρειας. Τόσο η ενέργεια όσο και οι ύλες που τροφοδοτούν τη μεγέθυνση αποκομίζονται από υποανάπτυκτες περιοχές ή περιοχές που ζουν αυτόχθονες που υποφέρουν από τις επιπτώσεις αυτής την άντλησης. Οι ρύποι και τα απόβλητα καταλήγουν σε περιοχές, συνοικίες που ζουν ασθενέστερες τάξεις. Παρόλο αυτά η μεγέθυνση συντηρείται διότι τα οφέλη συγκεντρώνονται στα χέρια των δυνατών ενώ οι επιπτώσεις επιβαρύνουν αυτούς που βρίσκονται στο περιθώριο.
Η εμπορευματοποίηση που είναι βασικό μέρος της μεγέθυνσης αλλοιώνει τα ήθη και την κοινωνικότητα. Έννοιες όπως η φιλοξενία, η αγάπη, η φροντίδα, το καθήκον, η προστασία του περιβάλλοντος δεν υπακούουν στη λογική του ατομικού κέρδους. Το κέρδος απωθεί τις ηθικές και αλτρουιστικές συμπεριφορές με αποτέλεσμα να υποβαθμίζεται η κοινωνική ευημερία. Παλαιότερα το πλεόνασμα διατίθεντο για δαπάνες που δεν εξυπηρετούσαν κάποιον κερδοφόρο σκοπό αλλά για την καλή ζωή των πολιτισμών. Οι δαπάνες που έγιναν για τις πυραμίδες, για εκκλησίες, για πανηγύρια, για εορταστικές γιορτές δεν συνέλαβαν την μεγέθυνση ή στην παραγωγή όπως γίνεται στον βιομηχανικό πολιτισμό. Στον σύγχρονο πολιτισμό αυτές οι δαπάνες έχουν εμπορευματοποιηθεί, εξατομικευτεί. Τα άτομα μόνα τους προσπαθούν να ανακαλύψουν το νόημα της ζωής. Και ενώ αυτό το νόημα θα ήταν δυνατόν να δημιουργηθεί μέσω συλλογικών πράξεων δαπάνης αφανίζεται στην προσταγή της μεγέθυνσης. Μετά από κάποιο σημείο η μεγέθυνση δεν μεγαλώνει την ευτυχία διότι τα επιπλέον εισοδήματα διατίθενται για αγαθά θέσης. Όλοι επιθυμούν να ανέβουν κοινωνικά αλλά όταν το πετυχαίνουν ταυτόχρονα δεν βελτιώνεται η θέσης τους.
Επίσης η μεγέθυνση δεν είναι οικολογικά βιώσιμη διότι με τη συνεχή αύξηση της τα όρια των οικοσυστημάτων θα ξεπεραστούν. Θεωρητικά η οικονομία θα ήταν δυνατόν να απαλλαγεί από το διοξείδιο του άνθρακα χρησιμοποιώντας πιο καθαρές και αποτελεσματικές τεχνολογίες. Ωστόσο ο βαθμός απεξάρτησης από το διοξείδιο του άνθρακα είναι σχεδόν αδύνατος, διότι η παγκόσμια μεγέθυνση είναι της τάξης του 2-3%. Έως το 2050 η ένταση της παγκόσμιας παραγωγής διοξειδίου του άνθρακα θα πρέπει να είναι 20-130 φορές πιο χαμηλή σε σχέση με σήμερα, ενώ από το 1980 έως το 2007 μειώθηκε κατά 23%.Σήμερα δεν υπάρχουν χώρες που να μπορούν να ισχυριστούν ότι κατάφεραν να ελαττώσουν την εκπομπή του διοξειδίου του άνθρακα ενόσω μεγεθύνουν την οικονομία τους. Στις ανεπτυγμένες χώρες η μεγέθυνση ίσως να φτάνει στο τέλος της. Οι φυσικοί πόροι της βάζουν όρια. Οι κλιματολογικές αλλαγές λόγω των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα ίσως την περιορίσουν. Τα καινούργια αποθέματα όπως το σχιστολιθικό αέριο είναι εξαντλήσιμα ενώ η ασφαλτούχος άμμος είναι περισσότερο βρόμικα επιταχύνοντας την κλιματική αλλαγή. Και ενώ η οικονομική μεγέθυνση επιδρά αρνητικά στη βιόσφαιρα η έλλειψή της οδηγεί στην εκμετάλλευση της εργατικής τάξης με στόχο την συντήρηση του κέρδους. Επακόλουθο της εκμετάλλευσης είναι η βία, η αντιβία και η άνοδος του φασισμού σύμφωνα με τα ιστορικά παραδείγματα.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.