Remove ads
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Ένα ψάρι που το έλεγαν Γουάντα (αγγλικά: A Fish Called Wanda) είναι μια αστυνομική κωμωδία 1988 σε σκηνοθεσία του Τσαρλς Κράιτον (στην τελευταία του ταινία) και σε σενάριο των Κράιτον και Τζον Κλιζ. Πρωταγωνιστούν οι Κλιζ, Τζέιμι Λι Κέρτις, Κέβιν Κλάιν και Μάικλ Πέιλιν. Η ταινία επικεντρώνεται γύρω από μια συμμορία κλεφτών διαμαντιών που αλληλοανακρίνονται για να βρουν τα κλεμμένα διαμάντια που κρύβει ο αρχηγός της συμμορίας. Ένας δικηγόρος γίνεται κεντρική φιγούρα καθώς η μοιραία γυναίκα Γουάντα τον χρησιμοποιεί για να εντοπίσει τα κλοπιμαία.
Το Ένα ψάρι που το έλεγαν Γουάντα έκανε πρεμιέρα στο Λος Άντζελες στις 15 Ιουλίου 1988 και κυκλοφόρησε στις κινηματογραφικές αίθουσες στις 29 Ιουλίου, από τη Metro-Goldwyn-Mayer με κριτική και εμπορική επιτυχία, συγκεντρώνοντας πάνω από 177 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως, ενώ έγινε η έβδομη ταινία με τις περισσότερες εισπράξεις το 1988. Η ταινία έλαβε τρεις υποψηφιότητες στα 61α Όσκαρ: Καλύτερης Σκηνοθεσίας, Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου και, με τον Κλάιν να κερδίζει, Β' Ανδρικού Ρόλου.[10] Ένα σίκουελ, το Τρομερά πλάσματα, κυκλοφόρησε το 1997. Το Βρετανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου κατέταξε το να ψάρι που το έλεγαν Γουάντα ως την 39η καλύτερη βρετανική ταινία του 20ού αιώνα .[11]
Ο γκάνγκστερ Τζορτζ Τόμασον, με έδρα το Λονδίνο, σχεδιάζει μια ληστεία πολύτιμων λίθων με το δεξί του χέρι, τον Κεν Πάιλ, έναν φιλόζωο με τραυλισμό. Συνεργάζονται με δύο Αμερικανούς: την απατεώνισσα Γουάντα Γκέρσουιτζ και τον ειδικό στα όπλα Ότο Γουέστ, έναν αδαή και κακόβουλο αγγλόφοβο. Η Γουάντα και ο Ότο είναι εραστές, αλλά το κρύβουν από τον Τζορτζ και τον Κεν, προσποιούμενοι ότι είναι αδέρφια, ώστε η Γουάντα να μπορεί να τους κάνει τα γλυκά μάτια. Η ληστεία είναι επιτυχής και η συμμορία δραπετεύει με ένα μεγάλο ποσό σε διαμάντια, τα οποία κρύβουν σε ένα παλιό χρηματοκιβώτιο. Λίγο αργότερα, η Γουάντα και ο Ότο καταδίδουν τον Τζορτζ στην αστυνομία και αυτός συλλαμβάνεται. Επιστρέφουν για να συλλέξουν τα διαμάντια, με τη Γουάντα να σχεδιάζει να προδώσει και τον Ότο, αλλά βρίσκουν το χρηματοκιβώτιο άδειο. Στο ενυδρείο του Κεν, η Γουάντα ανακαλύπτει το κλειδί μιας θυρίδας, όπου ο Τζορτζ έχει μεταφέρει τα διαμάντια, και το κρύβει στο μενταγιόν της.
Η Γουάντα αποφασίζει να αποπλανήσει τον δικηγόρο του Τζορτζ, Άρτσι Λιτς, με την ελπίδα να μάθει την κρυψώνα των διαμαντιών. Ο Άρτσι είναι σε έναν γάμο χωρίς έρωτα και ερωτεύεται γρήγορα τη Γουάντα. Ο Ότο ζηλεύει και η παρέμβασή του κάνει τα ραντεβού της Γουάντα και του Άρτσι καταστροφικά. Η Γουάντα ξεχνάει το μενταγιόν της στο σπίτι του Άρτσι και η γυναίκα του, Γουέντι, το θεωρεί δώρο για την ίδια, υποθέτοντας ότι το W που έχει πάνω σημαίνει Γουέντι. Η Γουάντα απαιτεί από τον Άρτσι να πάρει το μενταγιόν και εκείνος, αφού δεν καταφέρνει να πείσει τη Γουέντι να το αφήσει, καταλήγει να σκηνοθετήσει μια ληστεία στο σπίτι του για να εξηγήσει την εξαφάνισή του μενταγιόν. Ο Ότο φτάνει στο σπίτι για να ζητήσει συγγνώμη από τον Άρτσι για τις προηγούμενες προσβολές και διακόπτει τη ληστεία, αναγκάζοντας τον υποτιθέμενο διαρρήκτη να χάσει τις αισθήσεις του, πριν καταλάβει ότι ο Άρτσι είναι αυτός που ληστεύει το ίδιο του το σπίτι. Ο Άρτσι επιστρέφει το μενταγιόν στη Γουάντα στο επόμενο ραντεβού τους, αλλά διακόπτεται και στη συνέχεια της τηλεφωνεί για να διακόψει τη σχέση τους. Ο Ότο φτάνει ξανά στο σπίτι για να ζητήσει συγγνώμη. Η Γουέντι κρυφακούει την επόμενη συνομιλία τους και ανακαλύπτει ότι ο Άρτσι την απατά.
Ο Τζορτζ ζητά από τον Κεν να σκοτώσει τη μοναδική αυτόπτη μάρτυρα της ληστείας, την ηλικιωμένη Αϊλίν Κόντι, η οποία έχει τρία μικρά σκυλιά. Ο Κεν προσπαθεί επανειλημμένα να τη σκοτώσει, αλλά κάθε φορά σκοτώνει κατά λάθος ένα από τα σκυλιά, προς μεγάλη του συντριβή. Ο θάνατος του τελευταίου σκυλιού προκαλεί στην ηλικιωμένη θανατηφόρα καρδιακή προσβολή, κάνοντας επιτέλους τον Κεν να πετύχει τον στόχο του. Χωρίς μάρτυρα, ο Τζορτζ φαίνεται έτοιμος να αφεθεί ελεύθερος. Δίνει οδηγίες στον Κεν, αποκαλύπτοντας τη θέση των διαμαντιών. Όταν ο Ότο μαθαίνει ότι ο Κεν γνωρίζει την κρυψώνα, προσπαθεί να αναγκάσει τον Κεν να την αποκαλύψει τρώγοντας τα διάφορα κατοικίδια ψάρια του Κεν, αφήνοντας το αγαπημένο του Κεν, που ονομάζεται Γουάντα, για το τέλος. Ο Κεν αποκαλύπτει ότι τα διαμάντια βρίσκονται στο ξενοδοχείο Cathcart Towers κοντά στο αεροδρόμιο Heathrow, αλλά δεν ξέρει ότι η Γουάντα έχει ήδη πάρει το κλειδί μέχρι που αυτή ενημερώνει τον Ότο.
Με τη γνώση του Ότο και το κλειδί της Γουάντα, οι δυο τους θέλουν να παραμείνει ο Τζορτζ στη φυλακή. Στη δίκη του, η Γουάντα, ως μάρτυρας υπεράσπισης, καταθέτει απροσδόκητα εναντίον του. Ο Άρτσι μένει έκπληκτος με τις δηλώσεις της και καταστρέφει την εξέταση αποκαλώντας την ακούσια «αγαπημένη». Η Γουέντι, παρακολουθώντας από το ακροατήριο, δηλώνει ότι ο γάμος τους έχει τελειώσει.
Με την καριέρα του και τον γάμο του να έχουν καταστραφεί, ο Άρτσι αποφασίζει να κλέψει ο ίδιος τα κλοπιμαία και να διαφύγει στη Νότια Αμερική. Υποσχόμενος μείωση της ποινής, ο Άρτσι ρωτά τον Τζορτζ για τα διαμάντια και μαθαίνει για τη συνενοχή του Ότο και της Γουάντα και ότι ο Κεν γνωρίζει την κρυψώνα τους. Ο Άρτσι βλέπει τη Γουάντα να φεύγει από το δικαστήριο και τρέχουν μαζί στο διαμέρισμα του Κεν. Καθώς φτάνουν, ο Ότο κλέβει το αυτοκίνητο του Άρτσι, παίρνοντας μαζί του τον Γουάντα. Ενώ ο Κεν τραυλίζει ανεξέλεγκτα, ο Άρτσι τον ρωτά επίπονα να πει πού βρίσκεται η θυρίδα. Οι δυο τους ξεκινούν για το Χίθροου με το μοτοποδήλατο του Κεν.
Ο Ότο και η Γουάντα βρίσκουν τα διαμάντια, αλλά η Γουάντα προδίδει τον Ότο και τον αφήνει αναίσθητο σε ένα ντουλάπι με καθαριστικά στο Χίθροου. Επιβιβάζεται απρόθυμα στην πτήση της για Ρίο ντε Τζανέιρο χωρίς τον Άρτσι. Ο Ότο ανακτά τις αισθήσεις του, κλέβει μια κάρτα επιβίβασης και παίρνει το δρόμο προς τον αεροδιάδρομο, όπου έρχεται αντιμέτωπος με τον Άρτσι. Ο Ότο ετοιμάζεται να σκοτώσει τον Άρτσι, αλλά ο Άρτσι τον σταματάει χλευάζοντας τον Ότο για την ήττα των ΗΠΑ στο Βιετνάμ. Τότε, φτάνει ο Κεν, οδηγώντας έναν οδοστρωτήρα και αναζητώντας εκδίκηση για τα ψάρια του. Ο Ότο διαπιστώνει ότι έχει μπει σε υγρό σκυρόδεμα και δεν μπορεί να κινηθεί. Ο Ότο περνά από πάνω του με τον οδοστρωτήρα, αλλά εκείνος επιζεί. Ο Άρτσι και η Γουάντα επιβιβάζονται στο αεροπλάνο ενώ ο Ότο, κολλημένος έξω από το παράθυρο, τους βρίζει μέχρι να εκσφενδονιστεί στον αέρα κατά την απογείωση.
Ο Κλιζ και ο Κράιτον είχαν προσπαθήσει να κάνουν μια ταινία μαζί το 1969.[12] Αν και το έργο δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, υποσχέθηκαν ο ένας στον άλλον ότι τελικά θα συνεργαστούν σε μια ταινία.[13] Τον Ιούνιο του 1983, οι δυο τους άρχισαν να γράφουν το σενάριο για τη Γουάντα και, για τα επόμενα δυόμισι χρόνια, συναντιόντουσαν τρεις φορές το μήνα για να δουλέψουν πάνω στο σενάριο.[13] Σύμφωνα με τον Κράιτον «Είχαμε μια εβδομάδα με πρόβες και στη συνέχεια ένα κενό δύο εβδομάδων για να ενσωματώσουμε όποιες νέες ιδέες είχαν προκύψει και να επιμεληθούμε το σενάριο».[14] Σύμφωνα με τον Μάικλ Πέιλιν, ο αρχικός τίτλος της ταινίας ήταν "Ένα χρυσόψαρο που το έλεγαν Γουάντα".[15]
Ο Κλιζ είπε σε μια συνέντευξη ότι ο χαρακτήρας του Άρτσι Λιτς ονομάστηκε έτσι από το πραγματικό όνομα του αείμνηστου ηθοποιού Κάρι Γκραντ, επειδή «Νιώθω ότι αυτή η ταινία είναι όσο κοντά θα φτάσω ποτέ στο να γίνω Κάρι Γκραντ». Ενώ υποδυόταν τον Άρτσι Λιτς, ο Κλιζ απήγγειλε ένα μεγαλύτερο απόσπασμα από το ποίημα Молитва ("Προσευχή") του Μιχαήλ Λέρμοντοφ.
Ο Κλιζ, παραδεχόμενος σε συνεντεύξεις τύπου ότι δεν ήξερε να σκηνοθετήσει μια ταινία, υπηρέτησε ως συν-σκηνοθέτης, καθώς τα στελέχη του στούντιο της MGM ανησυχούσαν για την ηλικία του Κράιτον - ήταν 78 ετών εκείνη την εποχή.[12][13][16] Στο γύρισμα, ο Κράιτον φορούσε ένα μπλουζάκι που του χάρισε ο Κλιζ και έγραφε «Η ηλικία και η προδοσία θα ξεπερνούν πάντα τη νεότητα και την ικανότητα».[16]
Η ταινία γυρίστηκε στο Λονδίνο, το καλοκαίρι του 1987.[13]
Στο Rotten Tomatoes, η ταινία έχει βαθμολογία αποδοχής 96%, βασισμένη σε 67 κριτικές, με μέση βαθμολογία 8,1/10. Η κριτική του ιστότοπου αναφέρει: "Έξυπνα γραμμένο, ομαλά σκηνοθετημένο και με συμπαγές καστ, το Ένα ψάρι που το έλεγαν Γουάντα προσφέρει ένα κλασικό παράδειγμα έξυπνης κωμωδίας με ευρεία απήχηση".[17] Στο Metacritic, η ταινία έχει βαθμολογία 80 στα 100, με βάση 17 κριτικούς, υποδεικνύοντας «γενικά ευνοϊκές κριτικές».[18]
Η Κατερίνα Ανδρεάκου, 32 χρόνια μετά την κυκλοφορία του Ένα ψάρι που το έλεγαν Γουάντα, γράφει ότι η ταινία είναι:
...εκτός από ένα άκρως ξεκαρδιστικό φιλμ με γερές δόσεις μπουφόνικου χιούμορ, μία από τις πιο εύστοχες και οξυδερκείς σάτιρες της βρετανικής κοινωνίας, έστω κι αν ορισμένες στερεοτυπικές απεικονίσεις χαρακτήρων σήμερα ενδέχεται να μοιάζουν κάπως απαρχαιωμένες. Οι κοινωνικές ανισότητες αλλά και η φλεγματική, συναισθηματικά καταπιεσμένη φύση του μέσου Βρετανού παραμένουν «αναλλοίωτες αξίες» ακόμη και στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα, με απολαυστικά αποτελέσματα όταν διακωμωδούνται τόσο έξυπνα σε ένα έργο που δείχνει ικανό να αψηφήσει τον χρόνο. [19]
Κατά την αρχική προβολή της ταινίας, ένας Δανός ακοολόγος ονόματι Όλε Μπέντζεν πέθανε γελώντας κατά τη διάρκεια μιας προβολής, γεγονός που οδήγησε τις εφημερίδες να αναφέρουν ότι πέθανε από τα γέλια.[20][21] Η επίσημη αιτία θανάτου ήταν καρδιακή μαρμαρυγή, η οποία μπορεί να προκλήθηκε από αυξημένο καρδιακό ρυθμό λόγω παρατεταμένου γέλιου.[22]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.