From Wikipedia, the free encyclopedia
O Άνσκαρ, ιταλ. Anscario (915(;) - 940) από τον Οίκο της Ιβρέας ήταν μεγιστάνας του βασιλείου της Λομβαρδίας ("Ιταλίας"), που υπηρέτησε ως κόμης της Παβίας (π. 924-929), μάργραβος της Ιβρέας (ως Άνσκαρ Β΄, 929-936) και δούκας του Σπολέτο (936-940). Από τον Λιουτπράνδο επίσκοπο της Κρεμόνας περιγράφεται ως θαρραλέος και παρορμητικός. Απεβίωσε στη μάχη του Σπολέτο[1].
Άνσκαρ του Σπολέτο | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Θάνατος | 940 |
Αιτία θανάτου | πεσών σε μάχη |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ηγεμόνας |
Οικογένεια | |
Γονείς | Άνταλμπερτ Α΄ της Ιβρέας και Ερμενγάρδη της Τοσκάνης |
Αδέλφια | Βερεγγάριος Β΄ της Ιταλίας |
Οικογένεια | Οίκος της Ιβρέας |
Ήταν ο δευτερότοκος γιος του Άνταλμπερτ Α΄ μαργράβου της Ιβρέας και της Ερμενγάρδης των Τοσκάνης, κόρης του Αδαλβέρτου Β΄ μαργράβου της Τοσκάνης[2]. Η Ερμενγάρδη ήταν αδελφή του Ούγου των Μποζονιδών της Λομβαρδίας[3] και η σύζυγος του Άνσκαρ, η Βίλλα ήταν ανιψιά του Ούγου[4]. Ίσως γεννήθηκε το 915[1], αλλά αυτό αμφισβητείται[3].
Όπως και τα άλλα μέλη του Οίκου του, υποστήριξε τον Ροδόλφο Β΄ (των Παλαιών Γουέλφων) της Βουργουνδίας έναντι του Βερεγγάριου Α΄ (των Ουνρουοχιδών) μαρκήσιου του Φρίουλι για το στέμμα της Λομβαρδίας ("Ιταλίας"). Το 922 ο Ροδόλφος Β΄ εισέβαλε στη Βόρειο Ιταλία. Ένα έγγραφο του 924 από το ναό του Σαν Τζοβάννι Ντομνάρουμ της Παβίας αναφέρει τον Άνσκαρ ως dilectus fidelis (αγαπητό πιστό) και inluster comes (επιφανή κόμη), μάλλον λοιπόν ήταν κόμης της Παβίας[3]. Και σε άλλο έγγραφο αναφέρεται ως comes (κόμης)[3].
Το 929 διαδέχθηκε τον πατέρα του ως μάργραβος (μαρκήσιος) της Ιβρέας[2]. Εγκατέλειψε τον Ροδόλφο Β΄ και υποστήριξε τον Ούγο, που του επέτρεψε την Ιβρέα, του αύξησε την επικράτεια[3] και του έδωσε την ανιψιά του Βίλλα ως σύζυγο. Αγόρασε τα κάστρα Νόνε και Άστι[3]. Ως μαρκήσιος έπρεπε να φυλά την περιοχή από τις επιθέσεις Σαρακηνών και των Μαγυάρων[3]. Οι τελευταίοι κατέστρεψαν τον Σαν Τζοβάννι Ντομνάρουμ[3]. Θα συμμετείχε σε συγκεντρώσεις (placitum), όπως αυτή του 935 στην Παβία από τον Σάρλιο παλατινό κόμη του Λοθάριου Β΄ της Λομβαρδίας (γιου του Ούγου) με σκοπό τα νέα όρια της επισκοπής της Πάρμας[3].
Το 936 απεβίωσε ο Θεοβάλδος Α΄ δούκας του Σπολέτο. Ο Ούγος όρισε τον Άνσκαρ δούκα του Σπολέτο[5] και έκανε τον ετεροθαλή αδελφό εκείνου, τον Βερεγγάριο Β΄ μάργραβο της Ιβρέας. Επίσης ο Ούγος αφαίρεσε από τον αδελφό του Μπόζο το μαργραβάτο της Τοσκάνης και το έδωσε στον γιο του Ουμβέρτο. Ο Μπόζο και ο Αλμπέρικ κυβερνήτης της Ρώμης (προγονός του Ούγου) είχαν κατηγορηθεί για συνωμοσία. Έτσι ο Ούγος περικύκλωσε τον Αλμπέρικ[3].
Όταν ο Ούγος προσπάθησε να καταλάβει το Εξαρχάτο της Ραβένννας (939), που ήταν υπό Ρωμαϊκό έλεγχο, ο Αλμπέρικ και ο Άνσκαρ, που δεν τον ήθελαν κοντά τους, συμμάχησαν[1] (940)[3]. Ο Λιουτπράνδος επίσκοπος της Κρεμόνας αναφέρει ότι τότε ο Ούγος έδωσε χρήματα στον Σάρλιο για να δημιουργήσει αντίδραση στον Άνσκαρ. Πράγματι ο Σάρλιο βρήκε άλλους[1] και εξεγέρθηκε εναντίον του Άνσκαρ, ο οποίος τον αντιμετώπισε στη μάχη του Σπολέτο. Όμως οι στρατιώτες του Σάρλιο ήταν περισσότεροι· ο στρατός του Άνσκαρ νικήθηκε και ο ίδιος σκοτώθηκε[1]. Ο Σάρλιο ανέλαβε το δουκάτο του Σπολέτο.
Νυμφεύτηκε τη Βίλλα, κόρη του Μπόζο των Μποζονιδών μαργράβου της Τοσκάνης. Μάλλον είχε τέκνα:
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.