Citroën DS
μοντέλο αυτοκινήτου / From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Citroën DS (από το γαλλικό Déesse, δηλαδή θεά, και γνωστό ως βάτραχος στην Ελλάδα) ήταν ένα καινοτόμο πολυτελές αυτοκίνητο που παρήχθη από τη γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία Citroën, από τον Οκτώβριο του 1955 έως τις 24 Απριλίου 1975. Κατά τη διάρκεια μιας παραγωγής που διήρκησε σχεδόν 20 έτη, συνολικά κατασκευάστηκαν 1.455.746 αντίτυπα σειράς DS, καθώς και της σειράς Citroën ID (από το γαλλικό Idée, δηλαδή ιδέα), όπως ονομαζόταν η φθηνότερη εξοπλιστικά εκδοχή του DS. Και οι δύο αυτές εκδοχές, αντικατέστησαν το, επίσης πρωτοποριακό για την εποχή του, Citroën Traction Avant, του 1934 - 1957, και αντικαταστάθηκαν τον Αύγουστο του 1974 από το Citroën CX. Κατά τα έτη παραγωγής του, το DS ήταν το μεγαλύτερο, ακριβότερο και πολυτελέστερο μοντέλο στην παλέτα της Citroën. Οι κυριότεροι ανταγωνιστές του, ήταν τα Alfa Romeo 1900, BMW 501, Fiat 1800/2100/2300, Ford Zephyr, Ford Zodiac, Lancia Flaminia, Mercedes-Benz W108, Mercedes-Benz W120, Opel Kapitän, Renault Frégate και Simca Vedette.
Citroën DS | |
---|---|
Citroën DS23 injection Pallas του 1973 - 1975 Το επίσημο λογότυπο του Citroën DS | |
Σύνοψη | |
Κατασκευαστής | Citroën |
Εναλλακτική ονομασία | Citroën ID (η φθηνότερη εξοπλιστικά εκδοχή του DS) Citroën DW (Ηνωμένο Βασίλειο, 1962 – 1965) |
Παραγωγή | Οκτώβριος 1955 — Απρίλιος 1975 |
Συναρμολόγηση | Παρίσι, Γαλλία Μανγκουάλντε, Πορτογαλία Σλάου, Μπέρκσαϊρ, Ηνωμένο Βασίλειο Χάιντελμπεργκ, Βικτώρια, Αυστραλία Γιοχάνεσμπουργκ, Νότια Αφρική Κόπερ, Γιουγκοσλαβία (σήμερα Σλοβενία) |
Σχεδιαστής | Φλαμίνιο Μπερτόνι (1955) |
Αμάξωμα και σασί | |
Κατηγορία | Μεσαίο πολυτελές αυτοκίνητο |
Αμάξωμα | 4-πορτο sedan 5-πορτο station wagon 2-πορτο cabriolet |
Διαμόρφωση | Κινητήρας μπροστά, εμπρόσθια κίνηση |
Σχετική εξέλιξη | Citroën SM (1970 — 1975) |
Σύστημα κίνησης | |
Κινητήρας | 1.911 cm³ 1.985 cm³ 2.175 cm³ 2.347 cm³ / Όλοι 4-κύλινδροι σε σειρά (I4) βενζίνης |
Μετάδοση | 4-τάχυτο ημι-αυτόματο κιβώτιο 4-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο (κυρίως στο ID) 5-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο 3-τάχυτο αυτόματο κιβώτιο |
Χωρητικότητα καυσίμου | 65 λίτρα |
Διαστάσεις | |
Μεταξόνιο | 3.124 χιλιοστά |
Μήκος | 1955 - 1967 sedan : 4.838 χιλιοστά 1955 - 1967 station wagon : 4.991 χιλιοστά 1967 - 1974 sedan : 4.874 χιλιοστά 1967 - 1974 station wagon : 5.026 χιλιοστά |
Πλάτος | 1955 - 1967 : 1.791 χιλιοστά 1967 - 1974 : 1.803 χιλιοστά |
Ύψος | Sedan : 1.464 χιλιοστά Station wagon : 1.537 χιλιοστά |
Κενό Βάρος | Sedan : 1.170 - 1.270 κιλά Station wagon : 1.350 - 1.384 κιλά |
Χρονολόγιο | |
Προηγούμενο μοντέλο | Citroën Traction Avant |
Επόμενο μοντέλο | Citroën CX |
To DS υπήρξε, και θεωρείται ακόμα και σήμερα, παρά την παλαιότητα της εποχής παραγωγής του, εξαιρετικά δημοφιλές, τόσο για τον φουτουριστικό, αεροδυναμικό σχεδιασμό του, όσο και για την καινοτόμο τεχνολογία του. Ιδιαίτερα με το πρωτοποριακό υδραυλικό σύστημα του DS, που τροφοδοτούσε την υδροπνευματική ανάρτηση, το σύστημα διεύθυνσης και τα φρένα, όπως και με το γεγονός ότι ήταν το πρώτο αυτοκίνητο ευρείας παραγωγής με μπροστινά δισκόφρενα, και μάλιστα ως στάνταρ, έθεσε και υψηλά στάνταρ στην ποιότητα κύλισης, την οδική συμπεριφορά και την αποτελεσματικότητα των φρένων.[1]
Μάλιστα το DS κατέλαβε την τρίτη θέση σε σχετική ψηφοφορία που διεξήχθη τον Δεκέμβριο του 1999 στο Λας Βέγκας από διεθνείς ειδικούς, για το Αυτοκίνητο του Αιώνα, πίσω μόνο από το Ford Model T και το κλασικό Mini του 1959. Αναλυτικά, η τελική κατάταξη στην ψηφοφορία της τελικής 5άδας μοντέλων ήταν η εξής:[2]
Θέση | Μοντέλο | Πόντοι |
---|---|---|
1 | Ford Model T | 742 |
2 | Mini (1959) | 617 |
3 | Citroën DS | 567 |
4 | Volkswagen Beetle | 521 |
5 | Porsche 911 | 303 |
Επίσης, τοποθετήθηκε στην πέμπτη θέση από το περιοδικό Automobile Magazine στον επίσημο διαγωνισμό των «100 Coolest Cars» που έγινε το 2005,[3] ενώ κέρδισε τον τίτλο του ομορφότερου αυτοκινήτου όλων των εποχών από το περιοδικό Classic & Sports Car, μετά από διαγωνισμό όπου κριτές ήταν 20 από τους μεγαλύτερους σχεδιαστές αυτοκινήτων, όπως οι Giorgetto Giugiaro (Τζορτζέτο Τζουτζιάρο), Ian Callum, Roy Axe, Paul Bracq και Leonardo Fioravanti.[4][5]