From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Ρουπέν Α΄ της Αρμενίας ή Ρουμπέν Α΄ της Αρμενίας (Αρμενικά ː Ռուբեն Ա, 1025 - 1095) ήταν γενάρχης του Οίκου των Ρουπενιδών και 1ος Πρίγκιπας του Αρμενικού βασιλείου της Κιλικίας ή "Κύριος των βουνών του Ταύρου" (1080 - 1095). Ο Ρουπέν Α΄ κήρυξε την ανεξαρτησία της Κιλικίας από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και την ίδρυση του πριγκιπάτου των βουνών του Ταύρου που αργότερα αναβαθμίστηκε στο Αρμενικό Βασίλειο της Κιλικίας (1198) με τον τρισέγγονο του Λέων Α΄ της Αρμενίας.[3] Η δυναστεία του κυβέρνησε το βασίλειο μέχρι το 1219, ο Ρουπέν Α΄ ήταν μάλλον γόνος της βασιλικής οικογένειας των Βαγρατιδών.[3]
Ρουπέν Α΄ της Αρμενίας | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Θάνατος | 1095 (περίπου)[1] Kormogolo[1] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | στρατιωτικός |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Κωνσταντίνος Α΄ της Αρμενίας[1][2] |
Οικογένεια | Οίκος των Ρουπενιδών[1][2] |
Θυρεός | |
Σχετικά πολυμέσα | |
Οι πρώτες μετακινήσεις Αρμενίων ευγενών στο Βυζάντιο ξεκίνησαν την εποχή του αυτοκράτορα Μαυρικίου, οι Αρμένιοι εντάχθηκαν εθελοντικά στον Βυζαντινό στρατό.[3] Οι ομαδικές μετακινήσεις του πληθυσμού των Αρμενίων ξεκίνησαν όταν οι Σελτζούκοι έκαναν επιθέσεις στον ποταμό Άρας, στις περιοχές γύρω από την λίμνη Βαν δεν είχαν ασφάλεια.[4] Τον 10ο αιώνα μεγάλος αριθμός Αρμενίων εποίκων εγκαταστάθηκε στην Κιλικία.[3]
Η Αρμενία διοικήθηκε από την Δυναστεία των Μπαγκρατιόνι με μεγάλη ειρήνη και ευημερία από τον 9ο αιώνα μέχρι την πτώση της πρωτεύουσας Ανί.[3] Ο τελευταίος βασιλιάς Γκαγκίκ Β΄ προσκλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα (1045) αλλά αιχμαλωτίστηκε, ο Κωνσταντίνος Θ΄ Μονομάχος τον πίεσε να παραιτηθεί από τα δικαιώματα του στην Αρμενία, του παραχώρησε σαν αντάλλαγμα την Καππαδοκία.[3] Ο Κωνσταντίνος Μονομάχος οργάνωσε την μετακίνηση μεγάλου αριθμού Αρμενίων στην Βυζαντινή Κιλικία.[3] Ο πρώην Αρμένιος βασιλιάς πήγε μαζί με τους Αρμένιους οπαδούς του στην Καισάρεια αλλά αντιμετώπισε πολλά προβλήματα από τους Καππαδόκες επειδή η Αρμενική Αποστολική Εκκλησία είχε ακολουθήσει από τον 6ο αιώνα τον Μονοφυσιτισμό. Οι χριστιανοί της Καππαδοκίας τους ζήτησαν να προσχωρήσουν στην Ορθοδοξία, εγκαταλείποντας την εκκλησία τους, ενώ ο επίσκοπος της Καισάρειας Μάρκος ήταν με σκληρό τρόπο προσβλητικός απέναντι στον ίδιο τον Γκαγκίκ Β΄. Ο πρώην Αρμένιος βασιλιάς προκάλεσε την δολοφονία του επισκόπου Μάρκου, αλλά στην συνέχεια και ο ίδιος ο Γκαζίκ Β΄ δολοφονήθηκε από τους Βυζαντινούς (1079).[4]
Οι Σελτζούκοι είχαν παίξει σημαντικό ρόλο στην εγκατάσταση των Αρμενίων στην Κιλικία, ο Σουλτάνος Αλπ Αρσλάν τερμάτισε την Βυζαντινή κυριαρχία στην περιοχή μετά την μεγάλη του νίκη στην Μάχη του Μαντζικέρτ επί του αυτοκράτορα Ρωμανού Δ΄ Διογένη που τον συνέλαβε αιχμάλωτο.[3] Η γενική άποψη που επικρατεί είναι ότι οι Ρουπενίδες ήταν απόγονοι των Βαγρατιδών και ο Ρουπέν Α΄ συγγενής του τελευταίου βασιλιά Γκαγκίκ Β΄.[3] Ο Αρμένιος χρονικογράφος Κυριάκος Γκαντζακέτσι καταγράφει τους Ρουπενίδες ως "γιους και απογόνους του Γκαγκίκ".[3][5] Ο Βαχράμ της Αρμενίας αντίστοιχα προσωπικός γραμματέας του Λέων Β΄ της Αρμενίας αναφέρει ότι ο Ρουπέν ήταν "διάσημος οπλαρχηγός με βασιλικό αίμα".[3] Από την άλλη πλευρά υπάρχουν ιστορικοί που θεωρούν την σύνδεση αδιανόητη, οι ισχυρισμοί τους στηρίζονται στην βάση ότι άν υπήρχε η σύνδεση θα υπήρχαν πλούσιες πηγές να την καταγράψουν με γενεαλογικά δέντρα.[6] Οι ιστορικοί συμφωνούν ομόφωνα όλοι ο Ρουπέν Α΄ ήταν αρχηγός του στρατού του τελευταίου βασιλιά.[3] Μετά την παράδοση της Ανί στον Κωνσταντίνο τον Μονομάχο ολόκληρη η οικογένεια του Γκαγκίκ Β΄ με τους οπαδούς τους ακολούθησαν τον βασιλιά σε εξορία στην Καισάρεια της Καππαδοκίας.[3] Μετά την δολοφονία του Γκαγκίκ Β΄ οι συγγενείς και οι οπαδοί του δραπέτευσαν στα βουνά του Ταύρου και βρήκαν καταφύγιο στο κάστρο του Καπιτάρ βόρεια του Κοζάν.[3] Τα οροπέδια γύρω από τα βουνά του Ταύρου ήταν πολύ δύσκολα στην πρόσβαση και οι Αρμένιοι μπορούσαν να οργανώσουν εύκολα την άμυνα τους.[4]
Οι προσβεβλημένοι Αρμένιοι δεν μπορούσαν να ανεχθούν άλλο την συγκατοίκηση με τους Καππαδόκες και με αρχηγό τον Ρουπέν Α΄ πιθανότατα μέλος της πρώην βασιλικής δυναστείας της Αρμενίας και συγγενή του Γκαγκίκ προχώρησαν νοτιότερα στην πόλη Κοζάν της Κιλικίας (1079).[3] Εκεί κατέλαβαν ολόκληρη την περιοχή από τους Βυζαντινούς, τον προηγούμενο αιώνα ο Αυτοκράτορας Νικηφόρος Β´ Φωκάς είχε ανακαταλάβει την Κιλικία μαζί με την Καππαδοκία από τους Άραβες. Το επόμενο έτος (1080) ο Ρουπέν Α΄ κήρυξε την ανεξαρτησία του από την Κωνσταντινούπολη και σύντομα στην περιοχή του συγκεντρώθηκαν όλοι οι φυγάδες Αρμένιοι, οπαδοί του προηγούμενου βασιλιά Γκαγκίκ Β΄.
Με συνεχείς στρατιωτικές εκστρατείες εναντίον των Βυζαντινών κατόρθωσε να επεκτείνει την περιοχή του σε ολόκληρη την πεδιάδα της Κιλικίας, σε μια από αυτές κατέλαβε το ισχυρό κάστρο του Αντιρίμ και το έκανε στρατιωτική βάση της οικογένειας του.[3] Την ίδια εποχή ο ισχυρός Βυζαντινο-Αρμένιος στρατηγός Φιλάρετος Βραχάμιος προσέλαβε στις υπηρεσίες του τον Ρουπέν και τον έκανε υποτελή του, οι κατακτήσεις του Βραχάμιου επεκτάθηκαν επεκτάθηκαν σε όλη την Αρμενία και την Καππαδοκία από την Ταρσό μέχρι πέρα από τον Ευφράτη.[3][4] Ο σουλτάνος Μαλίκ Σαχ Α΄ κατέκτησε την βόρεια Συρία (1086) και τοποθέτησε κυβερνήτες που επιβάρυναν με ψηλούς φόρους τους Αρμένιους κατοίκους.[3] Οι κακουχίες που πέρασαν οι Αρμένιοι στα χέρια των Τούρκων τους ανάγκασαν το δεύτερο μισό του 11ου αιώνα να μεταναστεύσουν σε Βυζαντινές περιοχές της Ανατολής και την Κιλικία.[3] Ο Ρουπέν Α΄ ήταν αρκετά ηλικιωμένος το 1090 και μεταβίβασε τις εξουσίες του στον μεγαλύτερο γιο και διάδοχο του Κωνσταντίνο που είχε κατακτήσει το στρατηγικής σημασίας κάστρο του Βάχκα.[3] Ο Ρουπέν Α΄ της Αρμενίας πέθανε σε ηλικία περίπου 70 ετών (1095) και τάφηκε στο μοναστήρι του Κασταλόν.[6]
Το όνομα της συζύγου του Ρουπέν Α΄ είναι άγνωστο, μαζί της απέκτησε :[6]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.