Τμήμα υδατοσφαίρισης ανδρών του Ο.Σ.Φ.Π. From Wikipedia, the free encyclopedia
Το τμήμα υδατοσφαίρισης του Ολυμπιακού ιδρύθηκε το 1925 και πρωταγωνιστεί στον ευρωπαϊκό και τον ελλαδικό χώρο. Είναι από τα ιδρυτικά μέλη της Ε.Κ.Ο.Φ. (Ελληνική Κολυμβητική Ομοσπονδία Φιλάθλων) το Σεπτέμβριο του 1927.
Όνομα | Ολυμπιακός Σύνδεσμος Φιλάθλων Πειραιώς |
---|---|
Ίδρυση | 1925 |
Πρωτάθλημα | Α1 Ανδρών |
Έδρα | Πειραιάς |
Στάδιο | Παπαστράτειο Κολυμβητήριο Πειραιά "Πέτρος Καπαγέρωφ" |
Πρόεδρος | Μιχάλης Κουντούρης |
Προπονητής | Χρβόγε Κόλιανιν |
Τίτλοι | 2 Πρωταθλήματα Ευρώπης 1 Σούπερ Καπ Ευρώπης 38 Πρωταθλήματα Ελλάδος 25 Κύπελλα Ελλάδος 5 Σούπερ Καπ Ελλάδος |
Ιστοσελίδα | www.olympiacossfp.gr |
Ο Ολυμπιακός έγινε το 2002 η πρώτη ομάδα στην ιστορία του ευρωπαϊκού και του παγκόσμιου πόλο αλλά και η μοναδική ελληνική ομάδα σε όλα τα αθλήματα, που κατέκτησε σε μια χρονιά Πρωτάθλημα, Κύπελλο, Πρωτάθλημα Ευρώπης (στη σύγχρονή του μορφή μετά το 1996) και Σούπερ Καπ Ευρώπης, όλους δηλαδή τους τίτλους που διεκδίκησε, εγχώριους και ευρωπαϊκούς.[1][2] [3] Ο Ολυμπιακός κατατάσσεται μεταξύ των σημαντικότερων ομάδων της Ευρώπης και είναι η πιο επιτυχημένη ελληνική ομάδα στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Είναι η μοναδική που έχει κατακτήσει το Πρωτάθλημα Ευρώπης (2002, 2018),[4] και το Σούπερ Καπ Ευρώπης (2002). Έχει συμμετάσχει σε 6 ακόμα τελικούς ευρωπαϊκής διοργάνωσης, 3 στο Κύπελλο Πρωταθλητριών (2001, 2016, 2019), 2 στο Κύπελλο Κυπελλούχων (1998, 1999) και έναν στο Σούπερ Καπ (2018).
Ο Ολυμπιακός είναι η πιο επιτυχημένη ομάδα υδατοσφαίρισης ανδρών στην Ελλάδα καθώς έχει τους περισσότερους συνολικούς τίτλους (77 έναντι 67 του δεύτερου Εθνικού). Συγκεκριμένα, έχει κατακτήσει 38 Πρωταθλήματα Ελλάδας (τα 17 αήττητος) [5], 25 Κύπελλα (τα περισσότερα από κάθε άλλη ομάδα, ενώ μάλιστα τα 21 από αυτά τα κατέκτησε αήττητος) [6] [7], 22 Νταμπλ (τα περισσότερα από κάθε άλλη ομάδα) καθώς και 5 Σούπερ Καπ (τα περισσότερα από κάθε άλλη ομάδα).
Είναι η μοναδική ομάδα που έχει συμμετάσχει σε όλες τις διοργανώσεις από καταβολής Κ.Ο.Ε. (1928), μετρώντας 92 έναντι 90 του Εθνικού [8]. Παράλληλα έχει παίξει τα περισσότερα παιχνίδια (1.400) από καταβολής α' κατηγορίας το 1949, τις περισσότερες νίκες (1.155 νίκες από το 1949 έως το 2024, 278 νίκες παραπάνω από το δεύτερο Εθνικό) και κατέχει το ρεκόρ παραγωγικότητας με 478 γκολ σε μία χρονιά (2022–23), σπάζοντας το δικό του προηγούμενο ρεκόρ με 453 γκολ τη σεζόν 2021–22, καθώς και το ρεκόρ της καλύτερης αμυντικής επίδοσης (σε πρωτάθλημα 12 ομάδων) δεχόμενος 100 γκολ και έχοντας μέσο όρο μόλις 3,7 γκολ παθητικό τη σεζόν 2015–16 [9]. Στις 16 Νοεμβρίου 2019 με την ισοπαλία 13–13 με τη Βουλιαγμένη, σταμάτησε ένα μεγάλο σερί νικών με 162 σε αγώνες της κανονικής περιόδου (τελευταία ήττα από τη Βουλιαγμένη για την 21η αγωνιστική της περιόδου 2011–12). Στις 23 Μαΐου 2019 σταμάτησε ένα άλλο μεγάλο σερί, με την ήττα του στον 2ο τελικό της περιόδου 2018–19. 163 νίκες στο πρωτάθλημα σε κανονική περίοδο και πλέι οφ (νέο ρεκόρ ελληνικού πρωταθλήματος), καθώς είχε να ηττηθεί από τον πρώτο τελικό της περιόδου 2012–13 (8 Μαΐου του 2013, από τη Βουλιαγμένη με 5–7).
Το τμήμα πόλο του Ολυμπιακού ιδρύθηκε το 1925 και ήταν από τα πρώτα τμήματα του συλλόγου (μαζί με το τμήμα στίβου και το τμήμα της κολύμβησης) που συστάθηκαν σχεδόν αμέσως μετά το ποδοσφαιρικό τμήμα.[10]
To 1927 ο Ολυμπιακός με παίκτες τους Νίκο Καλούδη, Ιωάννη Παπαδάκη, Ανδρέα Αθανασιάνο, Εμμανουήλ και Νικόλαο Μπαλτατζή - Μαυροκορδάτο, Χρ. Σιαδήμα, Ν. Κιβωτό και Κορδοπάτη κατακτά το πρώτο Πρωτάθλημα Ελλάδας στην ιστορία του, κερδίζοντας με 3–2 τον συμπολίτη Εθνικό στον τελικό.[11]
Το 1932 παρά το γεγονός ότι επικρατεί του Εθνικού με 3–1 στον ημιτελικό, θα αποβληθεί έπειτα από απόφαση της ΕΚΟΦ (εξαιτίας των επεισοδίων που ακολούθησαν) και έτσι ο τίτλος δίνεται στον Άρη χωρίς να γίνει τελικός αγώνας.
Το 1933 η ομάδα, με σημαντικότερους παίκτες τους Ανδρέα Κουραχάνη (τερματοφύλακας), Νικόλαο Μπαλτατζή - Μαυροκορδάτο, Τάκη Προβατόπουλο, Ιωάννη Παπαδάκη, Ιωάννη Ισιγώνη, Ανδρέα Αθανασιάνο και Ν. Κιβωτό, θα κατακτήσει το δεύτερο Πρωτάθλημα Ελλάδας της ιστορίας της, μετά από νίκη με σκορ 4–2 επί του Εθνικού στον τελικό. Τα γκολ του Ολυμπιακού σημείωσαν οι Προβατόπουλος (3) και Αθανασιάνος.[12][13]
Την επόμενη χρονιά ο Ολυμπιακός θα πανηγυρίσει για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά το Πρωτάθλημα, νικώντας ξανά τον Εθνικό με 4–2. Σκόρερ της ομάδας στον τελικό ήταν οι Προβατόπουλος (2), Αλεξίου και Ισιγώνης.[14] [15]
Το 1935 ο Ολυμπιακός θα αποκλειστεί έπειτα από απόφαση της ΕΚΟΦ και έτσι δεν μετείχε στους αγώνες της Μυτιλήνης χάνοντας την ευκαιρία να κατακτήσει τον τρίτο σερί τίτλο του.
Το 1936 η ομάδα θα πανηγυρίσει το τέταρτο Πρωτάθλημα Ελλάδας στην ιστορία της, κερδίζοντας τον Κ.Ο. Πειραιά με σκορ 5–1 στον τελικό.[16]
Με το ξέσπασμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την επίθεση της Φασιστικής Ιταλίας κατά της Ελλάδας, αρκετοί υδατοσφαιριστές του Ολυμπιακού φεύγουν για το μέτωπο. Ο τερματοφύλακας της ομάδας και πρωταθλητής της κολύμβησης Ανδρέας Κουραχάνης, σκοτώνεται σε μάχη κατά των Ιταλών.[17][18] Ο Τάκης Κονταράτος, υδατοσφαιριστής αλλά και μέσος της ποδοσφαιρικής ομάδας του συλλόγου, υπηρετούσε ως σημαιοφόρος στο αντιτορπιλικό Βασίλισσα Όλγα και σκοτώθηκε κατά τον βομβαρδισμό και τη βύθιση του πλοίου από τη γερμανική Λουφτβάφε στη Λέρο στις 26 Σεπτεμβρίου του 1943 (υπέκυψε στα τραύματά του την επόμενη μέρα στο νοσοκομείο του νησιού).[19][20]
Μετά τη λήξη του πολέμου, ο Ολυμπιακός θα δημιουργήσει μία ισχυρή ομάδα και θα κατακτήσει από το 1947 μέχρι το 1952 τέσσερα Πρωταθλήματα Ελλάδας (1947, 1949, 1951, 1952). Το 1947 σπάει την κυριαρχία του Ν.Ο. Πατρών νικώντας τον στον τελικό με 3–2.
Το 1949 κατακτά τον τίτλο με παίκτες τους Αλέκο Μοναστηριώτη, Χρήστο Οικονόμου, Τάκη Προβατόπουλο, Μανώλη Παπαδόπουλο, Λεωνίδα Αλεξίου, Ασημάκη, Κλεούδη, Μαραγκουδάκη, Δημητρόπουλο και Χάλα μετά από νίκη επί του Εθνικού με σκορ 3–1.[22][23]
To 1951 η ομάδα, υπό τις οδηγίες του Χρήστου Σβολόπουλου και με παίκτες τους Αλέκο Μοναστηριώτη, Τάκη Προβατόπουλο, Νίκο Τελειώνη, Μπάμπη Γερακαράκη, Μανώλη Παπαδόπουλο, Β. Όντρια και Ασημάκη, θα κατακτήσει τον τίτλο με απολογισμό τέσσερις νίκες και μια ισοπαλία, μετά από νίκη με 6–2 επί του Ν.Ο. Μυτιλήνης.[24][25][26][27]
Την επόμενη χρονιά, με πρωταγωνιστές τους Νίκο Τελειώνη, Αλέκο Μοναστηριώτη, Λεωνίδα Αλεξίου, Μπάμπη Γερακαράκη, Νίκο Μπίστη, Ασημάκη και Β. Όντρια, θα στεφτεί για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά αήττητος και για τέταρτη συνολικά τα τελευταία 6 χρόνια Πρωταθλητής Ελλάδας. Μάλιστα ο Ολυμπιακός, προηγούμενος στη βαθμολογία πριν τον κρίσιμο τελικό αγώνα με τον Εθνικό, θα αποσπάσει ισοπαλία με 3–3 χάρη σε ισάριθμα τέρματα του Αλεξίου και θα κατακτήσει το πρωτάθλημα παρά το γεγονός ότι έχανε στην αρχή του τρίτου πενταλέπτου με 3–0.[28][29][30]
Το επόμενο Πρωτάθλημα του Ολυμπιακού θα έρθει το 1969 (τέσσερις νίκες, μία ισοπαλία) με προπονητή το Μάκη Χαρίτο και παίκτες τους Σπύρο Τσιμινό, Γιάννη Παληό, Τάκη Μίχαλο, Περικλή Δαμάσκο, Γιώργο Παλληκάρη, Βαγγέλη Κοσκινά, Γιώργο Βενάρδο, Σπύρο Ιωαννίδη, Στάθη Σαράντο, Ηλία Δαμάσκο και Όμηρο Πολυχρονόπουλο.[31]
To 1971 τα ηνία της ομάδας αναλαμβάνει ο εμβληματικός Γιουγκοσλάβος προπονητής Ίβο Τρούμπιτς, χρυσός Ολυμπιονίκης στο Μεξικό το 1968 με την ομάδα της Γιουγκοσλαβίας. Ο Ολυμπιακός, με την καθοδήγηση του Τρούμπιτς και με σημαντικότερους παίκτες τους Γιάννη Παληό, Τάκη Μίχαλο, Περικλή Δαμάσκο, Γιώργο Παλληκάρη, Γιώργο Βενάρδο, Σπύρο Ιωαννίδη, Στάθη Σαράντο, Ηλία Δαμάσκο, Όμηρο Πολυχρονόπουλο και Σαράντη Σαράντο θα κατακτήσει το δέκατο Πρωτάθλημα Ελλάδας της ιστορίας του επικρατώντας του Εθνικού με 2–1 σε επαναληπτικό αγώνα μπαράζ.[32][33]
Τα επόμενα χρόνια μετά την κατάκτηση του Πρωταθλήματος του 1971, ο Ολυμπιακός θα δημιουργήσει δυνατές ομάδες, όπως αυτές του 1972, 1973, 1977, στις οποίες ο Ολυμπιακός θα χάσει στις λεπτομέρειες τον τίτλο αλλά και του 1979 με προπονητή τον Μίλε Νάκιτς και σημαντικότερους παίκτες τους Γιώργο Βενάρδο, Στάθη Σαράντο, Σπύρο Τσιμινό, Σπύρο Καπράλο, Νίκο Μπεριστιάνο, Χρήστο Δάρα, Ανδρέα Γούνα, Μπάμπη Χαραλαμπίδη, Αντώνη Καραβάνο και Γρηγόρη Καμπούρογλου.[34]. Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '80 είχε ανταγωνιστικές ομάδες με παίκτες πρώτης γραμμής όπως οι μετέπειτα πρώτοι σκόρερ του Πρωταθλήματος Μιχάλης Κουρέτας (1985) και Γιάννης Λαδάς (1986), ο Ανδρέας Μοίραλης, ο Γιώργος Μιχαηλίδης, οι Γιώργος και Θανάσης Κατσούλης, ο Μανώλης Ψαρρός και αρκετοί άλλοι, δε θα μπορέσει όμως να φτάσει στην κατάκτηση τίτλων μέχρι τη σεζόν 1991–92. Μάλιστα την τετραετία 1985–1988, ο Ολυμπιακός πέρασε κρίση τερματίζοντας τρεις φορές έκτος (χειρότερη επίδοση όλων των εποχών), ενώ το 1988 έπαιξε κόντρα στον ΠΑΟ για την έκτη θέση και την αποφυγή των μπαράζ παραμονής του στην Α1. Παρόλα αυτά από το 1989 έως και το 1991 θα βελτιωθεί αισθητά με μεταγραφές νέων παικτών (Βενετόπουλος από Ηρακλή, Λούδης από Π.Α.Ο.Κ., Βλάχος από Βόλο και Παυλίδης από Άρη) αλλά και του έμπειρου Αντώνη Αρώνη από τον Εθνικό, που θα αποτελούσαν την αρχή της δυναστείας των ερυθρολεύκων την δεκαετία του '90. Ενδεικτικά το 1989 επικράτησε με 8–2 της Βουλιαγμένης, το 1990 επικράτησε μετά από χρόνια του Εθνικού με 10–9 (05/06/1990), ενώ το 1991 πέτυχε πολύ μεγάλη νίκη για τα δεδομένα ξανά απέναντι στον Εθνικό με 19–8 (11/05/1991) ενώ το 1990 απέσπασε ισοπαλία 9–9 από την πρωταθλήτρια Γλυφάδα.[35]
Το 1992 ο Ολυμπιακός θα επιστρέψει στην κορυφή του ελληνικού πόλο, κατακτώντας το πρώτο Νταμπλ στην ιστορία του. Με προπονητή τον Νίκο Λουκάτο και σημαντικότερους παίκτες τους Μάκη Βολτυράκη, Θοδωρή Βλάχο, Κώστα Λούδη, Κυριάκο Γιαννόπουλο, Νίκο Βενετόπουλο (πρώτο σκόρερ του πρωταθλήματος για τρεις συνεχόμενες χρονιές 1991, 1992, 1993), Αντώνη Αρώνη, Δημήτρη Κραβαρίτη, Θέμη Χατζή, Σάκη Πλατανίτη, Χάρη Παυλίδη και Ζαφείρη Τζίνη θα κατακτήσει το ενδέκατο Πρωτάθλημα αλλά και το πρώτο Κύπελλο Ελλάδας στην ιστορία του, μετά από νίκη με 9–8 επί του ΝΟ Πατρών (03/06) στον μεγάλο τελικό.[36] Στα πλαίσια της πρώτης φάσης (09-12/01/1992), ο Ολυμπιακός κέρδισε την πρώτη θέση του ομίλου του νικώντας τη Χίο, τον Π.Α.Ο.Κ., τον Άρη και τον Ηλυσιακό. Στα προημιτελικά ο Ολυμπιακός θα αποκλείσει σε διπλούς αγώνες τη Χίο (21/01/1992, 14–8, 28/01/1992, 9–14), ενώ στους ημιτελικούς θα προκριθεί με μια νίκη (12/02, 13–8) και μια ισοπαλία σε βάρους του Εθνικού (26/02, 10–10). Έτσι θα επιστρέψει στο Κύπελλο Πρωταθλητριών για πρώτη φορά έπειτα από το 1971. Θα διοργανώσει στον Πειραιά έναν από τους προκριματικούς ομίλους και θα πετύχει τρεις νίκες (11–3 την αγγλική Πολιτέκνικ, 17–6 την ελβετική Χόργκεν, 13–9 την τσεχοσλοβάκικη Κόζιτσε και ήττα 6–8 από την ιταλική Σαβόνα) σε τέσσερις αγώνες και θα πάρει την πρόκριση στους «8». Εκεί σε διπλούς αγώνες ο Ολυμπιακός θα επικρατήσει εντός έδρας με 8–6 της γαλλικής Νις αλλά θα γνωρίσει τον αποκλεισμό στον επαναληπτικό με ήττα 13–10.
Την επόμενη σεζόν τα ηνία της ομάδας θα αναλάβει μια εμβληματική φυσιογνωμία του παγκόσμιου πόλο, ο Ρώσος Μπόρις Ποπόφ, προπονητής της αήττητης από το 1980 έως το 1986 ομάδας της Σοβιετικής Ένωσης, την οποία είχε οδηγήσει στο χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μόσχας και στην κατάκτηση του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος το 1982.[37] Με τον Ποπόφ στον πάγκο ο Ολυμπιακός θα φτάσει σε δεύτερο συνεχόμενο Νταμπλ, κατακτώντας το Κύπελλο Ελλάδας μετά από άνετη νίκη με σκορ 8–4 επί της Γλυφάδας στον τελικό[36] και στη συνέχεια το δωδέκατο Πρωτάθλημα της ιστορίας του. Μάλιστα στην κανονική περίοδο ο Ολυμπιακός ήταν αήττητος ενώ έχασε το αήττητο πρωτάθλημα εξαιτίας μιας ήττας από τη Βουλιαγμένη στο φάιναλ φορ. Στην Ευρώπη ο Ολυμπιακός έφτασε ξανά στις «8» καλύτερες ομάδες αλλά αποκλείστηκε με δύο ήττες από την ισπανική Καταλούνια, του Ιγκόρ Μιλάνοβιτς.
Τις σεζόν 1994–95 και 1995–96 η ομάδα με προπονητή τον Μίλε Νάκιτς (στην τρίτη θητεία του στο σύλλογο) [38] και πρωταγωνιστές τους Θοδωρή Χατζηθεοδώρου, Κώστα Λούδη, Νίκο Βενετόπουλο, Μάκη Βολτυράκη, Θέμη Χατζή, Σάκη Πλατανίτη, Θοδωρή Βλάχο, Δημήτρη Κραβαρίτη και Χάρη Παυλίδη, κατέκτησε 2 συνεχόμενα Πρωταθλήματα, κερδίζοντας στους τελικούς το 1995 με 3–0 νίκες τον Εθνικό και το 1996 με 2–1 νίκες τη Βουλιαγμένη (με μειονέκτημα έδρας χάνοντας τον πρώτο τελικό στον Πειραιά αλλά κάνοντας δύο συνεχόμενα «διπλά» στον Λαιμό).[39] Το 1995–96 μετέχει στο Κύπελλο Πρωταθλητριών και συγκεκριμένα στον προκριματικό όμιλο της Βαρκελώνης, όπου αντιμετώπισε τις Μπαρτσελόνα (5–7), Νις (9–6) και Ντιναμό Μόσχας (9–10).
Τη σεζόν 1996–97 με τον Νάκιτς και πάλι στον πάγκο και με την προσθήκη του πρώτου ξένου παίκτη στην ιστορία της ομάδας, του Ούγγρου Τάμας Ντάλα,[40] ο Ολυμπιακός θα κατακτήσει το τρίτο Κύπελλο Ελλάδας της ιστορίας του, κερδίζοντας με 9–8 τον ΝΟ Πατρών στον τελικό. Στις ευρωπαϊκές υποχρεώσεις, ο Ολυμπιακός στο Κύπελλο Πρωταθλητριών όπου μετείχε στον προκριματικό όμιλο, ηττήθηκε οριακά από την πρωταθλήτρια Ευρώπης, Μλάντοστ (8–9)[41] αλλά επικράτησε της ολλανδικής Πόλαρ Μπιρς (6–3) και της Ντιναμό Λβιβ (13–7) από την Ουκρανία και προκρίθηκε στους «8» όπου μετείχαν ομάδες ελίτ για την εποχή (Βαζούτας, Μλάντοστ, Σπαντάου, Ποζίλιπο, Μπαρτσελόνα, Μπέτσεϊ).[42][43] Στους «8» ο Ολυμπιακός ηττήθηκε εντός από τη Ποζίλιπο (9–11)[44], νίκησε τη Σπαντάου (8–6)[45], έχασε στη Γιουγκοσλαβία από τη Μπέτσεϊ (8–14)[46], ήρθε ισόπαλος στη Γερμανία με τη Σπαντάου (6–6)[47] αλλά έχασε από τη Μπέτσεϊ στον Πειραιά (6–11) και έχασε τις ελπίδες για πρόκριση στις «4» καλύτερες ομάδες.[48] Ολοκλήρωσε το ταξίδι του στο Πρωταθλητριών με μια ήττα στη Νάπολι από τη Ποζίλιπο (6–14).[49]
Την επόμενη σεζόν, ο Μίλε Νάκιτς θα επιστρέψει στην πατρίδα του[50] και τα ηνία της ομάδας θα αναλάβει ο Νίκος Λουκάτος, που είχε οδηγήσει τον Ολυμπιακό στο Νταμπλ του 1992. Η ομάδα θα αποκτήσει τους Αντώνη Βλοντάκη από τα Χανιά και Γιάννη Θωμάκο από Πανιώνιο, ενώ ο Αμερικανός αμυντικός Γκάβιν Αρόγιο θα αντικαταστήσει τον Τάμας Ντάλα.[51][52] Υπό τις οδηγίες του Λουκάτου η ομάδα θα κατακτήσει το πρώτο Σούπερ Καπ Ελλάδας στην ιστορία του κερδίζοντας στον τελικό της 11ης Οκτωβρίου του 1997 τη Βουλιαγμένη με 10−5 (συνολικά την τριετία 1996–1998 η ομάδα συμμετείχε και στους 3 τελικούς Σούπερ Καπ Ελλάδος που διεξήχθησαν και –κερδίζοντας δύο φορές τη Βουλιαγμένη– κατέκτησε τα 2 από τα 3 τρόπαια).[53] Επίσης, θα πανηγυρίσει δεύτερο συνεχόμενο Κύπελλο Ελλάδας με νίκη επί του ΝΟ Πατρών στον τελικό όπως και την προηγούμενη χρονιά, αλλά αυτή τη φορά με σκορ 10–8.[54] Στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, ο Ολυμπιακός θα καταφέρει τη σεζόν εκείνη να φτάσει για πρώτη φορά στην ιστορία του στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων Ευρώπης. Στον διπλό τελικό της διοργάνωσης αντιμετώπισε την ουγγρική Φερεντσβάρος. Επικράτησε με 7–6 στο πρώτο παιχνίδι στην Αθήνα στο κλειστό κολυμβητήριο του ΟΑΚΑ, αλλά ηττήθηκε με 6–8 στη Βουδαπέστη στον επαναληπτικό τελικό και δεν κατάφερε να σηκώσει το τρόπαιο.[55][56][57][58]
Στο διάστημα 1998–2005 ο Ολυμπιακός κατέκτησε 7 συνεχόμενα Πρωταθλήματα Ελλάδος.
Τη σεζόν 1998–99 την τεχνική ηγεσία της ομάδας αναλαμβάνει ένας από τους μεγαλύτερους προπονητές στην ιστορία του αθλήματος,[59][60][61] ο επονομαζόμενος και "Στρατηγός"[60][62][63][64] Νίκολα Στάμενιτς, που είχε οδηγήσει την Εθνική Γιουγκοσλαβίας στην κατάκτηση του Ευρωπαϊκού και του Παγκόσμιου Πρωταθληματος τo 1991.[63] Ο Στάμενιτς επέβαλε συνθήκες απόλυτου επαγγελματισμού, με πολύωρες και άκρως απαιτητικές προπονήσεις, σιδηρά πειθαρχία, ενδελεχή ανάλυση της τακτικής αλλά και όλων των πτυχών του παιχνιδιού.[62][65] Οι παίκτες του Ολυμπιακού θα αφομοιώσουν τις γνώσεις και τις ιδέες του Σέρβου προπονητή και η ομάδα θα φτάσει τη διετία του Στάμενιτς στην κατάκτηση 2 συνεχόμενων Πρωταθλημάτων Ελλάδας (1999 και 2000), ενός Σούπερ Καπ Ελλάδος και θα καταφέρει να φτάσει στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων Ευρώπης το 1999 (για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά). Τη σεζόν 1998−1999 με την άφιξη του Στάμενιτς θα διατηρήσει, με μικρές αλλαγές (αποχώρησαν οι Κώστας Λούδης και Θοδωρής Βλάχος), το ίδιο ρόστερ με τη σεζόν 1997−98, έχοντας στο δυναμικό του τους Θοδωρή Χατζηθεοδώρου, Μάκη Βολτυράκη, Θέμη Χατζή, Αντώνη Βλοντάκη, Γιάννη Θωμάκο, Σάκη Πλατανίτη, Δημήτρη Κραβαρίτη, Χάρη Παυλίδη, Χάρη Βαφειάδη, Αρσένη Μαρούλη, Παναγιώτη Γιάγκο, Δημήτρη Λαγωνικάκη και ξένο για δεύτερη συνεχή σεζόν τον Αμερικανό Γκάβιν Αρόγιο.[66] Θα κατακτήσει το Πρωτάθλημα με 2−1 νίκες επί της Βουλιαγμένης στους τελικούς αν και είχε το μειονέκτημα έδρας, το Σούπερ Καπ στις αρχές της σεζόν με νίκη και πάλι επί της Βουλιαγμένης με 6−5 και θα φτάσει στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων Ευρώπης όπου θα ηττηθεί στο διπλό τελικό από την κροατική Μλάντοστ (ήττα 4–13 στο Ζάγκρεμπ, νίκη 10–6 στην Αθήνα). Στον ημιτελικό της διοργάνωσης είχε αποκλείσει την ιταλική Φιορεντίνα των Στέφανο Τεμπέστι, Μπόρις Πόποβιτς και Ντμίτρι Γκορσκόφ πετυχαίνοντας μεγάλη νίκη με 10–3 στο πρώτο παιχνίδι της σειράς στον Πειραιά.[67]
Τη σεζόν 1999–00 στην ομάδα εντάσσεται ο Γιώργος Ψύχος από τον ΝΟΒ, ενώ στη θέση του Γκάβιν Αρόγιο που αποχώρησε μετά από δύο χρόνια αποκτήθηκε ο επίσης Αμερικανός αμυντικός Τζέρεμι Πόουπ. Ο Ολυμπιακός θα στεφτεί για δεύτερη συνεχή χρονιά Πρωταθλητής Ελλάδας, επικρατώντας με 2–1 νίκες της Βουλιαγμένης στους τελικούς.[68][69]
Ο Στάμενιτς θα αποχωρήσει από τον Ολυμπιακό και τα ηνία της ομάδας για τη σεζόν 2000–01 θα αναλάβει ο Κροάτης Ντράγκαν Ματουτίνοβιτς, Πρωταθλητής Ευρώπης το 1999 με την POŠK Σπλιτ. Στη θέση του Τζέρεμι Πόουπ ο Ολυμπιακός φέρνει τον διεθνούς κλάσης Κροάτη περιφερειακό Τέο Ντόγκας (Πρωταθλητής Ευρώπης και αυτός ως παίκτης του Ματουτίνοβιτς στην POŠK Σπλιτ το 1999). Η ομάδα θα κάνει εξαιρετική χρονιά και θα κατακτήσει το Νταμπλ, επικρατώντας της Βουλιαγμένης με 3–0 νίκες στους τελικούς του Πρωταθλήματος και με 9–7 στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας στην Πάτρα. Στην Ευρώπη, ο Ολυμπιακός πραγματοποιεί μια εκπληκτική πορεία και γίνεται η πρώτη ελληνική ομάδα που προκρίνεται στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ. Στον ημιτελικό του Φάιναλ Φορ του Ντουμπρόβνικ κέρδισε την πανίσχυρη ιταλική Ποζίλιπο των Τάμας Κάσας, Κάρλο Σίλιπο, Φραντσέσκο Ποστιλιόνε, Φάμπιο Μπεντσιβένγκα, Μπαρναμπάς Στάινμετζ και Μπόγκνταν Ρατ με σκορ 7–6 και πέρασε στον μεγάλο τελικό.[70] Εκεί, αντιμετώπισε τη γηπεδούχο Γιούγκ Ντουμπρόβνικ σε έναν δραματικό αγώνα που κρίθηκε από ένα εξόφθαλμο διαιτητικό λάθος του Σλοβένου διαιτητή Μαργκέτα, ο οποίος ακύρωσε πεντακάθαρο γκολ (σφυρίζοντας ανύπαρκτο επιθετικό φάουλ) του Χατζηθεοδώρου 4 δευτερόλεπτα πριν από τη λήξη, γκολ που θα έκανε το σκορ 6–5 υπέρ της ομάδας του Πειραιά και θα της έδινε τον τίτλο.[71][72][73][74][75] Τελικά, το παιχνίδι πήγε σε παράταση και ο Ολυμπιακός, δεχόμενος γκολ στα τελευταία δευτερόλεπτα του δευτέρου ημιχρόνου της παράτασης, έχασε τον τελικό με 7–8.
Παρά την εξαιρετική σεζόν που είχε προηγηθεί, ο Ματουτίνοβιτς αποχώρησε από τον Ολυμπιακό και τα ηνία της ομάδας για τη σεζόν 2001–02 ανέλαβε ο σπουδαίος Ούγγρος προπονητής Ζόλταν Κάσας, που είχε οδηγήσει τη Μπέτσεϊ στην κατάκτηση του Τσάμπιονς Λιγκ το 2000. Η ομάδα ενισχύεται με τους Θοδωρή Καλακώνα από Εθνικό, Νίκο Δεληγιάννη από Γλυφάδα και μ 'έναν απ' τους καλύτερους ξένους που έχουν αγωνιστεί στο σύλλογο, τον Σέρβο Πέταρ Τρμπόγεβιτς (που αντικατέστησε τον Ντόγκας). Ο Ολυμπιακός θα πραγματοποιήσει μια απίστευτη χρονιά, την καλύτερη στην ιστορία του, αφού έγινε η πρώτη ομάδα στην ιστορία του ευρωπαϊκού και του παγκόσμιου πόλο, που κατέκτησε σε μια χρονιά όλους τους τίτλους σε ευρωπαϊκό και εγχώριο επίπεδο,[1][2][3] κερδίζοντας το Πρωτάθλημα Ευρώπης, το Σούπερ Καπ Ευρώπης, το Πρωτάθλημα και το Κύπελλο Ελλάδος, αλλά και η μοναδική ελληνική ομάδα που πετυχαίνει κάτι τέτοιο σε όλα τα αθλήματα.[1] Κέρδισε το Πρωτάθλημα Ευρώπης και το Σούπερ Καπ Ευρώπης στη Βουδαπέστη, κερδίζοντας δύο κορυφαίες ουγγρικές ομάδες μέσα στην έδρα τους: τη Χόνβεντ των Γκέργκελι Κις, Πέτερ Μπίρος, Μάρτον Σίβος, Τάμας Μόλναρ και Ατίλα Μπάρανι[76] με σκορ 9–7 στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ και τη Βάσας των Νόρμπερτ Μάνταρας, Τάμας Βάργκα, Ντάνιελ Βάργκα και Άνταμ Στάινμετζ με 6–5 στον τελικό του Σούπερ Καπ.[77][78] Παράλληλα, κέρδισε το Πρωτάθλημα με 3–2 νίκες επί της Βουλιαγμένης στους τελικούς και το Κύπελλο Ελλάδος με νίκη 10–9 στον τελικό επί της ίδιας αντιπάλου και πανηγύρισε το Τριπλ Κράουν και το Σούπερ Καπ, επίτευγμα που κατάφεραν έκτοτε να το σημειώσουν μόνο τέσσερις ομάδες στον κόσμο, η Γιουγκ Ντουμπρόβνικ, η Προ Ρέκο, η Παρτιζάν Βελιγραδίου και ο Ερυθρός Αστέρας.
Τη σεζόν 2002–03 με τον προπονητή του Τρεμπλ Ζόλταν Κάσας και πάλι στο τιμόνι της ομάδας, ο Ολυμπιακός θα ενισχυθεί με τον Τάσο Σχίζα από Εθνικό και τον Αμερικανό φουνταριστό Κρις Χάμπερτ από Π.Α.Ο, θα αποχωρήσουν όμως από την ομάδα ο εμβληματικός τερματοφύλακας και αρχηγός της Μάκης Βολτυράκης καθώς και ο Αντώνης Βλοντάκης αμφότεροι στον Εθνικό.[79] Η ομάδα, εκτός από την κατάκτηση του προαναφερθέντος Σούπερ Καπ Ευρώπης (κατακτήθηκε με το ρόστερ της σεζόν 2002–03 καθότι διεξήχθη τον Δεκέμβριο του 2002) με γκολ του Κρις Χάμπερτ 18 δευτερόλεπτα πριν τη λήξη του αγώνα,[3] θα κατακτήσει ακόμα ένα Νταμπλ, επικρατώντας με 3–0 νίκες επί της Βουλιαγμένης στους τελικούς του Πρωταθλήματος και κερδίζοντας με 14–5 τον Ν.Ο. Χανίων στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας στη Χίο.
Τις δύο επόμενες σεζόν (2003–04, 2004–05) ο Ολυμπιακός με προπονητή τον Κροάτη Βέσελιν Τζούχο και την προσθήκη παικτών όπως οι Γιώργος Ντόσκας από Χίο, Αργύρης Θεοδωρόπουλος, Νικήτας Κόχειλας, Χρήστος Φλώρος και τους τρεις από το Παλαιό Φάληρο, Γεράσιμος Σαλπαδήμας και ο Γερμανός Τόμας Σερτβίτις,[80] θα κατακτήσει άλλα 2 Πρωταθλήματα Ελλάδας, πετυχαίνοντας έτσι το μοναδικό στα χρονικά της Α1 ρεκόρ της κατάκτησης 7 συνεχόμενων Πρωταθλημάτων. Παράλληλα, θα κατακτήσει και το 4ο συνεχόμενο Νταμπλ την περίοδο 2003–04, κερδίζοντας στον τελικό του Κυπέλλου τη Βουλιαγμένη με σκορ 6–5.
Τη σεζόν 2005–06 την τεχνική ηγεσία του Ολυμπιακού θα αναλάβει ο Βαγγέλης Πάτερος,[81] και στην ομάδα θα έρθει ο Σέρβος φουνταριστός Σλόμπονταν Νίκιτς. Η ομάδα θα κατακτήσει εύκολα το Κύπελλο (16–5 στον τελικό τον Πανιώνιο) αλλά δε θα μπορέσει να κατακτήσει το Πρωτάθλημα, χάνοντας στον 5ο τελικό από τον Εθνικό.
Τις επόμενες 5 σεζόν όμως (2006–2011), με τον Βαγγέλη Πάτερο στον πάγκο της ομάδας και με τους πρωτοκλασάτους παίκτες που προστίθενται στον ήδη υπάρχοντα ισχυρό κορμό και ενισχύουν το σύλλογο τις χρονιές αυτές, όπως οι Σλόμπονταν Νίκιτς, Χρήστος Αφρουδάκης, Γιώργος Αφρουδάκης, Αντώνης Βλοντάκης (επέστρεψε το 2009), Πέτρε Σάντα, Βαγγέλης Δελακάς, Άντριγια Κομάντινα, Τίχομιλ Βράνιες, Μανώλης Μυλωνάκης, Χριστόδουλος Κολόμβος, Φώτης Μπλάνης και Γιάννης Φουντούλης, ο Ολυμπιακός θα κυριαρχήσει απόλυτα και θα σπάσει κάθε ρεκόρ στην Ελλάδα, κατακτώντας 5 συνεχόμενα Νταμπλ, τα 2 εκ των οποίων (Πρωτάθλημα και Κύπελλο 2009, Πρωτάθλημα και Κύπελλο 2010) αήττητος και μάλιστα με το απόλυτο των νικών και στις δύο διοργανώσεις (31 νίκες σε ισάριθμα παιχνίδια και το 2008–09 και το 2009–10), φτάνοντας συνολικά τα 11 Πρωταθλήματα σε 12 χρόνια.[82] Επίσης, θα πραγματοποιήσει άλλο ένα αξιοθαύμαστο ρεκόρ για την Α1, κάνοντας ένα μοναδικό σερί, το οποίο περιελάμβανε 101 συνεχόμενες νίκες στην κανονική περίοδο (τελευταία ισοπαλία 9–9 με τον Εθνικό στις 11 Μαρτίου 2006), 126 ματς χωρίς ήττα στην κανονική περίοδο (τελευταία ήττα 6–5 από τον Εθνικό στις 26 Φεβρουαρίου 2005) και 65 συνεχείς νίκες στο πρωτάθλημα, συμπεριλαμβανομένων και των πλέι οφ (τελευταία ήττα 7–5 από τον Εθνικό στις 30 Απριλίου 2008, στον τρίτο τελικό των πλέι οφ) και το οποίο θα λάμβανε τέλος στις 5 Φεβρουαρίου 2011, εξαιτίας της απόφασης των παικτών να μην κατέβουν στον αγώνα πρωταθλήματος με τη Βουλιαγμένη (λόγω των πολλών οικονομικών προβλημάτων), και της αντικατάστασής τους από την εφηβική ομάδα του συλλόγου.[83][84] Επιπροσθέτως, το 2007 επιστρέφει στις ευρωπαϊκές επιτυχίες: Κερδίζει δύο φορές με το ίδιο σκορ (11–9) την ουγγρική Χόνβεντ στα προημιτελικά και συμμετέχει στο Φάιναλ Φορ της Ευρωλίγκα, που διεξήχθη στο Μιλάνο. Εκεί, κατέλαβε την τέταρτη θέση, καθώς ηττήθηκε μετά από έναν συγκλονιστικό αγώνα στον ημιτελικό με 9–10 από τη μετέπειτα Πρωταθλήτρια Ευρώπης ιταλική Προ Ρέκο[85][86] και στο μικρό τελικό από τη σερβική Παρτιζάν Βελιγραδίου με 13–15, μετά από δύο παρατάσεις.
Το καλοκαίρι του 2011 νέος πρόεδρος του ερασιτέχνη Ολυμπιακού εκλέγεται ο Μιχάλης Κουντούρης ο οποίος ανακοινώνει συγκεκριμένο πλάνο για την οικονομική εξυγίανση των τμημάτων του ερασιτέχνη, που αντιμετώπιζαν οικονομικά προβλήματα.[87] Την τεχνική ηγεσία της ομάδας αναλαμβάνει ο Θοδωρής Βλάχος και παρά τη φυγή ορισμένων παικτών, θα χτιστεί μια πολύ ανταγωνιστική ομάδα που θα χάσει τελικά το Πρωτάθλημα μέσα από τα χέρια της, αφού προηγήθηκε στους τελικούς με 2–1 στις νίκες και έχασε το 4ο και το 5ο ματς στη διαδικασία των πέναλτι από τη Βουλιαγμένη. Μάλιστα, στο τελευταίο και καθοριστικό ματς, ο Ολυμπιακός με το σκορ στο 7–7 κέρδισε πέναλτι 8 δευτερόλεπτα πριν από τη λήξη του αγώνα, το οποίο έστειλε στο δοκάρι ο Δημήτρης Μάζης.
Την επόμενη σεζόν (2012–13) ο Ολυμπιακός με προπονητή τον Βλάχο και σημαντικότερους παίκτες τους Δημήτρη Μάζη, Νίκο Δεληγιάννη, Τάσο Σχίζα, Κωνσταντίνο Μουρίκη, Γιάννη Φουντούλη, Βαγγέλη Δελακά, Γιώργο Ντόσκα, Φώτη Μπλάνη, Χριστόδουλο Κολόμβο, Χρήστο Φλώρο, Κυριάκο Ποντικέα, Μάριο Καπότση και τον διεθνούς κλάσης Ισπανό περιφερειακό Μπλάι Μάγιαρακ επέστρεψε στους τίτλους και κατέκτησε το 12ο Νταμπλ (27ο Πρωτάθλημα και 15ο Κύπελλο) της ιστορίας του, επικρατώντας της Βουλιαγμένης με 3–1 στις νίκες στους τελικούς του Πρωταθλήματος, και με σκορ 6–5 επί της ίδιας ομάδας στον τελικό του Κυπέλλου στη Λαμία.[88]
Τη σεζόν 2013–14 η ομάδα ενισχύθηκε με τους Αλέξανδρο Γούνα, Άγγελο Βλαχόπουλο και τον τερματοφύλακα Κώστα Γαλανίδη, αποχώρησαν οι Φώτης Μπλάνης και Χρήστος Φλώρος, ενώ αποσύρθηκε από την ενεργό δράση ο Δημήτρης Μάζης, ο οποίος ανέλαβε χρέη βοηθού προπονητή δίπλα στον Θοδωρή Βλάχο. Ο Ολυμπιακός κατέκτησε αήττητος, και με 30 νίκες σε 30 αγώνες, το 13ο Νταμπλ της ιστορίας του και 7ο συνολικά τα τελευταία 8 χρόνια. Σήκωσε το 28ο Πρωτάθλημα της ιστορίας του, επικρατώντας της Βουλιαγμένης με 3–0 νίκες στους τελικούς,[89] και το 16ο Κύπελλο κερδίζοντας την ίδια αντίπαλο με 11–10 στον τελικό της διοργάνωσης.[90] Παράλληλα, πραγματοποίησε ρεκόρ παραγωγικότητας με 430 γκολ (σπάζοντας το δικό του προηγούμενο ρεκόρ με 413 γκολ την αμέσως προηγούμενη σεζόν), αλλά και ρεκόρ καλύτερης αμυντικής επίδοσης δεχόμενος μόλις 116 γκολ.[9]
Τη σεζόν 2014–15 ο Ολυμπιακός κατέκτησε και πάλι αήττητος, και με 30 νίκες σε 30 αγώνες, το 14ο Νταμπλ της ιστορίας του και 8ο συνολικά τα τελευταία 9 χρόνια. Σήκωσε το 29ο Πρωτάθλημα της ιστορίας του, επικρατώντας του Παναθηναϊκού με 3–0 νίκες στους τελικούς,[91] και το 17ο Κύπελλο κερδίζοντας τον ίδιο αντίπαλο με 18–10 στον τελικό της διοργάνωσης. Παράλληλα, πραγματοποίησε ρεκόρ παραγωγικότητας με 443 γκολ (σπάζοντας το δικό του προηγούμενο ρεκόρ με 430 γκολ την αμέσως προηγούμενη σεζόν), αλλά και ρεκόρ καλύτερης αμυντικής επίδοσης δεχόμενος μόλις 109 γκολ.
Η ιστορία επαναλήφθηκε και την επόμενη σεζόν (2015-16) με το 15ο νταμπλ στην ιστορία του τμήματος και εκ νέου σπάσιμο των ρεκόρ της προηγούμενης χρονιάς. 444 γκολ στην επίθεση και μόλις 100 γκολ στην άμυνα συνθέτουν τα επιτεύγματα του νέου ερυθρόλευκου ρεκόρ στην Α1. Η σεζόν καταγράφεται σαν μία απ' τις κορυφαίες στην ιστορία του τμήματος καθώς πέρα απ' τα εν Ελλάδι ρεκόρ, η ομάδα ήταν φιναλίστ του Πρωταθλήματος Ευρώπης, φτάνοντας αήττητη ως τον τελικό της Βουδαπέστης, όπου έχασε το τρόπαιο στις λεπτομέρειες, με 6–4 απ' την Κροατική Γιούγκ.
Τη σεζόν 2016-2017 ο Ολυμπιακός πανηγύρισε το 31ο του πρωτάθλημα και τον 5ο συνεχόμενο τίτλο του. Δεν κατάφερε όμως να κατακτήσει άλλο ένα νταμπλ καθώς έχασε από τη Βουλιαγμένη στον τελικό Κυπέλλου. Η ομάδα συμμετείχε για 2η συνεχόμενη φορά στο Final-6 χάνοντας στον προημιτελικό από την κροατική Γιουγκ που του είχε στερήσει τον τίτλο την προηγούμενη χρονιά. Στον αγώνα κατάταξης για την 5η θέση έχασε από την Ιταλική Μπρέσια και κατατάχτηκε στην 6η θέση στην Ευρώπη. Στο τέλος της σεζόν στα 33 του χρόνια αποσύρθηκε ο αθλητής του Ολυμπιακού Γιώργος Ντόσκας που τίμησε την ομάδα με την παρουσία του για πολλά χρόνια.
Έχοντας δουλέψει με ένα σταθερό βασικό κορμό Ελλήνων παικτών μία εξαετία περίπου, ο Ολυμπιακός τη σεζόν 2017-18 θρέφει τους καρπούς αυτής της δουλειάς και του μακροπρόθεσμου πλάνου του, επιστρέφοντας μετά από 16 χρόνια στην κορυφή της Ευρώπης με τρόπο εμφατικό. Αφού τελειώνει τη φάση των ομίλων με μία μόλις ήττα σε 16 παιχνίδια, τερματίζοντας 1ος στον όμιλό του, προκρίνεται στο Final-8 της Γένοβα. Εκεί κερδίζει κατά σειρά τη Σπαντάου με 6–5 στον προημιτελικό, την Μπαρτσελονέτα με 6–4 στον ημιτελικό και στον τελικό αντιμετωπίζει την πολυνίκη (8 τρόπαια) του θεσμού και γηπεδούχο της τελικής φάσης, Προ Ρέκο. Η καθολική του επικράτηση με 9–7 δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης για το ποια ήταν η κορυφαία ομάδα στην Ευρώπη για το 2018.[92]
Στην Ελλάδα ένα ακόμα αήττητο νταμπλ (16ο) σφραγίζει την κυριαρχία του εντός συνόρων και μαζί με την κατάκτηση του ελληνικού σούπερ καπ, το 2ο τετραπλό στέμμα στην ιστορία του τμήματος είναι γεγονός, ενώ θα απολέσει τον 5ο τίτλο της χρονιάς μετά την ήττα στο τελικό του Ευρωπαϊκού σούπερ καπ στα πέναλτι από τη Φερεντσβάρος (7–7, 2–4 πεν.) [93].
Περίοδος | Διάκριση | Σημειώσεις | |
---|---|---|---|
Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης | |||
2000–01 | Τελικός | Νίκη 7–6 επί της Ποζίλιπο στον ημιτελικό, ήττα 7–8 από τη Γιουγκ Ντουμπρόβνικ στον τελικό | |
2001–02 | Πρωταθλητής Ευρώπης |
Νίκη 8–5 επί της Γιουγκ Ντουμπρόβνικ στον ημιτελικό και 9–7 επί της Χόνβεντ στον τελικό | |
2006–07 | Φάιναλ Φορ | 4η θέση. Ήττα 9–10 από την Προ Ρέκο στον ημιτελικό και 13–15 από την Παρτιζάν Βελιγραδίου στον μικρό τελικό | |
2015–16 | Τελικός | Νίκη 8-7 επί της Ζολνόκι στον ημιτελικό και ήττα 4–6 από τη Γιουγκ Ντουμπρόβνικ στον τελικό | |
2017–18 | Πρωταθλητής Ευρώπης |
Νίκη 6–4 επί της Μπαρτσελονέτα στον ημιτελικό και 9–7 επί της Προ Ρέκο στον τελικό | |
2018–19 | Τελικός | Νίκη 12-11 επί της Προ Ρέκο στον ημιτελικό και ήττα 14–13 στα πέναλτι (10-10 κ.α.) από τη Φερεντσβάρος στον τελικό | |
Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης | |||
1997–98 | Τελικός | Νίκη 7–6 στην Αθήνα, ήττα 6–8 στη Βουδαπέστη από τη Φερεντσβάρος | |
1998–99 | Τελικός | Ήττα 4–13 από τη Μλάντοστ στο Ζάγκρεμπ, νίκη 10–6 στην Αθήνα | |
Σούπερ Καπ Ευρώπης | |||
2002 | Υπερπρωταθλητής Ευρώπης |
Νίκη 6–5 επί της Βάσας στη Βουδαπέστη | |
2018 | Τελικός | Ήττα στη διαδικασία των πέναλτι (7–7 κ.α, 2–4 πεν.) από τη Φερεντσβάρος στη Βουδαπέστη |
Πρωταθλητής Ευρώπης 2001–02
|
Πρωταθλητής Ευρώπης 2017–18
|
Σημειώσεις
Η τελική φάση (Φάιναλ-4) διεξήχθη στη Βουδαπέστη στο Κολυμβητήριο "Άλφρεντ Χάγιος" (Alfréd Hajós).
Γένοβα στο Κολυμβητήριο "Σόρμπα" (Sciorba).
Η τελική φάση (Φάιναλ-8) διεξήχθη στηΠηγές
|
|
|
|
|
|
|
Περίοδος | Θ | Α | Ν | Ι | Η | Γκολ | ΓΚ | ΔΤ | Β | Κύπελλο | Ευρώπη | Προπονητής |
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
2000–01 | 1 | 27 | 25 | 1 | 1 | 394 | 202 | 192 | 41 | ΚΥΠ | 2ος | Ντράγκαν Ματουτίνοβιτς |
2001–02 | 1 | 29 | 27 | 0 | 2 | 381 | 199 | 182 | 44 | ΚΥΠ | ΠΡΩΤ | Ζόλταν Κάσας |
2002–03 | 1 | 27 | 24 | 1 | 2 | 350 | 168 | 182 | 39 | ΚΥΠ | ΦΟ | Ζόλταν Κάσας |
2003–04 | 1 | 26 | 23 | 1 | 2 | 316 | 161 | 155 | 39 | ΚΥΠ | ΦΟ | Βέσελιν Τζούχο |
2004–05 | 1 | 29 | 24 | 0 | 5 | 331 | 218 | 113 | 36 | 3ος | ΦΟ | Βέσελιν Τζούχο |
2005–06 | 2 | 30 | 25 | 1 | 4 | 372 | 206 | 166 | 43 | ΚΥΠ | ΦΟ | Βαγγέλης Πάτερος |
2006–07 | 1 | 28 | 27 | 0 | 1 | 385 | 192 | 193 | 44 | ΚΥΠ | 4ος | Βαγγέλης Πάτερος |
2007–08 | 1 | 28 | 27 | 0 | 1 | 387 | 157 | 230 | 44 | ΚΥΠ | ΠΗ | Βαγγέλης Πάτερος |
2008–09 | 1 | 27 | 27 | 0 | 0 | 379 | 145 | 234 | 44 | ΚΥΠ | ΠΗ | Βαγγέλης Πάτερος |
2009–10 | 1 | 27 | 27 | 0 | 0 | 304 | 129 | 175 | 44 | ΚΥΠ | ΦΟ | Βαγγέλης Πάτερος |
2010–11 | 1 | 28 | 25 | 1 | 2 | 348 | 141 | 207 | 61 | ΚΥΠ | ΦΟ | Βαγγέλης Πάτερος |
2011–12 | 2 | 30 | 24 | 0 | 6 | 378 | 175 | 203 | 60 | ΗΜ | ΦΟ | Θοδωρής Βλάχος |
2012–13 | 1 | 28 | 27 | 0 | 1 | 413 | 120 | 293 | 66 | ΚΥΠ | Φ16 | Θοδωρής Βλάχος |
2013–14 | 1 | 27 | 27 | 0 | 0 | 430 | 116 | 314 | 66 | ΚΥΠ | ΦΟ | Θοδωρής Βλάχος |
2014–15 | 1 | 27 | 27 | 0 | 0 | 443 | 109 | 334 | 66 | ΚΥΠ | ΦΟ | Θοδωρής Βλάχος |
2015–16 | 1 | 27 | 27 | 0 | 0 | 444 | 100 | 344 | 66 | ΚΥΠ | 2ος | Θοδωρής Βλάχος |
2016–17 | 1 | 27 | 27 | 0 | 0 | 411 | 107 | 304 | 66 | 2ος | 6ος | Θοδωρής Βλάχος |
2017–18 | 1 | 27 | 27 | 0 | 0 | 446 | 128 | 318 | 66 | ΚΥΠ | ΠΡΩΤ | Θοδωρής Βλάχος |
2018–19 | 1 | 28 | 27 | 0 | 1 | 428 | 136 | 292 | 66 | ΚΥΠ | 2ος | Θοδωρής Βλάχος |
2019–20 | 1 | 22 | 21 | 1 | 0 | 376 | 123 | 253 | 64 | ΚΥΠ | Διακόπηκε | Θοδωρής Βλάχος |
2020–21 | 1 | 19 | 17 | 0 | 2 | 288 | 131 | 157 | 36 | ΚΥΠ | 7ος | Θοδωρής Βλάχος |
2021–22 | 1 | 28 | 26 | 1 | 1 | 453 | 183 | 270 | 58 | ΚΥΠ | Φ16 | Θοδωρής Βλάχος |
2022–23 | 1 | 29 | 28 | 1 | 0 | 478 | 181 | 297 | 64 | ΚΥΠ | 5ος | Ίγκορ Μιλάνοβιτς |
2023–24 | 1 | 29 | 29 | 0 | 0 | 459 | 181 | 278 | 66 | ΚΥΠ | 3ος | Χρβόγε Κόλιανιν |
ΚΥΠ=Κυπελλούχος, ΠΡΩΤ=Πρωταθλητής Ευρώπης, ΗΜ=Αποκλεισμός στην ημιτελική φάση, ΠΗ=Αποκλεισμός στην προημιτελική φάση, ΦΟ=Αποκλεισμός στη φάση των ομίλων, Φ16=Αποκλεισμός στη φάση των 16.
Θέση | 1η | 2η | 3η | 4η | 5η | 6η |
---|---|---|---|---|---|---|
Φορές | 38 | 30 | 19 | 1 | 1 | 3 |
Από ιδρύσεως των δύο σωματείων, ο Ολυμπιακός και ο συμπολίτης Εθνικός έχουν διατηρήσει μια έντονη αντιπαλότητα στην υδατοσφαίριση (ως συνέχειας του ποδοσφαίρου), όμοια της δεν υπάρχει στο άθλημα ενώ ο έντονος τοπικός χαρακτήρας της αναμέτρησης, συγκαταλέγει την αναμέτρηση ως μια από τις σπουδαιότερες αναμετρήσεις ντέρμπι σε όλα τα αθλήματα στην Ελλάδα. Τις προηγούμενες δεκαετίες όταν κρίνονταν τίτλοι, η ατμόσφαιρα ήταν το λιγότερο εκρηκτική με συχνά φαινόμενα επεισοδίων στις εξέδρες αλλά και μεταξύ των πολιστών εξαιτίας και της φύσης του αθλήματος. Ενδεικτικές περιπτώσεις τα επεισόδια και η αποβολή και των δύο από την ΕΚΟΦ στον ημιτελικό του 1932 (νικητής Ολυμπιακός), η αποβολή και των δύο από τους αγώνες του 1935, τα οριακά παιχνίδια της δεκαετίας του '60 (νίκη του Ολυμπιακού τον Αύγουστο του 1964, σπάζοντας πολυετές αήττητο σερί του Εθνικού), '70 (νίκη στο μπαράζ του 1971 και πρώτο πρωτάθλημα του Ολυμπιακού μετά από πολλά χρόνια, φοβερά επεισόδια στο μπαράζ του 1977 με αποχώρηση του Ολυμπιακού ως ένδειξη διαμαρτυρίας) αλλά και των τελών του '50. Αξίζει να αναφερθεί ότι από τη δεκαετία του '50 έως και τα τέλη του '70, το Ολυμπιακό κολυμβητήριο του Ζαππείου έσφυζε από κόσμο (αρκετός κόσμος έμενε απ' έξω) με σταθερά πάνω από 3.000 οπαδούς να βλέπουν τα ντέρμπι (5.000 κόσμος ενδεικτικά τον Αύγουστο του 1976).
Μετά από μια κάμψη του Ολυμπιακού τη δεκαετία του '80, το ντέρμπι τη δεκαετία του '90 πήρε άλλη διάσταση με μεγάλες μάχες μεταξύ κάποιων από τους κορυφαίους παίκτες όπως οι Γιαννόπουλος, Βλάχος, Χατζής, Βενετόπουλος, Βολτυράκης του Ολυμπιακού και οι Σαμαρτζίδης, Πάτρας, Καϊάφας, Μουστακαρίας του Εθνικού. Τον Ιούνιο 1990 υπήρξαν φοβερά επεισόδια σε μια νίκη του Ολυμπιακού με 10–9 που σήμανε την πρώτη μετά από 12 χρόνια όπως και στους τελικούς του 1994 με τα επεισόδια του πρώτου τελικού. Από το 1997 και μετά και με εξαίρεση τη περίοδο 2003–2008 που οι αναμετρήσεις των δύο έκοβαν την ανάσα, το ντέρμπι έχει ξεθυμάνει αρκετά.
Σε σύνολο 235 αναμετρήσεων, ο Ολυμπιακός μετρά 113 νίκες έναντι 104 του Εθνικού. Ο Ολυμπιακός έχει και την ευρύτερη νίκη με 21–2 επί του Εθνικού στις 1/2/2017.
[27][29][31][32][33][34][103][104][105]
|
|
|
|
|
|
Η ομάδα όπως ήταν στις 31 Οκτώβριος 2024
Νούμερο | Εθνικότητα | Παίκτης | Ύψος | Ημ. Γέννησης | |
---|---|---|---|---|---|
Τερματοφύλακες (3) | |||||
1 | Μανώλης Ζερδεβάς | 1.83 | 12/08/1997 | ||
13 | Παναγιώτης Τζωρτζάτος | 1.84 | 11/05/1992 | ||
Ανδρέας Υδραίος | 2.00 | 24/11/2005 | |||
Αμυντικοί (3) | |||||
6 | Κωνσταντίνος Γούβης | 1.87 | 10/03/1994 | ||
8 | Άντρο Μπούσλιε | 2.00 | 04/01/1986 | ||
Φουνταριστοί (3) | |||||
2 | Λούκα Λόντσαρ | 1.96 | 26/06/1987 | ||
11 | Δημήτρης Νικολαΐδης | 1.94 | 28/09/1999 | ||
10 | Κώστας Κάκαρης | 1.98 | 02/07/1999 | ||
Περιφερειακοί (9) | |||||
3 | Νίκος Γκίλλας | 1.80 | 21/06/2003 | ||
4 | Ντίνος Γενηδουνιάς | 1.83 | 03/05/1993 | ||
5 | Γιάννης Φουντούλης | 1.86 | 25/05/1988 | ||
7 | Γκέργκο Ζάλανκι | 1.92 | 26/02/1995 | ||
7 | Βαγγέλης Πούρος | 1.95 | 27/08/2003 | ||
9 | Ζαννής Αλαφραγκής | 1.93 | 23/06/2007 | ||
9 | Τάκης Δήμου | 1.82 | 28/09/2000 | ||
12 | Αλέξανδρος Παπαναστασίου | 1.94 | 12/02/1999 | ||
15 | Σπύρος Λυκούδης | 1.87 | 25/10/2006 | ||
Προπονητής | |||||
Χρβόγε Κόλιανιν |
Τεχνικό επιτελείο | |
---|---|
Προπονητής | Χρβόγε Κόλιανιν |
Βοηθός προπονητή | Βαγγέλης Δελακάς |
Τιμ Μάνατζερ | Νίκος Σκανδαλάκης |
Φυσιοθεραπευτής | Παναγιώτης Αδαμόπουλος |
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.