νησιά του βόρειου Ειρηνικού Ωκεανού, οι μόνες Αλεούτιες Νήσοι που ανήκουν στη Ρωσία From Wikipedia, the free encyclopedia
Οι Νήσοι του Κυβερνήτη ή Νήσοι Κυβερνήτη ή Νήσοι Κομαντόρσκι(ε) (ρωσικά: Командо́рские острова́) είναι μία συστάδα άγονων και αραιοκατοικημένων νησιών στη Βερίγγειο θάλασσα, που απέχει περίπου 175 χιλιόμετρα ανατολικά της ασιατικής χερσονήσου Καμτσάτκα, στη ρωσική Άπω Ανατολή. Η συστάδα αποτελείται από δύο μεγάλα νησιά, μακρόστενα στο σχήμα, τα Μπέρινγκ (95 επί 15 χλμ.) και Μέντνυ (55 επί 5 χλμ.), καθώς και από 15 πολύ μικρότερα (νησίδες και βραχονησίδες). Ο μοναδικός κατοικούμενος ακόμα οικισμός στις Νήσους του Κυβερνήτη είναι το Νικόλσκαγιε. Διοικητικώς, οι νήσοι αποτελούν το Διαμέρισμα Αλεουτίων (Ραγιόν Αλεούτσκι) του Κράι Καμτσάτκα της Ρωσίας.
Οι Νήσοι του Κυβερνήτη είναι στην πραγματικότητα οι δυτικότερες από τις Αλεούτιες Νήσους, τη μακριά αυτή ηφαιστειογενή αλυσίδα, όλα τα άλλα νησιά της οποίας ανήκουν στην πολιτεία Αλάσκα των ΗΠΑ. Οι Νήσοι του Κυβερνήτη, που έχουν συνολική έκταση 1.846 τετραγωνικά χιλιόμετρα, απέχουν από το κοντινότερο άλλο νησί των Αλεουτίων, το Άτου, 333 χιλιόμετρα (180 ναυτικά μίλια). Ανάμεσά τους διέρχεται η Διεθνής Γραμμή Ημερομηνίας.
Το ανάγλυφο των Νήσων του Κυβερνήτη είναι αρκετά ποικίλο, με χαμηλά βουνά, ηφαιστειογενή υψίπεδα, λόφους και πεδιάδες. Γεωλογικώς, προέρχονται από ηφαίστεια εσβεσμένα προ πολλού, στο σύνορο των τεκτονικών πλακών του Ειρηνικού και της Βόρειας Αμερικής. Το υψηλότερο σημείο των νησιών είναι η κορυφή Στέλερ στη Νήσο Μπέρινγκ, με ύψος 755 μέτρα. Το μεγαλύτερο μέρος της εκτάσεως των νησιών, καθώς και μεγάλο μέρος της γειτονικής θαλάσσιας εκτάσεως, 36.488 τετραγωνικών χιλιομέτρων, καταλαμβάνεται από το Φυσικό Καταφύγιο Κομαντόρσκι.
Το κλίμα είναι σχετικώς ήπιο, ωκεάνειο, με τις 220 έως 240 ημέρες του έτους να είναι βροχερές. Τα δροσερά καλοκαίρια είναι διαβόητα για τις ομίχλες τους.
Ο μοναδικός μονίμως κατοικούμενος ακόμα οικισμός στις Νήσους του Κυβερνήτη είναι το χωριό Νικόλσκαγιε, στο βορειοδυτικό μέρος της νήσου Μπέρινγκ, με εκτιμώμενο πληθυσμό 613 κατοίκους (το 2009). Αυτοί είναι αποκλειστικά Ρώσοι και Αλεούτιοι.[1] Η οικονομία βασίζεται κυρίως στην αλιεία, τη συλλογή μανιταριών, τη διαχείριση του Φυσικού Καταφυγίου και τον οικοτουρισμό.
Το χωριό έχει σχολείο, σταθμό παρακολουθήσεως δορυφόρων και μικρό αεροδρόμιο με έναν μόνο, μη ασφαλτοστρωμένο, διάδρομο αποπροσγειώσεων.
Οι υπόλοιποι οικισμοί των δύο μεγάλων νησιών είναι μικρά χωριά ή απλές συστάδες οικιών:
Οι Νήσοι του Κυβερνήτη πήραν το όνομά τους προς τιμή του Κυβερνήτη (πλοιάρχου) Βίτους Μπέρινγκ, του οποίου το πλοίο «Άγιος Πέτρος» ναυάγησε στις 4 Νοεμβρίου 1741 στη Νήσο Μπέρινγκ κατά το ταξίδι της επιστροφής από την Αλάσκα. Ο Μπέρινγκ πέθανε στο νησί, όπως και μεγάλο μέρος του πληρώματός του. Στον τάφο του υπάρχει σήμερα ένα απέριττο μνημείο. Περίπου το μισό πλήρωμα κατόρθωσε να επιβιώσει τον χειμώνα, χάρη και στην αφθονία θηραμάτων (ιδίως του νεοανακαλυφθέντος είδους θαλάσσια αγελάδα του Στέλερ) και στις προσπάθειες του φυσιοδίφη και ιατρού Γκέοργκ Βίλχελμ Στέλερ, ο οποίος θεράπευσε πολλούς άνδρες από σκορβούτο υποχρεώνοντάς τους να τρώνε φύκια.[2] Τελικώς, κατασκεύασαν ένα πλοιάριο από τα υπολείμματα του «Αγίου Πέτρου» και όσοι επέζησαν κατόρθωσαν να φθάσουν στην Καμτσάτκα, φορτωμένοι μάλιστα με πολύτιμα γουναρικά θαλάσσιας ενυδρίδας. Η ανακάλυψη της αξίας της γούνας της θαλάσσιας ενυδρίδας δημιούργησε μέγα πυρετό αναζητήσεώς της, τους λεγόμενους «προμυσλένικυ», οι οποίοι προκάλεσαν τη ρωσική επέκταση προς την Αλάσκα. Η θαλάσσια αγελάδα του Στέλερ, η γεωγραφική κατανομή της οποίας φαίνεται ότι περιοριζόταν στις εκτάσεις με κέλπιες γύρω από τη Νήσο Μπέρινγκ, εξαφανίσθηκε ως είδος πριν το 1770.
Ιθαγενείς Αλεούτιοι (Unangan) μεταφέρθηκαν στις Νήσους Κυβερνήτη από τις άλλες Αλεούτιες Νήσους στις αρχές του 1825 από τη Ρωσοαμερικανική Εταιρεία για να βοηθήσουν στο κυνήγι και το εμπόριο της φώκιας. Οι περισσότεροι που εγκαταστάθηκαν στη Νήσο Μπέρινγκ μεταφέρθηκαν από τη Νήσο Άτκα, ενώ όσοι εγκαταστάθηκαν στη Νήσο Μέντνυ προέρχονταν από τη νήσο Άτου. Μεταξύ των κατοίκων αναπτύχθηκε με τον καιρό μια ανάμικτη γλώσσα που αποκαλείται «αλεουτιανή του Μέντνυ», με αλεουτιανές ρίζες, αλλά με τη ρωσική κλίση ρημάτων. Σήμερα ο πληθυσμός των Νήσων του Κυβερνήτη είναι κατά τα δύο τρίτα περίπου Ρώσοι και κατά το ένα τρίτο Αλεούτιοι.
Η Ναυμαχία των Νήσων του Κυβερνήτη μεταξύ Αμερικανών και Ιαπώνων έλαβε χώρα στις 27 Μαρτίου 1943 στα πολύ ανοικτά των νησιών, περίπου 160 χιλιόμετρα προς τα νότια.[3]
Εξαιτίας της υψηλής βιοπαραγωγικότητας του μέρους αυτού του Ειρηνικού Ωκεανού, αλλά και της περιορισμένης ανθρώπινης παρουσίας, οι Νήσοι του Κυβερνήτη είναι αξιοσημείωτες για τη μεγάλη αφθονία της θαλάσσιας ζωής και τη σχετική φτώχεια σε χερσαία είδη.[4] Σημαντικοί αριθμοί από βόρειες γουνοφόρες φώκιες (περίπου 200 χιλιάδες άτομα) και θαλάσσιους λέοντες του Στέλερ (περίπου 5 χιλιάδες άτομα) περνούν τα καλοκαίρια τους εκεί. Οι θαλάσσιες ενυδρίδες, οι κοινές φώκιες (Phoca vitulina) και οι στικτές φώκιες αφθονούν επίσης. Στην πραγματικότητα, ο πληθυσμός των θαλάσσιων ενυδρίδων είναι σήμερα σταθερός και πιθανώς αυξάνεται, παρά το ότι στις υπόλοιπες Αλεούτιες Νήσους μειώνεται ραγδαία.[5]
Τα γειτονικά ύδατα παρέχουν σημαντικό ενδιαίτημα για τη διατροφή και διαχείμανση πολλών ειδών φάλαινων, πολλά από τα οποία θεωρούνται απειλούμενα. Σε αυτά συγκαταλέγονται φυσητήρες, όρκες, αρκετά είδη από ρυγχοφόρες φάλαινες, η μεγάπτερη φάλαινα και κινδυνεύοντα είδη, όπως η φάλαινα του Βόρειου Ειρηνικού[4][6] και η πτερυγοφάλαινα (φύσαλος).[7]
Η χερσαία πανίδα περιλαμβάνει πολύ λιγότερα είδη, μεταξύ των οποίων δύο ξεχωριστά ενδημικά υποείδη της αρκτικής αλεπούς (τα Alopex lagopus semenovi και Alopex lagopus beringensis). Αν και σχετικώς υγιείς σήμερα, αυτοί οι πληθυσμοί είχαν εξαντληθεί σε μεγάλο βαθμό κατά το παρελθόν εξαιτίας του εμπορίου της γούνας τους. Τα περισσότερα από τα άλλα χερσαία είδη, όπως ο τάρανδος, το αμερικανικό μινκ και αρουραίοι, έχουν εισαχθεί στα νησιά από τον άνθρωπο.[4]
Περισσότερα από ένα εκατομμύριο θαλασσοπούλια συγκεντρώνονται για να φωλιάσουν σε πολυάριθμες μεγάλες αποικίες σχεδόν σε όλες τις απόκρημνες ακτές των νησιών. Τα συνηθέστερα είδη τους είναι τα Fulmarus glacialis, Uria aalge, Uria lomvia, Cepphus columba, Fratercula corniculata, είδη κορμοράνων και γλάρων, καθώς και το εξαιρετικά εντοπισμένο στα νησιά είδος Rissa brevirostris, που φωλιάζει σε ελάχιστα άλλα μέρη του κόσμου. υπάρχουν επίσης πολλά χηνόμορφα πτηνά και σκολοπακίδες στις υποτυπώδεις λίμνες και ρυάκια του νησιού Μπέρινγκ. Αποδημητικά πτηνά με σημαντικό σταθμό τις Νήσους του Κυβερνήτη είναι τα είδη Polysticta stelleri, Pluvialis fulva και Onychoprion aleuticus. Αξιοσημείωτα αρπακτικά πτηνά είναι ο σπάνιος θαλασσαετός του Στέλερ και ο γυροϊέρακας. Συνολικά στις νήσους έχουν καταγραφεί περισσότερα από 180 είδη πτηνών.[8]
Στα ορεινά ποταμάκια υπάρχουν και ψάρια του γλυκού νερού, όπως τα Salvelinus alpinus, Salvelinus malma, Oncorhynchus clarkii lewisi, Oncorhynchus tshawytscha, Oncorhynchus nerka, Oncorhynchus kisutch και Oncorhynchus gorbuscha.
Τα νερά της Νήσου Μπέρινγκ ήταν το μοναδικό γνωστό ενδιαίτημα της θαλάσσιας αγελάδας του Στέλερ, ενός τεράστιου (βάρους άνω των 4 τόνων) σειρηνοειδούς παρόμοιου με τον μανάτο. Το θαλάσσιο αυτό είδος εξολοθρεύτηκε από το κυνήγι του από τον άνθρωπο μέσα σε 27 χρόνια από την ανακάλυψή του[9] το 1741. Ο επονομαζόμενος διοπτροφόρος κορμοράνος, ένα μεγάλο, ουσιαστικά ανίκανο να πετάξει πουλί, οδηγήθηκε επίσης στην εξαφάνιση περί το 1850.[10]
Δεν υπάρχει πραγματική δασική έκταση στις Νήσους Κυβερνήτη. Η βλάστηση είναι κυρίως λειχήνες, βρύα και κάποια φυτά των βάλτων εκεί όπου τείνουν να συγκεντρώνονται νερά της βροχής, καθώς και χαμηλή χλόη με θάμνους. Τα ψηλότερα φυτά είναι σκιαδοφόρα.
Δεν υπάρχουν καθόλου αμφίβια, ούτε ερπετά στις Νήσους του Κυβερνήτη.[4]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.