Λυκίσκος
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο λυκίσκος είναι καρπός που προέρχεται από το φυτό Λυκίσκος το ζυθοβότανο[1] (Humulus lupulus). Η χρησιμοποίηση του λυκίσκου στη μπύρα είναι γνωστή από αρχαιοτάτων χρόνων. Η αρχαιότερη καταγραφή χρήσης λυκίσκου στη μπύρα ανάγεται στον 11ο αιώνα. Παράλληλα με τον λυκίσκο, οι ζυθοποιοί σε διάφορα μέρη του κόσμου, χρησιμοποιούσαν μια μεγάλη ποικιλία από βότανα και μπαχαρικά όπως κανέλα, σπόρους κόλιανδρου, σπόρους βανίλιας, μοσχοκάρυδο, κουκουναρόσπορους.
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Καλλιεργείται στη Γερμανία, Τσεχία κ.λπ. και διακρίνεται ανάλογα με τον τόπο προέλευσης του (Saaz, Hallertauer, κλπ). Τα είδη του λυκίσκου διαφέρουν εν μέρει σημαντικά, στην ένταση (της πικρότητας και του αρώματος) πράγμα το οποίο πρέπει να προσεχθεί κατά την προσθήκη του. Σε κάθε μορφή του, είναι ευαίσθητος στις συνθήκες αποθήκευσης του. Πρέπει να διατηρείται σε δροσερό (0°C) και ξηρό μέρος διότι αλλιώς δεν χάνει μόνο τη πικρική ικανότητα του αλλά μπορεί ακόμη και να καταστραφεί (παίρνει τη μυρωδιά ιδρώτα ποδιών). Η σωστή διατήρηση του λυκίσκου γίνεται σε ψυγείο, μέσα σε κλειστά γυάλινα βάζα.