From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Λορέντσο Μόνακο (ιταλικά: Lorenzo Monaco, πραγματικό όνομα Πιέρο ντι Τζοβάννι (Piero di Giovanni,[8] περ. 1370 - περ. 1425) ήταν Ιταλός ζωγράφος της ύστερης γοτθικής - πρώιμης αναγεννησιακής περιόδου. Γεννήθηκε στη Σιένα αλλά πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Φλωρεντία.[9]
Λορέντσο Μόνακο | |
---|---|
Γέννηση | 1370 (περίπου)[1][2][3] Σιένα[4] |
Θάνατος | 1425 Φλωρεντία |
Χώρα πολιτογράφησης | Ιταλία[5] |
Ιδιότητα | ζωγράφος[6], εικονογράφος χειρογράφων[7] και μοναχός |
Είδος τέχνης | προσωπογραφία |
Σημαντικά έργα | Annunciation Triptych, Adoration of the Magi και Bartolini Salimbeni Annunciation |
Σχετικά πολυμέσα | |
Δεν είναι γνωστά πολλά στοιχεία για τη ζωή του Μόνακο. Γεννήθηκε στη Σιένα, το 1367 σύμφωνα με τον Γκρονάου ή στα μέσα της δεκαετίας του 1370 σύμφωνα με τον Άιζενμπεργκ (1989)[8] Πιθανολογείται ότι εκπαιδεύτηκε στη Φλωρεντία όταν ήταν ακόμη πολύ νέος και, ως ζωγράφος, επηρεάστηκε ιδιαίτερα από τα έργα του Τζιότο και των μαθητών του Σπινέλλο Αρετίνο (Spinello Aretino) και Ανιόλο Γκάντι (Agnolo Gaddi), ενώ ο Γκάντι και ο Γιάκοπο ντι Τσιόνε μπορεί να υπήρξαν οι δάσκαλοί του.[10]
Το 1390 αποφάσισε να ενταχθεί στη μονή των Καμαλντολέζι[11] της Αγίας Μαρίας των Αγγέλων (Santa Maria degli Angeli), το οποίο τότε αποτελούσε έδρα της Φλωρεντινής κουλτούρας και διατηρούσε πολύ καλές σχέσεις με την πολιτική ελίτ της πόλης. Εισερχόμενος έλαβε το μοναστικό όνομα "Don Lorenzo" εγκαταλείποντας το κοσμικό Πιέρο ντι Τζοβάννι με το οποίο αναφερόταν ως τότε.[12]. Το "επώνυμο" Monaco σημαίνει "μοναχός" στα ιταλικά. Το 1390 ζωγράφισε τρία πάνελ για την Biblioteca Laurenziana της μονής. Μεταξύ 1390 και 1395 ή 1396 ήταν επικεντρωμένος στις θρησκευτικές του μελέτες. Τότε "εγκατέλειψε" τη μονή για να ακολουθήσει σταδιοδρομία ζωγράφου, όπως είχε πιθανόν εκπαιδευτεί πριν γίνει μοναχός.[12] Λόγω της έντονης ενασχόλησής του με τη ζωγραφική, ο Λορέντσο ζήτησε και έλαβε άδεια να δημιουργήσει, κατ' εξαίρεση, ένα εργαστήριο, το οποίο αρχικά εγκατέστησε στην εκκλησία του Αγίου Βαρθολομαίου, στη λεωφόρο Adimari, περιοχή στην οποία βρίσκονταν πολλά εργαστήρια διαφορετικών επιπέδων και εξειδικεύσεων, και αργότερα σε ένα κτήριο μπροστά στην ίδια τη μονή[8]
Από το 1404 και ύστερα, τα έργα του δείχνουν την επίδραση του διεθνούς γοτθικού ρυθμού, αλλά και του Λορέντσο Γκιμπέρτι και των πρώτων έργων του Γκεράρντο Σταρνίνα (Gherardo Starnina). Αυτής της περιόδου είναι και το έργο του Πιετά, σήμερα στην Πινακοθήκη της Ακαδημίας (Accademia di Belle Arti) της Φλωρεντίας. Τα έργα του, συνήθως σε χρυσαφί φόντο, καταδεικνύουν πνευματικό υπόβαθρο και συνήθως δεν περιλαμβάνουν εγκόσμια στοιχεία.[12]
Δεν είναι επακριβώς γνωστό πότε ξεκίνησε την καλλιτεχνική του σταδιοδρομία. Τα πρώτα έργα του Λορέντσο ως ανεξάρτητου ζωγράφου φαίνεται πως ήταν μικρογραφίες που εικονογραφούσαν θρησκευτικά βιβλία που δημιουργούσαν οι αδελφοί του στη μονή, κατά το τελευταίο τέταρτο του 14ου αιώνα.[13] Στην τέχνη αυτή πιθανότατα μυήθηκε από τον αδελφό του μικρογράφο Σιλβέστρο Γκεραρντούτσι (Silvestro Gherarducci), τον σημαντικότερο τότε στη μονή, ενώ καταγράφονται πληρωμές του το 1412 και το 1413.[8] Οι σχετικά μεγάλες αυτές μικρογραφίες, μερικές με μέγεθος σχεδόν 13 εκατοστών, πιθανότατα δημιουργήθηκαν γύρω στο 1396. Συνήθως απεικονίζουν αγίους και προφήτες, τοποθετημένους στο πλάι λειτουργικών κειμένων αφιερωμένων στις ημέρες που τιμάται η εορτή τους. Αντίθετα από τις μικρογραφίες που δημιουργούνταν για απλούς αναγνώστες σε ιδιωτικής χρήσης αφιερωματικά βιβλία, οι μικρογραφίες του Λορέντσο έπρεπε να είναι αρκετά μεγάλες, ώστε να διακρίνονται από κάποια απόσταση, καθώς τα αντιφωνάρια στη Σάντα Μαρία ντέλι Άντζελι τοποθετούνταν σε αναλόγια πάνω από τις κεφαλές των μοναχών, οι οποίοι τα χρησιμοποιούσαν κατά τους ψαλμούς τους. Ο Λορέντσο περιοδικά επέστρεφε σε αυτή την ενασχόληση, δημιουργώντας εντυπωσιακές εικόνες για τα λειτουργικά βιβλία της μονής και την εκκλησία του Sant’Egidio κοντά στο νοσοκομείο της Σάντα Μαρία Νουόβα.[12] Ο Λορέντσο εργαζόταν για τις μικρογραφίες του κυρίως στο συγγραφείο της μονής, αλλά όχι μόνον εκεί.[8]
Το 1414 ζωγράφισε το έργο του "Η στέψη της Παρθένου" (σήμερα βρίσκεται στην πινακοθήκη Ουφίτσι), το οποίο χαρακτηρίζεται από τον μεγάλο αριθμό απεικονιζομένων αγίων αλλά και από τα λαμπερά του χρώματα. Κατά την τελευταία περίοδο της ζωής του ο Λορέντσο δεν φαίνεται να αποδεχόταν τις καινοτομίες της πρώιμης Αναγέννησης, που εισήγαγαν καλλιτέχνες όπως οι Μαζάτσο και Φιλίππο Μπρουνελλέσκι. Αυτό είναι εμφανές στο έργο του "Η προσκύνηση των Μάγων" του 1420-1422, όπου η ιδιαίτερα πλέον διαδεδομένη γεωμετρική προοπτική απουσιάζει ολοσχερώς. Τα έργα του Λορέντσο παρέμειναν δημοφιλή κατά τη δεκαετία του 1420, όπως καταδεικνύει ο μεγάλος αριθμός αναθέσεων που έλαβε, ανάμεσα σε αυτές τις "Ιστορίες της Παρθένου" στο παρεκκλήσιο Bartolini Salimbeni της Αγίας Τριάδας (Santa Trinita), μια από τις λίγες τοιχογραφίες του.[13]
Ο Τζόρτζιο Βαζάρι στο βιογραφικό του έργο "Vitae..." συμπεριλαμβάνει μια βιογραφία του Λορέντσο Μόνακο. Σύμφωνα με τον Φλωρεντινό καλλιτέχνη και βιογράφο, ο Λορέντσο απεβίωσε στη Φλωρεντία από κάποια αδιευκρίνιστη λοίμωξη, πιθανώς γάγγραινα ή οφειλόμενη σε κάποιο οίδημα.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.