πόλη στην περιφέρεια του Γιόρκσαϊρ και Χάμπερ (Αγγλία) From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Γιορκ (αγγλικά: York), αναφερόμενο και εξελληνισμένα ως Υόρκη, είναι παλαιά, περιτειχισμένη πόλη της Αγγλίας, κτισμένη στη συμβολή των ποταμών Ουζ (Ouse) και Φος (Foss) στο Βόρειο Γιόρκσαϊρ. Η πόλη έχει μακρά ιστορία αποτελώντας το υπόβαθρο πολλών πολιτικών γεγονότων της χώρας στις δύο χιλιετίες ύπαρξής της. Διαθέτει έναν από τους μεγαλύτερους καθεδρικούς ναούς στην Ευρώπη (York Minster)[2] και αρκετά πολύ καλά διατηρημένα παλαιά κτήρια και κατασκευές.
Γιορκ | |||
---|---|---|---|
| |||
Ρητό: Let the Banner of York Fly High | |||
Χώρα | Ηνωμένο Βασίλειο[1] | ||
Διοικητική υπαγωγή | City of York | ||
Ίδρυση | 71 | ||
Έκταση | 271,94 km² | ||
Υψόμετρο | 25 μέτρα | ||
Πληθυσμός | 208.400 (2016) | ||
Ταχ. κωδ. | YO1, YO10, YO19, YO23, YO24, YO26, YO30, YO31, YO32 | ||
Τηλ. κωδ. | 01904 | ||
Ζώνη ώρας | UTC±00:00 (χειμώνας) UTC+01:00 (θερινή ώρα) | ||
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | ||
Σχετικά πολυμέσα | |||
Η θέση της πόλης τόσο λόγω της συμβολής των ποταμών όσο και στο ενδιάμεσο της απόστασης μεταξύ Λονδίνου και Εδιμβούργου την έκανε σημαντικό συγκοινωνιακό κόμβο, ιδιαίτερα με την ανάπτυξη των σιδηροδρόμων στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο σημερινός πληθυσμός της πόλης, σύμφωνα με στοιχεία του Εθνικού Γραφείου Στατιστικής (ONS), ανερχόταν, το 2009, σε 198.800 κατοίκους[3]
Το Γιορκ βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της Αγγλίας στο κέντρο της κοιλάδας του Γιορκ (Vale of York), σε μια επίπεδη περιοχή με γόνιμη αρόσιμη γη. Η αρχική της θεμελίωση έγινε σε φερτά υλικά που είχαν εναπομείνει από την εποχή των Παγετώνων. Κατά τη ρωμαϊκή εποχή λόγω της ύπαρξης των ποταμών Ουζ και Φος η περιοχή γύρω από την τότε πόλη ήταν βαλτώδης, προσφέροντας έτσι φυσική ασπίδα κατά τυχόν επιδρομέων. Οι ποταμοί εν τούτοις πλημμυρίζουν συχνά, (τελευταία πλημμύρα το 2000), έχοντας αναγκάσει τις αρχές της πόλης να κατασκευάσουν σειρά αντιπλημμυρικών έργων, όπως τείχος κατά μήκος της κοίτης του Ουζ και κινητό φράγμα στον Φος. Οι δύο ποταμοί συμβάλλουν στη θέση όπου είναι σήμερα κατασκευασμένη η "γαλάζια γέφυρα" (Blue Bridge). Οι συχνές πλημμύρες κάνουν προβληματική τη γεωργία στις περιοχές πέριξ της πόλης. Κατά μήκος του ποταμού Ουζ υπάρχουν τα "ings", λιβάδια που πλημμυρίζουν συχνά, ενώ σε διάφορες περιοχές γύρω από την πόλη υπάρχουν τα "strands", λιβάδια με χορτάρι στα οποία παλαιότερα εκτρέφονταν βοοειδή.
Το κλίμα του Γιορκ χαρακτηρίζεται εύκρατο με σαφή διαχωρισμό των τεσσάρων εποχών. Όπως και σε ολόκληρη την κοιλάδα το κλίμα είναι θερμότερο και περισσότερο ξηρό σε σχέση με το υπόλοιπο Γιόρκσαϊρ. Σε αυτό συμβάλλει το χαμηλό υψόμετρο (μέσος όρος 228 μ.) αλλά οι ψυχροί βόρειοι άνεμοι συχνά προκαλούν παγετούς και ομίχλες. Ο ετήσιος μέσος όρος θερμοκρασιών είναι 11,6 °C (μέγιστη) και 5,1 °C (ελάχιστη). Θερμότερος μήνας είναι ο Αύγουστος με θερμοκρασίες που φθάνουν τους 26 °C κατά την ημέρα, σπάνια και τους 28 °C. Η θερμοκρασία είναι σημαντικά χαμηλότερη κατά τη διάρκεια της νύκτας, ανεξαρτήτως εποχής. Ο ετήσιος μέσος όρος ύψους βροχής είναι 729 χιλιοστά με βροχερότερο μήνα τον Δεκέμβριο.
Η ιστορία του Γιορκ ξεκινά από την απόβαση των Ρωμαίων στα Βρετανικά Νησιά. Το 71 μ.Χ. ο Ρωμαίος διοικητής του Λονδίνου Κουίντος Πετίλλιος Κεριάλης έστειλε την 9η Λεγεώνα να εισβάλει στην περιοχή της κελτικής φυλής των Βριγάντων.[4] Οι Ρωμαίοι εξεδίωξαν τους Βρίγαντες και εγκατέστησαν στη συμβολή των δύο ποταμών ένα οχυρό. Οι ως τότε "απολίτιστοι" και τραχείς κάτοικοι της περιοχής άρχισαν σταδιακά να εκλατινίζονται και στα μέσα του 2ου μ.Χ. αιώνα γύρω από το οχυρό αναπτύχθηκε μια μικρή πόλη, καθώς τεχνίτες και έμποροι άρχισαν να εγκαθίστανται εκεί λόγω της προστασίας που προσέφερε η φρουρά του οχυρού, που αριθμούσε 6.000 άνδρες. Ο ποταμός Ουζ αποτελούσε οδό μεταφοράς εμπορευμάτων και σύντομα στην πόλη αναπτύχθηκε αγορά. Οι Ρωμαίοι ονόμασαν την πόλη Εβόρακο(ν) (ή Ευόρακο[ν], λατ.: Eboracum)[5], το οποίο πιθανώς μεταφράζεται ως "η περιοχή με ίταμους". Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, που προβάλλει ο Τζέφρεϊ του Μόνμουθ, η ονομασία προέρχεται από την απόδοση του όρου "περιοχή του Έβορος", από το όνομα του Ebracus, "βασιλιά" της περιοχής κατά το 10ο π.Χ. αιώνα. Οι Ρωμαίοι, κατά τη συνήθειά τους, κατασκεύασαν στην πόλη Αγορά και λουτρά, τα οποία αποκαλύφθηκαν μόλις το 1920, κατά τις εργασίες εκσκαφής θεμελίων του σημερινού παμπ The Roman Bath. Η σημασία της πόλης για τους Ρωμαίους ήταν τόσο μεγάλη, που κατασκεύασαν σε αυτή ανάκτορο στο οποίο διέμεινε ο Σεπτίμιος Σεβήρος κατά την περίοδο 209 - 211. Τον 4ο αιώνα το Εβοράκο ήταν πρωτεύουσα της Νότιας Βρετανίας όπως ονόμαζαν τη Βρετανία οι Ρωμαίοι. Την πόλη επισκέφθηκε και ο Κωνστάντιος Α΄ Χλωρός το 306 και, όταν παραιτήθηκε, ο γιος του Κωνσταντίνος ο Μέγας ανακηρύχθηκε Αύγουστος στο Εβόρακο ενώ η θέση της ορκωμοσίας του διατηρείται μέχρι σήμερα στον καθεδρικό ναό της πόλης.[4]
Οι Ρωμαίοι περιτείχισαν την πόλη, αλλά από το ρωμαϊκό τείχος ελάχιστα τμήματα έχουν σωθεί. Στον κήπο του μουσείου της πόλης διακρίνεται το περίγραμμα του πολυγωνικού πύργου, που κατασκευάστηκε επί Σεπτίμιου Σεβήρου, είχε δέκα πλευρές και ύψος περίπου 10 μ. Το τείχος διέθετε συνολικά οκτώ πύργους.
Γύρω στο 410 οι Ρωμαίοι αποχώρησαν από τη Βρετανία, θέλοντας να προασπίσουν τα εδάφη τους στην ηπειρωτική Ευρώπη. Το Γιορκ έχασε, έτσι, τη φρουρά του και παρέμεινε ανυπεράσπιστο στις επιθέσεις των Πίκτων και των Σαξόνων, οι οποίοι την κατέλαβαν και της έδωσαν το όνομα "Eoferwic"[3]. Τα ρωμαϊκά τείχη κατεδαφίστηκαν και οι πέτρες τους χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή νέων κτισμάτων. Η χριστιανική θρησκεία δεν ήταν πλέον δημοφιλής, καθώς οι τοπικοί άρχοντες ήταν παγανιστές. Το 627, όμως, ο βασιλιάς της περιοχής, την οποία οι Αγγλοσάξωνες ονόμαζαν Deira, υπο-βασίλειο της Νορθουμβρίας, ο Έντουιν της Ντέιρα (Edwin of Deira) νυμφεύτηκε τη χριστιανή πριγκίπισσα Εθελμπούργκα του Κεντ (Ethelburga of Kent)[6]. Προϋπόθεση για το γάμο η πριγκίπισσα έθεσε τον εκχριστιανισμό του συζύγου της. Ο ιερέας της μάλιστα στάλθηκε στο Γιορκ για να βαπτίσει τον βασιλέα. Για τη βάπτιση κατασκευάστηκε μια μικρή ξύλινη εκκλησία, πιθανότατα στη θέση του σημερινού καθεδρικού ναού, και ονομάστηκε "first Minster" (πρώτος καθεδρικός ναός)[7]. Μετά τη βάπτισή του, ανήμερα του Πάσχα του 627, ο Έντουιν έδωσε εντολή κατασκευής ενός μεγαλύτερου, πέτρινου ναού, τον οποίο δεν πρόλαβε να δει, καθώς σκοτώθηκε σε μάχη το 633. Ο Παυλίνος, ο ιερέας της πριγκίπισσας είχε, από το 626, αποκτήσει τον τίτλο του επισκόπου του Γιορκ.[8] Μετά το θάνατο του Έντουιν, η Εθελμπούργκα επέστρεψε στο Κεντ με τα παιδιά της και ο Παυλίνος την ακολούθησε. Η κατασκευή του ναού ολοκληρώθηκε γύρω στο 640 και αφιερώθηκε στον Άγιο Πέτρο. Η κατασκευή παραμελήθηκε και άρχισε να χρειάζεται επισκευές, τις οποίες ξεκίνησε ο Βίλφριντ το 669, ο οποίος κατασκεύασε και γυάλινα παράθυρα και επισκεύασε την οροφή. Ο ίδιος ηγεμόνας δημιούργησε το πρώτο σχολείο και την πρώτη βιβλιοθήκη στην πόλη.
Το 732 απεστάλη στο Γιορκ το παπικό πάλλιον, πράγμα το οποίο σήμαινε ότι η πόλη είχε πλέον το δικαίωμα να αποκτήσει αρχιεπίσκοπο. Ο ως τότε επίσκοπός της Έκμπερτ απέκτησε πλέον τον τίτλο του αρχιεπισκόπου. Ο δραστήριος αρχιεπίσκοπος επέκτεινε το σχολείο και τη βιβλιοθήκη, κάνοντας το Γιορκ κέντρο μάθησης.
Το 741 ο καθεδρικός ναός κάηκε ολοσχερώς και ο Έκμπερτ ξεκίνησε την κατασκευή πιο στιβαρού ναού, στηριγμένου σε κολώνες με αψίδες ανάμεσά τους.[8]
Τον 8ο αιώνα το Γιορκ είναι μια ακμάζουσα εμπορική πόλη και ανασκαφές της αρχαιολογικής εταιρείας του Γιορκ στη περιοχή Φισεργκέιτ αποκάλυψαν γυάλινα και κεραμικά σκεύη που καταδεικνύουν ότι η πόλη είχε εμπορικές σχέσεις με τη βόρεια Γαλλία, τις Κάτω Χώρες και τη Ρηνανία. Υπολείμματα ειδών διατροφής αποκάλυψαν, επίσης, ότι πρώτες ύλες και τρόφιμα εισάγονταν από άλλες περιοχές της Αγγλίας.[9]
Η "χρυσή" για την πόλη Αγγλοσαξονική εποχή τελειώνει στα μέσα του 9ου αιώνα: Την 1η Νοεμβρίου του 866 η πόλη δέχεται την επίθεση των Δανών Βίκινγκς, που με επικεφαλής τους Χάλφνταν (Halfdan) και Ιβάρ τον Ασπόνδυλο (Ivar) κατακτούν την πόλη. Η ημέρα της επίθεσης δεν επιλέχτηκε τυχαία: Ήταν η εορτή των Αγίων Πάντων και λόγω της πανήγυρης όλοι οι ηγέτες της περιοχής είχαν συγκεντρωθεί στον Καθεδρικό ναό. Η επίθεση ήταν κατά το ήμισυ επιτυχημένη: Η πόλη καταλήφθηκε, αλλά οι βασιλείς της Νορθουμβρίας Άελε (Aelle) και Όσμπερτ (Osbert) διέφυγαν. Λόγω του χειμώνα, οι Βίκινγκς αποχώρησαν για να επανέλθουν και να καταλάβουν την πόλη την επόμενη άνοιξη. Το Αγγλοσαξονικό όνομα "Eoferwic" άλλαξε σε "Jorvik" και έγινε πρωτεύουσα του νέου τοπικού βασιλείου των Βίκινγκς. Υπό την κυριαρχία τους το Γιορκ άρχισε να ακμάζει εκ νέου. Οι Βίκινγκς εγκαταστάθηκαν εκεί και επιδόθηκαν σε γεωργικές και κτηνοτροφικές δραστηριότητες ζώντας ειρηνικά. Οι κατοικίες τους ήταν κατασκευασμένες από ξύλο με καλαμωτές ως εσωτερικά διαχωριστικά. Οι κάτοικοι της πόλης ασχολούνταν, επίσης, με το γνέσιμο του μαλλιού ή ήσαν σιδηρουργοί και αγγειοπλάστες. Υπήρχαν επίσης τεχνίτες που κατασκεύαζαν χτένες και παρόμοια αντικείμενα από κέρατα ελαφιών και κόκκαλα ζώων. Στη σημερινή περιοχή "Coppergate" (λέξη προερχόμενη από τις cooper (=βαρελοποιός) και gata (= δαν. δρόμος)[5] ανασκαφές αποκάλυψαν ίχνη εργαστηρίων υφασμάτων, κατασκευής κοκκάλινων αντικειμένων, ξυλοκατασκευών και μεταλλοκατασκευών. Ανευρέθησαν, επίσης, είδη πολυτελείας φερμένα από το Βυζάντιο και τον Αραβικό κόλπο μαζί με είδη φερμένα από τα Βρετανικά νησιά αλλά και τη Βόρεια Ευρώπη. Το 954, ωστόσο, ο άρχοντας της Νορθουμβρίας Eric Bloodaxe ηττήθηκε από τον Ίντρεντ, βασιλιά του Ουεσσεξ (Eadred, King of Wessex), ο οποίος συνήψε υποχρεωτική συμμαχία με το Βασίλειο της Νορθουμβρίας[10]. Αυτή την περίοδο φαίνεται πως προήλθε και το σημερινό όνομα του Γιορκ: Το όνομα "Jorvik" συντομεύθηκε σε "Γιορκ", και υπό αυτό το όνομα εμφανίζεται κατά τη μεσαιωνική περίοδο, αν και υπήρχε σε πιο περιορισμένη χρήση και το όνομα Γιέρκ (Yerk).[6]
Το 1066 ο πληθυσμός της πόλης ανερχόταν σε 10.000 κατοίκους. Το ίδιο έτος ο Γουλιέλμος ο Κατακτητής νικά στη μάχη του Χέιστινγκς και κυριεύει ολόκληρη την Αγγλία. Δίνει εντολή να κατασκευαστεί στο Γιορκ φρούριο και το 1069 πηγαίνει ο ίδιος εκεί, θέλοντας να καταπνίξει την επανάσταση κατά των Νορμανδών που ξέσπασε στη Βόρεια Αγγλία, που, στο Γιορκ, κατέληξε στη σφαγή της φρουράς του. Ο Γουλιέλμος το κατέλαβε και το λεηλάτησε, δίνοντας παράλληλα εντολή κατασκευής και δεύτερου, ξύλινου φρουρίου.[5] Οι διωγμοί των εξεγερμένων δε σταμάτησαν σε αυτό: Για τα επόμενα δύο χρόνια, ο Γουλιέλμος κατέστρεφε τα χωράφια και τις σοδειές και έκαψε ορισμένα μικρά χωριά στην περιοχή. Στο "Domesday Book" αναφέρεται ότι ο πληθυσμός της πόλης κατά τη διάρκεια αυτών των δύο ετών μειώθηκε από 8.000 σε 2.000 μόνο κατοίκους περιγράφοντας την περιοχή μεταξύ Γιορκ και Ντάρχαμ ως "έρημη χώρα"[11] και αναφέροντας επί λέξει "there was not a blade of grass between the Rivers Trent and Tweed" (δεν υπήρχε ούτε μια λωρίδα χορτάρι ανάμεσα στους ποταμούς Τρεντ και Τουίντ" (Domesday Book, 1086).[12]
Το 1190 η ιστορία της πόλης σημαδεύεται από το επονείδιστο γεγονός της σφαγής των Εβραίων κατοίκων της. Όσοι είχαν γλιτώσει από τις αρχικές σφαγές κατέφυγαν στο κάστρο. Οι διώκτες τους το πυρπόλησαν και τους έπεισαν να παραδοθούν, αλλά στη συνέχεια τους σκότωσαν όλους.[5] Στη θέση των καμένων υπολειμμάτων του κάστρου κατασκευάστηκε, στα μέσα του 13ου αιώνα, ο σημερινός "Πύργος του Κλίφορντ" (Clifford Tower).
Η πόλη, κυρίως λόγω της γειτνίασης με τους ποταμούς που τη διασχίζουν, γίνεται εμπορικό κέντρο και αρχίζει νέα περίοδος ακμής. Ο καθεδρικός ναός ξανακτίζεται, κατασκευάζονται άλλες 40 ενοριακές εκκλησίες, ένα αβαείο και εκκλησιαστικά νοσοκομεία. Υπάρχουν στην πόλη πάνω από 100 διαφορετικών ειδικοτήτων τεχνίτες, καθεμιά με τη δική της συντεχνία ("Gild"), οικονομικά ισχυρότερη από τις οποίες είναι η "Company of Merchant Adventurers" - σε ελεύθερη απόδοση η εταιρεία εμπορίου με το εξωτερικό. Το μεσαιωνικό Γιορκ ήταν η δεύτερη σημαντικότερη πόλη της Αγγλίας κατά το Μεσαίωνα. Αυτή την περίοδο κτίζονται το τείχος της και οι "Bars" (μεσαιωνικές πύλες) του. Βασιλείς και Βασίλισσες της Αγγλίας είναι τακτικοί επισκέπτες του και ο τίτλος του "Δούκα του Γιορκ" απονεμόταν στο δευτερότοκο κληρονόμο του αγγλικού θρόνου (πράγμα που ισχύει και σήμερα). Ο βασιλέας Ριχάρδος ο Β' απονέμει στην πόλη το Ξίφος της Πόλεως (Sword of State) και απονέμει στον εκάστοτε πρώτο πολίτη τον τίτλο του Λόρδου - Δημάρχου (Lord Mayor). Το 1483 ο γιος του Ριχάρδου του Γ' Εδουάρδος λαμβάνει τον τίτλο του Πρίγκηπα της Ουαλίας σε πομπώδη τελετή στο Γιορκ.[12]
Το 1349 η πόλη πλήττεται από την επιδημία που επονομάστηκε "Μαύρος Θάνατος", στην οποία υπέκυψε πάνω από το μισό του πληθυσμού της. Την επιδημία αυτή βοήθησε και η βρωμιά που επικρατούσε στην πόλη: Τα τρόφιμα στην αγορά (κυρίως τα κρέατα) συχνά σάπιζαν, οι κατοικίες ήταν στριμωγμένες σε στενά δρομάκια και, όσες διέθεταν αυλή, διέθεταν και ζώα (κυρίως χοίρους) σε αυτήν. Ένας από τους δρόμους της, ο lane of Patrick Pool αναφέρεται, το 1249, ότι είχε τόσο πηχτό βούρκο, ώστε ήταν πρακτικά αδιάβατος.[13]
Αν και ο πληθυσμός μειώνεται από τις 13.000 σε περίπου 10.000 (το 1500), την περίοδο αυτή κατασκευάζονται αρκετά από τα ιστορικά της κτίρια: Το κτίριο της συντεχνίας των "Merchant Adventurers" κτίστηκε στα 1368, το δημαρχείο (Guildhall) το 1453. Ο καθεδρικός αποκτά τη σχεδόν σημερινή μορφή του σταδιακά κατά την περίοδο 1220 - 1472, το 1461 κατασκευάζεται το Κολέγιο του Αγίου Γουλιέλμου (St. Williams College), που στέγασε τους ιερείς της επισκοπής και ονομάστηκε έτσι από τον Ουίλιαμ Φιτζχέρμπερτ (William Fitzherbert), Αρχιεπίσκοπο της πόλης από το 1153.[5]
Ο Ερρίκος Η΄ συγκρούστηκε με το Παπικό Κράτος και, το 1533, ανακήρυξε αυτόνομη την Εκκλησία της Αγγλίας. Το γεγονός αυτό έπληξε σημαντικά το Γιορκ ως θρησκευτικό κέντρο και, σε συνδυασμό με την απώλεια της εμπορικής σημασίας του μαλλιού αλλά και τη μετατόπιση του εμπορίου προς το Λονδίνο, οδήγησαν την πόλη σε παρακμή. Το 1536 ο Ερρίκος άρχισε να διαλύει τα μοναστήρια και το Γιορκ έχασε έτσι όλες τις εγκαταστάσεις που λειτουργούσαν από την Εκκλησία (νοσοκομεία, αβαείο, μονές, αδελφότητες). Οι μοναστικοί θησαυροί κατασχέθηκαν και, μολονότι ο Καθεδρικός ναός δεν καταστράφηκε, απογυμνώθηκε από πολλούς από τους θησαυρούς του. Πολλές κατοικίες της πόλης, που κατέχονταν από την Εκκλησία, κατασχέθηκαν από το κράτος και πωλήθηκαν σε βασιλικούς αξιωματούχους ή εμπόρους του Λονδίνου. Στο κτίριο της καταργημένης από το 1539 μονής της Αγίας Μαρίας, όμως, ο Ερρίκος εγκατέστησε το διοικητικό κέντρο της βόρειας Αγγλίας, κάτι που βοήθησε την πόλη να ανακάμψει από την παρακμή της.[14] Το 1570 γεννήθηκε στο Γιορκ ο Γκάι Φωκς, ο μετέπειτα επικεφαλής της συνωμοσίας της πυρίτιδας.
Κατά τη διάρκεια του αγγλικού εμφυλίου οι δυνάμεις των κοινοβουλευτικών, έχοντας στραφεί προς τα βόρεια, πολιόρκησαν το Γιορκ τον Απρίλιο του 1644 με επικεφαλής τον Σερ Τόμας Φαίρφαξ. Σε βοήθεια της πόλης έσπευσε ο πρίγκηπας Ρούπερτ, εξάδελφος του βασιλέα Καρόλου, με 15.000 άνδρες. Ο Φαίρφαξ έλυσε την πολιορκία και αποχώρησε προς το Μάρστον Μουρ, όπου συναντήθηκε με το στρατό του Ρούπερτ, τον οποίο και κατενίκησε. Η πολιορκία του Γιορκ ξανάρχισε και στις 15 Ιουνίου 1644 η πόλη παραδόθηκε στους κοινοβουλευτικούς. Ο επικεφαλής τους, όμως, ο οποίος καταγόταν από την περιοχή του Γιορκσάιρ, εμπόδισε την πλήρη καταστροφή της και, ασκώντας την επιρροή του, διέσωσε όσα ιστορικά κτίρια μπόρεσε.[4]
Η απομάκρυνση της βασιλικής φρουράς από το Γιορκ το 1688 επέφερε την κατάληψη της εξουσίας της από την τοπική αριστοκρατία και τους ευγενείς. Η βιοτεχνία και το εμπόριο βρίσκονταν σε παρακμή, αλλά το Γιορκ διακρίθηκε πλέον σε άλλους τομείς: Έγινε το πολιτιστικό και μορφωτικό κέντρο της βόρειας Αγγλίας. Κατασκευάστηκαν νέες αρχοντικές κατοικίες αλλά και νοσοκομεία, όπως το "York County Hospital" (1740). Πολύ της μόδας ήταν, εκείνη την εποχή, τα καφενεία ως τόποι συγκέντρωσης και συζητήσεων και το 1719 εκδίδεται η York Mercury, η πρώτη εφημερίδα της πόλης. Το Γιορκ συγκεντρώνει πολλούς γνωστούς συγγραφείς, καλλιτέχνες και τεχνίτες. Παράλληλα αναπτύσσεται και ο τομέας των συγκοινωνιών με άμαξες: Το τετραήμερο ταξίδι προς Λονδίνο μειώνεται σε διάρκεια 20 ωρών το 1830. Πιθανόν η διάρκεια να μειωνόταν περισσότερο, αν δεν μεσολαβούσε η έλευση ενός άλλου μεταφορικού μέσου που έδωσε πολύ μεγάλη ώθηση στην πόλη: Του σιδηροδρόμου.
Το 1832 η πόλη επλήγη από επιδημία χολέρας.
Το 1839 ο τότε Λόρδος - Δήμαρχος του Γιορκ Τζορτζ Χάντσον (George Hudson), επιχειρηματίας, είδε το σιδηρόδρομο ως τη μεγάλη του ευκαιρία και έσπευσε να κάνει την πόλη σιδηροδρομικό κόμβο. Όπως αποδείχτηκε αργότερα, ο Χάντσον προέβη σε πολλές ατασθαλίες οικονομικής φύσεως, με συνέπεια να πεθάνει περιφρονημένος ως καταχραστής. Το καλό για την πόλη, όμως, είχε γίνει: Η έλευση του σιδηροδρόμου έδωσε μεγάλη ώθηση σε πολλές από τις τοπικές δραστηριότητες, καθώς οι δύο μεγάλες βιομηχανίες του, σοκολάτας και γλυκισμάτων, μπορούσαν πλέον να διακινήσουν πολύ πιο εύκολα τα αγαθά τους σε εθνικό επίπεδο. Οι εταιρείες "Rowntrees Cocoa Works" και "Terry's Confectionery Works" έγιναν οι μεγαλύτεροι εργοδότες στην περιοχή, μαζί με το σιδηρόδρομο. Το ευτύχημα για το Γιορκ ήταν ότι βρισκόταν ακριβώς στο μέσον της διαδρομής Λονδίνο - Εδιμβούργο, αποτελώντας έτσι σημαντικό σιδηροδρομικό κόμβο. Δημιουργήθηκαν μεγάλες εγκαταστάσεις επισκευής - συντήρησης αλλά και φύλαξης τροχαίου υλικού και αυτές προσείλκυσαν ειδικευμένο προσωπικό και τις οικογένειές τους - περίπου 5.500 άτομα.[4] Η αλλαγή βάρδιας στα πληρώματα των ατμαμαξών γινόταν στο Γιορκ[15] Ο σημερινός σιδηροδρομικός σταθμός ολοκληρώθηκε το 1877.
Το 1910 η πόλη απέκτησε το πρώτο ηλεκτροκίνητο τραμ της. Τραμ υπήρχε από το 1880, καθώς η πόλη αποφάσισε να ακολουθήσει το παράδειγμα άλλων βρετανικών αστικών κέντρων που απέκτησαν τραμ, αλλά ήταν ιππήλατο. Το δίκτυο του ηλεκτροκίνητου τραμ επεκτάθηκε ώστε να καλύπτει και το σιδηροδρομικό σταθμό. Η λειτουργία του διακόπηκε το 1935, καθώς ο ανταγωνισμός από τις λεωφορειακές γραμμές έφερε την εταιρεία λειτουργίας σε ζημιογόνα αποτελέσματα.[16] Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου το Γιορκ βομβαρδίστηκε από τη Λουφτβάφε στα πλαίσια των "επιδρομών Baedeker"[17]: Το 1942 η γερμανική αεροπορία, σε αντίποινα των βομβαρδισμών του Λίμπεκ και της Κολωνίας βομβάρδισε ιστορικές πόλεις της Βρετανίας, πιστεύοντας ότι προκαλώντας καταστροφές σε αυτές θα έκαμπτε το ηθικό των Βρετανών. Βομβαρδίστηκαν το Νόργουιτς, το Μπαθ, το Έξετερ και το Καντερμπέρι. Οι αρχές της πόλης, έχοντας λάβει υπόψη αυτούς τους βομβαρδισμούς, πήραν κάποια πρόσθετα μέτρα, χωρίς να καταφέρουν να αποτρέψουν το βομβαρδισμό του Γιορκ: Στις 28 Απριλίου 1942 και στις 02:30' το πρωί η πόλη δέχθηκε καταιγισμό βομβών επί δίωρο που προκάλεσαν το θάνατο περίπου 100 πολιτών και πολύ περισσότερους τραυματισμούς. Προκλήθηκαν ζημιές στο σιδηροδρομικό σταθμό, στην εκκλησία του Αγίου Μαρτίνου του Μεγάλου (St. Martin le Grand), ενώ μικρότερες ζημιές υπέστησαν πολλά παλαιά γεωργιανής εποχής σοικήματα, το Μουσείο της πόλης, ενώ άλλα ιστορικά κτίσματα σώθηκαν χάρη στην έγκαιρη παρέμβαση της Πυροσβεστικής. Τη μεγαλύτερη καταστροφή υπέστη το Δημαρχείο, το οποίο καταστράφηκε ολοσχερώς και ανοικοδομήθηκε μόλις τη δεκαετία του 1960.[18]
Η ανάπτυξη της πόλης συνεχίστηκε, τόσο στον εμπορικό όσο και στον πνευματικό τομέα. Η πνευματική ζωή που αναπτύχθηκε στην πόλη αποτέλεσε το έναυσμα για την ίδρυση Πανεπιστημίου. Έτσι, το 1963, ιδρύθηκε το Πανεπιστήμιο του Γιορκ, αρχικά με 200 μόνο φοιτητές, ενώ σήμερα αριθμεί οκτώ κολέγια με συνολικό αριθμό 13.200 φοιτητών.[19] Το Πανεπιστήμιο κατατάσσεται ανάμεσα στα 100 πρώτα του κόσμου και στα 10 πρώτα του Ηνωμένου Βασιλείου τόσο στη διδασκαλία όσο και στην έρευνα, διαθέτοντας 30 ακαδημαϊκά τμήματα και ερευνητικά κέντρα.[20] Το 1975 το Γιορκ απέκτησε Εθνικό Σιδηροδρομικό Μουσείο το οποίο στεγάζει πολλά εκθέματα τροχαίου υλικού και διαθέτει βιβλιοθήκη και αρχεία, ενώ συνεργάζεται με το Πανεπιστήμιο στον τομέα της έρευνας δημιουργώντας από κοινού το "Institute of Railway Studies and Transport History" (Ίδρυμα σιδηροδρομικών μελετών και ιστορίας των μεταφορών"[21]
Τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο του 2000 η πόλη επλήγη από πλημμύρες, όταν τα νερά του ποταμού Ουζ υπερχείλισαν και κατέκλυσαν μεγάλο μέρος της, γεγονός που ανάγκασε πολλούς κατοίκους να εγκατελείψουν τα σπίτια τους προκαλώντας σημαντικές ζημιές σε οικίες, νοικοκυριά και εγκαταστάσεις εταιρειών. Ήταν η χειρότερη πλημμύρα που έπληξε την πόλη από το 1625. Καταστράφηκαν περίπου 300 οικίες αλλά δεν υπήρξαν ανθρώπινα θύματα.
Παλαιότερα και σχεδόν μέχρι τη δεκαετία του 1950, η οικονομία της πόλης βασιζόταν στα εργοστάσια κατασκευής σοκολάτας και γλυκισμάτων και στους σιδηροδρόμους. Η εικόνα αυτή άλλαξε τελείως από τότε. Η μεγαλύτερη εταιρεία κατασκευής - συντήρησης τροχαίου σιδηροδρομικού υλικού Asea Brown Boveri έκλεισε οριστικά στα μέσα της δεκαετίας του 1990, ενώ η σοκολατοβιομηχανία "Terry's", με απόφαση της μητρικής εταιρείας "Kraft" μεταφέρθηκε στην Πολωνία. Η οικονομία του σύγχρονου Γιορκ βασίζεται, κατά κύριο λόγο, στον τομέα των υπηρεσιών: Περίπου το 89,4% του πληθυσμού ασχολείται με αυτό τον τομέα. Το 10,3% του πληθυσμού ασχολείται με τουριστικές δραστηριότητες, το 5,2% απασχολείται στη βιομηχανία και το 4,2% με τις κατασκευές.[22] Η ανεργία βρισκόταν σε χαμηλότερο επίπεδο (4,2%) από το βρετανικό μέσο όρο (5,3%). Μεγαλύτερος εργοδότης στην πόλη είναι το Συμβούλιο του Γιορκ (York City Council), το οποίο απασχολεί περίπου 7.200 εργαζόμενους, η ασφαλιστική εταιρεία Aviva (πρώην Norwich Union Life), η British Telecom, η Νεστλέ (ιδιοκτήτρια πλέον της σοκολατοβιομηχανίας Rowntrees), η Shepherd Building Group (εκμετάλλευση ακινήτων) και ορισμένες σιδηροδρομικές εταιρείες.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.