πόλη της Αλβανίας From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Αργυρόκαστρο (Αλβανικά: Gjirokastër, Γκιροκάστερ, στην αγγλόφωνη περιηγητική και ιστορική βιβλ/φία: Argyrokastro(n), Argirokastro ή Argyrocastro[3]) είναι πόλη της Αλβανίας, πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού, και βρίσκεται στο νότιο τμήμα της χώρας, με πληθυσμό 43.000 κατοίκων περίπου. Η παλιά πόλη είναι εγγεγραμμένη (2005) στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς ως «σπάνιο παράδειγμα καλά διατηρημένης Οθωμανικής πόλης, χτισμένης από μεγαλογαιοκτήμονες». Το Αργυρόκαστρο βρίσκεται σε μια κοιλάδα ανάμεσα στο Πλατοβούνι και τον ποταμό Δρίνο, σε υψόμετρο 300 μέτρων. Στην πόλη δεσπόζει το Φρούριο του Αργυροκάστρου, όπου κάθε πέντε χρόνια διεξάγεται το Εθνικό Φολκλορικό Φεστιβάλ του Αργυρόκαστρου. Η πόλη είναι η γενέτειρα του πρώην Αλβανού κομμουνιστή ηγέτη Ενβέρ Χότζα και του σημαντικού συγγραφέα Ισμαήλ Κανταρέ. Φιλοξενεί το πανεπιστήμιο Εκρέμ Τσαμπέι.
Αργυρόκαστρο | ||
---|---|---|
| ||
Χώρα | Αλβανία | |
Διοικητική υπαγωγή | Περιφέρεια Αργυροκάστρου[1] | |
Έκταση | 59 εκτάριο | |
Υψόμετρο | 190 μέτρα και 286 μέτρα | |
Πληθυσμός | 19.836 (1 Οκτωβρίου 2011)[2] | |
Ταχ. κωδ. | 6001–6003 | |
Τηλ. κωδ. | 084 | |
Ζώνη ώρας | UTC+01:00 (επίσημη ώρα) UTC+02:00 (θερινή ώρα) | |
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | |
Σχετικά πολυμέσα | ||
Ιστορικό Κέντρο του Αργυρόκαστρου | |
---|---|
Επίσημο όνομα στον κατάλογο μνημείων Π.Κ. | |
Χώρα μέλος | Ελλαδα |
Τύπος | Πολιτιστικό |
Κριτήρια | iii, iv |
Ταυτότητα | 569 |
Περιοχή | Ελλαδα,Ευρωπη |
Ιστορικό εγγραφής | |
Εγγραφή | 2005 (29η συνεδρίαση) |
Επεκτάσεις | 2008 |
Η πόλη εμφανίζεται καταγεγραμμένη στην ιστορία το 1336 με το ελληνικό της όνομα, Αργυρόκαστρο ή Αργυρούπολη, ως τμήμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Έγινε αργότερα κέντρο του τοπικού πριγκιπάτου, υπό τον Αλβανό άρχοντα Γκιον Ζενεμπίσι (1373-1417), πριν υποταχθεί στην Οθωμανική Αυτοκρατορία για τους πέντε επόμενους αιώνες. Αν και καταλήφθηκε από τον Ελληνικό Στρατό κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους λόγω του μεγάλου αλβανικού πληθυσμού του, τελικά προσαρτήθηκε στο νεοϊδρυμένο κράτος της Αλβανίας το 1913. Αυτό αποδείχθηκε εξαιρετικά αντιδημοφιλές για τον τοπικό ελληνικό πληθυσμό, που εξεγέρθηκε και μετά από αρκετούς μήνες ανταρτοπόλεμου ίδρυσε τη βραχύβια Αυτόνομη Δημοκρατία της Βορείου Ηπείρου με πρωτεύουσα το Αργυρόκαστρο, το 1914. Αποδόθηκε τελικά στην Αλβανία το 1921. Τα τελευταία χρόνια η πόλη έζησε αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, που οδήγησαν σε μείζονα πολιτική αστάθεια στην Αλβανία το 1997.
Εκτός από τους Αλβανούς, στην πόλη ζει σημαντική ελληνική μειονότητα. Το Αργυρόκαστρο, μαζί με τους Άγιους Σαράντα, είναι ένα από τα κέντρα της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας στην Αλβανία και στην πόλη υπάρχει ελληνικό προξενείο.
Η πόλη εμφανίζεται καταγεγραμμένη στην ιστορία με το μεσαιωνικό Ελληνικό της όνομα Αργυρόκαστρον, όπως αναφέρεται από τον Ιωάννη ΣΤ´ Καντακουζηνό το 1336. Η θεωρία ότι η πόλη πήρε το όνομά της από την Πριγκίπισα Αργυρώ, μυθική μορφή για την οποία έγραψε ο λογοτέχνης Κώστας Κρυστάλλης κατά τον 19ο αιώνα,[4] καθώς και αργότερα ο Ισμαήλ Κανταρέ τη δεκαετία του 1960, είναι ψευδοετυμολογία, καθώς η πριγκίπισα λέγεται ότι έζησε αργότερα, τον 15ο αιώνα.
Ο οριστικός Αλβανικός τύπος του ονόματος της πόλης είναι Gjirokastra, ενώ στη Γκεγκική Αλβανική διάλεκτο είναι γνωστή ως Gjinokastër, και τα δύο προερχόμενα από το αλβανικό όνομα. Άλλες μορφές που απαντώνται σε δυτικές πηγές είναι Girokaster και Girokastra. Στη Βλάχικη γλώσσα η πόλη είναι γνωστή ως Ljurocastru, ενώ κατά την Οθωμανική εποχή η πόλη ήταν γνωστή στα Τουρκικά ως Εργκιρί.
Το Αργυρόκαστρο βρίσκεται στα δυτικά της πεδιάδας του ποταμού Δρίνου και μεταξύ των ορεινών όγκων του Λόγγου και του Μακρύκαμπου. Επίσης, περιστοιχίζεται από τέσσερις λόφους: Ασφάκα, Παλιορτό, Μανουλιάτι, Ντουναβάτι. Στο κέντρο της πόλης υψώνεται το βυζαντινό κάστρο, το οποίο επέκτεινε ο Αλή Πασάς στις αρχές του 19ου αιώνα.[5]
Την εποχή που είχε ακμάσει η Ελλαδική περίοδος (2100 π.Χ. - 1550 π.Χ.) βρέθηκε ένας Τύμβος στο Βοδίνο, ήταν ίδιος με τους κυκλικούς τάφους στις Μυκήνες την ίδια εποχή που είχε ακμάσει στην νότια Ελλάδα ο Μυκηναϊκός πολιτισμός.[6] Οι Φρύγες εξαπλώθηκαν έντονα στην περιοχή την περίοδο 1150 π.Χ.- 850 π.Χ. Ο ιστορικός Χάμοντ ισχυρίζεται ότι η περιοχή του Αργυροκάστρου ήταν διάσπαρτη από Φρυγικά πριγκιπάτα με επίκεντρο το Βοδίνο, στα τέλη παρατηρήθηκε μιά αλλαγή δυναστείας.[7] Οι αρχαιολογικές ανακαλύψεις επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι την Εποχή του Χαλκού οι κάτοικοι μιλούσαν μια βορειοδυτική Ελληνική διάλεκτο.[8] Η κεραμεική που έχουν βρει οι αρχαιολόγοι στα τέλη της εποχής του χαλκού στο Ελμπασάν ήταν όμοια με αυτή που βρέθηκε όταν ξεκίνησε η Εποχή του σιδήρου, ήταν διάσπαρτη σε όλη την Αλβανία.[9] Οι πρώτοι βέβαιοι ιλλυρή κάτοικοι είναι οι Χάονες, ένα από τα Ηπειρώτικα φύλλα.[10] Το τοπικό αστικό κέντρο του Αργυροκάστρου στην αρχαιότητα ήταν η Αντιγόνεια σε απόσταση περίπου 5 χιλιόμετρα από το Αργυρόκαστρο, στην απέναντι όχθη του ποταμού Δρίνου.[11]
Τα τείχη της πόλης χρονολογούνται από τον 3ο αιώνα, οι ψηλοί πέτρινοι τοίχοι της Ακρόπολης οικοδομήθηκαν από τον 6ο μέχρι τον 12ο αιώνα.[12] Την περίοδο αυτή ο οικισμός εξελίχθηκε σε ισχυρό εμπορικό κέντρο που έμεινε γνωστό ως "Αργυρόπολις" ή "Αργυρόκαστρο" που σημαίνει "αργυρό κάστρο".[13] Η πόλη ανήκε στο Δεσποτάτο της Ηπείρου, το καταγράφει για πρώτη φορά ως Αργυρόκαστρο ο Ιωάννης ΣΤ΄ Καντακουζηνός (1336).[14] Την ίδια χρονιά το Αργυρόκαστρο ήταν μια από τις πόλεις του Δεσποτάτου που έμειναν πιστές στον Βυζαντινό αυτοκράτορα όταν συγκρούστηκε μαζί του ο Νικηφόρος Β΄ Ορσίνι.[15] Η πρώτη αναφορά για κάθοδο νομαδικών Αλβανικών φυλών αναφέρεται στις αρχές του 14ου αιώνα, έψαχναν νέα εδάφη για να εγκατασταθούν και λεηλάτησαν την περιοχή.[16] Η μαύρη πανώλη είχε εξοντώσει τον γηγενή Ελληνικό πληθυσμό και οι Αλβανοί νομάδες μπόρεσαν εύκολα να πάρουν το πάνω χέρι.[16] Την περίοδο 1386-1417 συγκρούστηκαν για την κατοχή της περιοχής ο Δεσπότης της Ηπείρου και ο Αλβανός φύλαρχος Τζον Ζενεβίσι.[17] Οι Ελληνικοί πληθυσμοί πολέμησαν στο πλευρό του Δεσπότη Ησαύ Μπουοντελμόντι εναντίον των υπόλοιπων Αλβανικών και Βλάχικων φυλών.[18] Το Αργυρόκαστρο κατακτήθηκε από την Οθωμανική αυτοκρατορία (1419) και εισήλθε στο "Σαντζάκι της Αλβανίας".[19]
Κατά την Αλβανική Εξέγερση του 1432-1436 πολιορκήθηκε από δυνάμεις υπό τον Ντεπέ Ζενεμπίσι, αλλά οι εξεγερθέντες νικήθηκαν από τα Οθωμανικά στρατεύματα υπό τον Τουραχάν Μπέη.[20] Την δεκαετία του 1570 οι τοπικοί ευγενείς Μάνθος Παπαγιάννης και Πάνος Κεστολίκος παρουσίασαν στον ηγέτη της Ιερής Λίγκας Δον Χουάν της Αυστρίας και σε άλλους Ευρωπαίους ηγέτες ένα σχέδιο Ιεράς Σταυροφορίας εναντίον των Οθωμανών αλλά χωρίς αποτέλεσμα.[21][22][23] Ο γνωστός Τούρκος περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή επισκέφτηκε την πόλη (1670), καταγράφει ότι βρίσκονταν 200 νοικοκυριά μέσα στο κάστρο, 200 νοικοκυριά στην "μικρή χριστιανική κοινότητα" εκτός του κάστρου και 150 νοικοκυριά στην "μεγάλη χριστιανική κοινότητα" εκτός του κάστρου, άλλοι 6 οικισμοί υπήρχαν σε 8 κοινότητες γύρω από το κάστρο.[24] Η πόλη είχε 2.000 άλογα, 8 τζαμιά, 3 χριστιανικές εκκλησίες, 280 καταστήματα, 5 πηγές και 5 πανδοχεία.[24] Ο πληθυσμός της πόλης που ήταν βασικά χριστιανικός τον 16ο αιώνα μετατράπηκε σταδιακά μέχρι τον 19ο αιώνα σε μουσουλμανικό, αιτία ο εξισλαμισμός των κατοίκων και η μεταφορά νέων μουσουλμάνων εποίκων.[25][26]
Το 1811 το Αργυρόκαστρο αποτέλεσε τμήμα του Πασαλικίου των Ιωαννίνων, του οποίου τότε ηγείτο ο γεννημένος στην Αλβανία Αλή πασάς και μετατράπηκε σε ημιαυτόνομο φέουδο στα νοτιοδυτικά Βαλκάνια μέχρι το θάνατό του το 1822. Μετά την κατάργηση του πασαλικίου το 1868, η πόλη ήταν πρωτεύουσα του σαντζακίου του Εργκιρί (το Τουρκικό όνομα του Αργυρόκαστρου). Στις 23 Ιουλίου 1880 επιτροπές από τη νότια Αλβανία της Λίγκας του Πρίζρεν οργάνωσαν στην πόλη ένα συνέδριο, στο οποίο αποφασίστηκε ότι αν οι κατοικούμενες από Αλβανούς περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας προσαρτηθούν στις γειτονικές χώρες, αυτοί θα επαναστατούσαν. Κατά την Αλβανική Εθνική Αφύπνιση (1831–1912) η πόλη ήταν σημαντικό κέντρο του κινήματος και έχει αναφερθεί ότι ορισμένες ομάδες στην πόλη έφεραν πορτρέτα του Σκεντέρμπεη, του εθνικού ήρωα των Αλβανών εκείνη την περίοδο.
Δεδομένου του μεγάλου Ελληνικού πληθυσμού της, η πόλη διεκδικήθηκε και καταλήφθηκε από την Ελλάδα κατά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο του 1912-1913, μετά την αποχώρηση των Οθωμανών από την περιοχή. Εντούτοις παραχωρήθηκε στην Αλβανία. σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκη του Λονδίνου του 1913 και του Πρωτοκόλλου της Φλωρεντίας της 17 Δεκεμβρίου 1913.
Η τροπή αυτή των γεγονότων αποδείχθηκε εξαιρετικά αντιδημοφιλής για τον τοπικό ελληνικό πληθυσμό και οι αντιπρόσωποί τους, υπό το Γεώργιο Χρηστάκη - Ζωγράφο, διαμαρτυρόμενοι σχημάτισαν στο Αργυρόκαστρο την Πανηπειρωτική Συνέλευση. Η Συνέλευση, αντί ενσωμάτωσης στην Ελλάδα ζήτησε τουλάχιστον είτε τοπική αυτονομία είτε κατοχή από δυνάμεις των Μεγάλων Δυνάμεων για τους νομούς Αργυροκάστρου, Αγίων Σαράντα και Κορυτσάς. Το Μάρτιο του 1914 ανακηρύχθηκε στο Αργυρόκαστρο η Αυτόνομη Δημοκρατία της Βορείου Ηπείρου, που αναγνωρίσθηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις με το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας. Η Δημοκρατία αυτή ήταν όμως βραχύβια, καθώς η Αλβανία διαλύθηκε με την έναρξη του Α΄ Παγκόσμιου Πόλεμου. Ο Ελληνικός στρατός επέστρεψε τον Οκτώβριο-Νοέμβριο του 1914 και κατέλαβε πάλι το Αργυρόκαστρο, με τους Αγίους Σαράντα και την Κορυτσά. Τον Απρίλιο του 1916 η Βόρεια Ήπειρος, περιλαμβανομένου του Αργυρόκαστρου, προσαρτήθηκε στην Ελλάδα. Η Σύνοδος Ειρήνης του Παρισιού του 1919 επανέφερε το προπολεμικό καθεστώς, επικυρώνοντας ουσιαστικά τη συνοριακή γραμμή, που είχε αποφασιστεί με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας το 1913 και η πόλη πέρασε πάλι υπό Αλβανικό έλεγχο.
Τον Απρίλιο του 1939, η πόλη καταλήφθηκε από την Ιταλία, μετά την Ιταλική εισβολή στην Αλβανία. Στις 8 Δεκεμβρίου 1940, κατά την προέλαση του Ελληνικού Στρατού στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο, το Αργυρόκαστρο περιήλθε για τρίτη φορά σε ελληνικό έλεγχο. Παρέμεινε για μια περίοδο πέντε μηνών, πριν συνθηκολογήσει με τους Γερμανούς τον Απρίλιο του 1941 και την επιστροφή της πόλης στην Ιταλική διοίκηση. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το Σεπτέμβριο του 1943 η πόλη καταλήφθηκε από Γερμανικές δυνάμεις και τελικά επέστρεψε στον Αλβανικό έλεγχο το 1944.
Το μεταπολεμικό Κομμουνιστικό καθεστώς ανέπτυξε την πόλη ως εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο. Αναβαθμίστηκε σε μουσειακή πόλη, καθώς ήταν η γενέτειρα του Κομμουνιστή ηγέτη της Αλβανίας Ενβέρ Χότζα, που γεννήθηκε εκεί το 1908. Το σπίτι του μετατράπηκε σε μουσείο.
Η κατεδάφιση του μεγάλων διαστάσεων αγάλματος του δικτάτορα Ενβέρ Χότζα στο Αργυρόκαστρο, από παράγοντες του τοπικού ελληνικού στοιχείου σήμανε και συμβολικά το τέλος της σοσιαλιστικής λαϊκής δημοκρατίας.[27] Το Αργυρόκαστρο υπέφερε από πολλά οικονομικά προβλήματα, μετά τον τερματισμό της κομμουνιστικής εξουσίας το 1991. Την άνοιξη του 1993 η πόλη έγινε κέντρο ανοιχτών συγκρούσεων μεταξύ της Ελληνικής μειονότητας και της Αλβανικής αστυνομίας. Η πόλη επλήγη ιδιαίτερα από την κατάρρευση το 1997 μιας τεράστιας «οικονομικής πυραμίδας», που αποσταθεροποίησε το σύνολο της Αλβανικής οικονομίας. Η πόλη έγινε εστία μιας εξέγερσης κατά του Σαλί Μπερίσα. Εγιναν βίαιες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, που τελικά τον ανάγκασαν να παραιτηθεί. Στις 16 Δεκεμβρίου 1997 το σπίτι του Χότζα έπαθε ζημιές από επίθεση αγνώστων αλλά στη συνέχεια αποκαταστάθηκε.
Το 1925 η Αλβανία έγινε η έδρα της Μουσουλμανικής σέκτας των Μπεκτασήδων δερβίσηδων. Η σέκτα είχε την έδρα της στα Τίρανα και το Αργυρόκαστρο ήταν μία από τις έξι περιφέρειές της στην Αλβανία, με κέντρο τον τεκέ του Ασίμ Μπαμπά. Η πόλη διατηρεί σημαντικό αριθμό Μπεκτασήδων και Σουνιτών Μουσουλμάνων. Στο παρελθόν υπήρχαν 15 τεκέδες και τζαμιά, από τα οποία το 1945 λειτουργούσαν 13. Εχει απομείνει μόνο ένα τζαμί. Τα υπόλοιπα 12 καταστράφηκαν ή έκλεισαν κατά την Πολιτιστική Επανάσταση της κομμουνιστικής κυβέρνησης το 1967.
Η πόλη είναι έδρα μιας Ορθόδοξης επισκοπής, που υπάγεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας.
Ο Οθωμανός περιηγητής του 17ου αιώνα Εβλιγιά Τσελεμπί, που επισκέφθηκε την πόλη το 1670, την περιέγραψε με λεπτομέρεια. Μια Κυριακή ακουσε ένα «βαϊτίμ», το παραδοσιακό Αλβανικό μοιρολόι για το νεκρό, από επαγγελματία θρηνωδό. Ο περιηγητής βρήκε την πόλη τόσο θορυβώδη, που τη βάφτισε «πόλη των θρήνων».
Το μυθιστόρημα Το χρονικό της πέτρινης πόλης του Αλβανού συγγραφέα Ισμαήλ Κανταρέ αφηγείται την ιστορία της πόλης κατά την Ελληνική και Ιταλική κατοχή στον Α΄ και Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και επεκτείνεται στα έθιμα των κατοίκων του Αργυρόκαστρου. Σε ηλικία είκοσι τεσσάρων ετών, η Αλβανή συγγραφέας Μουσίνε Κοκαλάρι (1917-1983) έγραψε μια 80σέλιδη συλλογή νεανικών διηγημάτων στη μητρική της διάλεκτο του Αργυρόκαστρου: Οπως μου λέει η γιαγιά μου (Αλβανικά: Siç me thotë nënua plakë), Τίρανα, 1941. Το βιβλίο αφηγείται τον καθημερινό αγώνα των γυναικών του Αργυρόκαστρου και περιγράφει τα επικρατούντα ήθη στην περιοχή.
Στο Αργυρόκαστρο, κοιτίδα τόσο Αλβανικών όσο και Ελληνικών πολυφωνικών τραγουδιών, διεξάγεται επίσης το Εθνικό Φολκλορικό Φεστιβάλ (Αλβανικά: Festivali Folklorik Kombëtar), κάθε πέντε χρόνια. Το φεστιβάλ ξεκίνησε το 1968 και γίνεται στον χώρο του Κάστρου του Αργυρόκαστρου. Στην πόλη εκδίδεται επίσης η ελληνόφωνη εφημερίδα Λαϊκό Βήμα. Πρωτοεκδοθείσα το 1945, ήταν το μόνο ελληνόφωνο έντυπο μέσο που επιτρεπόταν στη Σοσιαλιστική Λαϊκή Δημοκρατία της Αλβανίας.
Η πόλη είναι κτισμένη στην πλαγιά που περιβάλλει την ακρόπολη, σε ένα οροπέδιο. Αν και τα τείχη της πόλης χτίστηκαν τον τρίτο αιώνα και η ίδια η πόλη μνημονεύεται για πρώτη φορά τον 12ο αιώνα, το μεγαλύτερο μέρος των υπαρχόντων κτιρίων χρονολογείται από τον 17ο και τον 18ο αιώνα. Ο χαρακτηριστικός τύπος κατοικίας είναι κατασκευή από ογκόλιθους, ψηλή μέχρι πέντε πατώματα. Υπάρχουν σκάλες εσωτερικές και εξωτερικές, που περιβάλλουν την κατοικία. Πιστεύεται ότι αυτός ο σχεδιασμός προέρχεται από οχυρωμένες αγροικίες, χαρακτηριστικές της νότιας Αλβανίας. Το χαμηλότερο πάτωμα του κτιρίου περιλαμβάνει δεξαμενή και στάβλο. Το επόμενο πάτωμα αποτελείται από ένα δωμάτιο υποδοχής και ένα δωμάτιο για την οικογένεια με τζάκι. Τα παραπάνω πατώματα είναι για πολυμελείς οικογένειες και συνδέονται με εσωτερικές σκάλες. Μετά την ένταξη του Αργυρόκαστρου στην UNESCO, αρκετές κατοικίες έχουν αναστηλωθεί, όμως άλλες συνεχίζουν να ερειπώνονται.
Πολλά σπίτια στο Αργυρόκαστρο έχουν ένα ξεχωριστό τοπικό στυλ, που έχει χαρίσει στην πόλη το προσωνύμιο "Πόλη της Πέτρας", γιατί τα περισσότερα παλιά σπίτια έχουν στέγες καλυμμένες με πέτρινες λαξευτές πλάκες. Ένα σχεδόν ταυτόσημο στυλ βλέπουμε στην περιοχή του Πηλίου και στα Ζαγοροχώρια. Η πόλη, μαζί με το Μπεράτ, ήταν από τις λίγες Αλβανικές πόλεις που διασώθηκαν τις δεκαετίες του 1960 και του 1970 από εκσυγχρονιστικά προγράμματα ανοικοδόμησης. Και οι δύο πόλεις απέκτησαν το καθεστώς της "πόλης-μουσείου" και είναι Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.
To Kάστρο του Αργυρόκαστρου δεσπόζει πάνω από την πόλη και ελέγχει το σημαντικό στρατηγικά δρόμο κατά μήκος της κοιλάδας του ποταμού. Είναι ανοιχτό για τους επισκέπτες, περιλαμβάνει ένα στρατιωτικό μουσείο και διαθέτει κατειλημμένα πυροβόλα και ενθύμια της Κομμουνιστικής αντίστασης κατά της Γερμανικής κατοχής, καθώς και κατειλημμένο αεροσκάφος της Αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας, για να θυμίζει τον αγώνα του Κομμουνιστικού καθεστώτος κατά των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Προσθήκες στο κάστρο έγιναν τον 19ο και τον 20ό αιώνα από τον Αλή Πασά του Τεπελενίου και την Κυβέρνηση του Βασιλιά Ζόγου. Σήμερα έχει πέντε πύργους, έναν πύργο ρολογιού, μια εκκλησία, υδατοπηγές, σταύλους αλόγων και πολλά άλλα. Το βόρειο τμήμα του κάστρου μετατράπηκε σε φυλακή από την κυβέρνηση του Ζόγου, όπου ήταν έγκλειστοι πολιτικοί κρατούμενοι κατά το κομμουνιστικό καθεστώς.
Το Αργυρόκαστρο διαθέτει μια παλιά Οθωμανική (κλειστή) αγορά, που κατασκευάσθηκε αρχικά το 17ο αιώνα και ανακατασκευάστηκε τον 19ο, μετά από πυρκαγιά. Υπάρχουν σήμερα στο Αργυρόκαστρο πάνω από 200 κατοικίες διατηρούμενες ως "πολιτιστικά μνημεία". Το Τζαμί του Αργυρόκαστρου, χτισμένο το 1757, δεσπόζει στην αγορά.
Όταν η πόλη προτάθηκε για πρώτη φορά να περιληφθεί στον κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς, το 1988, οι ειδικοί του Διεθνούς Συμβουλίου Μνημείων βρέθηκαν σε αμηχανία λόγω αρκετών νεότερων κατασκευών που επηρέαζαν αρνητικά την εικόνα της παλιάς πόλης. Ο ιστορικός πυρήνας του Αργυρόκαστρου ενεγράφη τελικά το 2005, 15 χρόνια μετά την αρχική του υποψηφιότητα.
Το Αργυρόκαστρο είναι κυρίως εμπορικό κέντρο με μερικές βιομηχανίες παραγωγής κυρίως τροφίμων, δερμάτων και υφασμάτων. Πρόσφατα έχει ανεγερθεί στην πόλη μια περιφερειακή αγορά, που εμπορεύεται τοπικά παραγόμενα τρόφιμα. Δεδομένης της δυνατότητας της νότιας Αλβανίας να προμηθεύει βιολογικά προϊόντα και της σχέσης της με την αντίστοιχη γειτονική πόλης των Ιωαννίνων είναι πιθανόν η αγορά να επικεντρωθεί στο μέλλον σε βιλογικά τρόφιμα. Ομως, προς το παρόν η εμπορία τέτοιων προϊόντων απέχει πολύ από τις Ευρωπαϊκές προδιαγραφές. Το Εμπορικό Επιμελητήριο της πόλης, που ιδρύθηκε το 1988, προωθεί το εμπόριο με τις Ελληνικές μεθοριακές περιοχές. Στο πλαίσιο της βοήθειας της Ελλάδας προς την Αλβανία, οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις κατασκεύασαν στην πόλη ένα νοσοκομείο.
Τα τελευταία χρόνια πολλές παραδοσιακές κατοικίες ανακατασκευάζονται και παρέχονται κίνητρα στους ιδιοκτήτες τους να επιστρέψουν, αναζωογονώντας έτσι τον τουρισμό ως δυνητική πηγή εισοδήματος για την τοπική οικονομία. Εντούτοις πολλές κατοικίες συνεχίζουν να ερειπώνονται λόγω έλλειψης επενδύσεων, εγκατάλειψης ή ακατάλληλων ανακαινίσεων, καθώς οι ντόπιοι τεχνίτες δεν είναι ενταγμένοι σε αυτά τα προγράμματα. Το 2010, μετά την Ελληνική οικονομική κρίση, η πόλη ήταν μία από τις πρώτες περιοχές της Αλβανίας που επλήγη, καθώς πολλοί Αλβανοί μετανάστες στην Ελλάδα μένουν άνεργοι και έτσι επιστρέφουν στην πατρίδα τους.
Το πρώτο σχολείο της πόλης, Ελληνόγλωσσο, κατασκευάσθηκε το 1663. Χρηματοδοτήθηκε από ντόπιους εμπόρους και λειτούργησε υπό την επίβλεψη του τοπικού επισκόπου. Το 1821, όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση, καταστράφηκε αλλά άνοιξε πάλι το 1830. Το 1727 άρχισε να λειτουργεί στην πόλη ένας μεντρεσές, που συνέχισε να λειτουργεί αδιάλειπτα επί 240 χρόνια, οπότε έκλεισε λόγω της Πολιτιστικής Επανάστασης που αφαρμόσθηκε στην κομμουνιστική Αλβανία. Το 1861-62 ιδρύθηκε ένα Ελληνόγλωσσο σχολείο θηλέων, υποστηριζόμενο οικονομικά από το ντόπιο Ελληνα ευεργέτη Χρηστάκη Ζωγράφο. Το πρώτο Αλβανόγλωσσο σχολείο στο Αργυρόκαστρο άνοιξε το 1886. Σήμερα το Αργυρόκαστρο έχει επτά γυμνάσια, δύο γενικά λύκεια και δύο επαγγελματικά.
Στην πόλη βρίσκεται το Πανεπιστήμιο Εκερέμ Τσαμπέι, που άνοιξε το 1968. Το 2006, μετά από συζητήσεις μεταξύ της Ελληνικής και της Αλβανικής κυβέρνησης, συμφωνήθηκε η ίδρυση ενός δεύτερου, Ελληνόγλωσσου, πανεπιστημίου στο Αργυρόκαστρο. Το πρόγραμμα παρακολούθησαν 35 φοιτητές το 2010, αλλά η λειτουργία ανεστάλη ξαφνικά, όταν το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων αρνήθηκε να παρέχει καθηγητές για το επόμενο σχολικό έτος και η Ελληνική κυβέρνηση και το Ιδρυμα Λάτση απέσυραν τη χρηματοδότηση.
Η πόλη έχει 43.000 κατοίκους. Το Αργυρόκαστρο έχει μια Ελληνική μειονότητα, που σύμφωνα με μια πηγή αριθμούσε 4.000 το 1989, επί συνολικού πληθυσμού 30.000,[28] αν και Έλληνες εκπρόσωποι έχουν υποστηρίξει ότι 34% της πόλης είναι Έλληνες.[29] Το Αργυρόκαστρο θεωρείται το κέντρο της Ελληνικής μειονότητας της Αλβανίας. Δεδομένου του μεγάλου Ελληνικού πληθυσμού στην πόλη και τη γύρω περιοχή, υπάρχει εκεί Ελληνικό προξενείο.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.