From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Άντριου Λανγκ (Andrew Lang) (31 Μαρτίου 1844–20 Ιουλίου 1912) ήταν Σκώτος ιστορικός ποιητής, ερευνητής λαογράφος, δοκιμιογράφος, αρθρογράφος και γενικότερα άνθρωπος των γραμμάτων. Εκτός από τις ιστορικές είναι γνωστός και για τις ανθρωπολογικές μελέτες του, που τον έφεραν σε αντιπαράθεση με τον ανθρωπολόγο Τζέιμς Φρέιζερ, καθώς επίσης και για εκδόσεις παραδοσιακής παιδικής λογοτεχνίας μαζί με τη σύζυγό του Λεονόρα Μπλανς Λανγκ[2].
Άντριου Λανγκ | |
---|---|
Γέννηση | 31 Μαρτίου 1844 Selkirk |
Θάνατος | 20 Ιουλίου 1912 Μπάντσορι |
Επάγγελμα/ ιδιότητες | ποιητής, ιστορικός, μεταφραστής, δημοσιογράφος, ανθρωπολόγος, κριτικός λογοτεχνίας, συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας, δοκιμιογράφος, συλλέκτης παραμυθιών, συγγραφέας[1], λαογράφος, πολυμαθής και μυθιστοριογράφος |
Υπηκοότητα | Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας |
Σχολές φοίτησης | Κολέγιο Μπέλιολ, Πανεπιστήμιο του Σαιντ Άντριους, Ακαδημία του Εδιμβούργου, Loretto School και Selkirk High School |
Αξιοσημείωτα έργα | Andrew Lang's Fairy Books |
Σύζυγος(οι) | Leonora Blanche Lang |
Πολυμέσα σχετικά με τoν συγγραφέα | |
δεδομένα ( ) |
Ο Άντριου Λανγκ γεννήθηκε στο Σέλκερκ της Σκωτίας (Selkirk) στις 31 Μαρτίου 1844 και ήταν ο μεγαλύτερος γιος της Τζέιν Πλέντερλιθ Σέλαρ και του Τζον Λανγκ. Τα σχολικά του χρόνια τα πέρασε στο τοπικό σχολείο και αργότερα έφυγε για το Εδιμβούργο, προκειμένου να γραφτεί στην Ακαδημία του Εδιμβούργου. Στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα στο πανεπιστήμιο του Σαιντ Άντριους και στο Μπάλιολ Κόλετζ του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, στην Αγγλία. Μελέτησε Λατινικά και αρχαία Ελληνικά, ιδιαίτερα τα Ομηρικά έπη. Η ζωή του στο Σέλκερκ και τα πρώιμα αναγνώσματά του λέγεται ότι ενέπνευσαν την αγάπη του για τη λαϊκή παράδοση, τη μαγεία και τον μύθο. Αργότερα, το 1875, ο Λανγκ μετακόμισε στο Λονδίνο, έχοντας ήδη δοκιμάσει την τύχη του επαγγελματικά στη δημοσιογραφία και την ίδια χρονιά παντρεύτηκε την Λεονόρ Μπλανς Αλέιν (Leonore Blanche Alleyne). Ταξίδεψε στην Ιταλία και τη Γαλλία, ενώ παράλληλα απέκτησε φήμη για το σαρδώνειο ύφος γραφής του. Πέθανε στις 20 Ιουλίου του 1912 στο Αμπερτήν της Σκωτίας[3]. Λίγο μετά τον θάνατό του, η νεκρολογία του στους The Times ανέφερε: "Έφυγε ένας από τους πλέον αξιοσημείωτους ανθρώπους των γραμμάτων στην εποχή μας"[4].
Η ενασχόλησή του με τη δημοσιογραφία ξεκίνησε το 1874, με την πρώτη κριτική του στην εφ. The Academy, στην οποία παρέμεινε ενεργός για μια δεκαετία περίπου. Μετά τη μετακόμισή του στο Λονδίνο το 1875 άρχισε να αρθρογραφεί και σε άλλα περιοδικά και εφημερίδες. Στο London, φιλολογικό περιοδικό που είχε μεγάλη κυκλοφορία στη διετία 1877-1879, δημοσίευσε αρκετές χιουμοριστικές μπαλάντες, ενώ παράλληλα έγραφε κριτικές και άρθρα στην εφ. The Saturday Review. Έγινε κύριος συντάκτης στην Daily News, εργαζόμενος εκεί έως το 1890. Στο έργο του Βιβλία και Βιβλιάνθρωποι (Books and Bookmen) περιέχονται πολλά από τα δοκίμια που έγραψε για το Magazine of Art και το Contemporary Review. Το Γράμματα προς τους Νεκρούς Συγγραφείς (Letters to Dead Authors) είναι συλλογή δοκιμίων γραμμένων στο ύφος μερικών από τους αγαπημένους του συγγραφείς και είναι ίσως το πλέον πετυχημένο έργο φιλολογικής κριτικής του Λανγκ[5].
Μεγάλο ενδιαφέρον ως ιστορικός ο Άντριου Λανγκ το έδειξε για την Ζαν ντ'Αρκ. Έγραψε για αυτήν ποιήματα και ήταν κεντρικός χαρακτήρας του μοναδικού του ιστορικού μυθιστορήματος στο Ένας Μοναχός του Φάιφ (A Monk of Fife). Εμπνευσμένος από το Βίος της Ζαν ντ' Αρκ του Ανατόλ Φρανς έγραψε το Η Παρθένος της Γαλλίας (The Maid of France), (1908) που ολοκληρώθηκε σε λιγότερο από τρεις μήνες και έγινε έργο αναφοράς για τον βίο της. Ενώ ο Φρανς την απεικόνιζε έρμαιο των ιερέων και των πολιτικών, ως αδύναμο και υστερικό πλάσμα, ο Λανγκ ήταν πεπεισμένος για την αγνότητα του χαρακτήρα της, την υγιέστατη λογική, την ειλικρίνεια της και την αυθεντικότητα των οραμάτων της. Σύμφωνα με τον Λουί Καζαμιάν (Louis Casamian) στη διάλεξη που έδωσε στο πανεπιστήμιο Άντριους ο Λανγκ υπέδειξε ότι ο Φρανς δεν είναι ιστορικός και για αυτό η ενασχόλησή του με την Ζαν ντ'Αρκ δε θα μπορούσε παρά να καταλήξει σε αποτυχία[6]. Με τη σειρά του ο Τζον Ντάνκαν Μακκί (John Duncan Mackie) το 1935 περιέγραψε τον Λανγκ ως μεγάλο ιστορικό[7].
Αυτά τα χρόνια, ωστόσο, ο Λανγκ έγινε περισσότερο γνωστός για τα παραμύθια του. Το πρώτο του βιβλίο με παιδικές ιστορίες ήταν το Μπλε Βιβλίο των Παραμυθιών (The Blue Fairy Book) το 1889 και το Πρίγκιπας Πρίτζιο (Prince Prigio), το πρώτο από τα Χρονικά της Παντούφλια (Chronicles of Pantouflia) και κατόπιν το Πρίγκιπας Ρικάρντο. Στα Χρονικά χρησιμοποίησε αυτό που θεωρούσε μέθοδο της λαογραφίας:
[...]Ένας διακριτός αριθμός περιστατικών ανακατεύεται σε διάφορους συνδυασμούς, σαν κομμάτια χρωματιστού γυαλιού σε καλειδοσκόπιο[...][8]. Κανείς δεν μπορεί να γράψει νέο παραμύθι. Μπορεί μόνο να ανακατέψει τις παλιές ιστορίες και να ανανεώσει τους χαρακτήρες[...][9]
Κύρια γνωστός για τις απόψεις του στη λαϊκή παράδοση, τη μυθολογία και τη θρησκεία έγραψε το 1884 το Έθος και Μύθος (Custom and Myth]. Από το συγκεκριμένο έργο και τις διαδοχικές μετατοπίσεις της σκέψης του έως την τελευταία μεγάλη κοινωνική ανθρωπολογική του δημοσίευση για τον Τοτεμισμό, η οποία παραμένει αδημοσίευτη, είναι δυνατόν να γίνουν αντιληπτές οι επιδράσεις που δέχτηκε και από άλλους συγγραφείς, καθώς δεν ήταν μοναδικός στο είδος της κριτικής που άσκησε στις απόψεις και ιδέες των συγχρόνων του, ιδιαίτερα εκείνο το ρεύμα ανθρωπολογικής σκέψης που ξεπήδησε από την Αυστραλία στο τέλος του 19ου αιώνα[10].
Η πρώτη μεγάλη ανθρωπολογική συλλογή δοκιμίων του εμφανίστηκε στο Έθος και Μύθος. Στο 'Μέθοδος της λαογραφίας' ο Λανγκ παρουσιάζει ένα είδος μανιφέστο για το τι πιστεύει ο ίδιος ότι είναι η καλύτερη και βεβαιότερη σύγκρισης μύθων. Αν και το συγκριτική μυθολογία θα έκφραζε το ζήτημα πληρέστερα από ότι το λαογραφική μέθοδος, ωστόσο στην εποχή του το ζήτημα τη επιστημονικής ενασχόλησης με τη μυθολογία θεωρείτο φιλολογικό στη βάση του. Η λαογραφική μέθοδος ήταν για τον Λανγκ ένα είδος πολιτισμικής αρχαιολογίας. Δηλαδή, ενώ η αρχαιολογία ασχολείται με τη συλλογή και σύγκριση υλικών ευρημάτων, η λαογραφία συλλέγει και συγκρίνει άυλα λείψανα από αρχαίες φυλές, επιβιώσεις από το παρελθόν όπως είναι οι δεισιδαιμονίες και οι ιστορίες, οι ιδέες που απαντώνται αλλά δεν ανήκουν στην εποχή μας[11].
Εκτός από την τάση του να μιλά ευθέως, ένας άλλος λόγος για τον οποίο ο Λανγκ είχε τεταμένες σχέσεις με τους συναδέλφους του λαογράφους είναι το γεγονός ότι πίστευε σε ορισμένα ψυχικά φαινόμενα όπως είναι τα φαντάσματα και τα ξωτικά. Επιπρόσθετα ο Λανγκ κάλεσε τους λαογράφους της εποχής του σε μια "επιστημονική προσέγγιση του υπερφυσικού", επινοώντας παράλληλα τον όρο "ψυχολαογράφος". Το ανοικτό μυαλό του αλλά και η έκδηλη πίστη του σε τέτοια ζητήματα απωθούσε εκείνους που προσπαθούσαν να πείσουν για την επιστημονική βάση της λαογραφίας και κρατούσαν αποστάσεις από τον δημοφιλή στην εποχή του πνευματισμό και αποκρυφισμό. Ο Λανγκ υπήρξε ένας από τους ιδρυτές της "ψυχικής έρευνας" και ανάμεσα στο ανθρωπολογικό συγγραφικό του έργο περιλαμβάνονται προς αυτή την κατεύθυνση έργα όπως το Βιβλίο των Ονείρων και των Φαντασμάτων (The Book of Dreams and Ghosts) το 1897, το Μαγεία και Θρησκεία (Magic and Religion) το 1901 και το Μυστικό του Τοτέμ (The Secret of the Totem), το (1905). Υπήρξε πρόεδρος της Εταιρείας Ψυχικής Έρευνας το 1911[12].
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.