Ολλανδός ζωγράφος From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Άμπραχαμ φαν Μπέγερεν (ολλανδικά: Abraham Hendriksz van Beijeren ή Abraham van Beyeren,[6] Χάγη, περ. 1620 - Όφερσχι (Ρόττερνταμ, Μάρτιος 1690) ήταν Ολλανδός ζωγράφος του μπαρόκ, ο οποίος ζωγράφιζε κυρίως νεκρές φύσεις. Ενώ έτυχε μικρής αναγνώρισης στην εποχή του, σήμερα θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους νεκρών φύσεων και, ιδιαίτερα, νεκρών φύσεων με ψάρια και αυτών που αποκαλούνται pronkstilleven, δηλ. νεκρών φύσεων που απεικονίζουν πολυτελή αντικείμενα.[7][8]
Άμπραχαμ φαν Μπέγερεν | |
---|---|
Εντυπωσιακή νεκρή φύση με αυτοπροσωπογραφία του καλλιτέχνη στο ασημένιο κανάτι | |
Γέννηση | 1620 (περίπου)[1][2][3] Χάγη |
Θάνατος | Μάρτιος 1690[4] Overschie |
Χώρα πολιτογράφησης | Ολλανδική Δημοκρατία |
Ιδιότητα | ζωγράφος[5] και σκιτσογράφος |
Σύζυγος | Anna van den Queborn |
Είδος τέχνης | Νεκρή φύση |
Σημαντικά έργα | Still Life with Seafood, Flower Still Life with a Timepiece και Banquet Still Life |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Άμπραχαμ φαν Μπέγερεν εκπαιδεύτηκε από τον Τάιμαν Άρεντς Κραχτ το 1636.[9] Έζησε στο Λέιντεν κατά την περίοδο 1638-39, όπου, το 1639, νυμφεύτηκε την Εμμερέντια Στέρκε (Emmerentia Stercke). Επέστρεψε στη Χάγη το 1640 και έγινε "Δάσκαλος" στην εκεί Συντεχνία του Αγίου Λουκά.
Ύστερα από τον θάνατο της πρώτης του συζύγου, ασχολήθηκε με το να μεγαλώσει τρεις θυγατέρες. Νυμφεύτηκε ξανά με την Άννα φαν ντεν Κουέμπορν (Anna van den Queborn) το 1647, η οποία ήταν επίσης ζωγράφος και θυγατέρα του ζωγράφου Κρισπάιν φαν ντεν Κουέμπορν. Η θεία της Άννα ήταν παντρεμένη με τον Πίτερ ντε Πούττερ, ζωγράφο νεκρών φύσεων με ψάρια. Ο ντε Πούττερ ίσως αποτέλεσε την πηγή της απαρχής του ενδιαφέροντος του φαν Μπέγερεν προς το είδος των νεκρών φύσεων με ψάρια, ενώ πιθανόν να υπήρξε και δάσκαλός του σε αυτό το είδος ζωγραφικής.[10]
Τα πρώτα έργα του φαν Μπέγερεν ήταν θαλάσσιες νεκρές φύσεις και νεκρές φύσεις με ψάρια. Δεν ήταν είδος που πληρωνόταν καλά εκείνη την εποχή και η σχετική πενία του φαν Μπέγερεν πιθανόν να εξηγεί τις συχνές μετοικήσεις του από τόπο σε τόπο. Διέμεινε στο Ντελφτ από το 1657, όπου έγινε μέλος στην τοπική Συντεχνία του Αγίου Λουκά. Το 1663 επέστρεψε στη Χάγη, όπου παρέμεινε ως το 1669, οπότε μετοίκησε στο Άμστερνταμ. Ακολούθησαν και άλλες μετοικήσεις: Στο Άλκμααρ το 1669, στη Χάουντα το 1675 και, τελικά, στο προάστιο Όφερσχι του Ρόττερνταμ το 1667. Αυτή ήταν και η τελευταία του μετοίκηση.[10]
Η οικονομική του κατάσταση ίσως καλυτέρευσε κατά το τέλος της ζωής του, καθώς είχε τη δυνατότητα να αγοράσει ένα σπίτι στο Όφερσχι έναντι 1.000 γκίλντερς, εκ των οποίων τα 600 καλύφθηκαν από στεγαστικό δάνειο.[7] Η σύζυγός του αναφέρεται ως ασθενής και κλινήρης το 1679, οπότε και συνέταξε τη διαθήκη της. Η χρονολογία του θανάτου της είναι άγνωστη..[10] Ο φαν Μπέγερεν απεβίωσε στο Όφερσχι το 1690.[9]
Ο φαν Μπέγερεν υπέγραφε τα έργα του ως "AVB", ενώ ποτέ δεν τα χρονολογούσε. Ως αποτέλεσμα αυτής της ενέργειας, είναι ιδιαίτερα δυσχερής η κατάρτιση ενός ακριβούς χρονολογίου των έργων του.
Ενώ κατά τη δεκαετία του 1640 τα περισσότερα έργα του ήταν θαλασσογραφίες, ο φαν Μπέγερεν άρχισε να εξελίσσεται σε επιδέξιο ζωγράφο νεκρών φύσεων με ψάρια. Στις πρώτες του θαλασσογραφίες είναι εμφανής η επιρροή του Γιαν φαν Χόγιεν.[9]
Κατά τις δεκαετίες 1650 και 1660 άρχισε να εστιάζει στις pronkstillevens, δηλ. σε νεκρές φύσεις με ασημικά, κινέζικες πορσελάνες, γυάλινα αντικείμενα και φρούτα. Ζωγράφισε, επίσης, μερικές νεκρές φύσεις με άνθη, νεκρά πτηνά και νεκρές φύσεις που αποκαλούνται vanitas. Η τάση του προς τις pronkstillevens πιθανόν προήλθε από τις οικονομικές του ανάγκες, καθώς αυτές μπορούσαν να πωληθούν σε πιο εύπορη πελατεία. Αυτές οι νεκρές φύσεις συχνά είναι ιδιαίτερα περίτεχνες και λεπτομερείς και εμφανίζουν επιρροή από τον Γιαν Ντάβιντς ντε Χέιμ.
Εν γένει χρησιμοποιούσε σχετικά ευρεία τεχνική και αποχρώσεις του καφέ με κάποια ακρίβεια στις λεπτομέρειες. Ήταν εξοικειωμένος με τα έργα άλλων Ολλανδών καλλιτεχνών που ασχολούνταν με την pronkstilleven, όπως οι Πίτερ Κλάες και Βίλλεμ Κλάέσζον Χέντα, οι οποίοι ήταν σπεσιαλίστες στις μονοχρωματικές νεκρές φύσεις συμποσίων. Συχνά χρησιμοποιούσε μεγαλύτερη κλίμακα, σε σχέση με τους συγχρόνους του, και οι ψηλοί καμβάδες του έφθαναν σε ύψος το ένα μέτρο.[10]
Ανάμεσα στα μουσεία που διαθέτουν έργα του στη συλλογή τους συγκαταλέγονται: Εθνική Πινακοθήκη Σκωτίας, Ακαδημία Καλών Τεχνών Βιέννης, Μουσείο Άσμολ (Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης), Κέντρο οπτικών τεχνών Τζέραλντ Κάντορ (Πανεπιστήμιο Στάνφορντ, Καλιφόρνια), Μουσείο Τέχνης του Κλίβελαντ, Ίδρυμα Τεχνών του Ντιτρόιτ, Μουσείο Τέχνης Χονολουλού, Museum de Fundatie, Μουσείο της Κομητείας του Λος Άντζελες, Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης (Νέα Υόρκη, Μουσείο του Λούβρου, Ίδρυμα Τεχνών Μιννεάπολις, Εθνικό Ναυτικό Μουσείο (Γκρίνουιτς, Ην. Βασίλειο), Πινακοθήκη Τέχνης Γιορκ, Μουσείο Τέχνης της Φιλαδέλφεια, Ρέικσμουζεουμ, Βασιλικά Μουσεία Καλών Τεχνών του Βελγίου, Μουσείο Σχολής Σχεδίασης του Ροντ Άιλαντ, Βασιλικό Κάστρο Βαρσοβίας και Μουσείο Τέχνης του Σιάτλ.[11] Ιδιωτική συλλογή με έργα του είναι η Συλλογή Ger Eenens στην Ολλανδία.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.