αγριλιάαγριελιά f (agrieliá) 源自άγριος (ágrios, “野生”) + ελιά (eliá, “橄欖樹”)。 αγριλιά (agriliá) f (复数 αγριλιές) 野生橄欖樹 αγριλιά的變格 αγριλίσιος (agrilísios, “橄欖木製的”)
αλιγάτοραςαλλιγάτορας (alligátoras) αλιγάτορας (aligátoras) m (复数 αλιγάτορες) 短吻鱷 αλιγάτορας的變格 參見:κροκόδειλος m (krokódeilos, “鱷魚”) αλιγάτορας在希臘語維基百科上的資料。維基百科
αγριελιά源自άγριος (ágrios, “野生”) + ελιά (eliá, “橄欖樹”)。 αγριελιά (agrieliá) f (复数 αγριελιές) αγριλιά (agriliá)的另一種拼寫法 αγριελιά的變格
μαλγασικά參見:Μαλγασικά Μαλγασικά n 複 (Malgasiká) μαλγασικά (malgasiká) n 複 馬拉加斯語,馬爾加什語 μαλγασικά 參見:Μαδαγασκάρη f (Madagaskári, “馬達加斯加”)
ιρλανδικάιρλανδικά (irlandiká) n 複 愛爾蘭語 ιρλανδικά ιρλανδικά γαελικά n 或 複 (irlandiká gaeliká, “愛爾蘭蓋爾語”) Ιρλανδική γλώσσα在希臘語維基百科上的資料。維基百科 el