ομοταξίαὁμοταξία (homotaxía) (多聲調寫法) 借自新拉丁語 homotaxia,等同於ομο- (omo-, “同,共”) + τάξις (táxis, “目”) + -ία (-ía)。 ομοταξία (omotaxía) n (复数 ομοταξίες) (分類學,生物學)
αμαξοστοιχίααμαξοστοιχία (amaxostoichía) f (复数 αμαξοστοιχίες) (交通) 火車,列車 (尤指慢速列車) αμαξοστοιχία的變格 τρένο n (tréno) επιβατική αμαξοστοιχία f (epivatikí amaxostoichía
συνομοταξίασυν- (syn-, “同,共”) + ομοταξία (omotaxía, “綱”) συνομοταξία (synomotaxía) n (复数 συνομοταξίες) (分類學,生物學) 門 συνομοταξία的變格 分類學類別 συνομοταξία在希臘語維基百科上的資料。維基百科
αναξιοκρατίααναξιοκρατία (anaxiokratía) f 裙帶關係,任人唯親 αναξιοκρατία (anaxiokratía)的變格 νεποτισμός m (nepotismós) οικογενειοκρατία f (oikogeneiokratía) αναξιοκρατικός (anaxiokratikós
αιμομιξία源自中古希臘語 αἱμομιξία (haimomixía),源自αἷμα (haîma, “血”) + μίξις (míxis, “混合;性交”)。 國際音標(幫助): /emomiˈksia/ 斷字:αι‧μο‧μι‧ξί‧α αιμομιξία (aimomixía) f (复数 αιμομιξίες)