θρησκευτικόςθρησκευτικός (thriskeftikós) m (陰性 θρησκευτική,中性 θρησκευτικό) 宗教的 反義詞:αντιθρησκευτικός (antithriskeftikós) θρησκευτικός 的變格 參見:θρησκεία f (thriskeía,
παιδευθησόμενος(paideuthēsómenos) m (陰性 παιδευθησομένη,中性 παιδευθησόμενον); 第一類/第二類 παιδεύω (paideúō) 的將來時被動態分詞 παιδευθησόμενος;παιδευθησομένη;παιδευθησόμενον的第一、第二類變格(阿提卡)
επιθετικός參見:ἐπιθετικός 源自古希臘語 ἐπιθετικός (epithetikós)。 επιθετικός (epithetikós) m (陰性 επιθετική,中性 επιθετικό) 攻擊性的,激進的 反義詞:αμυντικός (amyntikós) (語法) 形容詞的 επιθετικός
επίθημα參見:ἐπίθημα 源自古希臘語 ἐπίθημα (epíthēma);意譯自拉丁語 suffixum 或法語 suffixe。 επίθημα (epíthima) n (复数 επιθήματα) (語法,辭書學) 後綴 近義詞:πρόσφυμα (prósfyma) 反義詞:πρόθημα (próthima)
επιθετικότηταεπιθετικότητα (epithetikótita) f (复数 επιθετικότητες) 攻擊性,侵略性 επιθετικότητα的變格 參見:επίθεση f (epíthesi, “攻擊,襲擊”)