τραπεζογραμμάτιοτραπεζογραμμάτιο (trapezogrammátio) n (复数 τραπεζογραμμάτια) 鈔票 τραπεζογραμμάτιο的變格 χαρτονόμισμα n (chartonómisma) 參見:τράπεζα f (trápeza, “銀行”) Χαρτο
τραπεζομάντιλοτραπέζι (trapézi, “桌子”) + -ο- (-o-) + μαντήλι (mantíli, “手帕”) τραπεζομάντιλο (trapezomántilo) n (复数 τραπεζομάντιλα) τραπεζομάντηλο (trapezomántilo)的另一種寫法
τραπεζομάντηλοτραπεζομάντιλο n (trapezomántilo) 源自中古希臘語 τραπεζομάντηλο (trapezomántēlo),等同於τραπέζι (trapézi, “桌子”) + -ο- (-o-) + μαντήλι (mantíli, “手帕”)。 τραπεζομάντηλο
εκσπερματίζωεκσπερματίζω (ekspermatízo) (過去簡單式 εκσπερμάτισα,被動語態 εκσπερματίζομαι) (醫學,生物學) 射精 近義詞:εκσπερματώνω (ekspermatóno)、(較少用) αποσπερματίζω (apospermatízo)、(粗俗)
αποστάζωαπόσταξα/απέσταξα,被動語態 αποστάζομαι) (化學) 蒸餾 αποστάζω αποστάζομαι απεσταγμένος (apestagménos, “蒸餾的”, 分詞) αποσταγμένος (apostagménos, “蒸餾的”, 分詞) απόσταγμα n