κοινωνιολογία
来自维基词典,自由的词典
希臘語
源自κοινωνί(α) (koinoní(a), “社會”) + -ο- (-o-) + -λογία (-logía, “學科”),仿譯自法語 sociologie。[1]
- 國際音標(幫助):/ci.no.ni.o.loˈʝi.a/
- 斷字:κοι‧νω‧νι‧ο‧λο‧γί‧α
κοινωνιολογία (koinoniología) f (复数 κοινωνιολογίες)
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | κοινωνιολογία • | κοινωνιολογίες • |
屬格 | κοινωνιολογίας • | κοινωνιολογιών • |
賓格 | κοινωνιολογία • | κοινωνιολογίες • |
呼格 | κοινωνιολογία • | κοινωνιολογίες • |
κοινωνιολογία的變格
Wikiwand - on
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.