γαλακτοπωλείογαλακτο- (galakto-, “奶,乳”) + -πωλείο (-poleío, “商店”) γαλακτοπωλείο (galaktopoleío) n (复数 γαλακτοπωλεία) 乳品店 γαλακτοπωλείο的變格 (乳品店): γαλατάδικο n (galatádiko)
γελοίος參見:γέλοιος 繼承自古希臘語 γελοῖος (geloîos)。 國際音標(幫助): /ʝeˈlios/ 斷字:γε‧λοί‧ος γελοίος (geloíos) m (陰性 γελοία,中性 γελοίο) 荒謬的,可笑的 γελοίος 的變格 αξιογέλαστος (axiogélastos)
αγγέλλω參見:ἀγγέλλω 國際音標(幫助): /aŋˈɟe.lo/ 斷字:αγ‧γέλ‧λω αγγέλλω (angéllo) (過去簡單式 ήγγειλα,被動語態 αγγέλλομαι,被動過去 αγγέλθηκα,被動完成分詞 αγγελμένος) (正式) 通知,通告 近義詞:αναγγέλλω (anangéllo)
απαγγελίααπαγγελλία f (apangellía) απαγγελία (apangelía) f (复数 απαγγελίες) 朗誦 演說術 (法律) 控告,指控 απαγγελία的變格 απαγγέλλω (apangéllo, “朗誦”, 動詞) απαγγελτικός (apangeltikós
κοινωνιολογία斷字:κοι‧νω‧νι‧ο‧λο‧γί‧α κοινωνιολογία (koinoniología) f (复数 κοινωνιολογίες) 社會學 κοινωνιολογία的變格 κοινωνιολογία in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard