πέος

来自维基词典,自由的词典

古希臘語

詞源

繼承原始希臘語 *péhos繼承原始印歐語 *pésos,源自 *pes-。同源詞包括拉丁語 pēnis and 梵語 पसस् (pásas)

發音

名詞

πέος (péosn (屬格 πέους); 三類變格

  1. (粗俗) 陰莖雞巴
    • 425 BCE, Aristophanes, Lysistrata 124:
      ἀφεκτέα τοίνυν ἐστὶν ἡμῖν τοῦ πέους.
      τί μοι μεταστρέφεσθε; ποῖ βαδίζετε;
      αὗται τί μοιμυᾶτε κἀνανεύετε;
      aphektéa toínun estìn hēmîn toû péous.
      tí moi metastréphesthe? poî badízete?
      haûtai tí moimuâte kananeúete?
      那麼,我們必須避開雞巴
      —你為什麼轉身離開?你要去哪裡?
      你為什麼那樣做鬼臉並搖頭?

屈折

更多信息 格 / #, 單數 ...
格 / # 單數 雙數 複數
主格 τὸ πέος
tò péos
τὼ πέει
tṑ péei
τᾰ̀ πέη
tằ péē
屬格 τοῦ πέους
toû péous
τοῖν πεοῖν
toîn peoîn
τῶν πεῶν
tôn peôn
與格 τῷ πέει
tôi péei
τοῖν πεοῖν
toîn peoîn
τοῖς πέεσῐ / πέεσῐν
toîs péesĭ(n)
賓格 τὸ πέος
tò péos
τὼ πέει
tṑ péei
τᾰ̀ πέη
tằ péē
呼格 πέος
péos
πέει
péei
πέη
péē
注意:
  • 此表中給出的是阿提卡式變格。其他方言的變格,請參見Appendix:古希臘語方言變格
关闭

派生語彙

  • 希臘語: πέος (péos)

延伸閱讀

希臘語

詞源

繼承古希臘語 πέος (péos)

發音

  • 國際音標(幫助): /ˈpeos/
  • 斷字:πέ‧ος
  • 韻部:-eos

名詞

πέος (péosn (複數 πέη)

  1. 陰莖
    Το πέος είναι το έξω γεννητικό όργανο του άρρενος τόσο στον άνθρωπο όσο και στα ζώα.
    To péos eínai to éxo gennitikó órgano tou árrenos tóso ston ánthropo óso kai sta zóa.
    陰莖是男性人類和雄性動物的外部性器官。

變格

更多信息 單數, 複數 ...
單數 複數
主格 πέος  πέη 
屬格 πέους  πεών 
賓格 πέος  πέη 
呼格 πέος  πέη 
关闭

近義詞

派生詞彙

  • πεολειξία f (peoleixía口交)

參見

  • φαλλός m (fallós勃起的陰莖)

延伸閱讀

Wikiwand - on

Seamless Wikipedia browsing. On steroids.