γερανός參見:γέρανος 源自古希臘語 γέρανος (géranos, “鶴”)。 γερανός (geranós) m (复数 γερανοί) 鶴 起重機 ανυψωτικός γερανός ― anypsotikós geranós ― 起重吊車 絞車 γερανός的變格 ερωδιός m
Αργεντίνος參見:αργεντινός 和 Αργεντινός Αργεντίνος (Argentínos) m (复数 Αργεντίνοι) (非正式) Αργεντινός (Argentinós)之同義詞 Αργεντίνος的變格
αγελαδινόςγελαδινός (geladinós) αγελαδινός (ageladinós) m (陰性 αγελαδινή,中性 αγελαδινό) 牛的;牛奶的 αγελαδινό βούτυρο, γιαούρτι και τυρί ageladinó voútyro, giaoúrti kai
αγόρευσηαγόρευση (agórefsi) f (复数 αγόρευσες) 演講,演說 αγόρευση的變格 λόγος m (lógos) αγορεύω (agorévo, “作演講”) αγορητής m (agoritís, “演講者”) αγορήτρια f (agorítria, “演講者”)
όργανο源自古希臘語 ὄργανον (órganon)。 國際音標(幫助): /ˈoɾ.ɣa.no/ όργανο (órgano) n (复数 όργανα) (醫學,解剖學) 器官 Η καρδιά είναι ένα όργανο του ανθρώπινου σώματος. I kardiá eínai