RO
Sign in
All
Articles
Dictionary
Quotes
Map
συμφωνία
From Wiktionary, the free dictionary
Found in dictionary
συμφωνώ
armonie 1: διαφωνώ ασυμφώνητος ασυμφωνία ασύμφωνος προσύμφωνο προσυμφωνώ
συμφωνία
σύμφωνα συμφωνηθείς συμφωνημένος σύμφωνο συμφωνικός συμφωνών φωνή Βικιλεξικό
acord
galiciană: acordo (galego) m. germană: Übereinstimmung (Deutsch) f. greacă:
συμφωνία
(Ελληνικά) (symfonía) f. indoneziană: kesepakatan (Bahasa Indonesia), persetujuan