RO
Sign in
All
Articles
Dictionary
Quotes
Map
κάτι
From Wiktionary, the free dictionary
Found in dictionary
ρολό
trafalet (despre păr) bigudiu (gastr., alim.) rulou (la pl.) rulou, jaluzea 3: μπικουτί, (fam.) ρόλεϊ κάνω
κάτι
ρολό κατεβάζω τα ρολά Βικιλεξικό Wiktionary
φέρω
περιφέρω συμπεριφέρομαι συμφέρω υποφέρω φέρελπις φερέγγυος φερέοικος φερέφωνο φερώνυμος φέρνω φέρομαι, φέρνομαι φέρων φερόμενος φέρω βαρέως
κάτι
φερ' ειπείν
ceva
(suomi) franceză: quelque chose (français) germană: etwas (Deutsch) greacă:
κάτι
(Ελληνικά) (káti) n. hindi: कुछ (हिन्दी) (kuchh) idiș: עפּעס (ייִדיש) (epes)
μύτη
έχει μεγάλη μύτη μου μπήκε στη μύτη μου έσπασε τη μύτη μάτωσε ή άνοιξε η μύτη μου μου βγαίνει
κάτι
από τη μύτη πέφτουν μύτες δε μάτωσε ή δεν άνοιξε μύτη