Πυρόχλωρο
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το πυρόχλωρο (αγγλ. pyrochlore) είναι οξείδιο - υδροξείδιο (ενίοτε περιέχον και φθόριο) του νατρίου, του ασβεστίου και του νιοβίου. Το όνομά του προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις «πυρ» και «χλωρόν», καθώς το ορυκτό χρωματίζεται πράσινο αν θερμανθεί έντονα ή αναφλεγεί.
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Γρήγορες Πληροφορίες Γενικά, Κατηγορία ...
Πυρόχλωρο. Προέλευση: Zomba District, Μαλάουι | |
Γενικά | |
---|---|
Κατηγορία | Οξείδια, υδροξείδια. Υπερομάδα πυροχλώρου |
Χημικός τύπος | (Ca,Na)2Nb2O6(OH,F) |
Ορυκτολογικά χαρακτηριστικά | |
Πυκνότητα | 4,45 - 4,9 gr/cm3 |
Χρώμα | Μέλαν, καστανό, ερυθροκάστανο, πορτοκαλέρυθρο, καστανέρυθρο |
Σύστημα κρυστάλλωσης | Κυβικό |
Κρύσταλλοι | Τυπικά οκτάεδρα |
Υφή | Συμπαγής, κοκκώδης |
Διδυμία | Σπάνια κατά {111} |
Σκληρότητα | 5 - 5,5 |
Σχισμός | Κατά {111} ενίοτε με αποχωρισμό |
Θραύση | Ατελώς κογχοειδής έως ανώμαλη |
Λάμψη | Υαλώδης ως ρητινώδης |
Γραμμή κόνεως | Καστανή |
Πλεοχρωισμός | Όχι |
Διαφάνεια | Ημιδιαφανής ως αδιαφανής |
Παρατηρήσεις | Ενίοτε ραδιενεργός |
Κλείσιμο