Νομική προστασία βάσεων δεδομένων
From Wikipedia, the free encyclopedia
Βάση δεδομένων είναι κατά τον ορισμό του ν. 2121/1993 περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας "η συλλογή έργων, δεδομένων ή άλλων ανεξάρτητων στοιχείων, διευθετημένων κατά συστηματικό ή μεθοδικό τρόπο και ατομικώς προσιτών με ηλεκτρονικά μέσα ή με άλλο τρόπο". Οι βάσεις δεδομένων έχουν την ιδιαιτερότητα ότι αποτελούν συλλογές έργων, τα οποία είτε προστατεύονται αυτοτελώς ως τέτοια ανεξάρτητα από τη βάση δεδομένων είτε δεν προστατεύονται, αν δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του νόμου. Η οργάνωση όμως μιας βάσης δεδομένων μπορεί να είναι μια πρωτότυπη και δαπανηρή δραστηριότητα. Ο δημιουργός της, αν δεν υπήρχε ιδιαίτερη προστασία, θα διέτρεχε τον κίνδυνο (ιδιαίτερα στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων) να αντιγράψει κάποιος τρίτος ολόκληρη τη βάση ή ολόκληρο το περιεχόμενό της χωρίς αυτός να μπορεί να τον εμποδίσει, αφού μόνο οι δημιουργοί των συμπεριληφθέντων έργων (και μόνο αν τα έργα προστατεύονταν αυτοτελώς) θα είχαν αξίωση κατά του τρίτου – προσβολέα. Στην ψηφιακή εποχή όμως οι βάσεις δεδομένων έχουν ιδιαίτερη σημασία, γιατί αποθηκεύουν και ταξινομούν πληθώρα πληροφοριών, τις οποίες χωρίς ταξινόμηση θα ήταν αδύνατο να χρησιμοποιήσει ή να επεξεργστεί κανείς. Χωρίς ιδιαίτερη προστασία οι επενδύσεις σε βάσεις δεδομένων θεωρήθηκε ότι θα ήταν περιορισμένες με βάση τη θεωρία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας Έτσι ο ευρωπαίος νομοθέτης με την Οδηγία 96/9/ΕΚ θέσπισε και εναρμόνισε σε όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας τη νομική προστασία των βάσεων δεδομένων με βάση ένα διπλό σύστημα, το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας για τις πρωτότυπες βάσεις δεδομένων και το συγγενικό δικαίωμα (δικαίωμα sui generis) για τις βάσεις δεδομένων που δεν είναι πρωτότυπες αλλά ενσωματώνουν μια σημαντική επένδυση.
![]() |
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |