From Wikipedia, the free encyclopedia
Με τον όρο Ναυτικός (seafarer, mariner, sailor, seaman) ως ουσιαστικό, ή ναυτιλλόμενος χαρακτηρίζονται:
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Ο ειδικότερος ελληνικός όρος ναυτιλλόμενος (navigator) καθιερώθηκε ν΄ αποδίδεται κυρίως για τους ναυτικούς τους επιφορτισμένους με τον έλεγχο και την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, δηλαδή για τους πλοιάρχους κυβερνήτες και γενικά αξιωματικούς γεφύρας των πλοίων.
Το είδος και οι συνθήκες εργασίας του ναυτικού στο πλοίο (ναυτική εργασία), όπως επίσης η διάρκειά της στο πλοίο και σε λιμάνι, η υποχρέωση για πρόσθετη εργασία, το ύψος των αμοιβών (βασικής και πρόσθετης) καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια καθορίζονται από τις ισχύουσες κάθε φορά συλλογικές συμβάσεις ναυτικής εργασίας, για συγκεκριμένη κατηγορία - τύπο πλοίου στο οποίο εργάζεται ο ναυτικός.
Στις συμβάσεις αυτές εργασίας καθορίζονται επίσης και το σύνολο των ωρών εβδομαδιαίας εργασίας, "εν πλω" και "εν όρμω", οι αργίες, το επίδομα υπερωριακής εργασίας καθώς και η πρόσθετη αμοιβή για πέραν της υπερωρίας εργασία ή για άλλη ιδιαίτερη εργασία.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.