Μελάμποδας
From Wikipedia, the free encyclopedia
Στην Αρχαία ελληνική μυθολογία ο Μελάμπους ήταν θρυλικός Μάντης και Ιατρός που βασίλευσε στο Άργος ή την Πύλο.[3] Ο Ηρόδοτος γράφει ότι εισήγαγε την λατρεία του Διονύσου, διδάχθηκε την μαντική τέχνη από τους Αιγυπτίους και μπορούσε να αναγνωρίζει τις φωνές των ζώων.[4] Μια μεγάλη σειρά θείων έργων κυκλοφόρησαν στην Κλασσική Αρχαιότητα και την Ελληνιστική περίοδο σχετικά με το όνομα του Μελάμποδα. Ο Ηρόδοτος και ο Παυσανίας γράφουν ότι ο πατέρας του ήταν ο Αμυθάονας που το όνομα του μεταφράζεται ως "πολύ τεράστιος", οι διάδοχοι του ονομάστηκαν "Οίκος του Αμυθάονα".[5] Ο Όμηρος στην Οδύσσεια κάνει μια σύντομη αναφορά στον Μελάμποδα που είχε σχέση με τον Θεοκλύμενο: "ένας προφήτης που δημιούργησε μια μεγάλη γενιά προφητών".[6] Ο Νηλέας στην Πύλο είχε σφετεριστεί τον "υψηλό Οίκο" του Μελάμποδα και τον έστειλε εξορία. Ο Μελάμπους βρέθηκε στην αυλή του Φύλακος για λογαριασμό της κόρης του Νηρέα Πηρώς την οποία επιθυμούσε για σύζυγο ο αδελφός του Βίας. Τον επισκέφτηκε ένα "δαιμονικό πνεύμα που δεν μπόρεσε να τον θανατώσει". Ο Μελάμπους κατάφερει τελικά να δαμάσει τα βόδια του Φύλακα και να εκδικηθεί τον Νηλέα. Ο αδελφός του Βίας πήρε σύζυγο την Πηρώ.