Ιστάμενον
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ιστάμενον (ενν. νόμισμα ἱστάμενον, το «πρότυπο νόμισμα») ήταν το όνομα που δόθηκε στον χρυσό Βυζαντινό σόλιδο όταν το κάπως ελαφρύτερο «τεταρτηρόν» εισήχθη περί το 960. Για να ξεχωρίζονται, το ιστάμενον άλλαξε μορφή από τον αρχικό σόλιδο και έγινε πλατύτερο και πιο λεπτό, καθώς και κοίλο (σκυφάτο) σε μορφή. Αργότερα συνήθως συντομευόταν σε στάμενον και καταργήθηκε μετά το 1092. Τον 12ο και 13ο αιώνα, το όνομα στάμενον χρησιμοποιούνταν για τα κοιλόκυρτα «τραχέα».